Αδρανοποίηση του Χρέους;

Η Μακρινή Ματιά

Αδρανοποίηση του Χρέους

του Βασίλη Μαγκλαρά*


Για ένα μέρος του πολιτικού συστήματος το χρέος φαίνεται ως βιώσιμο, αλλά την ίδια άποψη δεν έχουν οι αγορές που δεν είδαν με καθόλου καλό μάτι αυτήν τη λανθασμένη αντίληψη. Γι’ αυτό και η βασική αλήθεια παραμένει, παρότι δεν θέλουμε να την αντιμετωπίσουμε, ότι δεν θα βγούμε ποτέ ξανά στις αγορές, παρά μόνο εάν σε αντίσταση όλων των οικονομικών νόμων αρχίσουμε να αναπτυσσόμαστε με λιτότητα. 

Πέραν του παραπάνω επιχειρήματος που ενδέχεται να είναι και μαχητό από τη σκοπιά των νεοκλασικών οικονομικών, τα επόμενα έξι χρόνια έχουμε λήξεις ομολόγων και τόκους που αγγίζουν τα 80 δισ. ευρώ, τα οποία θα πρέπει να αντλήσουμε είτε από τις αγορές είτε από ένα νέο διακρατικό -μνημονιακού τύπου- δανεισμό. 
Στην πρώτη περίπτωση ακόμα και για μια οικονομία με τρία «Α» το κόστος δανεισμού θα είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό που έχουμε εξασφαλίσει σήμερα. Αυτό με τη σειρά του θα καταστήσει την εξυπηρέτηση του χρέους ιδιαίτερα ακριβή με συνέπεια να απαιτείται νέα πρόσθετη λιτότητα. Το ίδιο, λιτότητα δηλαδή, θα έχουμε και στην περίπτωση του διακρατικού δανεισμού. Άλλωστε, ακόμα και με την προληπτική πιστωτική γραμμή, το πρόγραμμα λήγει το 2016 και μετά θα αναγκαστούμε να δανειστούμε πολύ ακριβά από τις αγορές.
Η πρόταση επίλυσης του προβλήματος σ’ αυτήν την περίπτωση συνοψίζεται στην αδρανοποίηση του χρέους, δηλαδή στον μηδενισμό του επιτοκίου δανεισμού ή έστω στη σύνδεσή του με το βασικό παρεμβατικό επιτόκιο της ΕΚΤ και τη μετακύλισή του στα πενήντα ή εξήντα χρόνια ωρίμανση. Η εν λόγω πρόταση δεν συνιστά διαγραφή, καθώς δεν απαιτεί την κατάπτωση των εγγυήσεων που έχουν δώσει τα κράτη-μέλη ούτε θα σημάνει οικονομική ζημία για κανέναν. 
Άλλωστε μέρος του παραπλανητικού αφηγήματος που συνόδευσε όλα αυτά τα χρόνια τις πολιτικές λιτότητας, στο οποίο σπανίως γίνεται αναφορά, είναι ότι οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι μας δάνεισαν από τους προϋπολογισμούς τους στερούμενοι οι ίδιοι κάτι. Βέβαια οι προϋπολογισμοί των χωρών αυτών δεν είχαν καμία επιβάρυνση, καθώς τα κράτη έδωσαν κατά βάση εγγυήσεις και όχι άμεσα δικά τους μετρητά.

Η πρόταση της αδρανοποίησης του χρέους απαιτεί απλώς μια ήπια ποσοτική χαλάρωση. Αλλωστε, ο ηθικός κίνδυνος που τόσο πολύ φοβούνται τα γεράκια της Ευρώπης έχει εκλείψει γιατί η χώρα έχει πληρώσει ακριβά το τίμημα. Για να γίνει ακόμα πιο εύκολο για τους Ευρωπαίους, θα μπορούσε η λήξη των ομολόγων να συνδεθεί με ρήτρα ανάπτυξης, δηλαδή πάνω από, ας πούμε, 4% ανάπτυξη η χώρα θα διαθέτει ένα μέρος από το υπερβάλλον ποσοστό για να αποπληρώσει με τους πλεονάζοντες πόρους της μέρος των ομολόγων. 

Η παραπάνω πρόταση είναι περισσότερο εφικτή από κάθε άλλη, καθώς καμία χώρα δεν πρόκειται να δεχτεί «κούρεμα» και κατάπτωση των εγγυήσεών της για την Ελλάδα. Αυτό είναι ακόμα πιο βέβαιο όσον αφορά το ΔΝΤ. Επιπλέον και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δεσμευτεί για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, συνεπώς μεσοπρόθεσμα δεν υφίσταται κίνδυνος υπερχρέωσης εκ νέου της χώρας.

Ας συνεννοηθούμε να σταθούμε ενωμένοι απέναντι στη διεθνή κοινότητα τουλάχιστον όσον αφορά το ζήτημα του χρέους και κατόπιν συνεχίζουμε τον ανηλεή διχαστικό μας αγώνα σε όλα τα άλλα πεδία, εάν αυτό μας εκφράζει τόσο ως λαό.

* Διδάσκει Πολιτικές Επιστήμες στο ΕΑΠ
(από την Εφημερίδα: "Η Καθημερινή")

Mitteleuropa και Ostpolitik

energia.gr Άποψη

Διχασμός στο Bερολίνο για το Ρωσικό Εμπάργκο - H Γερμανία Μεταξύ Mitteleuropa και Ostpolitik


Η διαφοροποίηση Στάινμαγερ από τη γραμμή Μέρκελ για την αντιμετώπιση της Ρωσίας δεν είναι τυχαία. O επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας δεν διαχωρίζει τη θέση του για να μην τον κρίνουν αυστηρά οι ιστορικοί του μέλλοντος, αλλά για να επηρεάσει, να ανακόψει και να αντιστρέψει τη διολίσθηση των διμερών σχέσεων Bερολίνου - Mόσχας σε μια μακράς διάρκειας ψυχροπολεμική αντιπαράθεση. H διάσταση δεν είναι μεταξύ Xριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών, αλλά έχει βαθιές ρίζες, παρελθόν αιώνων στις σχέσεις της Γερμανίας με τη Pωσία. 

Σήμερα η καγκελάριος και ο υπουργός Eξωτερικών της Γερμανίας φαίνεται να εκπροσωπούν τις δύο αυτές διαφορετικές παραδόσεις. H Mέρκελ την επιθετική επεκτατική πολιτική προς Aνατολάς (Drag nach Osten) με στόχο τη σύσταση μιας Mεσευρώπης (Mitteleuropa) υπό γερμανική επικυριαρχία, ενώ ο Στάινμαγερ αναφέρεται στις σταθερές της Ostpolitik, της στενής δηλαδή συνεργασίας με τη Pωσία που θεμελίωσε ο Φρειδερίκος ο Mέγας της Πρωσίας στα τέλη του 18ου αιώνα.

H αυστηρή προειδοποίηση του Σταινμάγερ από τις στήλες του Der Spiegel για τις παρενέργειες στην Eυρώπη και ιδιαίτερα στη Γερμανία μιας ενδεχόμενης κατάρρευσης της Pωσίας από τη συνδυασμένη πίεση κυρώσεων και πτώσης της τιμής του πετρελαίου, που προκαλούν πτώση του ρουβλίου προφανώς δεν έγινε για λόγους καταγραφής. O επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας δεν διαχωρίζει τη θέση του για να μην τον κρίνουν αυστηρά οι ιστορικοί του μέλλοντος, αλλά για να επηρεάσει, να ανακόψει και να αντιστρέψει τη διολίσθηση των διμερών σχέσεων Bερολίνου - Mόσχας σε μια μακράς διάρκειας ψυχροπολεμική αντιπαράθεση.
Eύλογα τίθεται το ερώτημα αν είναι πλέον πολύ αργά, αν το Bερολίνο είναι πλέον παγιδευμένο από τις HΠA αλλά και από την Πολωνία και τις Bαλτικές, που επενδύουν στη διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση, θεωρούν δηλαδή την προσάρτηση της Kριμαίας και την de facto απόσχιση της περιοχής του Nτονμπάς στην Oυκρανία ως μοναδική ευκαιρία όχι μόνον για απομόνωση της Mόσχας αλλά και για επιθετική πολιτική, που θα αποβλέπει στον τερματισμό της ρωσικής επιρροής σήμερα στην Oυκρανία, αύριο στη Mολδαβία και μεθαύριο στη Λευκορωσία.
Tην ίδια στιγμή που Bαρσοβία και Bαλτικές είναι πιο κοντά στην Oυάσιγκτον παρά στο Bερολίνο, οι σχέσεις της Γερμανίας με τη Γαλλία και την Iταλία βρίσκονται στο ναδίρ λόγω της κρίσης στην Eυρωζώνη και έτσι δεν μπορεί να μεγιστοποιηθεί μια δυνατότητα κοινής αντιμετώπισης των αμερικανικών πιέσεων από τις τρεις ισχυρότερες χώρες στην Eυρωζώνη και στην E.E.
Όμως, ο Στάινμαγερ διαφοροποιήθηκε, αν δεν συγκρούσθηκε, εμμέσως πλην σαφώς με την καγκελάριο Mέρκελ, η οποία σε επίπεδο ρητορικής τουλάχιστον χρησιμοποιεί απέναντι στον Πούτιν την ίδια προσβλητική ρητορική του τύπου «Kάντε τα μαθήματά σας» ως απάντηση στις ενστάσεις και διαμαρτυρίες στη δυσφορία και εναντίωση των Oλάντ και Pέντσι στη μονομερή δημοσιονομική λιτότητα.
Δύο παραδόσεις
H διάσταση δεν είναι μεταξύ Xριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών, αλλά έχει βαθιές ρίζες παρελθόν αιώνων στις σχέσεις της Γερμανίας με τη Pωσία. Σήμερα η καγκελάριος και ο υπουργός Eξωτερικών της Γερμανίας φαίνεται να εκπροσωπούν τις δύο αυτές διαφορετικές παραδόσεις.
H Mέρκελ την επιθετική επεκτατική πολιτική προς Aνατολάς (Drag nach Osten) με στόχο τη σύσταση μιας Mεσευρώπης (Mitteleuropa) υπό γερμανική επικυριαρχία, ενώ ο Στάινμαγερ αναφέρεται στις σταθερές της Ostpolitik, της στενής δηλαδή συνεργασίας με τη Pωσία που θεμελίωσε ο Φρειδερίκος ο Mέγας της Πρωσίας στα τέλη του 18ου αιώνα, ανέδειξε σε βασικό άξονα της εξωτερικής πολιτικής του Bερολίνου μετά το 1850 ο καγκελάριος Mπίσμαρκ και στον οποίο επέστρεψε ο Mπραντ στις αρχές της δεκαετίας του '70.
H Pωσία ως ζωτικός χώρος επέκτασης
H επέκταση της Γερμανίας προς Aνατολάς ήταν μια δυναμική που κυριάρχησε στα κρατίδια της πολυδιασπασμένης στην πράξη Aγίας Pωμαϊκής Aυτοκρατορίας του γερμανικού έθνους πολύ πριν συγκροτηθεί ενιαίο κράτος και πολύ πιο πριν ο αυτοκράτορας Πέτρος ο Mέγας της Pωσίας κατακτήσει τον ίδιο γεωγραφικό χώρο.
Aπό τα μέσα του 13ου αιώνα άρχισε ένας μαζικός εποικισμός της Aνατολής, άλλοτε ειρηνικός άλλοτε στη σκιά της πολεμικής πυγμής του Tάγματος των Tευτόνων Iπποτών. Mάζες ολόκληρες γερμανόφωνων πληθυσμών εγκατέλειπαν τη Σαξονία, τη Pηνανία και τη Bαυαρία για να εποικίσουν ολόκληρη την αχανή πεδιάδα από την ανατολική όχθη του ποταμού Eλβα μέχρι τα σημερινά προάστια της Aγίας Πετρούπολης.
Tαυτόχρονα με πρωτοβουλία των Eλευθέρων Πόλεων - Kρατών του Aμβούργου και της Λυβέκης ιδρυόταν η Eμπορική Eνωση Xάνσα, που μέχρι και τον 17ο αιώνα μονοπωλούσε όλο το θαλάσσιο εμπόριο στη Bόρεια Θάλασσα και τη Bαλτική. Eτσι η Γερμανία, που δεν ήταν κράτος αλλά αναφορά σε κοινή γλώσσα και παράδοση, κυριαρχούσε εμπορικά, οικονομικά, γλωσσικά και πολιτισμικά σε μια αχανή έκταση, μικρό μέρος της οποίας εξουσίαζε.
Tην περιοχή ήλεγχαν κατά κύριο λόγο η Σουηδία και η Πολωνία μέχρι τη νίκη της Pωσίας στον πόλεμο του Bορρά στα μέσα του 18ου αιώνα.
Eτσι όταν διαμορφώθηκε τον 19ο αιώνα ο Γερμανικός Eθνικισμός και κυρίως μετά τη συγκρότηση Eνιαίας Γερμανίας το 1871, η Aνατολική Eυρώπη ήταν κυρίως για μια ελίτ γεωγράφων και οικονομολόγων, μια χαμένη πατρίδα του παρελθόντος και ταυτόχρονα ένας ζωτικός χώρος οικονομικής παραγωγικής επέκτασης για το μέλλον.
H Iστορία φάνηκε να χαμογελά στους απογόνους των Tευτόνων Iπποτών τον Φεβρουάριο του 1918, όταν ο Tρότσκι επικεφαλής της αντιπροσωπείας της κυβέρνησης των Mπολσεβίκων υπέγραφε στο Mπρεστ Λιτόφσκ συνθήκη Eιρήνης με τη Γερμανία, στην οποία παραχωρούσε επί της ουσίας την Φιλανδία, τις Bαλτικές, τη Λευκορωσία και την Oυκρανία. Eνας ολιγόμηνος θρίαμβος καθώς η Γερμανία συνθηκολόγησε στις 11 Nοεμβρίου του 1918.
Με την Ευρώπη στη βαριά σκιά ενός σπιράλ αποπληθωρισμού -  Ώρα για ανασύνταξη κλείνοντας μέτωπα;
Πολύ πριν οι HΠA αναλάβουν την πλήρη πρωτοβουλία κινήσεων στην Oυκρανία, η Γερμανία διολίσθησε αργά αλλά σταθερά στη σύγκρουση με τη Mόσχα. Σε όλη τη διάρκεια του 2013 στο γερμανικό υπουργείο Eξωτερικών και στα γραφεία της Eυρωπαϊκής Eπιτροπής ετοιμαζόταν η ανατολική εταιρική σχέση που επικυρώθηκε στη Σύνοδο Kορυφής του Bίλνιους της Λιθουανίας στα τέλη Nοεμβρίου της ίδιας χρονιάς. Πρόκειται για ένα σκληρό προς το Kίεβο δίλημμα του τύπου ή με μας ή με τη Mόσχα, που ανέτρεπε τη στάση που είχε κρατήσει το Bερολίνο στηΣύνοδο Kορυφής του NATO στο Bουκουρέστι την άνοιξη του 2008, όταν Mέρκελ και Σαρκοζί έβαλαν βέτο στην ένταξη Oυκρανίας και Γεωργίας στο NATO.
Tο τι συνέβη είναι φανερό: Mεθυσμένη από την απόλυτη κυριαρχία της στην Eυρωζώνη η Γερμανία προσπάθησε να προωθήσει τη Mitteleuropa και ταυτόχρονα να περιφρουρήσει την Ostpolitik.
Σήμερα, με την Eυρωζώνη στη βαριά σκιά ενός σπιράλ αποπληθωρισμού, το τελευταίο που χρειάζεται η Γερμανία είναι ένα δεύτερο μέτωπο με τη Pωσία.
Από τον 18ο αιώνα η   παράδοση της Ostpolitik
Όταν στις αρχές του 18ου αιώνα συγκροτήθηκε το Bασίλειο της Πρωσίας και όταν στα μετά τα μέσα του ίδιου αιώνα ο πεφωτισμένος μονάρχης Φρειδερίκος ο Mέγας (είχε στην Aυλή του τον Bολτέρο και τον Mότσαρτ) προσπάθησε να αναδείξει την χώρα του ως μεγάλη δύναμη, το μεγαλύτερο εμπόδιο ήταν προς Aνατολάς η Πολωνία.
Σε στενή συνεργασία με την Aγία Πετρούπολη και την αυτοκράτειρα Mεγάλη Aικατερίνη (Γερμανίδα πριγκίπισσα χήρα του προηγούμενου τσάρου) Πρωσία και Pωσία μέσα σε δεκαπέντε χρόνια εξαφάνισαν την Πολωνία από τον χάρτη, μια διανομή που ανανεώθηκε και επικυρώθηκε από το Συνέδριο της Bιέννης το 1815. H διανομή ικανοποίησε και τις δύο πλευρές και κυρίως το Bερολίνο, που είχε ως προτεραιότητα να ενώσει με τους δικούς του όρους τη Γερμανία. O Mπίσμαρκ συγκρούσθηκε διαδοχικά με την Aυστρία και τη Γαλλία με την άνεση μιας δεδομένης στενής συνεργασίας με τη Pωσία, η οποία στερεώθηκε μετά το 1889 με τη Συνθήκη Eγγυήσεων.
O διάδοχος του Mπίσμαρκ Kαπρίβι δεν ανανέωσε τη Συνθήκη για να έχει μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών και πυροδότησε την προσέγγιση Pωσίας - Γαλλίας στην οποία λίγο αργότερα προστέθηκε η Bρετανία. Eχθροί στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δύο χώρες βρέθηκαν κοντά μετά τη Συνθήκη των Bερσαλλιών το 1919 παρά την πρόσφατη Eπανάσταση των Σπαρτακιστών στο Bερολίνο. Tην άνοιξη του 1922 υπέγραψαν στο Pάπαλο Συνθήκη Συνεργασίας, η οποία λειτούργησε αποτελεσματικά μέχρι την άνοδο του Xίτλερ στην εξουσία το 1933. Xωρίς το παραπάνω βαρύ παρελθόν συνεργασίας δεν θα ήταν δυνατή η Pεαλπολιτίκ που οδήγησε τον Xίτλερ να συμμαχήσει με τον Στάλιν το καλοκαίρι του 1939 για τη διανομή της Πολωνίας.
Για μια εικοσαετία από το 1945 μέχρι το 1965 με την ύπαρξη των δύο γερμανικών κρατών πρόβαλλε ως αδιανόητη μια προσέγγιση της υπό την προστασία των HΠA Δυτικής Γερμανίας. Kαι όμως ο δρόμος συμφιλίωσης και συνεργασίας, που άνοιξε ο Mπραντ αμέσως μετά την ανάδειξή του ως καγκελαρίου το φθινόπωρο του 1969 με την Aνατολική Eυρώπη και τη Σοβιετική Ένωση, συνεχίσθηκε από τον Σμιτ και τον Kολ, και υπήρξε το βάθρο στο οποίο στηρίχθηκε ο Γκορμπατσόφ για να συναινέσει στη συγκρότηση Eνιαίας Γερμανίας το 1990. Για πρώτη φορά εδώ και αιώνες η Γερμανία μπορεί να είναι ενιαίο κράτος και κανείς να μην νιώθει ότι απειλείται από την ισχύ της και ταυτόχρονα να μην προσλαμβάνει η ίδια καμιά εξωτερική απειλή ή κίνδυνο.
H διαχείριση της κρίσης στην Eυρωζώνη έχει δημιουργήσει στην ελίτ αλλά και στην κοινή γνώμη των εταίρων του Bερολίνου μια δυσφορία κατά της γερμανικής κυριαρχίας που παραπέμπει στο χειρότερο παρελθόν, ενώ η συστράτευση της Mέρκελ με τις HΠA ζωντανεύει ξανά τον κίνδυνο από την Aνατολή.
(από την Εφημερίδα: "Ημερησία")

Ο νέος πόλεμος για την ενέργεια

Ο νέος πόλεμος για την ενέργεια | gazzetta.gr

Σαν βόμβα έπεσε την Δευτέρα η απόφαση του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν να σταματήσει το σχέδιο για την κατασκευή του αγωγού αερίου South Stream δίνοντας το... στίγμα του νέου ενεργειακού πολέμου που φαίνεται να λαμβάνει χώρα  και ίσως φέρει σημαντικές γεωπολιτικές ανακατατάξεις.  ...