το τέλος των υποσχέσεων

Προλεγόμενα σε μια απόπειρα πολιτειακής ανίχνευσης της νέας, παγκοσμιοποιημένης, εποχής στη χώρα μας



Αντώνης Μανιτάκης, 28.11.11



...Το πλέον εύκολο και απλοϊκό μαζί θα ήταν, βέβαια, να  αγνοήσουμε την “μνημονιακή” πραγματικότητα και ενεργώντας, όπως πρίν, με περισσή πολιτική ευήθεια να αρκεστούμε στην ιδεολογική καταδίκη της, στη δαιμονοποίηση και στην γενικόλογη ιδεολογική απόρριψή της προσδοκώντας και προφητεύοντας, ως Κασσάνδρες,  την μοιραία ανατροπή της  εξ αιτίας των κοινωνικών δεινών που προβλέπουμε ότι θα επισωρεύσει. 

Η στρουθοκαμηλική αυτή στάση, που καθοδηγείται από έναν  αφελή αριστερό βολονταρισμό και διέπεται από έναν αθεράπευτο σοσιαλιστικό ιδεαλισμό, αρνείται να δεί ότι το  αποκαλούμενο «Μνημόνιο» δεν αποτελεί ένα ατύχημα ούτε ένα παραστράτημα της οικονομικής και πολιτικής μας ζωής,  ένα λάθος της οικονομικής ιστορίας, που κάποτε θα εξαλειφθεί χωρίς να αφήσει ίχνη της παρουσίας του. Η κρίση της ελληνικής κοινωνίας έρχεται από μακριά και θα πάει μακριά, αφού εξάλλου συναρτάται και μια παγκόσμια οικονομική ύφεση.

Για τον λόγο αυτό και οι διαρθρωτικές αλλαγές που συντελούνται τόσο βίαια γύρω μας, δεν είναι συγκυριακές ούτε παροδικές, έστω και αν δρομολογήθηκαν με αφορμή μια πρωτοφανή και αναπάντεχη κρίση χρέους του ελληνικού κράτους. Ανταποκρίνονται  σε διαρκείς και δομικές ανάγκες ή  αδυναμίες ή ιδιομορφίες της ελληνικής οικονομίας και επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν, μεταξύ  των άλλων, τον αντιπαραγωγικό και μεταπρατικό χαρακτήρα της.


Οι διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής κοινωνίας ήταν γνωστές και αποτελούσαν κοινό τόπο πολλών Ελλήνων διανοητών, από την εποχή της Μεταπολίτευσης, όπως, μεταξύ των άλλων, του Κ. Τσουκαλά[2]. Για να αναφέρω έναν ακόμη, διανοητή της  ίδιας περιόδου, τον Π. Κονδύλη, θα μετέφερα, ακέραια, μία μόνον σκέψη του από όσες είχε τότε διατυπώσει επισημαίνοντας,  ότι «ακόμη και η απλούστερη σκέψη και γνώση φανερώνει ότι οικονομική ανάπτυξη μπορεί να γίνει μόνο με την αύξηση των παραγωγικών  επενδύσεων, δηλαδή με τον αντίστοιχο περιορισμό της κατανάλωσης, προπαντός όταν τα καταναλωτικά αγαθά η χώρα δεν τα παράγει αλλά τα εισάγει και για να τα εισάγει δανείζεται, δηλαδή εκχωρεί τις αποφάσεις για το μέλλον της στους δανειοδότες της. Ο δρόμος της ανάπτυξης είναι ο δρόμος της συσσώρευσης, ενώ ο δρόμος της (βραχυπρόθεσμης μόνον) ευημερίας είναι ο δρόμος του παρασιτισμού,  της εκποίησης της χώρας»[3].  Μπορεί κανείς να μη συμμερίζεται τις θεωρίες του Κονδύλη, οφείλει όμως να αναγνωρίσει ότι υπήρξε προφητικός διαπιστώνοντας ότι «η νεοελληνική ιστορία, έτσι όπως τη γνωρίσαμε στα τελευταία διακόσια χρόνια φτάνει στο τέλος της…». Η Ελλάδα “βρίσκεται στους πιο χαμηλούς δείκτες  καταμερισμού της υλικής και πνευματικής εργασίας''[4].

Είκοσι χρόνια αργότερα μπορούμε όλοι να διαπιστώσουμε ότι η  υπόσχεση της Μεταπολίτευσης για μια διαρκή ευημερία και ανθούσα δημοκρατική κοινωνία έχει οριστικά διαψευσθεί, μεταξύ των άλλων και διότι: “η ευημερία εξετράπη σε καταναλωτική βουλιμία, σε απληστία και κατασπατάληση. Ο άφρων δανεισμός δεν μπορεί πλέον να τροφοδοτήσει την άφρονα κατανάλωση, όταν οι πραγματικοί μισθοί μειώνονται και, ακόμη χειρότερα, όταν χάνονται εκατομμύρια θέσεις εργασίας και η φτώχεια κατατρώει τα μεσοστρώματα”. Χρειαζόμαστε “επειγόντως  ένα μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης και μαζί ένα ριζικά νέο τρόπο διαβίωσης, που θα διακρίνει σαφώς την ευημερία από τη σπατάλη, την αξιοπρέπεια από τη χλιδή, που θα προκρίνει τον γενναιόδωρο δημόσιο χώρο έναντι του κανιβαλικού πλουτισμού της αγέλης.   Η κρίση, το βλέπουμε, δεν αφορά μόνο οικονομικά μεγέθη, αφορά ανθρώπους, ψυχές, αφορά τη βιόσφαιρα. Η αλλαγή παραδείγματος βίου είναι προαπαιτούμενο της βιώσιμης ανάπτυξης..”[5].
Η κρίση επομένως είναι καθολική, έστω και αν εντοπίζεται στην οικονομία. Αγγίζει όχι μόνον του θεσμούς και μάλιστα του πολιτικούς, αλλά και τον τρόπο ζωής και εργασίας μας, και κυρίως αυτόν...πλήρες άρθρο εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου