Το κράτος της ανιψιάς

Πολιτική Επιθεώρηση: Το κράτος της ανιψιάς


"Η αναποτελεσματική διακυβέρνηση και οι αποτυχημένες προσπάθειες μεταρρύθμισης συνδέονται με τον εκτεταμένο νομικό φορμαλισμό.


Όλες οι θεματικές που καλύπτονται από την παρούσα επισκόπηση – από τη διοίκηση του ανθρώπινου δυναμικού μέχρι τις διαδικασίες προϋπολογισμού – αντανακλούν ένα τεράστιο ζήτημα «νομικού φορμαλισμού» το οποίο αποτελεί εμπόδιο για μια αποτελεσματική και αποδοτική διακυβέρνηση.

Αυτό υπονομεύει την παραγωγικότητα και αποδοτικότητα της κεντρικής διοίκησης, αυξάνει τα κόστη της και υπονομεύει επίσης την αποτελεσματικότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών της κεντρικής διοίκησης προς τις επιχειρήσεις και τους πολίτες.

Ο νομικός φορμαλισμός έχει δημιουργήσει μία συγκεκριμένη νοοτροπία και ένα νομικό πλαίσιο που δεν παρέχουν κανένα κίνητρο για πρωτοβουλία από τη μεριά των δημοσίων υπαλλήλων, αποθαρρύνουν κάθε δράση πολιτικής η οποία δεν συνοδεύεται από ένα νομικό κείμενο, ευνοούν την ευλαβική τήρηση (και ανάπτυξη) των διοικητικών διαδικασιών και όχι την έμφαση στην ουσία της πολιτικής που εμπεριέχεται στην λειτουργία μιας δημόσιας υπηρεσίας, πράγμα που επιβραδύνει την λειτουργία της δημόσιας διοίκησης." [Έκθεση ΟΟΣΑ για την ελληνική Κεντρική Διοίκηση (2011)]


... Οι ενδιαφερόμενοι ας κάνουν τον κόπο να ξαναδιαβάσουν την έκθεση για τη δημόσια διοίκηση, που η Ελλάδα παρήγγειλε και ο ΟΟΣΑ παρέδωσε τον Οκτώβριο του 2011 - και έκτοτε αγνοείται η τύχη της. Στις σελίδες της διεκτραγωδείται, στην ψυχρή γλώσσα των τεχνοκρατών, ένα κράτος που χτίστηκε, επί δεκαετίες ολόκληρες, σαν γιγαντιαίο, τερατώδες αυθαίρετο, χωρίς αρχιτεκτονικό σχέδιο, με αλλεπάλληλα «πανωσηκώματα».
Ενα κράτος που οι υπάλληλοί του κατανέμονται σε 1.448 αεροστεγώς διαφορετικούς κλάδους, υπάγονται σε τέσσερα διαφορετικά νομικά καθεστώτα, έχουν προσληφθεί με άπειρους διαφορετικούς τρόπους και στεγάζονται σε 1.552 διαφορετικά, διάσπαρτα κτίρια

Τα υπουργεία του οποίου, αληθινοί βροντόσαυροι, αποτελούνται το καθένα, κατά μέσο όρο, από 439 δομές (γραμματείες, διευθύνσεις και τμήματα), το 20% των οποίων, μία στις πέντε, έχει έναν διευθυντή και κανέναν υπάλληλο! Και που διαχειρίζεται, κάθε υπουργείο, από 600 έως και 4.500 αρμοδιότητες, λεπτομερέστατα καταγεγραμμένες σε νομικά κείμενα (νόμους και υπουργικές αποφάσεις) που φθάνουν έως και τις 4.000 για συγκεκριμένο υπουργείο (ούτε να τα ξεφυλλίσει προκάνει ο εκάστοτε υπουργός), οι οποίες μάλιστα ασκούνται κατά συναρμοδιότητα με κάποιο άλλο υπουργείο ή οργανισμό (για την ασφάλεια τροφίμων, φερ' ειπείν, οι συναρμόδιοι είναι τέσσερις, για την πολιτική προστασία οκτώ). Ενα κράτος, δηλαδή, δίχως στόχους, δίχως σχέδιο, δίχως συντονιστικό κέντρο, δομικά ανίκανο να αποδώσει μετρήσιμο έργο - πολύ περισσότερο να υποστηρίξει μεταρρυθμίσεις...
Και όσοι αφελείς τυχόν αναρωτιούνται πώς στην ευχή το φτιάξαμε αυτό το τέρας, ας κάνουν τον κόπο να διαβάσουν, ως διασκεδαστικό, τυχαίο παράδειγμα, τα πρακτικά μιας δίκης που διεξάγεται αυτές τις ημέρες, εντελώς στα σιωπηλά, για μια υπόθεση που κάποτε σκανδάλισε το πανελλήνιο... 

Το βαθύ τραγούδι του Πικάσο


Την κραυγή της Γκουέρνικα δεν την ακούει κανείς

Guernica,  Pablo Picasso , 1937
Λάδι σε Καμβά, Εθνικό Μουσείο Βασίλισσα σοφία, Μαδρίτη

ένα κείμενο του Κωνσταντίνου Αν. Θέμελη

Πηγή :LA IVOLUTIONI

Γκερνίκα* – 75 χρόνια μετά την καταστροφή της

Η Καστίλλη, η Καταλανία, η Γαλικία και η Ναβάρα, είναι οι τέσσερις μεγάλες κοινότητες οι οποίες αποτελούν την Ισπανία. Η Ναβάρα, είναι η χώρα των Βάσκων, και η Γκουέρνικα η ιερή τους πόλη – το σύμβολο των αγώνων για την αυτονομία τους. Κάτω απ΄το ιερό δέντρο της Γκουέρνικα, οι βασιλιάδες της Ισπανίας ορκίζονται κάθε φορά να σέβονται τις fuerross – τις ελευθερίες των βασκικών περιοχών. Η Γκουέρνικα δεν είναι συγκοινωνιακός κόμβος, ούτε βιομηχανικό κέντρο. Δεν είναι ούτε σημείο συγκέντρωσης στρατευμάτων.
Έχει 7000 κατοίκους που είναι όλοι τους άμαχος πληθυσμός. Σήμερα είναι 27 Απριλίου 1937. Είναι μια ανοιξιάτικη Δευτέρα. Και η πόλη έχει πανηγύρι.
Ο εμφύλιος πόλεμος έχει αρχίσει εδώ και εννιά μήνες στην Ισπανία αλλά τα μέτωπά του είναι μακριά. Στην Αραγώνα και στη Μαδρίτη – ενώ στις 13 Φεβρουαρίου οι φασίστες του Φράνκο έχουνε μπει στη Μάλαγα. Όλα είναι λαμπερά στην Γκουέρνικα – είναι μεσημέρι. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί αυτό που πρόκειται να συμβεί σε λίγες ώρες.

Ένα αρρωστημένο μυαλό

“Οι Κόνδορες είναι το καινούργιο βομβαρδιστικό μας. Στη διάθεσή μας. Είναι έτοιμα να κάνουν την πρώτη τους δοκιμή. Όπου αποφασίσετε εσείς”, είπανε οι φασίστες του Χίτλερ στο δικτάτορα της Ισπανίας.
Όμως κανένας κάτοικος της Γκουέρνικα αυτή τη γιορτινή μέρα δεν φαντάστηκε ότι η πόλη τους ήταν η πρώτη που ήρθε για δοκιμή στο αρρωστημένο του μυαλό.
“Στην Γκουέρνικα”, είπε “εκεί δεν υπάρχει κανένας στρατιωτικός στόχος. Βρίσκονται μόνο άμαχοι και είναι σε κατάσταση γιορτής. Έτσι, θα τσακίσω το ηθικό των Βάσκων που θέλουν αυτονομία”.
Το τι συνέβη εκείνη τη Δευτέρα στην Γκουέρνικα έγινε γνωστό στην παγκόσμια κοινή γνώμη χάρη στην παρουσία δύο δημοσιογράφων. Του ανταποκριτή των “Times” του Λονδίνου και του συναδέλφου του, της παρισινής εφημερίδας “Ce Soir”. Στο φύλλο της 29ης Απριλίου των “Times” και της 30ης της “Ce Soir” περιγράφουν και οι δύο τη φρίκη εκείνης της καταστροφής η οποία υπήρξε ο πρώτος βομβαρδισμός άμαχου πληθυσμού στην Ιστορία.
Στα τέλη του Απρίλη, η άνοιξη έχει κατακτήσει την ψυχή των ανθρώπων, έχει επιβάλει το δικό της ρυθμό στο αίμα τους. Ο ήλιος επιβραδύνει την αποχώρησή του και στις πέντε παρά είκοσι, το απόγευμα, είναι αρκετά ψηλά. Σηκώνεις το κεφάλι σου να απολαύσεις το γαλάζιο του ουρανού μέσα στους ήχους της γιορτής.
Τότε ήταν που φάνηκε το πρώτο βομβαρδιστικό. Άφησε τις βόμβες του και έφυγε αμέσως. Πριν προλάβουν να συνέλθουν οι άνθρωποι από τον αιφνιδιασμό – δέκα λεπτά αργότερα - έξι Junker 52 χτύπησαν το κέντρο της πόλης. Πανικόβλητοι οι άνθρωποι άρχισαν να τρέχουν στα υπόγεια, τα πρόχειρα καταφύγια και το βουνό. Αυτούς τους τελευταίους τους ανέλαβαν τα πολυβόλα τους.
Όταν, επιτέλους, τα αεροπλάνα έφυγαν, οι επιζώντες άρχισαν να αναζητούν τραυματίες για να τους προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες.
Αλλά τα αεροπλάνα επέστρεψαν για τρίτη φορά, ρίχνοντας εμπρηστικές βόμβες τώρα.
Έξι παρά είκοσι – μια ώρα μετά: η σιωπή σκεπάζει την Γκουέρνικα. Οι άνθρωποι χωρίς να βγάζουν λέξη, βουβοί μπροστά στο μέγεθος της καταστροφής μοχθούν να περισώσουν ζωές.
Αλλά στα αυτιά του αρρωστημένου μυαλού δεν φτάνει ακόμη η σιωπή που αυτός θα ήθελε να καλύψει την Γκουέρνικα – η σιωπή του νεκροταφείου. Γι’ αυτό και τα βομβαρδιστικά επιστρέφουν.
Η απελπισία είναι τέτοια που κανείς δεν φροντίζει να προφυλαχθεί. Η πόλη καίγεται αλλά τη φωτιά κανείς δεν μπορεί να τη σβήσει – το δίκτυο του νερού έχει διακοπεί. Άλλωστε τα βομβαρδιστικά θα ξανάρθουν. Για πέμπτη φορά μέσα σε τρεις ώρες. Έχει αρχίσει να νυχτώνει και η πόλη που έλαμπε το μεσημέρι, δεν φαίνεται πια στον χάρτη.
Πάνω σ’ αυτόν το χάρτη είναι που κοιτάζει τώρα ένας ζωγράφος στο Παρίσι, και δεν τη βρίσκει. Μόνο ακούει μια ιδιαίτερη σιωπή, που θα του τρυπήσει τα σπλάχνα και λίγες μέρες αργότερα θα βγάλει μια κραυγή.

Ένας ζωγράφος σε κατάσταση αναμονής

Η Διεθνής Ένωση Ζωγραφικής του Παρισιού θα άνοιγε στο τέλος εκείνης της άνοιξης του 1937. Τον Ιανουάριο, η κυβέρνηση του Φράνκο ανέθεσε στον Πικάσο να ζωγραφίσει έναν πίνακα, ο οποίος θα αποτελούσε τη συμμετοχή της Ισπανίας στην έκθεση.
Ο Πικάσο δέχτηκε. Άρπαξε την ευκαιρία, παρ’ όλο που περνούσε μια ταραγμένη περίοδο της ζωής του. Ήταν 56 χρονών, είχε χωρίσει με τη γυναίκα του, Όλγα Κόκλοβα το 1935, ενώ είχε γεννηθεί η κόρη του Μάγια από το δεσμό του με τη Μαρία Τερέζα Βαλτέρ.
Στη ζωγραφική του, τα τέσσερα τελευταία χρόνια επεξεργάζεται την ιδέα του Μινώταυρου, τον οποίο τον τοποθετεί μέσα στο πλαίσιο μιας μεσογειακής μυθολογίας που θέλει να δημιουργήσει. Μινώταυρος θα είναι ο ίδιος ο Πικάσο.
Ωστόσο δέχτηκε.
Βρήκε το θέμα και τον τίτλο: “Όνειρο και ψεύδος του Φράνκο” και στις 8 Ιανουαρίου έφτιαξε μια σειρά από χαρακτικά που περιγράφουν μια ιστορία. Κεντρική μορφή τους ο Ταύρος. Την ίδια μέρα άρχισε και μια άλλη σειρά από χαρακτικά κάνοντας το πρώτο απ’ αυτά. Την άλλη μέρα έφτιαξε άλλα δύο.
Έπειτα σταμάτησε. Πέρασε ο Ιανουάριος, ο Φεβρουάριος επίσης. Το Μάρτιο και σχεδόν ολόκληρο τον Απρίλιο, ο Πικάσο δεν ξανάπιασε σχεδόν το έργο που του είχανε παραγγείλει. Λες και κάτι περίμενε.
Κι εκείνο ήρθε μέσα από τις σελίδες της εφημερίδας “Ce Soir”, στις 30 Απριλίου. Κοίταξε στο χάρτη της πατρίδας του και δεν είδε την Γκουέρνικα.
Κι έβγαλε μια κραυγή.
Την πρώτη Μαΐου άρχισε να κάνει τις πρώτες σπουδές πάνω στο καινούργιο του θέμα, τα πρώτα σχέδια. Η συμμετοχή της Ισπανίας στη Διεθνή Έκθεση θα ήταν αυτή: ένας μποξέρ με ολοκαίνουργια γάντια χτυπάει ένα παιδί.
“Όταν τα πράγματα φτάνουν ως εδώ, τα καλλιτεχνικά κίνητρα που χρειάζομαι για να ζωγραφίσω μπορούν να περιμένουν. Προέχει η ηθική”.

Το βαθύ τραγούδι του Πικάσο

Συνέχισε τις σπουδές του θέματός του ολόκληρο το πρώτο δεκαήμερο. Στη σπουδή 15, που έγινε στις 9 Μαΐου  φαίνεται πως είχε τοποθετήσει ήδη τα δύο ζώα, τον ταύρο και το άλογο ως κεντρικά στην αναπαράσταση που ετοιμάζει. Τα δύο αυτά ζώα – που είναι τα πιο οικεία στην Ισπανία – και η μεταξύ τους σχέση θα παραμείνουν παρ’ όλα όσα θα αλλάξουν στη πορεία.
Από τις σπουδές του πέρασε σ’ ένα τεράστιο σχέδιο φτιαγμένο με πινέλο. Στις φωτογραφίες που έβγαλε η Ντόρα Μάαρ στη διάρκεια της δουλειάς του ως εκείνη τη στιγμή, μπορεί να δει κανείς πως ο Πικάσο σκόπευε να περιλάβει στη σύνθεση του πίνακα μια υψωμένη γροθιά. Αργότερα την αφαίρεσε. Στο τελικό έργο δεν υπάρχει.
Κι έτσι, χωρίς την άδεια της κυβέρνησης μέσα του, ο πίνακας ενσάρκωσε αυτό που βγήκε από τα σπλάχνα του Πικάσο όταν είδε τον μποξέρ να χτυπάει ένα παιδί: την κραυγή του.
Κοιτάξτε τη γιγάντια τοιχογραφία. Η κραυγή βγαίνει απ’ όλες τις μορφές της. Εκτός από τον Ταύρο.
Είναι η ίδια κραυγή που βγαίνει με τους ήχους του Cante Jondo που είναι το βαθύ χαμόγελο της Ανδαλουσίας. Ο Πικάσο ήταν Ανδαλουσιανός, γεννήθηκε στη Μάλαγα. Όλες οι μορφές θρηνούν μέσα στην απελπισία. Μόνο ο Ταύρος, παγερός, αποστρέφει το πρόσωπο του απ’ αυτές. Κοιτάζει έξω από τον πίνακα. Εκεί που βρίσκονται τα αεροπλάνα.
Η κραυγή βγαίνει απ’ όλες τις μορφές της, και λέει: “Στερείστε Ηθικής”.
Απευθύνεται σε όλους όσοι είναι έξω από την τοιχογραφία. Δηλαδή σε εμάς.

* Στην Εουσκέρα, τη γλώσσα των Βάσκων, η προφορά της λέξης Γκουέρνικα είναι “Γκερνίκα”.


χαιρετισμοί της υπέρβασης

ο ψαλμωδός

Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει· 
χαῖρε, δι᾿ ἧς ἀρὰ ἐκλείψει.
Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις·
χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀνθρωπίνοις λογισμοῖς·
χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον, καὶ Ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα·
χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.
Χαῖρε, ἀστήρ ἐμφαίνων τὸν Ἥλιον·
χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις·
χαῖρε, δι᾿ ἧς βρεφουργεῖται Κτίστης.
Χαῖρε, βουλῆς ἀποῤῥήτου μύστις·
χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις.
Χαῖρε, τὸ τῶν Ἀγγέλων πολυθρύλητον θαῦμα·
χαῖρε, τὸ τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα.
Χαῖρε, τὸ Φῶς ἀῤῥήτως γεννήσασα·
χαῖρε, τὸ πῶς, μηδένα διδάξασα.
Χαῖρε, σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν·
χαῖρε, πιστῶν καταυγάζουσα φρένας.
Χαῖρε, ὅτι τὰ οὐράνια συναγάλλεται τῇ γῇ·
χαῖρε, ὅτι τὰ ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα·
χαῖρε, τῶν Ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος.
Χαῖρε, τύραννον ἀπάνθρωπον ἐκβαλοῦσα τῆς ἀρχῆς·
χαῖρε, Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν.
Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα·
χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα.
Χαῖρε, ὅτι ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί·
χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.
Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα·
χαῖρε, πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα.
Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι·
χαῖρε, λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.



ο ποιητής

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το φως και η πρώτη
χαραγμένη στην πέτρα ευχή του ανθρώπου
η αλκή μες στο ζώο που οδηγεί τον ήλιο
το φυτό που κελάηδησε και βγήκε η μέρα

Η στεριά που βουτά και υψώνει αυχένα
ένα λίθινο άλογο που ιππεύει ο πόντος
οι μικρές κυανές φωνές μυριάδες
η μεγάλη λευκή κεφαλή Ποσειδώνος

ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΟΡΕΣ ΑΝΕΜΟΙ που ιερουργούνε
που σηκώνουν το πέλαγος σαν Θεοτόκο
που φυσούν και ανάβουνε τα πορτοκάλια
που σφυρίζουν στα όρη κι έρχονται

Οι αγένειοι δόκιμοι της τρικυμίας
οι δρομείς που διάνυσαν τα ουράνια μίλια
οι Ερμήδες με το μυτερό σκιάδι
και του μαύρου καπνού το κηρύκειο

Ο Μαϊστρος, ο Λεβάντες, ο Γαρμπής
ο Πουνέντες, ο Γραίγος, ο Σιρόκος
η Τραμουντάνα, η Όστρια

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το ξύλινο τραπέζι
το κρασί το ξανθό με την κηλίδα του ήλιου
του νερού τα παιχνίδια στο ταβάνι
στη γωνιά το φυλλόδεντρο που εφημερεύει

Οι λιθιές και τα κύματα χέρι με χέρι
μια πατούσα που σύναξε σοφία στην άμμο
ένας τζίτζικας που έπεισε χιλιάδες άλλους
η συνείδηση πάμφωτη σαν καλοκαίρι.

ΤΑ ΝΗΣΙΑ με το μίνιο και με το φούμο
τα νησιά με το σπόνδυλο καποιανού Δία
τα νησιά με τους έρημους ταρσανάδες
τα νησιά με τα πόσιμα γαλάζια ηφαίστεια

Στο μελτέμι τα ορτσάροντας με κόντρα φλόκο
Στο γαρμπή τ’ αρμενίζοντας πόντζα λαμπάντα
έως όλο το μάκρος τους τ’ αφρισμένα
με λιτρίδια μαβιά και με ηλιοτρόπια

Η Σίφνος, η Αμοργός, η Αλόννησος
η Θάσος, η Ιθάκη, η Σαντορίνη
η Κως, η Ίος, η Σίκινος

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ στο πέτρινο πεζούλι
αντίκρυ του πελάγους η Μυρτώ να στέκει
σαν ωραίο οκτώ ή σαν κανάτι
με την ψάθα του ήλιου στο ένα χέρι

Το πορώδες και άσπρο μεσημέρι
ένα πούπουλο ύπνου που ανεβαίνει
το σβησμένο χρυσάφι μες στους πυλώνες
και το κόκκινο άλογο που δραπετεύει

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ εορτάζοντας τη μνήμη
των Αγίων Κηρύκου και Ιουλίτης
ένα θαύμα να καίει στους ουρανούς τ’ αλώνια
ιερείς και πουλιά να τραγουδούν το χαίρε :

ΧΑΙΡΕ η Καιομένη και χαίρε η Χλωρή
Χαίρε η Αμεταμέλητη με το πρωραίο σπαθί

Χαίρε η που πατείς και τα σημάδια σβήνονται
Χαίρε η που ξυπνάς και τα θαύματα γίνονται

Χαίρε του παραδείσου των βυθών η Αγρία
Χαίρε της ερημίας των νήσων η Αγία

Χαίρε η Ονειροτόκος χαίρε η Πελαγινή
Χαίρε η Αγκυροφόρος και η Πενταστέρινη

Χαίρε με τα λυτά μαλλιά η χρυσίζοντας τον άνεμο
Χαίρε με την ωραία λαλιά η δαμάζοντας τον δαίμονα

Χαίρε που καταρτίζεις τα Μηναία των κήπων
Χαίρε που αρμόζεις τη ζώνη του Οφιούχου

Χαίρε η ακριβοσπάθιστη και σεμνή
Χαίρε η προφητικιά και δαιδαλική

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το χώμα που ανεβάζει
μιάν οσμή κεραυνού σαν από θειάφι
του βουνού ο πυθμένας όπου θάλλουν
οι νεκροί άνθη της αύριον

Μιας νυχτός Ιουνίου η νηνεμία
γιασεμιά και φουστάνια στο περιβόλι
το ζωάκι των άστρων που ανεβαίνει
της χαράς η στιγμή λίγο πριν κλάψει

ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ η πόα της ουτοπίας
τα κορίτσια οι παραπλανημένες Πλειάδες
τα κορίτσια τ’ Αγγεία των Μυστηρίων
τα γεμάτα ως πάνω και τ’ απύθμενα

Τα στυφά στο σκοτάδι και όμως θαύμα
τα γραμμένα στο φως και όμως μαυρίλα
τα στραμμένα επάνω τους όπως οι φάροι
τα ηλιοβόρα και τα σεληνοβάμονα

Η Ερση, η Μυρτώ, η Μαρίνα
η Ελενη, η Ρωξανη, η Φωτεινη
η Αννα, η Αλεξανδρα, η Κυνθια

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το αναίτιο δάκρυ
ανατέλλοντας αργά στα ωραία μάτια
των παιδιών που κρατιούνται χέρι χέρι
των παιδιών που κοιτάζουνται και δε μιλιούνται
Των ερώτων το τραύλισμα πάνω στα βράχια
ένας φάρος που εκτόνωσεν αιώνων θλίψη
το τριζόνι το επίμονο καθώς η τύψη
και το μάλλινο έρημο μέσα στ’ αγιάζι

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το χέρι που επιστρέφει 
από φόνο φριχτόν και τώρα ξέρει
ποιός αλήθεια ο κόσμος που υπερέχει
ποιό το "νυν" και ποιο το "αιέν" του κόσμου :

ΝΥΝ το αγρίμι της μυρτιάς Νυν η κραυγή του Μάη
ΑΙΕΝ η άκρα συνείδηση Αιέν η πλησιφάη

Νυν νυν η παραίσθηση και του ύπνου η μιμική
Αιέν αιέν ο λόγος και Τρόπις η αστρική

Νυν των λεπιδόπτερων το νέφος το κινούμενο
Αιέν των μυστηρίων το φως το περιιπτάμενο

Νυν το περίβλημα της Γης και η Εξουσία
Αιέν η βρώση της Ψυχής και η Πεμπτουσία

Νυν της Σελήνης το μελάγχρωμα το ανίατο
Αιέν το χρυσοκύανο του Γαλαξία σελάγισμα

Νυν των λαών το αμάλγαμα και ο μαύρος Αριθμός
Αιέν της Δίκης το άγαλμα και ο Μέγας Οφθαλμός

Νυν η ταπείνωση των Θεών
Νυν η σποδός του Ανθρώπου

Νυν Νυν το μηδέν

και ΑΙΕΝ Ο ΚΟΣΜΟΣ Ο ΜΙΚΡΟΣ, Ο ΜΕΓΑΣ !


ο μελωδός