Σαλαμίνα της Κύπρος
…Σαλαμῖνα τε τᾶς νῦν ματρόπολις τῶνδ’ αἰτία στεναγμῶν. ΠΕΡΣΑΙ |
Κάποτε ο ήλιος του μεσημεριού, κάποτε φούχτες η ψιλή βροχήκαι τ’ ακρογιάλι γεμάτο θρύψαλα παλιά πιθάρια.Ασήμαντες οι κολόνες· μονάχα ο Άγιος Επιφάνιοςδείχνοντας μουντά, χωνεμένη τη δύναμη της πολύχρυσης αυτοκρατορίας. 5Τα νέα κορμιά περάσαν απ’ εδώ, τα ερωτεμένα·παλμοί στους κόλπους, ρόδινα κοχύλια και τα σφυράτρέχοντας άφοβα πάνω στο νερόκι αγκάλες ανοιχτές για το ζευγάρωμα του πόθου.Κύριος επί υδάτων πολλών,10πάνω σ’ αυτό το πέρασμα. Τότες άκουσα βήματα στα χαλίκια.Δεν είδα πρόσωπα· σα γύρισα είχαν φύγει.Όμως βαριά η φωνή σαν το περπάτημα καματερού,έμεινε εκεί στις φλέβες τ’ ουρανού στο κύλισμα της θάλασσας15μέσα στα βότσαλα πάλι και πάλι: «Η γης δεν έχει κρικέλιαγια να την πάρουν στον ώμο και να φύγουνμήτε μπορούν, όσο κι αν είναι διψασμένοινα γλυκάνουν το πέλαγο με νερό μισό δράμι.20Και τούτα τα κορμιάπλασμένα από ένα χώμα που δεν ξέρουν,έχουν ψυχές.Μαζεύουν σύνεργα για να τις αλλάξουν,δε θα μπορέσουν· μόνο θα τις ξεκάμουν25 αν ξεγίνουνται οι ψυχές.Δεν αργεί να καρπίσει τ’ αστάχυδε χρειάζεται μακρύ καιρόγια να φουσκώσει της πίκρας το προζύμι,δε χρειάζεται μακρύ καιρό30το κακό για να σηκώσει το κεφάλι,κι ο άρρωστος νους που αδειάζειδε χρειάζεται μακρύ καιρόγια να γεμίσει με την τρέλα,νῆσός τις ἔστι …». 35Φίλοι του άλλου πολέμου,σ’ αυτή την έρημη συννεφιασμένη ακρογιαλιάσας συλλογίζομαι καθώς γυρίζει η μέρα—Εκείνοι που έπεσαν πολεμώντας κι εκείνοι που έπεσαν χρόνια μετά τη μάχη·εκείνοι που είδαν την αυγή μέσ’ απ’ την πάχνη του θανάτου40ή, μες στην άγρια μοναξιά κάτω από τ’ άστρα,νιώσανε πάνω τους μαβιά μεγάλατα μάτια της ολόκληρης καταστροφής·κι ακόμη εκείνοι που προσεύχουντανόταν το φλογισμένο ατσάλι πριόνιζε τα καράβια:45«Κύριε, βόηθα να θυμόμαστεπώς έγινε τούτο το φονικό·την αρπαγή το δόλο την ιδιοτέλεια,το στέγνωμα της αγάπης·Κύριε, βόηθα να τα ξεριζώσουμε…». * 50 —Τώρα καλύτερα να λησμονήσουμε πάνω σε τούτα τα χαλίκια·δε φελά να μιλάμε·τη γνώμη των δυνατών ποιός θα μπορέσει να τη γυρίσει;ποιός θα μπορέσει ν’ ακουστεί;Καθένας χωριστά ονειρεύεται και δεν ακούει το βραχνά των άλλων. 55 —Ναι· όμως ο μαντατοφόρος τρέχεικι όσο μακρύς κι αν είναι ο δρόμος του, θα φέρεισ’ αυτούς που γύρευαν ν’ αλυσοδέσουν τον Ελλήσποντοτο φοβερό μήνυμα της Σαλαμίνας. Φωνή Κυρίου επί των υδάτων.60 Νῆσός τις ἔστι. Σαλαμίνα, Κύπρος, Νοέμβρης 1953 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου