"Η δική μου Αριστερά"

Εντγκάρ ΜορένΤο Βήμα της Κυριακής, 30/05/2010



... " Το ζητούμενο δεν είναι να συλλάβουμε ένα «κοινωνικό μοντέλο», δηλαδή να ψάξουμε για λίγο οξυγόνο μέσα στην ιδέα της ουτοπίας. Πρέπει να βρούμε έναν Δρόμο, ο οποίος θα σχηματιστεί από τη σύγκλιση των πολλών μεταρρυθμιστικών δρόμων που υπάρχουν και θα οδηγήσει- αν δεν είναι ήδη πολύ αργά- στην αποσύνθεση της τρελής και αυτοκτονικής κούρσας που μας οδηγεί στην άβυσσο.

Ο δρόμος που σήμερα φαίνεται αδιάβατος πρέπει να γίνει βατός. Ο καινούργιος δρόμος θα οδηγήσει σε μια μεταμόρφωση της ανθρωπότητας: την έλευση σε μια κοινωνία-κόσμο ενός απολύτως νέου τύπου. Θα μας επιτρέψει να συνδυάσουμε την προοδευτικότητα του ρεφορμισμού με τον ριζοσπαστισμό της επανάστασης. Τίποτε δεν έχει εμφανώς αρχίσει.

Σε όλους όμως τους τόπους, τις χώρες και τις ηπείρους υπάρχει μια πλειάδα πρωτοβουλιών κάθε είδους, οικονομικών, οικολογικών, κοινωνικών, πολιτικών, παιδαγωγικών, αστικών, αγροτικών, που βρίσκουν λύσεις σε ζωτικά προβλήματα και υπόσχονται το μέλλον. Είναι διάσπαρτες, απομονωμένες, αγνοούν η μια την άλλη... Αγνοούνται από τα κόμματα, τις κυβερνήσεις, τα μέσα ενημέρωσης. Αξίζουν να γίνουν γνωστές.

Η κοινοβουλευτική δημοκρατία- αν και απαραίτητη- είναι ανεπαρκής. Θα πρέπει να συλλάβουμε τρόπους για μια συμμετοχική δημοκρατία, ιδιαίτερα σε τοπική κλίμακα. Ταυτοχρόνως θα ήταν χρήσιμο να ευνοήσουμε την αφύπνιση του πολίτη.

Ας προετοιμάσουμε μια νέα αρχή ενώνοντας ξανά τις τρεις ρίζες (αναρχική, σοσιαλιστική, κομμουνιστική) και προσθέτοντας την οικολογική ρίζα σε μια τετραλογία. Αυτό σημαίνει προφανώς τη διάλυση των υπαρχουσών κομματικών δομών, μια μεγάλη ανασύνθεση με βάση μια ευρεία και ανοιχτή συνταγή, την εισροή μιας αναγεννημένης πολιτικής σκέψης."


Οι πεφωτισμένοι διασώστες και οι αθέατοι


Οι «εκβιασμοί» του Σόιμπλε και οι «χρυσές» δουλειές των Γερμανών στην Ελλάδα
08 Mar, 2015



ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ ΠΙΕΖΕΙ ΓΙΑ ΣΥΝΑΨΗ ΤΡΙΤΟΥ ΔΑΝΕΙΟΥ – Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΦΟΥΧΤΕΛ ΚΑΙ ΤΟΥ ΡΑΙΧΕΝΜΠΑΧ

Τελικά στην πολιτική όλα γίνονται για τα λεφτά. Η ανεξήγητη και κατά πολλούς πρωτοφανής στάση του...

Σόιμπλε να βομβαρδίζει με εκβιαστικές δηλώσεις τη χώρα μας - παρά το γεγονός ότι υπάρχει πολιτική απόφαση σωτηρίας στο Eurogroup – δεν είναι καθόλου τυχαία.

Τα προηγούμενα 5 χρόνια των μνημονιακών κυβερνήσεων το περιβάλλον της Καγκελαρίας, σε συνεργασία με το ελληνικό πολιτικό προσωπικό είχαν κλείσει πολλά deals και είχαν δρομολογήσει ακόμα περισσότερα.

Ειδικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία είχαν παίξει οι απεσταλμένοι της Άγκελα Μέρκελ: Χόρστ Ράιχνεμπαχ και Γιοακίμ Φούχτελ.

Οι δυο δήθεν φιλέλληνες Γερμανοί είχαν κάνει τις «απαραίτητες» επαφές με υπουργούς, βουλευτές και δημοτικούς άρχοντες και είχαν απλώσει τα δίχτυα τους για λογαριασμό γερμανικών εταιρειών.

Οι χρυσές «μπίζνες» που ήδη έχουν ξεκινήσει στην Ελλάδα οι Γερμανοί, χρησιμοποιούν ως «γέφυρα» την Ελληνογερμανική Συνέλευση, το φορέα δηλαδή... που δημιουργήθηκε προκειμένου να υπάρξει στενή συνεργασία μεταξύ δήμων και περιφερειών των δύο χωρών.

Αν και επίσημα ως στόχος εμφανίζεται η ανταλλαγή εμπειριών και η προσφορά τεχνογνωσίας για τον εκσυγχρονισμό και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, δεν μπορεί να παραβλεφθεί η συστηματική βελτίωση των συνθηκών για υποψήφιους Γερμανούς επενδυτές έναντι οποιουδήποτε ανταγωνιστή  
τους.

Για παράδειγμα αν και έχει γραφτεί στο Τύπο και έχει αποκαλυφθεί και από τον βουλευτή και υπουργό των ΑΝ.ΕΛ. Τέρενς Κουικ κανένας ποτέ δεν απάντησε ποιος ήταν ο ρόλος του επικεφαλής της Task Force κ. Χόρστ Ράιχενμπαχ στην ανάθεση μελετών σε ξένες εταιρείες;

Κανείς δεν απάντησε αν αληθεύουν οι καταγγελίες ότι ο κ. Ράιχενμπαχ είχε πετύχει να υπογραφεί, ετήσια σύμβαση του ελληνικού κράτους με την ΕΕ, για την ανάθεση μεγάλου αριθμού μελετών σε ξένες κυβερνήσεις, οι οποίες με τη σειρά τους έδιναν τα έργα σε δικές τους εταιρείες, ενώ θα μπορούσαν φυσικά να έχουν δοθεί σε ελληνικές;

Κανείς Έλληνας πολιτικός παράγοντας δεν είχε την ευθιξία να διαψεύσει τα σενάρια που θέλουν να έχει δαπανηθεί το ποσό των 15 εκατ. ευρώ για έρευνες που πραγματοποιούσαν γερμανικές εταιρείες.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο κ. Φούχτελ, επί σειρά ετών προωθούσε στο παρασκήνιο «χρυσές δουλειές» για γερμανικές εταιρείες στο χώρο των αποκρατικοποιήσεων.

Η ξαφνική αλλαγή στάσης της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που θέτει εν αμφιβόλω όλες τις συμφωνίες των προηγούμενων κυβερνήσεων με τη Γερμανία έχει θορυβήσει εξόχως το Βερολίνο.

Ο Τσίπρας «μπλόκαρε» τις κομβικές μπίζνες των Γερμανών και ζήτησε να επανεξεταστούν με διαφανείς διαδικασίες όλες οι συμβάσεις για τα έργα που έχουν βάλει στο... μάτι οι Γερμανοί.

Μάλιστα οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η κίνηση που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει για τους Γερμανούς ήταν τα αεροδρόμια τη διαχείριση των οποίων επιθυμεί να αναλάβει γερμανική εταιρεία.

Οι «καυτές» απαιτήσεις των Γερμανών, δεν περιορίζονται μόνο στα αεροδρόμια.

Προσέξτε σε ποιες μπίζνες έχουν απλώσει τα δίχτυα τους οι γερμανικές εταιρείες γεγονός που εξηγεί για ποιο λόγο καίγεται το Βερολίνο να προχωρήσει άμεσα σε αποκρατικοποιήσεις η Ελλάδα:

-Ηλεκτρισμός από βιομάζα

Ψηλότερα στον κατάλογο των προχωρημένων συνεργασιών Γερμανίας - Ελλάδας βρίσκεται επένδυση που αφορά παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από βιομάζα στον Πεντάλοφο του Δήμου Ωραιοκάστρου Θεσσαλονίκης, ύψους 12 εκατ. ευρώ!!!

-Καύση και διαχείριση απορριμμάτων

Χρυσά «deals» προετοιμάζονται μεθοδικά και στον προσοδοφόρο τομέα της διαχείρισης απορριμμάτων, με τη βαρύτητα να δίνεται στην ενεργειακή αξιοποίηση. Εκτός από την Αττική στο στόχαστρο γερμανικών εταιρειών έχουν μπει η Νάξος, η Ικαρία και η Πελοπόννησος. Η προώθηση της «θερμικής επεξεργασίας» ως δέουσας λύσης αντιμετώπισης του προβλήματος των σκουπιδιών αποτελεί μια από τις βασικές προτεραιότητες της Ελληνογερμανικής Συνέλευσης Συνεργασίας και του ίδιου του Φούχτελ.

-Εκμετάλλευση βιολογικών καθαρισμών

Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ειδικοί στον τομέα των βιολογικών καθαρισμών έχουν απευθυνθεί σε αρκετούς δήμους – όπως για παράδειγμα στα Μέγαρα – και έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον

-Νερό

Ένας άλλος τομέας δράσης για χοντρές μπίζνες είναι η διαχείριση των υδάτων, αν και η μεγάλη αντίδραση των πολιτών στο ξεπούλημα της ΕΥΑΘ και της ΕΥΔΑΠ, καθώς και η αρνητική απόφαση του ΣτΕ, τους έχει χαλάσει τη σούπα. Ο επίμονος Γερμανός κ. Φούχτελ είχε συνδέσει άλλωστε το deal με τη διαχείριση των τοπικών δικτύων με την πώληση κυρίως της ΕΥΔΑΠ, που θα μετατρεπόταν σε μια ιδιωτική εταιρεία - «ομπρέλα» για τη διαχείριση των υδάτων και στην περιφέρεια, όπου οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης λειτουργούν με διαδικασίες περασμένων δεκαετιών, ενώ είναι ανύπαρκτες οι επιχειρήσεις αποχέτευσης, αφού δεν υπάρχουν σχεδόν στο σύνολο της χώρας αποχετευτικά δίκτυα.

-Τουρισμός και «Δυαδική εκπαίδευση»

Ο Χανς Γιόακιμ Φούχτελ εκθειάζει εδώ και χρόνια το γερμανικό σύστημα μαθητείας, τη λεγόμενη «δυαδική εκπαίδευση», και το προωθεί ως αποφασιστική συνεισφορά της ελληνογερμανικής συνεργασίας στους ΟΤΑ. Η «δυαδική εκπαίδευση» προβάλλεται ως πανάκεια που θα επιλύσει το πρόβλημα της ανεργίας, και δη της νεανικής. Στην πραγματικότητα, όμως, και υπό το πρόσχημα της μαθητείας και της κατάρτισης οι Γερμανοί προσανατολίζουν τους δήμους και τον ΟΑΕΔ σ' ένα σύστημα που δημιουργεί μια τρίτη ταχύτητα στην αγορά εργασίας, των υπό κατάρτιση εργαζομένων, που απασχολούνται σε συνθήκες ακραίας εκμετάλλευσης, με ελαστικά ωράρια, ανύπαρκτα εργασιακά δικαιώματα και εξαιρετικά χαμηλές αμοιβές.
Το μοντέλο, που προορίζεται κυρίως για τον τουρισμό, προβλέπει ότι ένας νέος κατά τη μαθητεία 
του και ανάλογα με το επάγγελμα που θα διαλέξει θα αφιερώνει το 70% του χρόνου στην πρακτική εξάσκηση εντός μιας επιχείρησης και το 30% στην απόκτηση θεωρητικών γνώσεων στις δημόσιες επαγγελματικές σχολές.


Υψηλή τεχνολογία

Παρά τα όσα λέγονται και ακούγονται η Siemens είναι εδώ και μετά το «κλείσιμο» του σκανδάλου με επαχθείς για την χώρα μας όρους, ο γερμανικός κολοσσός θέλει να ξαναμπεί γερά και μονοπωλιακά στο παιχνίδι, ξαναπουλώντας προϊόντα παντού. Από τους ΟΤΑ, μέχρι τα δημόσια νοσοκομεία.

Επειδή όπως έλεγε κι ο Mark Hanna, Αμερικανός πολιτικός (1837-1904): «Στην πολιτική, δύο πράγματα έχουν σημασία: το πρώτο είναι τα λεφτά και δεν μπορώ να θυμηθώ ποιο είναι το δεύτερο», γίνεται ξεκάθαρα αντιληπτό για ποιους λόγους οι Γερμανοί δημιουργούν συνθήκες ασφυξίας.

Το μόνο βέβαιον είναι ότι δεν κόπτονται για την δημοσιονομική σταθερότητα την οποία ευαγγελίζονται.

Τα λεφτά είναι πολλά και για αυτό το Βερολίνο πιέζει διακαώς για την υπογραφή ενός νέου δανείου κι ενός νέου μνημονίου το οποίο θα δένει για αρκετά χρόνια την πατρίδα μας χειροπόδαρα...

Πρωτοφανής πρόταση για παγκόσμια διαγραφή χρεών

... και η McKinsey δημοσιεύει έκθεση  και "Πρόταση για παγκόσμια διαγραφή χρεών":

Του Ralph Atkins , Πηγή: http://www.euro2day.gr/08 Φεβρουαρίου 2015 
Δεν υπάρχει απομόχλευση από το 2007. Το παγκόσμιο χρέος εκτινάχθηκε στα $200 τρισ. και στο 286% του ΑΕΠ. Η Ελλάδα είναι μέρος του παγκόσμιου προβλήματος. Η έκθεση της McKinsey και η πρωτοφανής πρόταση για παγκόσμια διαγραφή χρεών.



Ο Γιάννης Βαρουφάκης, ο επιδεικτικός αριστερός υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας, θα απολάμβανε να διαβάσει την έκθεση της McKinsey & Co που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα για την «απομόχλευση» - ή μάλλον για την απουσία απομόχλευσης.
Η έρευνα της συμβουλευτικής  εταιρείας έγινε σε 47 χώρες και υποδεικνύει πώς τα χρέη αυξήθηκαν πολύ περισσότερο σε σύγκριση με την οικονομική ανάπτυξη από το 2007, ενώ παράλληλα επιχειρηματολογεί υπέρ των «φρέσκων προσεγγίσεων» για να μειωθούν οι κίνδυνοι μελλοντικών χρηματοοικονομικών κρίσεων.
Αυτό που είναι ωστόσο εντυπωσιακό στην έκθεση της McKinsey – τουλάχιστον για τους μη Έλληνες αναγνώστες – είναι πως, στον απόηχο της χρηματοοικονομικής κρίσης και της κατάρρευσης της Lehman Brothers, η ανησυχία μετατοπίζεται σε άλλες γεωγραφικές περιοχές 
Η Ελλάδα ούτε καν αναφέρεται. Ούτε και το χρέος των ΗΠΑ. Αντιθέτως, η έκθεση βλέπει κίνδυνο στην Κίνα, ειδικότερα στο real estate και τις «σκιώδεις» τράπεζες της χώρας, που θα μπορούσε να εξοστρακιστεί στις αναδυόμενες αγορές.
Εξίσου σημαντική – πιθανώς – είναι η προειδοποίηση για το υψηλό χρέος των νοικοκυριών – κυρίως των ενυπόθηκων δανείων – σε χώρες που πέρασαν σχεδόν αλώβητες την κρίση μετά το 2007, όπως η Αυστραλία, η Νότιος Κορέα, η Σουηδία και η Ολλανδία. Αυτή η γεωγραφική μετατροπή στις ανισορροπίες είναι σημαντική για τους επενδυτές που φοβούνται ένα νέο χτύπημα χρηματοοικονομικής αναταραχής.
Η McKinsey δεν είναι η μόνη που ανησυχεί ότι οι πιστωτικές φούσκες οι οποίες έσπασαν το 2007, δημιουργούνται τώρα αλλού. Παρόμοιες παρατηρήσεις έκαναν πρόσφατα και οι αναλυτές της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS), η οποία λειτουργεί περίπου ως think tank για τις κεντρικές τράπεζες.
Η έκθεση της BIS το Σεπτέμβριο προειδοποιούσε ότι «τα ανησυχητικά σημάδια για τη δημιουργία χρηματοοικονομικών ανισορροπιών σε αρκετές χώρες οι οποίες επηρεάστηκαν λιγότερο από τη Μεγάλη Χρηματοοικονομική Κρίση, υποδεικνύουν τον κίνδυνο να σπάσουν κι άλλες φούσκες  προκαλώντας αναστάτωση.
Ο κ. Βαρουφάκης θα είχε χαρεί επίσης από την πρόταση της McKinsey για «νέα προσέγγιση» με στόχο την αποτροπή αυτών των κρίσεων. Όπως υποδεικνύει η έρευνα, είναι μάλλον απίθανο να υπάρξει αντιστροφή της τάσης στην παγκόσμια μόχλευση σύντομα – με την χαμηλή οικονομική ανάπτυξη οι δείκτες χρέους προς ΑΕΠ πιθανότατα θα αυξηθούν περαιτέρω.
Οι προτάσεις της  McKinsey περιλαμβάνουν καλύτερη κατανομή κινδύνου μεταξύ δανειζομένων και πιστωτών, για παράδειγμα με υποθήκες που διαφοροποιούνται ανάλογα με τις συνθήκες κάθε νοικοκυριού. Σε ότι αφορά τον επιχειρηματικό δανεισμό, η βελτίωση και η επέκταση της αγοράς εταιρικών ομολόγων θα μειώσει την εξάρτηση από τον τραπεζικό δανεισμό, ειδικότερα στην Ευρώπης.
Η πιο αντικρουόμενη πρόταση, βεβαίως, να υπάρξουν περισσότερες διαγραφές δημόσιου χρέους. Η McKinsey όμως, προχωρά ένα βήμα παραπέρα, προτείνοντας ακόμη και τη διαγραφή των ομολόγων που κρατούν οι κεντρικές τράπεζες. Στις περιπτώσεις όπου χρησιμοποιήθηκε «ποσοτική χαλάρωση» ή αγορές ομολόγων μεγάλης κλίμακας, ο αντίκτυπος θα μπορούσε να είναι δραματικός. Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ιαπωνίας θα μπορούσε να μειωθεί άμεσα στο 94% από 234%.
Οι διεθνείς πιστωτές της Ελλάδας θα αντισταθούν σθεναρά σε μία κίνηση τόσο ωμά φιλική προς το δανειζόμενο – και στη «νομισματική χρηματοδότηση» ή χρηματοδότηση μίας κυβέρνησης από την κεντρική τράπεζα, η οποία απαγορεύεται από τις συνθήκες της ΕΕ. Η προσφορά του κ. Βαρουφάκη ήταν να αναζωπυρωθεί η συζήτηση που είχε μόλις ξεκινήσει για το πώς οι οικονομίες μπορούν να ευδοκιμήσουν με υψηλό επίπεδο χρέους.
Αυτή η συζήτηση προς το παρόν έχει διαφύγει της προσοχής των αγορών, λόγω της ποσοτικής χαλάρωσης – που προσφάτως ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – η οποία έχει κρατήσει σε χαμηλά επίπεδα το κόστος δανεισμού για ιδιώτες και δημόσιο.

Η έκθεση της McKinsey

Ο πλανήτης έχει κατακλυστεί από χρέη και μάλιστα περισσότερα από τα χρέη που είχε πριν ξεσπάσει η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση το 2007, με το λόγο χρέους της Κίνας να ξεπερνά εκείνο της ΗΠΑ.
Σύμφωνα με την έκθεση της McKinsey, το παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε κατά 57 τρισ. δολ. από το 2007 αγγίζοντας σχεδόν τα 200 τρισ. δολ., ξεπερνώντας κατά πολύ την οικονομική ανάπτυξη.  Ως ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ, το χρέος αυξήθηκε από 270% σε 286%.
Η έκθεση της McKinsey διεξήχθη σε 47 χώρες και δείχνει πόσο άστοχες είναι οι ελπίδες ότι η αναταραχή των τελευταίων 8 ετών θα οδηγούσε σε ευρεία «απομόχλευση» προς με στόχο την προσαρμογή σε ασφαλέστερα επίπεδα χρέους.
«Συνολικά, το χρέος συγκριτικά με το ΑΕΠ είναι τώρα υψηλότερο στα περισσότερα κράτη από ότι ήταν πριν την κρίση» αναφέρει η McKinsey και συμπληρώνει: «Το υψηλότερο χρέος δημιουργεί ερωτήματα αναφορικά με την χρηματοοικονομική σταθερότητα».
Συνολικά, σχεδόν το ήμισυ αυτής της αύξησης του παγκόσμιου χρέους από το 2007 αφορά τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, αν και το ένα τρίτο είναι αποτέλεσμα της αύξησης του δημοσίου χρέους στις προηγμένες οικονομίες. Επίσης αυξήθηκε σε πολλές οικονομίες το επίπεδο των χρεών για τα νοικοκυριά – με πιο σημαντικές εξαιρέσεις τις χώρες που επλήγησαν σημαντικά από την κρίση όπως η Ιρλανδία και οι ΗΠΑ.
«Ελάχιστες είναι ενδείξεις ότι η τρέχουσα πορεία αύξησης της μόχλευσης θα αλλάξει» αναφέρει η έκθεση και συμπληρώνει: «Αυτό όμως, θέτει υπό αμφισβήτηση τις βασικές εκτιμήσεις αναφορικά με το χρέος και την απομόχλευση και την επάρκεια των διαθέσιμων εργαλείων για το χειρισμό του χρέους ώστε να αποφευχθούν μελλοντικές κρίσεις» αναφέρει.
Η McKinsey προειδοποιεί ότι οι χώρες που αντιμετωπίζουν «πιθανά τρωτά σημεία» λόγω των υψηλών χρεών στα νοικοκυριά είναι η Ολλανδία, η Νότιος Κορέα, ο Καναδάς, η Σουηδία, η Αυστραλία, η Μαλαισία και η Ταϊλάνδη. «Είναι σαν μπαλόνι. Εάν πιέσεις το χρέος σε ένα μέρος, τότε φουσκώνει κάπου αλλού στο σύστημα» εξηγεί ο Richard Dobbs ένας από τους συντάκτες της έκθεσης.
Ένα «λαμπρό σημείο» σύμφωνα με την έκθεση, πάντως, είναι οι ενδείξεις απομόχλευσης στις τράπεζες. Τα χρέη του χρηματοοικονομικού κλάδου συγκριτικά με το ΑΕΠ μειώθηκαν στις ΗΠΑ και λίγες ακόμη χώρες που επλήγησαν από την κρίση και σταθεροποιήθηκαν σε άλλες προηγμένες οικονομίες. Το συνολικό χρέος της Κίνας, συμπεριλαμβανομένου και του χρηματοοικονομικού κλάδου, τετραπλασιάστηκε από το 2007, στο 282% του ΑΕΠ. 
Η έκθεση είναι πιθανό να πυροδοτήσει συζητήσεις μεταξύ των οικονομικών αναλυτών για το πιο είναι το κατάλληλο χρέος για μία οικονομία. Η McKinsey υποστηρίζει ότι σε μεγάλο βαθμό, η επέκταση των αναπτυσσόμενων οικονομιών αντικατοπτρίζεται στην υγιή ανάπτυξη των χρηματαγορών. Στις προηγμένες οικονομίες όμως, το υψηλό χρέος μπορεί να περιορίσει την ανάπτυξη και να δημιουργήσει νέα τρωτά σημεία.
Τα υψηλά επίπεδα χρέους μπορεί να καταστήσουν ακόμη πιο δύσκολο για τις κεντρικές τράπεζες να «εξομαλύνουν» τη νομισματική πολιτική χωρίς να διαταράξουν την πραγματική οικονομία – η Fed σχεδιάζει να αυξήσει τα επιτόκιά της φέτος για πρώτη φορά από το 2006. «Τα υψηλά επίπεδα χρέους είναι ένα σαφές σημάδι διαρθρωτικών προβλημάτων» εξηγεί ο Charles Dumas, πρόεδρος της Lombard Street Research.
Μεταξύ των «φρέσκων προσεγγίσεων» που προτείνει η McKinsey είναι καινοτομίες στα ενυπόθηκα δάνεια και σε άλλα συμβόλαια χρεών ώστε να κατανεμηθεί ο κίνδυνος μεταξύ πιστωτών και δανειζόμενων. Μεταξύ των κινήσεων που προτείνει  προκειμένου να αποτραπούν μελλοντικές κρίσεις είναι οι αναδιαρθρώσεις χρεών ακόμη και η διαγραφή των χρεών που αγόρασαν οι κεντρικές τράπεζες με τα προγράμματα «ποσοτικής χαλάρωσης.
ΠΗΓΗ: FT.com

Σχετικά  Στοιχεία και εδώ :


Ευρωζώνη: οι κανόνες που πτωχεύουν

www.antinews.gr 06/03/2015

Γιατί η ΕΕ δεν «τιμώρησε» το Παρίσι



"Η Γαλλία, η Γερμανία και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρούν ότι το να αφήσουν το Παρίσι ατιμώρητο για την αποτυχία του να περιορίσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού, ήταν ένας σοφός συμβιβασμός που ενισχύει το ευρώ."

 Αλλά υπάρχουν και πολλοί αξιωματούχοι στην ΕΕ που παραδέχονται πως το μήνυμα που εστάλη σε κυβερνήσεις και επενδυτές ήταν ότι οι κανόνες που έχουν θεσπιστεί για το κοινό νόμισμα «πτώχευσαν». Γι’ αυτό, φοβούνται ότι μπορεί να γίνει δυσκολότερο για το ευρώ να ξεπεράσει μια μελλοντική κρίση.

«Οι κανόνες είναι ελάχιστα κατανοητοί και η εφαρμογή τους μοιάζει με πολιτικό παζάρι» λέει ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης Γενς Βάιντμαν. Ωστόσο, η Μέρκελ και ο Γιούνκερ αυτή την εβδομάδα στις Βρυξέλλες, μίλησαν με τον ίδιο τόνο. Ο προϋπολογισμός της Γαλλίας βρίσκεται «στο σωστό δρόμο» είπε η Μέρκελ και το θέμα έκλεισε. Αν εξέθετε τον Ολάντ, τα αντιευρωπαϊκά μέτωπα, όπως αυτό της Μαρίν Λε Πεν, θα ενισχύονταν. Επίσης, κανείς δεν θα αναφερόταν σε μια αθέτηση μιας συμφωνίας της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης, που θα μπορούσε να την οδηγήσει σε στασιμότητα. Ακόμη και εντός της ΕΕ υπάρχουν αξιωματούχοι που σε ιδιωτικές κουβέντες τους παραδέχονται πως υπάρχει εκνευρισμός και διαφωνία για το τρόπο που χειρίστηκε η Ευρωζώνη το θέμα της Γαλλίας. «Η απόφαση να μην τιμωρηθεί η Γαλλία για τη μη επίτευξη των στόχων της, σημαίνει πως η Επιτροπή ''σκοτώνει'' τις διαρθρωτικές λειτουργίες της», ανέφερε ένας εξ αυτών. Υπό άλλες συνθήκες η Γαλλία θα έπρεπε να πληρώσει ένα πρόστιμο που θα μπορούσε να φτάσει ακόμη και τα τέσσερα δισεκατομμύρια ευρώ.

Με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο Κριστόφ Βέιλ, οικονομολόγος της Commerzbank: «Μπορείτε να ξεχάσετε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης -έχει πεθάνει» λέει. Αν οι αγορές διαπιστώσουν πως οι κανόνες δεν ακολουθούνται, η εμπιστοσύνη θα χαθεί. Η γενική αίσθηση στις Βρυξέλλες είναι ότι η Γαλλία δεν ακολούθησε τις μεταρρυθμίσεις με τον τρόπο που θα ήθελε η Γερμανία, ενώ την ίδια στιγμή η Ιταλία και το Βέλγιο έκαναν σημαντικές τομές. Ο Γάλλος υπ. Οικονομικών Μισέλ Σαπέν, σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τις αντιδράσεις, παραδέχθηκε πως αντιλαμβάνεται τον εκνευρισμό, αλλά πρέπει να συνυπολογιστεί και η προσφορά της Γαλλίας στο συνολικό ΑΕΠ της Ευρωζώνης. «Η Γαλλία, η Γερμανία, η Ισπανία και η Ιταλία είναι η καρδιά της Ευρωζώνης», είπε χαρακτηριστικά. «Πρέπει να τις προσέχουμε». Μια τέτοια λογική όμως μπορεί να είναι προκλητική για τις μικρές χώρες, όπως η Ελλάδα, που πιέζονται αρκετά από τους εταίρους να ακολουθήσουν σκληρές μεταρρυθμιστικές λογικές.

Ανησυχίες προβάλλει και ο Μάριο Ντράγκι αποφεύγοντας, όμως, να κατονομάσει τη Γαλλία όταν κάνει λόγο για εφαρμογές και μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν πράξη σε διάφορες χώρες. Η απάντηση της Γαλλίας είναι πως περαιτέρω μειώσεις στον προϋπολογισμό θα ανακόψουν την ανάκαμψη της γαλλικής οικονομίας που αρχίζει σιγά-σιγά να δείχνει κάποια σημάδια. Παρά το κοινό μέτωπο, δημόσια, των 28 για την απόφαση που αφορά τη Γαλλία, υπήρξαν και αντιρρήσεις. Από την πρώτη στιγμή, ο Μοσκοβισί ήταν εναντίον της επιβολής ενός προστίμου και βρήκε συμπαραστάτη τον Γιούνκερ, για μια απόφαση που έδωσε στη Γαλλία περισσότερο χρόνο και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο για κυρώσεις αργότερα. Η γνώμη τους όμως θα παρέμενε στο περιθώριο, αν η Γερμανία δεν έδινε τη σιωπηρή συγκατάβασή της, λένε οι παρατηρητές. Όπως τονίζουν, οι Ευρωπαίοι ανησυχούν ιδιαίτερα για την αντιδημοτικότητα του Ολάντ και την άνοδο της Λε Πεν. Η λογική ήταν: «Δεν χτυπάς κάποιον όταν είναι κάτω και αυτή τη στιγμή ο Ολάντ είναι ακόμη κάτω».

Η ευρωζώνη έχει σχηματιστεί επιτρέποντας στα κυρίαρχα μέλη της να αθετούν τους κανόνες του χρέους. Η Γαλλία και η Γερμανία το έπραξαν το 2003, προκαλώντας τα μικρότερα κράτη. Από τότε έχουν περιοριστεί, μετά την κρίση χρέους που απειλούσε το έργο. «Κατά την πρώτη πραγματική δοκιμασία των νέων κανόνων, η Ευρώπη πέφτει στις παλιές της συνήθειες και παραιτείται των κυρώσεων», δήλωσε ο Teunis Brosens, οικονομολόγος της ING Bank. «Δεν δίνει πραγματικά κίνητρα σε οποιαδήποτε κυβέρνηση για να είναι συνετή στο μέλλον... Αμφιβάλλω για το αν οι σημερινές εμπειρίες θα μας οδηγήσουν στην επόμενη κρίση, αλλά θα την περιπλέξουν».

www.reuters.com

Αριστεία ή μετριοκρατία

Ποιός ενοχλείται απο την αριστεία; Ο εγωπαθής μέτριος, ο της ελάσσονος προσπάθειας, ο προωθούμενος . 
Ποιος αδιαφορεί για την αριστεία; Ο εύπορος (που εκ γενετής έχει εξασφαλισμένη τη θέση του στο LSE), ο οκνηρός, ο βολεψάκιας. 
Ποιόν απειλεί η αριστεία; Την ανελεύθερη, ελεγχόμενη σκέψη, τις πελατειακές κοινωνίες.
Τι πολίτες και τι πολιτεία επιδιώκει λοιπόν η παιδεία Μπαλτά - Χασάπη;

Πρότυπα - Πειραματικά Σχολεία

στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα

Πηγή: www.athensvoice.gr, 27/02/2015 





ΕΛΕΝΗ ΜΠΟΥΝΤΑ

Η πρώτη αλλαγή που επιχειρεί η νέα ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια η εκπαίδευση είναι κατάργηση των Πρότυπων - Πειραματικών Σχολείων που θεσπίστηκαν με το νόμο 3966/2011. Με την ίδρυση αυτών των σχολείων η υπουργός Παιδείας κ. Διαμαντοπούλου τόλμησε να ξεπεράσει τις λογικές «εξισωτισμού», να αναγνωρίσει την αριστεία ως αξία και κίνητρο για ακαδημαϊκές επιδιώξεις και κυρίως να δώσει το μήνυμα της αξιοκρατικής άμιλλας στην παιδεία και σε όλη την ελληνική κοινωνία.

Γιατί λοιπόν το υπουργείο ξεκινά με την κατάργηση ενός νέου θεσμού που ακόμα είναι στα πρώτα του βήματα, αλλά η αποδοχή του είναι πολύ μεγάλη; Γιατί να καταργηθούν τα σχολεία που ο συμβολισμός τους για το σύνολο της εκπαιδευτικής διαδικασίας αλλά και της κοινωνίας είναι πολύ ισχυρός και φέρνει στο προσκήνιο δύο αξίες διαχρονικές και σύμφυτες με την παιδεία: την αξιοκρατική πνευματική άμιλλα και την αριστεία;

Κάποιοι μιλούν για σχολεία «ελίτ». Ωστόσο αν μελετήσει κανείς το νόμο θα διαπιστώσει ότι σε καμία περίπτωση δεν μιλάει για «ελίτ» σχολεία, με ανταγωνισμό ή εξετάσεις παπαγαλίας και γνώσεων μόνο. Ο στόχος είναι η δημιουργία δημόσιων σχολείων «φωτεινών παραδειγμάτων», που θα δοκιμάζουν νέες μεθόδους και πρακτικές από τη διδακτική μεθοδολογία και την παιδαγωγική μέχρι τη διοίκηση και τον αυξημένο ρόλο του συλλόγου διδασκόντων. Αυτά τα σχολεία δίνουν τη δυνατότητα σε ταλαντούχους μαθητές, σε μαθητές που καταβάλλουν τη μείζονα προσπάθεια να «φύγουν» όσο πιο μπροστά μπορούν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν δίνονται ίσες ευκαιρίες σε όλους. Ταυτόχρονα, τα σχολεία αυτά μπορούν τα «τραβήξουν» προς τα πάνω όλο το εκπαιδευτικό σύστημα.

Σύμφωνα με το νόμο και την πρώτη του εφαρμογή η επιλογή γίνεται με αίτημα του κάθε σχολείου μετά από απόφαση του συλλόγου διδασκόντων και κατόπιν αξιολόγησης. Αυτή η επιλογή δεν είναι μόνιμη, δίνεται δηλαδή η δυνατότητα στα σχολεία να φύγουν από το δίκτυο αυτό, αλλά και σε οποιοδήποτε δημόσιο σχολείο να ενταχθεί με αίτημά του.

Στα δύο χρόνια λειτουργίας αυτών των σχολείων φαίνεται η αποδοχή του θεσμού από την κοινωνία, η οποία πρέπει και να ληφθεί υπόψη. Κατ’ αρχήν στη διαδικασία επιλογής των σχολείων με αξιολόγηση κατέθεσαν φάκελο 140 σχολεία (το σύνολο σχεδόν των σχολείων που είχαν δικαίωμα στην πρώτη εφαρμογή) με απόλυτα δική τους βούληση. Η πρώτη στελέχωση των σχολείων αυτών με διευθυντές αλλά και εκπαιδευτικούς έγινε με αξιολόγηση και συμμετείχαν με δική τους βούληση 750 εκπαιδευτικοί, που ήδη δίδασκαν στα Πειραματικά Σχολεία, ενώ στη δεύτερη πρόσκληση το 2014 για συμπλήρωση 615 θέσεων εκπαιδευτικών έκαναν αίτηση 2.000 εκπαιδευτικοί από δημόσια σχολεία. Την προηγούμενη χρονιά συμμετείχαν 13.000 μαθητές στις εξετάσεις. Εκατοντάδες μαθητές από την ευρύτερη περιοχή του κάθε σχολείου συμμετέχουν στους ομίλους. Πολλοί όμιλοι ανέπτυξαν επιστημονικές, ακαδημαϊκές αλλά και κοινωνικές δράσεις, οι οποίες διακρίθηκαν διεθνώς (π.χ. στα θεωρητικά μαθηματικά το Βαρβάκειο). Ήδη καταγράφονται καλύτερα εκπαιδευτικά αποτελέσματα στα δημόσια αυτά σχολεία από ακριβά ιδιωτικά ιδρύματα. Χρειάζεται προφανώς χρόνος και έρευνα, ώστε να αποτιμηθούν τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα και να γίνουν προσαρμογές, είναι όμως αναμφισβήτητο γεγονός ότι ο θεσμός δίνει την ευκαιρία σε μαθητές που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αριστεύουν και να φοιτήσουν στα σχολεία αυτά.

Καταθέτοντας τη δική μου εμπειρία μπορώ να πω ότι δεκάδες μαθητές από Δημοτικά Σχολεία των Καμινίων πήραν μέρος στη διαδικασία και φοιτούν σε Πρότυπα-Πειραματικά σχολεία. Θα πρέπει επίσης να τονίσω ότι στα Δημοτικά Σχολεία έχει ξεκινήσει μια συζήτηση για τα Πρότυπα-Πειραματικά Σχολεία, και πολλοί εκπαιδευτικοί ενθαρρύνουν τους μαθητές τους να ακολουθήσουν αυτό το δρόμο, ενώ ταυτόχρονα τα ίδια τα σχολεία αναβαθμίζουν την εκπαιδευτική τους διαδικασία.

Κανείς δεν έχει την ψευδαίσθηση ότι τα Πρότυπα-Πειραματικά Σχολεία μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες του συνόλου των μαθητών. Εξάλλου δεν είναι αυτός ο σκοπός ίδρυσής τους. Τα δημόσια αυτά σχολεία ενταγμένα στην ευρύτερη εκπαιδευτική πολιτική (Νέο Σχολείο - Νέα Προγράμματα Σπουδών 2011) μπορούν να αποτελέσουν εργαστήρια δημιουργικής σκέψης, να μεταδώσουν καλές πρακτικές σε άλλα σχολεία, να εκπαιδεύσουν εκπαιδευτικούς, οι οποίοι στη συνέχεια θα γίνουν πολλαπλασιαστές.

Σχετικά με τις εξετάσεις, που πολύς λόγος γίνεται, χρειάζεται να αποσαφηνιστεί ότι ο νόμος προβλέπει για την πρόσβαση από τα δημοτικά στα γυμνάσια «προϋποθέσεις», οι οποίες ορίζονται από κάθε σχολείο, δοκιμάζοντας διάφορους τρόπους και για το Λύκειο εξετάσεις που δεν βασίζονται στην παπαγαλία, αλλά διερευνούν γνώσεις, δεξιότητες κλίσεις και ταλέντα. Δίνεται επίσης η δυνατότητα σε «χαρισματικούς» (στις τέχνες, στα μαθηματικά, στη φυσική κλπ.) μαθητές να φοιτήσουν στα σχολεία αυτά. Είναι ο πρώτος νόμος που μεριμνά και λαμβάνει υπόψη αυτούς τους μαθητές, που πολλές φορές τίθενται στο πριθώριο του συστήματος.

Θα ήθελα ως εκπαιδευτικός και ως σχολική σύμβουλος, που κάθε μέρα είμαι σε σχολεία, να τονίσω την ανάγκη ανάδειξης και υιοθέτησης αξιών στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Η αριστεία και η πνευματική άμιλλα είναι αξίες που τις έχει ανάγκη το δημόσιο σχολείο και η κοινωνία. Όχι βέβαια σε ένα πλαίσιο ελιτισμού και αποκλεισμών, αλλά στο πλαίσιο ενός δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος που δίνει ίσες ευκαιρίες σε όλους – και στους άριστους. Με αφορμή τα Πρότυπα-Πειραματικά Σχολεία είναι ευκαιρία να ανοίξει μια συζήτηση για τις αξίες στην εκπαίδευση γενικότερα, γιατί τελικά είναι ένα θέμα που θα μας βοηθήσει να καταλήξουμε στο ερώτημα: τι σχολείο θέλουμε για την Ελλάδα του 21ου αιώνα.

Ώρα αποφάσεων

Απόφαση των κυβερνώντων για περισσότερη πολιτική και λιγότερη επικοινωνία, ακόμα και αν αυτοί οι δύο ταλαιπωρημένοι όροι του συρμού συνδέονται στενά στις σύγχρονες δημοκρατίες

vouli.jpg

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών, 02.03.2015, Συντάκτης: Νικόλας Σεβαστάκης
Απότομη προσγείωση, στροφή στον ρεαλισμό, «κυβίστηση». Αυτές είναι οι λέξεις που κυριαρχούν στα σχόλια για τη νέα ελληνική κυβέρνηση και την πορεία της. Εδώ και ένα μήνα και γύρω από το δράμα της διαπραγμάτευσης για τη λεγόμενη ενδιάμεση συμφωνία εκτυλίσσεται ένα δεύτερο δράμα με χαιρέκακες δικαιώσεις, αγωνίες διάψευσης, ιδεολογικά άγχη. Αυτό μάλιστα το δεύτερο δράμα φαίνεται πως θα έχει συνέπειες στη διαμόρφωση των κοινωνικών προσδοκιών στο επόμενο διάστημα.
Ηδη πάντως στην Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, μέσα και έξω από το κόμμα και στον περίγυρο, η συμφωνία με τους δανειστές χαρακτηρίστηκε «σοσιαλφιλελεύθερη». Αλλοι μάλιστα θα μιλήσουν για στρατηγική υποχώρηση της κυβέρνησης και για ανακωχή με στοιχεία πρώτης ήττας και ασύμμετρης αυτοϋπονόμευσης του σχεδίου ανάσχεσης του νεοφιλελευθερισμού. Πέρα πάντως από τα μισόλογα ή και τις σιωπές, είναι προφανές πως ένας κόσμος ανησυχεί και μουρμουρίζει με δυσφορία.
Ας το πούμε αλλιώς: Η κυβέρνηση «με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ» βιώνει ένα σοκ απομάγευσης του όλου αντιμνημονιακού ριζοσπαστισμού. Η συνάντηση με την πραγματικότητα της διακυβέρνησης μοιάζει με επώδυνη μαθητεία στις αποχρώσεις μιας πραγματικότητας που είναι αδύνατον να την περιγράψει το αφαιρετικό ζεύγος Μνημόνιο/Αντιμνημόνιο. Αυτό ήταν βέβαια φανερό εδώ και πολύ καιρό, αλλά η ιδεολογία και συγχρόνως τα κέρδη που εξασφάλιζε στον ΣΥΡΙΖΑ το σύνθημα «εμείς» ή «αυτοί» μπορούσαν να το κρύβουν.
Ο αριστερός ριζοσπαστισμός, στην παράδοξη συμμαχία του με την εθνικολαϊκή αγανάκτηση, αντιμετωπίζει πια με πιεστικό τρόπο την πρόκληση για αλλαγές στη σύστασή του, στη δομή των προσδοκιών του. Ο σκληρός οικονομικός και πολιτικός χρόνος, το επείγον των προβλημάτων, οι απαιτήσεις διοίκησης ενός προβληματικού κράτους και των θεσμών του, όλα αυτά δεν δίνουν χρόνο για αναβολή αποφάσεων.
Υπάρχουν όμως πολλά σοβαρά εμπόδια για τη διαχείριση αυτής της μετάβασης και των αναστατώσεών της. Εκτός, βεβαίως, από την εύθραυστη φύση των οικονομικών σχέσεων με την Ευρώπη και τα σοβαρά χρηματοδοτικά προβλήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχτισε εκλογική δυναμική και ερείσματα επιμένοντας μονότονα σε μια πολεμική σύλληψη της κοινωνίας και των διλημμάτων της. Εκανε πολιτική με ισχυρά ηθικά λεξιλόγια (αξιοπρέπεια), ανασύροντας μια στοιχειώδη ταξική κοινωνιολογία και ανακυκλώνοντας νοσταλγικά κοιτάσματα από αντιστασιακές στιγμές του ιστορικού παρελθόντος.
Στοιχημάτισε πάνω από όλα στην ιδέα ενός καθαρτήριου Κινήματος, το οποίο και μόνο με την ύπαρξή του θα αποδεικνυόταν ικανό να κάμψει τις ανελαστικές κυριαρχίες στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Αφησε, έτσι, να καλλιεργηθεί η εικόνα του λαού στους δρόμους, ενός λαού που επιτελεί τη «λαϊκή εξουσία» και του οποίου η παρέμβαση στο θέατρο της πολιτικής θα ακύρωνε τυπικές δεσμεύσεις και θα διέγραφε ουσιαστικά τα κληροδοτημένα θεσμικά πλαίσια.
Μετά τις τελευταίες εξελίξεις όμως το τοπίο διαφέρει: το ερώτημα είναι αν μπορεί να υπάρξει ένας ριζοσπαστισμός της σύνεσης δίχως τη φαντασμαγορία της ρήξης και μιας θεαματικής σύγκρουσης με τους «φορείς του κακού». Αν υποθέσουμε πως στον πυρήνα κάθε ριζοσπαστισμού βρίσκεται η φαντασίωση της εκκίνησης από «μηδενική βάση», πώς μπορεί να γίνει αποδεκτή δίχως σοβαρούς τριγμούς η ιδέα για μερική (έστω) συνέχεια και προέκταση παλαιότερων σχέσεων και ρυθμίσεων; Μένει λοιπόν η εξής απορία: Μήπως η χώρα είναι καταδικασμένη να ζήσει σε μια ομιχλώδη προσαρμογή, σε μια γκρίζα ζώνη μεταξύ ευρωπαϊκής νομιμοφάνειας και ασκήσεων ανυπακοής;
Κανένας παρατηρητής δεν θα ήταν σε θέση να γνωρίζει εκ των προτέρων την κατεύθυνση των πραγμάτων. Η μετάβαση από τη λογική της ριζοσπαστικής βουλησιαρχίας σε έναν παραγωγικό πραγματισμό που θα παιχτεί στις λεπτομέρειες δεν είναι εύκολη. Κάποιος πρέπει να αναζητήσει αυτή τη μετάβαση, να την έχει ήδη προετοιμάσει ή έστω να την έχει υπόψη του προγραμματικά και ως μία εύλογη προοπτική. Σε ποια κατεύθυνση μπορεί να κινηθεί εφεξής η κυβέρνηση;
Πίσω από τις δυσκολίες της φάσης την οποία διανύουμε υπάρχει για μένα ένας συγκεκριμένος κίνδυνος: οι συμβιβασμοί ως προς το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και το σφιχτό δημοσιονομικό πλαίσιο να «αντισταθμιστούν» (ή μάλλον να γίνειπροσπάθεια να καλυφθούν) από εθνικιστικές εκφωνήσεις ή από πρόχειρους και ασύντακτους θεσμικούς πειραματισμούς. Αυτό θα συνιστούσε όμως μία αρνητική εκδοχή «προσαρμογής στον ρεαλισμό»: θα έδειχνε απλώς ότι μαθαίνουν και αυτοί οι καινούργιοι τα πιο συμβατικά κόλπα του ρηχού πολιτικού θεάματος και της λαϊκής ικανοποίησης.
Θα ήταν αντιθέτως ένδειξη χρήσιμου αριστερού ρεαλισμού μια άλλη επιλογή: η απομάγευση της αντιμνημονιακής «φάσης» να δώσει ώθηση στην εκκοσμίκευση της ελληνικής ριζοσπαστικής Αριστεράς, σε μια κάποια υπέρβαση των σκληρών «θεολογικών» της καθηλώσεων σε εξαντλημένα και ανεδαφικά παραδείγματα. Μιλώ έτσι για μια ωρίμαση με όρους αλήθειας και διαυγούς εξήγησης των δυσκολιών της καινούργιας φάσης.
Σε αυτή την περίπτωση, ο κυβερνών ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αφήσει πίσω του τα σύνδρομα ηθικής δικαίωσης, τη ρητορική του κοινωνικού πολέμου και τους πειρασμούς για εθνική ενοχοποίηση των αντίθετων επιχειρημάτων ή των διαφορετικών ερμηνειών της κατάστασης. Χρειάζεται να αφήσει πίσω του το ευνουχιστικό φάντασμα της νέας Βάρκιζας, της «παράδοσης των όπλων» και της ταπεινωτικής οπισθοχώρησης, όλη αυτή την εσχάτως νεκραναστημένη ψευδοστρατιωτική ρητορική που διαβάζει κανείς εδώ κι εκεί ως συμβουλές αδιαλλαξίας και σθεναρής στάσης.
Μια τολμηρή πολιτική της αλήθειας στο κοινωνικό ζήτημα μαζί με τη συνειδητοποίηση ότι μεταρρύθμιση δεν μπορεί να σημαίνει την επιστροφή σε νόμους του 1985 ή σε ρυθμίσεις του 2000 θα ήταν στιγμές αφύπνισης που μπορεί να σώσουν την κατάσταση. Στην αντίθετη περίπτωση, η απομάγευση του αντιμνημονιακού ριζοσπαστισμού θα δώσει τη θέση της στην πικρόχολη απογοήτευση από την Αριστερά. Κι ακόμα χειρότερα, θα ωθήσει τμήματα του λαού στον πολιτικό κυνισμό και στον αντιδημοκρατικό μηδενισμό.
Αυτό που νομίζω πως δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ είναι ένα παιχνίδι των λέξεων δίχως ευθύνη για αντίστοιχες κυβερνητικές πράξεις πολιτικής: τόσο οι λεονταρισμοί των «όχι» (των «nein» του Μίκη Θεοδωράκη) όσο και μια επιδερμική «μεταρρυθμιστική» φρασεολογία που συνυπάρχει με πράξεις πισωγυρίσματος. Πιστεύω ότι το παιχνίδι με τις λέξεις, τόσο τις δήθεν ανατρεπτικές όσο και τις ψευδώς «ρεαλιστικές», έχει πλέον τεράστιο κόστος. Γι’ αυτό και η απόφαση για το ποιος δρόμος θα επιλεγεί με συνέπεια και ποιες λογικές θα πρέπει να εγκαταλειφθούν ως επιζήμιες είναι η κατεξοχήν πολιτική απόφαση της συγκυρίας: μια απόφαση για περισσότερη πολιτική και λιγότερη επικοινωνία, ακόμα και αν αυτοί οι δύο ταλαιπωρημένοι όροι του συρμού συνδέονται στενά στις σύγχρονες δημοκρατίες.
* Συγγραφέας και καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ

Σοφή ανάπτυξη ή πλακόστρωση πεζοδρομίων;


Αφού καταναλώθηκαν 4 κοινοτικά πλαίσια σε αναπλάσεις οδών και πλατειών που βαφτίσαμε ´´τοπικά αναπτυξιακά σχέδια´´, ´´ολοκληρωμένες παρεμβάσεις´´ και λοιπές κενολογίες, ίσως  είναι ώρα να σοβαρευτούμε, να σκεφτούμε και να ωριμάσουμε την ανάπτυξη που  διασύραμε, αλλά δεν οραματιστήκαμε.

Τοπικές συνέργειες για την βιώσιμη ανάπτυξη

Αθανάσιος Θεοδωράκης , Πολιτικός επιστήμονας

Οι επιπτώσεις της κρίσης είναι ορατές και πολλαπλές, αλλά υπάρχει ένας προβληματισμός σχετικά με τον μελλοντικό χαρακτήρα της ανάπτυξης. Η ανάπτυξη όπως την γνωρίσαμε μέχρι τώρα δεν μπορεί να συνεχιστεί: οι φυσικές πηγές εξαντλούνται και οι επιπτώσεις στο περιβλάλλον είναι σημαντικές. Η ανάπτυξη μέχρι σήμερα οδηγείται από την αύξηση της παραγωγής, την αύξηση της κατανάλωσης εισαγομένων προϊόντων, την υπερβολική διαφήμιση και την αποσύνδεση του χρήματος από την πραγματική οικονομία.
Ο υπολογισμός του ΑΕΠ αποδείχθηκε είναι επίσης ότι είναι λανθασμένος (Τζ. Στίγκλιτς). Λείπουν βασικές παράμετροι, ενώ υπερτονίζονται άσχετα στοιχεία. Αντίθετα νέες δραστηριότητες δεν ενσωματώνονται, ενώ όλοι οι υπολογισμοί των διεθνών οργανισμών προβλέπουν μείωση της ανάπτυξης σχεδόν για όλες τις κατηγορίες χωρών. Η τεχνολογία αλλάζει όμως τα δεδομένα και οι αλλαγές που γίνονται είναι σημαντικές (επικοινωνία, ρομποτική, ενέργεια, κοκ).
Το κύριο συνεπώς θέμα είναι ο χαρακτήρας της ανάπτυξης στο μέλλον. Ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός υπερτονίζει τη σημασία των υπηρεσιών και του εμπορίου, ενώ υποβαθμίζει τον πρωτογενή τομέα και τη βιοτεχνία. Για τις περισσότερες όμως χώρες η πρωτογενής παραγωγή και η μεταποίηση είναι σημαντικά στοιχεία για την τοπική ανάπτυξη. Σε λίγα χρόνια θα ζούμε σε ένα εντελώς νέο οικονομικό περιβλάλλον. Ποιά είναι λοιπόν τα χαρακτηριστικά στοιχεία του νέου μοντέλου;
Νομίζω ότι στροφή στο τοπικό είναι μια από τις νέες διαστάσεις του νέου μοντέλου. Γι αυτό η προετοιμασία των τοπικών κοινωνιών (προγράμματα, προτεραιότητες, μελέτες, υλοποίηση κοκ) είναι απολύτως απαραίτητη.
Το άλλο στοιχείο είναι η στροφή στην πραγματική οικονομία. Το χρήμα που κυκλοφορεί είναι αποσυνδεδεμένο από την παραγωγή, οι τράπεζες έχουν αποκτήσει υπερβολικά μεγάλο ρόλο, τα απίστευτα τρισεκατομμύρια ψάχνουν για «επενδυτικές» ευκαιρίες (κεφάλαια-γύπες) και μετακινούνται ταχύτατα.
Το τρίτο στοιχείο είναι το θέμα της παγκόσμιας διακυβέρνησης: οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν ξεπεραστεί, τα ιδιωτικά κερδοσκοπικά κεφάλαια επίσημα και ανεπίσημα ελέγχουν την παγκόσμια οικονομία, ενώ σε διεθνές επίπεδο δεν υπάρχει συντονισμός.
Τα τρία αυτά στοιχεία, τοπική οικονομία, πραγματική οικονομία και παγκόσμια διακυβέρνηση είναι τα κύρια ζητήματα του νέου μοντέλου, που χρήζουν πολιτικών απαντήσεων εφόσον θέλουμε να έχουμε ένα μοντέλο βιώσιμο, συνεκτικό, ισορροπημένο, ανθρώπινο. Ιδού η νέα πρόκληση για επιστήμονες, φορείς, κράτη και διεθνείς οργανισμούς.
Η συζήτηση περί του μελλοντικού μοντέλου ανάπτυξης πρέπει να συνεχισθεί με συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων. Δεν υπάρχει διεθνώς ένα αποδεκτό μοντέλο, και οι τοπικές συνθήκες ζητούν εξειδικευμένες λύσεις. Ωστόσο η παγκοσμιοποιημένη οικονομία δείχνει τις τάσεις και οι επενδυτές, μικροί ή μεγάλοι, πρέπει να εκτιμήσουν σωστά όλα τα δεδομένα.
Πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι ο αγροτικός τομέας μπορεί να σηκώσει το βάρος της νέου τύπου ανάπτυξης: «Ειδικότερα, στους τομείς των μεταποιημένων και μη αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων οι μεγαλύτερες εξαγωγικές δυνατότητες καταγράφονται στα ακόλουθα προϊόντα: παρασκευάσματα διατροφής από λαχανικά και φρούτα (κονσέρβες φρούτων και λαχανικών, ελιές, μαρμελάδες), ελαιόλαδο, φρούτα και κυρίως εσπεριδοειδή, σταφύλια, ροδάκινα, ακτινίδια και καρπούζια, βαμβάκι, αλιεύματα ιχθυοκαλλιέργειας, καπνός, λαχανικά και κυρίως κηπευτικά, γαλακτοκομικά με έμφαση στο γιαούρτι και το τυρί, ζάχαρη και ζαχαρώδη».
Αυτή η τάση είναι ενδεικτική του ενδιαφέροντος των επενδυτών αλλά και της διάθεσης για αξιοποίηση της αγρο-κτηνοτροφικής παραγωγής της Ελλάδας. Σε αυτό το πλαίσιο θα ήθελα να τονίσω ενδεικτικά τα παρακάτω κρίσιμα στοιχεία για τις παλιές και νέες επιχειρήσεις:
  • Επιμονή στον καλό και ευέλικτο σχεδιασμό του προγράμματος
  • Επιμονή στην ποιότητα των προϊόντων, μοναδικό σταθερό κριτήριο για την αγορά.
  • Επιμονή στις συνέργειες που μπορούν να γίνουν σε τοπικό επίπεδο (υπηρεσίες προώθησης προϊόντων, θέσεις εργασίας, αξιοποίηση της εμπειρίας άλλων επιχειρήσεων)
  • Επιμονή στην συστηματική ενημέρωση εκ μέρους των υπηρεσιών και στην τήρηση όλων των τυπικών διαδικασιών εκ μέρους των ενδιαφερομένων επενδυτών.
Για την καλύτερη απόδοση των επενδύσεων θα πρέπει φυσικά να ενισχυθεί το σύστημα των υποδομών: οδικό δίκτυο, σύγχρονες επικοινωνίες, δίκτυο συγκέντρωσης πρώτων υλών, υπηρεσίες ενημέρωσης και υποστήριξης των παραγωγών. Οι υποδομές αποτελούν ένα κρίσιμο στοιχείο. Ενώ δεκάδες αγροτικά προϊόντα σύμφωνα με προαναφερόμενη έρευνα αποτελούν την αιχμή του δόρατος για τις εξαγωγές, η έλλειψη στις υποδομές ακυρώνει τις προσπάθειες της χώρας, παρά τα γεωφυσικά της πλεονεκτήματα Με σκληρή προσπάθεια, με επιμονή θα χτισθεί η «παραγωγική ταυτότητα» της κάθε περιοχής, έτσι θα προκύψουν επενδύσεις και νέες θέσεις εργασίας, έτσι θα τονωθεί η πραγματική οικονομία, έτσι θα πάμε μπροστά: με σχέδιο, με πρόγραμμα, με εργασία.