ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ
Αναζητώντας τη χαμένη δημοκρατία
Καθημερινή,ΠΟΛΙΤΙΚΗ 19.07.2015
Για να εξηγηθεί η γερμανική αδιαλλαξία, στη γενικότερη εκδήλωσή της ή προσωποποιημένη στο δίδυμο Μέρκελ - Σόιμπλε, έχουν γίνει πολλές υποθέσεις. Ελληνες και ξένοι (και Γερμανοί ανάμεσά τους) πιθανολογούν, μαντεύουν, θυμούνται, συσχετίζουν, για να φτάσουν σε κάποιο συμπέρασμα. Και εννοώ κάποιο συμπέρασμα πολιτικά βαθύτερο και εντιμότερο και ιστορικά περισσότερο ενήμερο απ’ ό,τι το σενάριο «γονιδιακής ευθύνης», που, αν κρίνουμε από τα σχόλια στον διεθνή Τύπο και τις αναρτήσεις στο Διαδίκτυο, απολαμβάνει πανευρωπαϊκή δημοτικότητα. Σύμφωνα με το σενάριο αυτό, που χρησιμοποιεί τη φόρμουλα με την κωδική ονομασία «Τέταρτο Ράιχ», οι «μοιραίοι» Γερμανοί είναι τάχα ταγμένοι να κατακερματίζουν την Ευρώπη ανά δύο ή τρεις γενιές, για να καθαρίζουν όσα εμπόδια απειλούν την ηγεμονία τους, χρησιμοποιώντας άλλοτε τη βία των όπλων και άλλοτε τη βία του χρήματος. Το γνωστό απλουστευτικό λογοπαίγνιο με τα τανκς και τις «μπανκς», που το χρησιμοποίησε και ο κ. Βαρουφάκης, μετρ των λαθών και των αυτοδιαψεύσεων.
Ως Ελληνες, δεν μπορούμε δυστυχώς να χαρούμε το ρόλο του αποστασιοποιημένου παρατηρητή και να προχωρήσουμε σε αναλύσεις προσποιούμενες τις ουδέτερες. Είτε αισθανόμαστε πειραματόζωα έπειτα από πενταετή απομυζητική λιτότητα είτε όχι, ο εκγερμανισμός της καθημερινότητάς μας είναι δεδομένος, η συμμόρφωσή της δηλαδή στα κελεύσματα της γερμανικής ηγεσίας, όπως με ωμότητα δηλώθηκαν σε αλλεπάλληλα Γιούρογκρουπ και Συνόδους Κορυφής, και με προσβλητική ειρωνεία στα μεσοδιαστήματα. Ο θυμός μας δεν είναι φιλολογικός, ούτε ο πόνος μας, η αγανάκτηση, η αίσθηση συντριβής. Οι σκέψεις μας σφραγίζονται από τα αισθήματά μας. Δεν είναι αμιγώς διανοητικές υποθέσεις που αναπτύσσονται σε αποστειρωμένους κλειστούς χώρους, αδιαπέραστους στη βοή των δρόμων και των ανθρώπων.
Μπορεί η εμπλοκή των διεγερμένων συναισθημάτων να οδηγήσει στη λεκτική υπερβολή; Είναι πολύ πιθανό. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οφείλουμε να ανεβαίνουμε κάθε τόσο σε κάποιον άμβωνα και να καταγγέλλουμε το θυμικό σαν επικίνδυνο κατάλοιπο της ανθρώπινης εξέλιξης, σαν αναπόδραστα ανώριμο και άλλα τινά. Αν εξαιρέσουμε τον Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ ως Μister Freeze στην κινηματογραφική ταινία «Μπάτμαν και Ρόμπιν», οι άνθρωποι δεν είναι καμωμένοι από πάγο. Ακόμα και όσοι υποκρίνονται ότι έχουν τη δύναμη να σταθμίζουν τα πράγματα άνευ συγκινησιακών εμπλοκών και περιπλοκών, κι αυτοί στον πηλό των αισθημάτων τους αναζητούν λέξεις για να τις δέσουν σε προτάσεις και να τις παρουσιάσουν σαν «αντικειμενικά» επιχειρήματα. Ενός είδους αίσθημα είναι και το να μη νιώθεις οργή ή ό,τι άλλο (ή το να λες ότι δεν νιώθεις). Οπως ενός είδους ιδεολογία είναι και το να καυχιέσαι ότι εσύ απαλλάχτηκες, επιτέλους, από τη φορτική ιδεολογία και μπορείς πια να κρίνεις χωρίς να σε επηρεάζει η μεροληψία της.
Σε αρκετές από τις ερμηνευτικές δοκιμές, λοιπόν, ως γεννήτρια της αδιαλλαξίας υποδεικνύεται η «γερμανικότητα», που, εντελώς σχηματικά, την εννοούμε σαν φανατική λατρεία των κανόνων και των εντολών, και σαν σιδερένια αυτοπειθαρχία αλλά και επίσης σιδερένια απαίτηση πειθαρχίας από τους απέναντί σου. Αυτή είναι άραγε η γερμανικότητα; Η πιστή τήρηση των νόμων; Δικαιούται να αμφιβάλλει κανείς, έστω κι αν στη μνήμη του διασώζονται πληροφορίες μόνο για το σχεδόν οικουμενικής δράσεως διαφθορείο Ζίμενς και τίποτε για το σκάνδαλο στο οποίο είχε εμπλακεί προ ετών ο βαρύς κήρυκας της νομολατρείας κ. Σόιμπλε. Ή για την παραίτηση –αρχές του 2012– του προέδρου της Γερμανίας Κρίστιαν Βουλφ, έπειτα από καταγγελίες για την εμπλοκή του σε οικονομικό σκάνδαλο ενόσω διοικούσε το κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας. Οι ποδοσφαιρόφιλοι, πάντως, δεν μπορεί παρά να θυμούνται ότι ο κ. Ούλι Χένες, παλιός ποδοσφαιριστής και πρόεδρος της Μπάγερν Μονάχου, φυλακίστηκε για συμμετοχή σε επίσης οικονομικό σκάνδαλο – για μη καταβολή φόρων ύψους περίπου 30.000.000 ευρώ.
Αλλοι ερμηνευτές, όπως το «Σπίγκελ», επικαλούνται την «πληγωμένη περηφάνια και τη θιγμένη ματαιοδοξία του κ. Σόιμπλε». Επειδή, λέει, είδε να ασκείται οξύτατη κριτική στην καταστροφική φόρμουλά του, τη φιλοσοφία της υπερλιτότητας, ή του «λιταρχισμού », σύμφωνα με έναν όρο που τον πρωτοείδα γραμμένο σε άρθρο του Ιγνάσιο Ραμονέ και ο οποίος συνδέει σε σάρκα μία τη λιτότητα και τον αυταρχισμό. Από την πλευρά του ο κ. Ρομάνο Πρόντι, πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και πρώην πρόεδρος της Κομισιόν, καταγγέλλει ως «ανάξια» την Ευρώπη και θεωρεί υπαίτιο τον γερμανικό «οικονομικό δογματισμό». Ο Γερμανός φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας πάλι, σε άρθρο του στη Suddeutsche Zeitung, αρχές Ιουνίου, επέκρινε μάταια την «ξεροκεφαλιά» της γερμανικής ηγεσίας: «Πρόκειται για μια ξεροκέφαλη επιμονή σε μια πολιτική λιτότητας, η οποία όχι μόνο γίνεται αντικείμενο κριτικής στη διεθνή επιστήμη αλλά είχε και βάρβαρες συνέπειες στην Ελλάδα και αποδεδειγμένα έχει αποτύχει».
Τέλος, γνώστες των οικονομικών διατείνονται ότι με τη σκόπιμη υπερανάδειξη της κρίσης του Νότου (ιδίως της οικονομικά μικρότατης Ελλάδας) επικαλύπτονται η σαθρότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τα σοβαρά προβλήματα της Deutsche Bank. Εμμονικός «δογματισμός», «ξεροκεφαλιά», «πληγωμένη περηφάνια», αποπροσανατολιστικά ή συγκαλυπτικά οικονομικά παίγνια… Σίγουρα όλα τούτα πρέπει να θεωρηθούν συνδιαμορφωτές του γερμανικού σχεδιασμού. Πρέπει επίσης να συνεκτιμηθεί η βαθύτατη ενόχληση που προκάλεσε στη Γερμανία η αναμόχλευση του ζητήματος των πολεμικών επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου. Η αναψηλάφηση αυτή, και οι απορρέουσες δίκαιες αξιώσεις, επανέφεραν στο προσκήνιο πράγματα που οι Γερμανοί θέλουν να τα ξεχάσουν. Η ενόχλησή τους εξηγεί τη χυδαία αντίδραση της «Μπιλντ» και των μπιλντοειδών, καθώς και την πεισματική άρνηση του κ. Σόιμπλε να δεχτεί πως υπάρχει θέμα γερμανικών οφειλών.
Καθοριστική ήταν, όμως, και η επιθυμία της γερμανικής ηγεσίας –και γενικότερα του ευρωπαϊκού ιερατείου– να πληγεί εν τη γενέσει της η «Ελληνική Ανοιξη» , όπως την αποκάλεσε ο «πρόθυμος» Σλοβάκος υπουργός Οικονομικών Πίτερ Καζμίρ, άθελά του αποκαλυπτικός μες στη χαιρεκακία του. Αυτό θα λειτουργούσε και σαν σαφές προειδοποιητικό σήμα ή απαγορευτικό για τους άλλους «ετερόδοξους» της Ευρώπης. Για να ψευτονομιμοποιηθεί η τιμωρία έπρεπε να ανακαλυφθεί ένα έγκλημα. Και σαν έγκλημα μετρήθηκε η ίδια η εκλογική και δημοψηφισματική επιλογή των Ελλήνων. Αν ξαναβρεί τη δημοκρατία η Γηραιά Ηπειρος, ίσως και να ξανανιώσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου