Ενεργειακά και διαφωτιστικά

ΔΕΗ Α.Ε. - Ομιλία του Προέδρου & Διευθύνοντος Συμβούλου της ΔΕΗ Α.Ε. κ.Αρθούρου Ζερβού στο Συνέδριο του ΙΕΝΕ


"...Ας εξετάσουμε πιο λεπτομερώς πώς λειτουργούν σήμερα η χονδρεμπορική και η λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας καθώς και τι χρειάζεται να αλλάξει για την ορθολογικοποίησή τους στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης. 



Όλες οι αγοραπωλησίες στην Ελληνική Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας γίνονται υποχρεωτικά μέσω του «Λειτουργού της Αγοράς» καθώς στο σημερινό καθεστώς δεν επιτρέπονται διμερή συμβόλαια για απευθείας αγοραπωλησίες μεταξύ παραγωγών και προμηθευτών, όπως ισχύει στη συντριπτική πλειοψηφία άλλων Ευρωπαϊκών Χωρών. 

Διμερή συμβόλαια μεταξύ παραγωγών και προμηθευτών προβλέπονται και για την «ενιαία Ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας» - το ονομαζόμενο «target model»- , η οποία θα πρέπει να λειτουργεί ως το 2014. 

Στο εν λόγω πλαίσιο θα πρέπει και το ελληνικό μοντέλο χονδρεμπορικής αγοράς να προσαρμοσθεί στο target model, με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της αντικατάστασης του «υποχρεωτικού pool» από «διμερείς συμβάσεις παραγωγών και προμηθευτών» αλλά και από το «χρηματιστήριο ενέργειας». 

Η χονδρεμπορική τιμή της Η/Ε όπως ισχύει σήμερα είναι η «Οριακή Τιμή Συστήματος» και «Οριακή Τιμή Αποκλίσεων», που καθορίζονται από την προσφορά και τη ζήτηση, προσαυξημένες με κάποια ποσά για παροχή επικουρικών υπηρεσιών καθώς και για δύο «μηχανισμούς»: 
• το μηχανισμό ανάκτησης μεταβλητού κόστους και το 
• μηχανισμό διασφάλισης επαρκούς ισχύος. 

Αυτοί βρίσκονται πρακτικά εκτός του πλαισίου της «ελεύθερης αγοράς» ηλεκτρικής ενέργειας, εφόσον οι τιμές τους δεν διαμορφώνονται από την προσφορά και τη ζήτηση, αλλά είναι «ρυθμιζόμενες». 

Ο μηχανισμός διασφάλισης επαρκούς ισχύος θεσμοθετήθηκε για πρώτη φορά το 2005 με σκοπό την εξασφάλιση ενός σταθερού εισοδήματος στην ηλεκτροπαραγωγή για την κάλυψη μέρους του σταθερού κόστους των μονάδων, λειτουργώντας ως κίνητρο για νέες επενδύσεις. 

Έχει διοικητικά οριζόμενη τιμή, η οποία σήμερα για μια τυπική μονάδα ισχύος 300 MW αντιστοιχεί σε εισόδημα τάξης 12 εκατ. € το χρόνο. Σήμερα, ο μηχανισμός διασφάλισης επαρκούς ισχύος –αν και εκτός του πλαισίου της ελεύθερης αγοράς- θεωρείται πλέον ευρέως αποδεκτός στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον έχει ήδη θεσμοθετηθεί, ή εξετάζεται η θεσμοθέτησή του, σε πολλές χώρες. 

Η ΔΕΗ κατ’ αρχάς συμφωνεί με την πρόταση της ΡΑΕ για αναθεώρηση του μηχανισμού διασφάλισης επαρκούς ισχύος, όπως αυτή εκφράστηκε στην πρόσφατη διαβούλευση για την αναδιοργάνωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Χρειάζεται όμως να διευκρινιστούν οι βασικές κατευθύνσεις της αναθεώρησης αυτής και στη συνέχεια να συζητηθούν οι λεπτομέρειες εφαρμογής. 

Αντίθετα, με το μηχανισμό διασφάλισης επαρκούς ισχύος, ο μηχανισμός ανάκτησης μεταβλητού κόστους αποτελεί μια ιδιάζουσα ελληνική πρωτοτυπία. Θεσμοθετήθηκε για να βοηθήσει οικονομικά τις νέες επενδύσεις τρίτων/ανεξάρτητων ηλεκτροπαραγωγών, εν μέσω δυσμενούς συγκυρίας λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής ύφεσης. Κατέληξε δε να γίνεται κατάχρηση του στρεβλωτικού αυτού μηχανισμού (κατά ομολογία και της ίδιας της ΡΑΕ), με αποτέλεσμα τη σημαντική επιβάρυνση του κόστους ηλεκτροπαραγωγής της Χώρας. 

Για αποφυγή παρερμηνειών, θα θέλαμε να τονίσουμε ότι η ΔΕΗ σέβεται τις επενδύσεις που έχουν υλοποιήσει οι τρίτοι και αποδέχεται τη βασική άποψη ότι οι μονάδες τους -με καύσιμο φυσικό αέριο- είναι χρήσιμες για την εύρυθμη λειτουργία του Συστήματος ακόμα στις σημερινές συνθήκες πτώσης της ζήτησης, όπως εξάλλου χρήσιμες θα είναι και οι νέες μονάδες φυσικού αερίου της ΔΕΗ στο Αλιβέρι και στη Μεγαλόπολη. 

Η ΔΕΗ επιθυμεί την λειτουργία των μονάδων των τρίτων και την εύλογη και δίκαιη αποζημίωσή τους μέσα στα πλαίσια του υγιούς ανταγωνισμού. 
Όμως είναι άλλη υπόθεση η επιβίωση των συγκεκριμένων επενδύσεων και άλλη υπόθεση η εισαγωγή στρεβλωτικών μηχανισμών -όπως ο μηχανισμός ανάκτησης μεταβλητού κόστους- στη λειτουργία της αγοράς. 

Ο μηχανισμός ανάκτησης μεταβλητού κόστους, σε συνδυασμό με κάποιες τεχνικές λεπτομέρειες που αφορούν τον τρόπο προσφοράς των μονάδων στην ημερήσια αγορά, καταλήγει να κρατά σε λειτουργία στο τεχνικό τους ελάχιστο (δηλαδή στο σημείο με το χειρότερο βαθμό απόδοσης) τις μονάδες φυσικού αερίου, ανεξαρτήτως των ωριαίων διακυμάνσεων της ζήτησης, ακόμα κι όταν η λειτουργία τους είναι αντιοικονομική για το Σύστημα (π.χ. στις περιόδους χαμηλού φορτίου και χαμηλής Οριακής Τιμής Συστήματος), εκτοπίζοντας άλλα φθηνότερα εγχώρια καύσιμα (λιγνίτες). 

Έτσι, τις διακυμάνσεις της ζήτησης αναγκάζονται να τις καλύψουν σε σημαντικό βαθμό οι λιγνιτικές μονάδες αν και είναι εκ κατασκευής τους «μονάδες βάσης» με περιορισμένη ευελιξία, και όχι οι μονάδες φυσικού αερίου που κανονικά θα πρέπει να λειτουργούν ως «μονάδες ενδιάμεσου φορτίου» με μεγαλύτερη ευελιξία. 

Αυτό αποτυπώνεται εύγλωττα στα διαγράμματα που βλέπετε στην οθόνη και τα οποία δείχνουν πώς μεταβάλλεται η φόρτιση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και των μονάδων φυσικού αερίου των τρίτων σε μια τυπική ημέρα. 

Επιπλέον, ο μηχανισμός ανάκτησης μεταβλητού κόστους εξασφαλίζει στις παραπάνω μονάδες φυσικού αερίου, οι οποίες όπως είδαμε λειτουργούν αντιοικονομικά για το Σύστημα, το μεταβλητό κόστος τους και τους παρέχει επιπλέον περιθώριο 10%. 

Τα παραπάνω αποτελούν «στρέβλωση» της χονδρεμπορικής αγοράς, διότι οδηγούν σε μη-βέλτιστη λειτουργία των διαθέσιμων πόρων ηλεκτροπαραγωγής, άρα και σε αυξημένο κόστος. Επιπλέον, οδηγούν σε άσκοπη επιβάρυνση του εμπορικού ισοζυγίου της Χώρας λόγω άσκοπης κατανάλωσης φυσικού αερίου. Τα αποτελέσματα για τους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας για τη ΔΕΗ, αλλά και για την Εθνική Οικονομία είναι εξαιρετικά δυσμενή..."


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου