η υποταγή του νοήματος

4/2
2013
Ενας από τους τελευταίους σημαντικούς κριτικούς της ελληνικής μεταπολεμικής λογοτεχνίας μιλάει για την πρόσφατη συλλογή δοκιμίων του με θέμα τον Εμφύλιο και τις συνέπειές του, για την Αριστερά, τη βία, την κριτική και τον δυτικό πολιτισμό
ΤΟ ΒΗΜΑ: 20/01/2013

Η λογοτεχνία μπορεί να διαβάσει καλύτερα τον Εμφύλιο γιατί βλέπει τα ανθρώπινα δράματα, τις συνειδήσεις και τις συμπεριφορές, θα πει ο Δημήτρης Ραυτόπουλος, ένας από τους τελευταίους μεγάλους κριτικούς της μεταπολεμικής λογοτεχνίας μας. Εχοντας βιώσει τις ψυχοφθόρες ιδεολογικές συγκρούσεις στον χώρο του περιοδικού «Επιθεώρηση Τέχνης», ο Δημήτρης Ραυτόπουλος κρίνει αυστηρά την Αριστερά λέγοντας ότι ακόμη και σήμερα παραμένει ένα κλειστό σύστημα, «θέλει να αλλάξει τον κόσμο χωρίς να αλλάξει η ίδια».
Προσφάτως κυκλοφόρησε η συλλογή δοκιμίων του με τίτλο Εμφύλιος και λογοτεχνία (Εκδόσεις Πατάκη) που αναφέρονται στην εμπειρία του Εμφυλίου και των συνεπειών του. Κρίνονται έργα που βρίσκονται στον ανθρωπολογικό ορίζοντα του Εμφυλίου όπως εκφράζονται στη λογοτεχνία του Στρατή Τσίρκα, του Δημήτρη Χατζή, του Αρη Αλεξάνδρου, του Αντρέα Φραγκιά αλλά και νεότερων: του Θανάση Βαλτινού, της Ρέας Γαλανάκη, του Μισέλ Φάις κ.ά.
Γιατί επιλέξατε να μελετήσετε τη λογοτεχνική έκφραση του Εμφυλίου;
«Πρώτον, επειδή θεωρώ ότι ο Εμφύλιος είναι η σπορά και η φύτρα των δεκαετιών παρακμής, όχι μόνο πολιτικής βέβαια: γενικευμένη ανομία, θεσμική - εξωθεσμική βία, κιβδηλία, ψέμα, αρπακτικότητα, έξαρση του αντικοινωνικού εγωισμού κτλ. Δεύτερον, γιατί βλέπω στον Εμφύλιο γενικά τον θρίαμβο του θανάτου, την άρνηση του πολιτισμού με την αποχαλίνωση των ενστίκτων της καταστροφής και της κακουργίας. Ας μην ξεχνάμε ότι ο εμφύλιος είναι ολοκληρωτικός πόλεμος. Δεν έχει μέτωπο, δεν έχει “δίκιο”, έστω και τυπικό, δεν αναγνωρίζει ουδετερότητα, ούτε βέβαια κριτική. Περνάει μέσα από κάθε ανθρώπινη κοινότητα και σχέση. Τρίτον, πιστεύω ότι η στρατηγική του Εμφυλίου ως κοινωνική επανάσταση είναι ο θάνατος της επανάστασης. Η σταλινική Γ’ Διεθνής θέλησε την επανάσταση ως γενικευμένο εμφύλιο πόλεμο. Στρατιωτικοποίησε λοιπόν τα κινήματα, επέβαλε την υποταγή στην κομματική εξουσία, την εγκεφαλική ισοπέδωση και τον εγκιβωτισμό των συνειδήσεων. Τα “μέσα” δεν παραμέρισαν απλώς τον σκοπό, αλλά τον υποκατέστησαν. Δεν υπάρχει πια σκοπός, αυτός επαναπατρίστηκε στην ουτοπία».

Λέτε κάπου ότι η λογοτεχνία είναι η μόνη που μπορεί να διαβάσει σωστά την Ιστορία. Αυτό όμως δεν είναι έργο των ιστορικών;
«Οι ιστορικοί διαβάζουν τον Εμφύλιο σε διάφορα επίπεδα. Το ανθρώπινο πεδίο δεν ενδιαφέρει τον ιστορικό. Παράδειγμα, στη δίτομη Ιστορία του Εμφυλίου του καθηγητή Γιώργου Μαργαρίτη δεν υπάρχει τίποτε σχετικό. Τίποτε που να αφορά την ανθρώπινη κατάσταση, τα δράματα, τις συγκρούσεις, τις ενοχές - όλο δηλαδή το εσωτερικό χάος που δημιουργεί ο Εμφύλιος. Αυτό μόνον η λογοτεχνία μπορεί να το κάνει. Γιατί χωρίς αυτήν η καταγραφή των γεγονότων είναι ελλιπής και λιγότερο ενδιαφέρουσα. Ακόμη και όταν ο Μαργαρίτης ασχολείται με έναν λογοτέχνη, τον Θανάση Βαλτινό, το κάνει για να τα βάλει μαζί του επειδή δεν συμφωνεί με τη δική του άποψη για τον Εμφύλιο».

Τον Βαλτινό η Αριστερά τον είχε επικρίνει για τον τρόπο με τον οποίο παρουσίασε τον Εμφύλιο στο μυθιστόρημά του «Ορθοκωστά»…
«Η Ορθοκωστά είναι σπουδαίο έργο, τόσο για τη λογοτεχνία όσο και για την εξέλιξη  της σύγχρονης συνείδησης. Ο Βαλτινός συνδέει τις γενιές του Εμφυλίου με τις επόμενες. Αν διαβάσουμε την Ορθοκωστά πρώτα και μετά την Κάθοδο των εννιά, θα καταλάβουμε καλύτερα το δεύτερο. Θα καταλάβουμε γιατί αυτοί οι νέοι άνθρωποι, οι αντάρτες που κατεβαίνουν προς τη θάλασσα, είναι απομονωμένοι. Γιατί ο λαός τούς αποπέμπει, τους κλείνει τις πόρτες. Πρέπει να τελειώσουν κάποτε τα ψέματα, να πούμε όλη την αλήθεια. Η Αριστερά για να είναι Αριστερά πρέπει να ξεκινήσει από την αλήθεια, δεν μπορεί να παραμένει στους μύθους της, στις κλειστές και απαραβίαστες απόψεις της».

Η Αριστερά σήμερα έχει απελευθερωθεί από το ιδεολογικό εργαλείο της;
«Μπορεί να έχει αποστασιοποιηθεί από την κλασική μαρξιστική προοπτική και στρατηγική, αλλά δεν έχει απελευθερωθεί κατά τα υπόλοιπα, δηλαδή πνευματικά. Υπάρχουν θέματα που η Αριστερά αρνείται να συζητήσει. Και κατασκευάζει εχθρούς σε όσους λένε κάτι άλλο. Ακόμη και σήμερα η αριστερή κριτική είναι δεσμευμένη στον αυτοματισμό που δημιούργησε η αριστερή ιδεολογία. Δεν ψάχνει, δεν συζητεί. Η Αριστερά παραμένει ένα σύστημα κλειστό. Η παράταξη που θέλει να αλλάξει τα πάντα δεν θέλει να αλλάξει τον εαυτό της. Να προσαρμοστεί στον καιρό της. Ακόμη και οι ταγματασφαλίτες κάποτε απολογούνται. Και τίθεται το ερώτημα: ποιος τους βοήθησε να γίνουν ταγματασφαλίτες; Μήπως η μονοπώληση της Αντίστασης από τους εαμικούς έστειλε κάποιους φτωχούς στα Τάγματα Ασφαλείας;».

Γράφετε για τη «δημοκρατικότητα» της βίας. Τι σημαίνει;
«Είναι ένα σχήμα λόγου. Θέλω να τονίσω ότι η βία υπάρχει παντού, είναι ίσως η μοίρα του ανθρώπου. Στον Εμφύλιο είναι η γενίκευσή της και η αποθέωσή της. Πολλοί προσπαθούν και σήμερα να υπάρξει. Να φθάσουμε σε εμφύλια βία το αποκλείω. Αλλά κάποιας μορφής εμφυλιοπολεμική βία βλέπω να καλλιεργείται και να καλύπτεται πολιτικά».

Ποια είναι τα δικά σας εργαλεία στην κριτική;
«Το δικό μου είδος κριτικής κατάγεται από την ερμηνευτική - ιδιαίτερα την κοινωνιοκριτική και τη θεματική, κατά την οποία (δυστυχώς) το νόημα προϋπάρχει. Η δική μου κριτική εξελίσσεται σε μια σύνθεση με την παραγωγή νοήματος του ίδιου του έργου, ιδίως των συνόλων λογοτεχνίας της εποχής μου. Με άλλα λόγια ξεκίνησα από τη μαρξιστική κοινωνιοκριτική, τη λουκατσιανή, που ζητεί στο έργο την αναπαράσταση του κοινωνικού γίγνεσθαι και του συλλογικού φαντασιακού, δηλαδή μια αντανάκλαση της κοινωνικής, ιστορικής πραγματικότητας στο περιεχόμενο του έργου».

Κάτι τέτοιο δεν είναι και ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός;
«Πράγματι, πολύ σύντομα αναγνώρισα ότι αυτή η εξωτερικότητα - το νόημα το δοτό, που έρχεται απ’ έξω - μοιραία οδήγησε στον σοσιαλιστικό ρεαλισμό (κριτικό ρεαλισμό, κατά τον Λούκατς), οδήγησε δηλαδή στην υποταγή του νοήματος στην ιδεολογία και στις εξουσίες, γενικά στο σύστημα κυριαρχίας. Αν όμως η λογοτεχνία είναι κάτι χρηστικό, τότε είναι άχρηστη, δεν έχει ούτε ελευθερία, ούτε αλήθεια (τη δική της), ούτε ομορφιά. Απευθύνεται στον μαζάνθρωπο, τον κανοναρχεί, του πλάθει μια ψευτοσυνείδηση. Ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός δεν ανήκει στη λογοτεχνία αλλά στην παραλογοτεχνία. Υπάρχει, ας πούμε, και ένας “καπιταλιστικός” ρεαλισμός, δηλαδή η μαζική κουλτούρα της κατανάλωσης».

Υπάρχουν σημαντικές αλλαγές στην ελληνική λογοτεχνία μεταπολεμικώς, ως σήμερα;
«Δεν νομίζω. Υπάρχουν νεωτερικές γραφές, υπήρχαν όμως και παλαιότερα. Δεν υπάρχει ένα ρήγμα, μια επανάσταση, κάτι που να ξεχωρίζει. Δεν τη βλέπω και στη νεότερη διεθνή λογοτεχνία. Μεγάλοι λογοτέχνες, όπως ο Φίλιπ Ροθ, παραμένουν σε μια ρεαλιστική γραφή ακόμη και όταν φτιάχνουν φανταστικές ιστορίες - όπως στη Συνωμοσία εναντίον της Αμερικής. Υπάρχουν και οι πρωτοπορίες και θα υπάρχουν πάντα. Το μοντέρνο, η μη ρεαλιστική, μη ιστορική, μη παραδοσιακή γραφή θα εξακολουθήσει να υπάρχει. Από την άλλη μεριά, η λογοτεχνία που περιορίζεται στην αυτοαναφορά περιορίζει τη λογοτεχνία σε έναν μικρό κύκλο και αφήνει το πεδίο ελεύθερο στην τηλεόραση, στην αισθηματική λογοτεχνία, στην παραλογοτεχνία. Ακόμη και στην αστυνομική λογοτεχνία, όπου το μυστήριο έγκειται στην ανακάλυψη του δολοφόνου και όχι στην κατανόηση του κειμένου».

Μήπως πλέον ο κόσμος διαβάζει λιγότερο;
«Η Πολιτεία των Γραμμάτων, όπως έλεγαν παλιά οι Γάλλοι, θα υπάρχει πάντα. Δεν μπορεί όλος ο λαός να ανήκει σε αυτήν· μακάρι να ήταν έτσι, αλλά δεν μπορεί. Ωστόσο η λογοτεχνία δεν χρειάζεται να υψώνει τείχη ανάμεσα στον κόσμο και σε αυτήν».

Ακούγονται φωνές ότι κινδυνεύει ο δυτικός πολιτισμός.
Τις συμμερίζεστε;
«Είμαι πιστός στον πολιτισμό του Διαφωτισμού. Δεν υπάρχει κάτι καλύτερο. Ακόμη και μακρινές λογοτεχνίας, της Ασίας, της Λατινικής Αμερικής, είναι επηρεασμένες από αυτόν. Ο δυτικός πολιτισμός περιέχει αξίες όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, το κράτος δικαίου, που δεν είναι ξεπερασμένες. Δεν μπορεί να είσαι μόνο με αυτά ικανοποιημένος, πρέπει να ζητείς τη διεύρυνσή τους. Περνάνε κρίση οι αξίες του δυτικού πολιτισμού αλλά παραμένουν. Αν εναλλακτική λύση είναι η μουσουλμανική ιδεολογία, τότε η σχέση μας με αυτούς είναι όση η σχέση του ήλιου με το απόλυτο σκοτάδι».

ο κατώτατος κύριος καθηγητής

«Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα παραμένει σε υψηλά επίπεδα και επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας». Η δήλωση αυτή δεν ανήκει σε κάποιον εκπρόσωπο της τρόικας αλλά στο γενικό γραμματέα του υπουργείου Οικονομικών Γιώργο Μέργο.
'Αφωνο άφησε το ακροατήριο της γενικής συνέλευσης της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών ο κ. Μέργος όταν κατά τη διάρκεια ομιλίας του υποστήριξε: «Το μοναδιαίο κόστος εργασίας μειώθηκε στην Ελλάδα, αλλά ο κατώτατος μισθός παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Αυτό πρέπει να το προσέξουμε στην ανάπτυξη», είπε ο κ. Μέργος παρουσιάζοντας διαφάνειες αναφορικά με την πορεία των μεγεθών της οικονομίας μετά την μέχρι τώρα ασκούμενη δημοσιονομική πολιτική. Ο κ. Μέργος υποστήριξε ότι «υπάρχει φως στο τούνελ» επικαλούμενος στοιχεία που δείχνουν τη δημιουργία πλεονάσματος και τη μείωση των ελλειμμάτων.
Αμέσως μετά τη διαφάνεια που έδειχναν τον κατώτατο μισθό σε χώρες του ΟΟΣΑ ο κ. Μέργος υποστήριξε ότι «η ευελιξία στην αγορά εργασίας όπως εφαρμόστηκε στη Βόρεια Ευρώπη μπορεί να αποτελέσει για εμάς εμπειρία αφού δεν επηρεάστηκε η κοινωνική συνοχή». (http://www.express.gr)
Ποιος είναι όμως ο κύριος Καθηγητής που συνεχίζει να μας συμβουλεύει;
Ο Γεώργιος Μέργος είναι Καθηγητής Οικονομικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου διδάσκει από το 1986.
Σπούδασε Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Έχει MSc στην Αγροτική Οικονομική στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και PhD στο Πανεπιστήμιο Stanford των ΗΠΑ στην Εφαρμοσμένη Οικονομική.
  • Εργάστηκε ως Ερευνητής-Οικονομολόγος στην Παγκόσμια Τράπεζα (1983 - 1986).
  • Σύμβουλος στη Γενική Διεύθυνση Ι (Εξωτερικών Υποθέσεων) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε θέματα αναπτυξιακής συνεργασίας, κυρίως σε χώρες της Ασίας, της Ανατολικής Ευρώπης και της τ. ΕΣΣΔ.
  • Mέλος της Επιτροπής Ανταγωνισμού (1991-1995) και Σύμβουλος του Υπουργού Γεωργίας
  • Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών (2004 - 2007).
  • Διετέλεσε Διοικητής του ΙΚΑ (2007-2009).
  • Διετέλεσε, επίσης, Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Συντάξεων του Συμβουλίου της Ευρώπης (5/2009 - 5/2012).
  • Διετέλεσε εκπρόσωπος του δημοσίου στο Δ.Σ. της Alpha Bank [ACBr.AT] (2009-2010) και μέλος του Δ.Σ εισηγμένων εταιρειών.
  • Έχει συνεργασθεί ερευνητικά με το ΙΟΒΕ (1990-1996), συμβουλευτικά με Διεθνείς Οργανισμούς και ως Εμπειρογνώμων με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (DG External Relations), σε θέματα αναπτυξιακής συνεργασίας σε πολλές χώρες (Κίνα, Ινδία, Αίγυπτος, λοιπές χώρες της Νότιας Ασίας, όλες τις χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης και ορισμένες χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης) (1986 - 2000).
  • Γενικός Γραμματέας στο Υπουργείο Οικονομικών (2012-).
Όλοι οι τομείς του κράτους της και της οικονομίας στους οποίους εργάστηκε ο κ.Μέργος, σε ηγετική  θέση ευθύνης ή σε συμβουλευτική  θέση καταγράφουν αποτυχίες, προβλήματα, υστερήσεις , κατάρρευση.
Οι τομείς των κοινοτικών οργάνων ομοίως δεν μπορούν να  είναι υπερήφανοι για τις επιδόσεις τους.

Εμείς ως έλληνες εργαζόμενοι κρινόμαστε για το έργο μας καθημερινά και έχουμε υποστεί τις συνέπειες των λαθών και της ανικανότητας  των κυρίων καθηγητών, των κυβερνόντων και των πράξεων και παραλείψεών μας.
Ο κύριος καθηγητής με ποιο έργο συνεχίζει να παρέχει δημόσια υπηρεσία;
Και ποια οικονομική θεωρία υπηρετεί, όταν ακόμη και σήμερα αναζητά  την ανταγωνιστικότητα στον κατώτατο μισθό - που έχει ήδη ευτελιστεί – και όχι στις διαρθρωτικές αδυναμίες, που καταγράφηκαν και ομολογούνται από το σύνολο του οικονομικού και του πολιτικού κόσμου, εντός και εκτός χώρας; 

Οι άνθρωποι της ΔΗΜ.ΑΡ. στο κράτος

You Pay Your Crisis: Οι άνθρωποι της ΔΗΜ.ΑΡ. στο κράτος

Θα είχε ενδιαφέρον βέβαια να διερευνηθεί η συμμετοχή και η συμβολή των ανθρώπων της αριστεράς - και όχι μόνον της ΔΗΜΑΡ- στις κρατικές θέσεις και υποθέσεις

ΟΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΤΟΥ «ΛΙΤΟΥ ΒΙΟΥ»


ΠΗΓΗ: ΙΣΚΡΑ
 ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΛΑΠΑΒΙΤΣΑ*

Διαβάζω τακτικά δηλώσεις «πνευματικών ανθρώπων», για την ανάγκη να γίνουμε πιο ολιγαρκείς, να καταλάβουμε ότι πέρασε ο καιρός των παχιών αγελάδων, να δεχτούμε ότι θα είμαστε όλοι φτωχότεροι. Συχνά συνοδεύονται από διάφορα δακρύβρεχτα για το τέρας του καταναλωτισμού, την αλλοτρίωση της σύγχρονης ζωής, τη χυδαιότητα της βουλιμίας. Είναι, λένε, προσωπική, οικογενειακή και εν τέλει εθνική ανάγκη να ξαναβρούμε το μετρημένο παρελθόν μας.

Μου θυμίζουν πολύ εκείνα που γράφονται στον επίσημο τύπο από περιώνυμους δημοσιογράφους και πολιτικούς. Ότι πρέπει να φτωχύνουμε για να μην πτωχεύσουμε. Ότι υπήρξε φούσκα στην Ελλάδα την προηγούμενη δεκαετία. Ότι ξεσαλώσαμε και τώρα πληρώνουμε τα επίχειρα. Ότι δεν μπορεί να υπάρχει ευμάρεια με δανεικά. Ότι, ακόμη, ο ‘λιτός βίος’ είναι πηγή ψυχικής ηρεμίας και αρετής.

Που βρέθηκαν όλοι αυτοί οι όψιμοι κοσμοκαλόγεροι;
Πως έζησαν στην Ελλάδα που αφήνουμε πίσω οριστικά;
Πως ζούνε στη φτωχή, τρομαγμένη κι ανάστατη Ελλάδα που αναδύεται;
Τι ακριβώς νομίζουν ότι προσφέρουν με όσα λένε;
Που στοχεύουν;

Μοιάζουν βέβαια πολύ μεταξύ τους, έστω κι αν προέρχονται από διαφορετικά σημεία του πολιτικού φάσματος. Άνθρωποι κατά κανόνα επιτυχημένοι, με καταξίωση και απολαβές πολύ πάνω του μέσου όρου. Άνθρωποι που συμμετείχαν ενεργά στα όσα συνέβησαν στην χώρα μας την προηγούμενη δεκαετία, που ανέπνευσαν τον αφηνιασμένο αέρα των ανώτερων στρωμάτων και που συνεχίζουν να διαμορφώνουν τα πράγματα, διότι φυσικά τίποτε δεν έχει αλλάξει, εκτός από το ότι οι ισχυροί έχουν γίνει ισχυρότεροι.

Που όμως είδαν το ξεσάλωμα της προηγούμενης δεκαετίας για τη μεγάλη πλειονότητα του του ελληνικού λαού;

Για ποια φούσκα ο λόγος;

Η κατανάλωση, για παράδειγμα, παρέμεινε σταθερή ως ποσοστό του ΑΕΠ μέχρι να ξεσπάσει η κρίση, και μετά κατέρρευσε. Ναι, το ποσοστό ήταν υψηλό σε σχέση με άλλες χώρες, αλλά η αιτία ήταν το σχετικά χαμηλό ποσοστό των επενδύσεων, δηλαδή η συνέχιση της αποβιομηχάνισης.

Φταίει όμως η «βουλιμία» των εργαζόμενων, των συνταξιούχων και των αυτοαπασχολούμενων γι’ αυτό;

Δεν φταίει η αστική τάξη, που αντί να στηρίξει την εγχώρια επένδυση, έτρεχε να ανοίξει επιχειρήσεις στα Βαλκάνια κι αλλού;

Δεν υπήρξε καμία φούσκα τη δεκαετία του 2000. Ούτε στις τιμές των ακινήτων, ούτε στις τιμές των μετοχών, ούτε στην κατανάλωση. Αυτό που υπήρξε ήταν η τραγική αποτυχία της χώρας να ενταχθεί επιτυχώς στην ΟΝΕ, που έφερε τεράστια εξωτερικά ελλείμματα και άρα γιγαντιαίο εγχώριο και διεθνή δανεισμό. Για τους πολλούς, το ευρώ σήμαινε αδυναμία αποταμίευσης και επιτακτική ανάγκη δανεισμού. Δεν έχει παρά να κάνει κανείς τη σύγκριση με την εποχή των γονιών του, που αγόραζαν σπίτια με αποταμιευμένες δραχμές. Αν δεν υπήρχε η υψηλή παραγωγικότητα των χωρών της Ασίας που επέτρεψε την εισαγωγή φτηνών προϊόντων πρώτης ανάγκης για τα λαϊκά στρώματα, δεν θα υπήρχε καν η επίφαση της καταναλωτικής άνεσης την προηγούμενη δεκαετία.

Ούτε και υπάρχει σήμερα επιστροφή στο ολιγαρκές του Έλληνα, στον «λιτό βίο» και τα παρόμοια. Φτώχεια υπάρχει, τραγική εξαθλίωση και προϊούσα, αλλά σιωπηλή, ανθρωπιστική κρίση. Περίπου 3,5 εκατομμύρια άνθρωποι το 2011 ήταν επισήμως φτωχοί και τα πράγματα έγιναν χειρότερα το 2012. Μεγάλο ποσοστό ζει σε συνθήκες ακραίας υλικής αποστέρησης. Όσοι δεν το αντιλαμβάνονται, ας κάνουν μιαν επιμορφωτική βόλτα στο Πέραμα. Η φτώχεια και μάλιστα η ξαφνική και βίαιη μετάβαση σ’ αυτήν, μόνο αρετές δεν παράγει. Απόγνωση φέρνει, θυμό, προκατάληψη και τυφλό μίσος.

Όσοι τέλος, νομίζουν ότι η φτώχεια συνιστά εξυγίανση και κάψιμο λίπους, ότι έτσι θα γίνει δυναμική η ελληνική οικονομία και θα προκύψει η ανάπτυξη, δεν έχουν αντιληφθεί ορισμένα από τα βασικότερα μαθήματα των Οικονομικών. Οι χώρες δεν είναι ούτε άτομα, ούτε νοικοκυριά. Το λεγόμενο «συμμάζεμα» που είναι ευεργετικό για ένα νοικοκυριό γιατί φέρει τα έξοδά του στα μέτρα των εσόδων του, είναι δυνάμει καταστροφικό για μια χώρα.

Στις αρχές του 18ου αιώνα ο Μάντεβιλ έγραψε τον Μύθο των Μελισσών, όπου οι μέλισσες δεν έχουν ανησυχίες ηθικής, άρα ξοδεύουν και ζουν με ευμάρεια. Κάποια στιγμή όμως κυριαρχεί η «αρετή» και με αυτήν γίνονται φτωχότερες και δυστυχείς. Στον 20ο αιώνα ο Κέυνς εξέφρασε την ίδια περίπου ιδέα ως το «παράδοξο της φειδούς». Το «συμμάζεμα» για μιαν ολόκληρη χώρα, περιορίζει την κατανάλωση και την επένδυση, άρα μικραίνει την παραγωγή και συνεπώς φέρνει νέα μείωση της κατανάλωσης και της επένδυσης και ούτω καθεξής. Αν σας θυμίζει την Ελλάδα του 2010-13, έχετε απόλυτο δίκιο.

Ποιον ρόλο παίζουν λοιπόν, αυτές οι δηλώσεις;

Στην καλύτερη περίπτωση, από πλευράς «πνευματικών ανθρώπων», δείχνουν αφέλεια και έλλειψη κατανόησης του τι συμβαίνει στην χώρα. Στην χειρότερη, ιδίως από πλευράς προβεβλημένων δημοσιογράφων, δείχνουν απόλυτο κυνισμό. Και οι μεν και οι δε δημιουργούν ενοχές εκεί που δεν υπάρχουν, παροτρύνοντας τους πολλούς να δεχτούν τη μοίρα τους. Φτιάχνουν τον ιδεολογικό μανδύα κάτω από τον οποίο η Ελλάδα οδηγείται στον μαρασμό.

Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2013

Μιλώντας για την λιτότητα

JEREMY TILL_‘’scarcity-contra-austerity’’(Η έλλειψη  ενάντια στη λιτότητα) Σεπτέμβριος 2011 
ΠΗΓΗ: http://places.designobserver.com/feature/scarcity-contra-austerity

Η έλλειψη ενάντια στη λιτότητα

« Ζούμε σε μια εποχή λιτότητας' ή, μάλλον, μας λένε ότι ζούμε σε μια εποχή λιτότητας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλη την Ευρώπη, η λιτότητα παρουσιάζεται ως αναγκαίος περιορισμός, και το μάντρα "περικοπές τώρα, ανάπτυξη αργότερα" επαναλαμβάνεται τόσο σθεναρά, που φαίνεται αναπόφευκτο, με συνέπειες που εκτείνονται από προσωπικές (μικρότερες λίστες αγορών) ως δημόσιες (περικοπές σε μείζονα πολιτικά προγράμματα)... 


…Οι πολιτικοί υποστηρίζουν το αναπόφευκτο και την καθολικότητα της λιτότητας  και ότι είναι απαραίτητη προκειμένου να αποκατασταθεί η οικονομική ισορροπία. Αλλά πολύ συχνά τα προγράμματα λιτότητας λειτουργούν για να αποκρύψουν ισχυρά συστήματα εξουσίας.

Αν ξύσουμε την επιφάνεια θα διαπιστώσουμε ότι αυτό το επιχείρημα του "αναπόφευκτου" υποκρύπτει το βαθύ ιδεολογικό υπογάστριο που οδηγεί και τις δύο πλευρές του Ατλαντικού, σε όλο και μεγαλύτερη κοινωνική ανισότητα και όλο και περισσότερο στην ιδιωτικοποίηση των ζωτικής σημασίας δημόσιων αγαθών. 

Στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις ΗΠΑ, Ισπανία, Ελλάδα, Ιταλία, κλπ. οι πολίτες αναμένεται να υποστούν πιέσεις βραχυπρόθεσμα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η οικονομική διάσωση μακροπρόθεσμα: περικοπές του προϋπολογισμού σήμερα, μας βεβαιώνουν ότι θα παράξουν ανάπτυξη αύριο - και η ανάπτυξη, βέβαια, είναι ο εκ των ων ουκ άνευ όρος της καπιταλιστικής ορθοδοξίας. 

Αλλά εδώ το επιχείρημα γίνεται κατ 'ανάγκην πιο πολύπλοκο: εδώ η πολιτική ιδεολογία της λιτότητας αμφισβητείται από την πραγματική συνθήκη της σπανιότητας. 

Διότι αν καταλαβαίνουμε καλά  η λιτότητα είναι η πολιτική απάντηση του παγκόσμιου Βορρά στην οικονομική κρίση, και ως εκ τούτου ούτε φυσική ούτε αναπόφευκτη είναι , αλλά επιβαλλόμενη. Και αν ως έλλειψη νοείται το πραγματικό φαινόμενο της έλλειψης – η ποσοτική συρρίκνωση των περιορισμένων πόρων - τότε είναι σαφές ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με αδιαπραγμάτευτα όρια στην ανάπτυξη.

Ατέρμονη ανάπτυξη είναι αδύνατη στο πλαίσιο των πεπερασμένων πόρων – ιδιαίτερα όταν οι  επιβλαβείς επιδράσεις της ανάπτυξης στη βιόσφαιρα γίνονται όλο και πιο εμφανείς. Η Ανάπτυξη, ως θεμελιώδης παραδοχή του καπιταλισμού, σκιάζεται λοιπόν από την συνθήκη της έλλειψης. Αυτός είναι ο λόγος που η έλλειψη έχει γίνει το φάντασμα στη γιορτή των νεοκλασικών οικονομικών. 

Παρότι έλλειψη και λιτότητα είναι αναπόφευκτα συνυφασμένες - τα καθεστώτα της λιτότητας προκαλούν πραγματικές ελλείψεις – η λιτότητα δεν είναι το ίδιο με την έλλειψη. Η λιτότητα είναι το αποτέλεσμα των ιδεολογιών του νεο-φιλελευθερισμού, ενώ η έλλειψη είναι συνθήκη υψηλότερου επιπέδου που  κατευθύνει αυτές τις ιδεολογίες, αλλά, επίσης, τις απειλεί. 

Η έλλειψη είναι η κινητήρια δύναμη του καπιταλισμού: η έλλειψη προσφοράς ρυθμίζει την αγορά, η πληθώρα προϊόντων μειώνει την επιθυμία και τον ανταγωνισμό. Ωστόσο, η απλή αναφορά των ορίων - προσφοράς πόρων, δραστηριοτήτων της βιομηχανίας, ελευθερίας των αγορών, κλπ. - υπονομεύει τις προσδοκίες της διαρκούς ανάπτυξης από την οποία εξαρτάται ο ακραίος καπιταλισμός. 

Ως οικονομική παράμετρος, η έλλειψη είναι επομένως πιο περίπλοκη από ό,τι η λιτότητα. Κατά  έναν τρόπο, η έλλειψη είναι πραγματική (τα πράγματα όντως εξαντλούνται). Οι νεοκλασικοί οικονομολόγοι θεώρησαν την φυσικότητα της έλλειψης ως αναπόφευκτη κατάσταση που ωθεί την οικονομική μηχανή.


Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι τα τρόφιμα: υπάρχει αφθονία τροφίμων στον πλανήτη, αλλά ένα μεγάλο μέρος τους σε λάθος μέρος. Ή τουλάχιστον όχι σε μέρη όπου οι άνθρωποι είναι πραγματικά πεινασμένοι. Η αναποτελεσματικότητα των συστημάτων διανομής, η πολιτική των επιδοτήσεων, οι μηχανορραφίες των πολυεθνικών εταιρειών συνεργούν σε τεχνητές  τοπικές ελλείψεις τροφίμων. (Και αν η έλλειψη είναι τεχνητή, η πείνα είναι πραγματική.) 

Πέρα από τη λιτότητα 

Πώς, λοιπόν, θα μπορούσε η κατανόηση της διαφοράς μεταξύ της έλλειψης και της λιτότητας να επιτρέψει ... την ενασχόληση με τις τρέχουσες προκλήσεις; 

Θα μπορούσε να καταγγελθεί το νέο καθεστώς της λιτότητας. Αλλά για τους περισσότερους θα παραμείνει μια ψυχρή οικονομική πραγματικότητα, που επιβάλλουν μακρο-οικονομικές δυνάμεις, και πέρα από τον ατομικό ή και τον πειθαρχικό έλεγχο παραμένουμε στην προσπάθεια να κάνουμε  το ίδιο πράγμα, αλλά με λιγότερα. Και... το λιγότερο είναι πραγματικά λιγότερο. 

Αλλά η έλλειψη είναι ένα άλλο θέμα. Η έλλειψη, πραγματική ή κατασκευασμένη, θα πρέπει να μας εμπνεύσει ώστε να διευρύνουμε το πεδίο της πράξης και να μας επιτρέψει να λειτουργήσουμε πιο δημιουργικά. 

Πώς θα μπορούσε αυτό να συμβεί; Θα έλεγα ότι το πρώτο βήμα για την εμπλοκή στο δίλημμα της έλλειψης είναι να σκεφτούμε πέρα από το αντικείμενο. 

Οι πραγματικές ελλείψεις ορυκτών πρώτων υλών,  ενεργειακών πηγών όπως το πετρέλαιο , και φυσικών πόρων, όπως η ανάπτυξη των δασών υπογραμμίζουν ότι η συνεχής προσθήκη νέων υλικών αργά ή γρήγορα θα πάψει να είναι επιθυμητή ή ακόμα και βιώσιμη επιλογή. Αλλά ταυτόχρονα  αυτό που θα λέγαμε "σκέψη της έλλειψης" ανοίγει νέες δυνατότητες για την αναδιανομή όσων ήδη υπάρχουν. Με την αναδιανομή δεν εννοώ να κάνουμε περισσότερα με λιγότερα , ή να  ανακαινίσουμε αντικείμενα στον κόσμο : υποστηρίζω ένα διαφορετικό είδος δράσης στην οποία η δημιουργικότητα (του σχεδιαστή) εστιάζεται όχι στα αντικείμενα, αλλά και στις διαδικασίες που προηγούνται και ακολουθούν τα αντικείμενα...

Η διαδικασία αυτή κατά την οποία χρησιμοποιούνται πλεονάζοντα υλικά, που διαφορετικά προορίζονται για υγειονομική ταφή ή αποτέφρωση, αποκαλείται «υπερ-χρήση" 

Το Raumlabor, μια κολλεκτίβα στο Βερολίνο (σ.τ.μ. :από αυτές που ενοχλούν τον κ.Δένδια  και τον κ. Σαμαρά, αλλά όχι και την κα Μέρκελ), εργαζόμενη με μαθητές γυμνασίου, κατασκεύασε ένα προσωρινό κτίσμα στον κήπο του νέου κτιρίου του Μουσείου της Zaha Hadid, ως «κολάζ» από παλιά μπουκάλια, πόρτες αυτοκινήτων, φθαρμένα έπιπλα, χρησιμοποιημένα βαρέλια πετρελαίου και πάνελ γυψοσανίδας, που σηματοδοτεί το νόημα της εποχής και  "μιλά για τα αδιέξοδα, τις αλληλεξαρτήσεις και την ανάγκη για πιο ουσιαστική και σκληρή διαπραγμάτευση σχετικά με τα προνόμια στην μελλοντική κοινωνία μας." 


Σε όλα τα εφαρμοσμένα παραδείγματα οι σχεδιαστές ήταν αντιμέτωποι με ελλείψεις - υλικών, τεχνογνωσίας, χρημάτων - αλλά τις κατανόησαν ως ευκαιρίες και όχι εμπόδια. Και σε κάθε περίπτωση έστρεψαν  την προσοχή από το 'έχοντας λιγότερο' στο 'χρησιμοποιώντας τον ευφυή σχεδιασμό να επαναπροσδιορίσουμε  το έργο'. 

Όπου η (αρχιτεκτονική) πράξη επικεντρώνεται στην αποτελεσματική παραγωγή (νέων κτιρίων), η (χωρική) νοημοσύνη αναπτύσσεται για να αναδιανείμει αυτό που είναι ήδη εκεί με τρόπο που να μετριάζει τις επιπτώσεις της έλλειψης. 

Πέρα από την Αειφορία 

Κινούμενη πέρα από την σταθερότητα των αντικειμένων στη δυναμική των διαδικασιών, η "σκέψη της έλλειψης" αρχίζει να ξετυλίγει μερικά από τα παραδεκτά πρότυπα αειφορίας. 

Αρχικά ο 'λόγος' της έλλειψης μπορεί να φαίνεται ότι ταιριάζει απόλυτα με αυτόν της αειφορίας. Αν η έλλειψη ορίζεται στον πυρήνα της ως εξάντληση , τότε η απάντηση της κοινής λογικής είναι η χρήση λιγότερου, που είναι ένας από τους κεντρικούς άξονες της αειφορίας ... Όλα τα κύρια συστήματα από  το Ηνωμένο Βασίλειο ως τη Βόρεια Αμερική, στο μέτρο της αειφορίας  επικεντρώνονται στη χρήση λιγότερου: λιγότερο νερό, λιγότερη ενέργεια, λιγότερη ενσωματωμένη ενέργεια, λιγότερα απόβλητα, κλπ. 

Όλα αυτά φαινομενικά αντιμετωπίζουν τα ζητήματα της έλλειψης, με τη μείωση της πιθανότητας μελλοντικής εξάντλησης. Και στο βαθμό που ο αειφόρος σχεδιασμός μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της εξόρυξης από τη βιόσφαιρα, ευθυγραμμίζονται με τις επιταγές που επιβάλλει η αυξανόμενη έλλειψη πόρων. 

Ωστόσο, ο πιο κοινός ορισμός της αειφορίας, της  Επιτροπής  Bruntland, θέτει την  έλλειψη σε κλοιό, οριοθετώντας την στον περιορισμό: «Αειφόρος ανάπτυξη είναι η ανάπτυξη που ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα των μελλοντικών γενεών να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες» , επομένως η  αειφορία θεωρείται ως διατήρηση όσων έχουμε ήδηόσον αφορά τον τρόπο ζωής και τη συμπεριφορά των καταναλωτών.

Όμως, θα έλεγα ότι η Bruntland πρέπει να διαβάζεται όχι ως ήπια διαβεβαίωση  ότι μπορεί να διατηρηθεί ο τρέχον τρόπος ζωής μας, αλλά μάλλον ως μια σαφής αντίφαση των όρων. Η έλλειψη, ως πρόκληση προς τις παραδοχές της συνεχιζόμενης ανάπτυξης, μας επιτρέπει να επανεκτιμήσουμε μερικές  από τις θεμελιώδεις αρχές της αειφορίας και να υπογραμμίσουμε ότι η ίδια η έννοια «αειφόρος ανάπτυξη» έχει γίνει ένα αδύνατο οξύμωρο. 

Συνεπώς, μπορούμε να δούμε πώς η αειφορία… μετουσιώνει την έλλειψη. Η σκέψη της αειφορίας προϋποθέτει ότι οι ελλείψεις είναι αναπόφευκτες και μπορούν να ποσοτικοποιηθούν, και ότι ο τρόπος για να χειριστεί αυτές τις ελλείψεις είναι μέσα από προγράμματα μείωσης και ελέγχου.

Ο στοχαστής Iain Boal το διατύπωσε με ακρίβεια: "Ξύσε έναν περιβαλλοντολόγο και θα βρείς έναν μαλθουσιανό "- αναφορά στην πρόταση του διαβόητου αιδεσιμότατου Malthus, ότι οι μελλοντικές ελλείψεις τροφίμων μπορεί να είναι διαχειρίσιμες μόνο μέσω του ελέγχου του πληθυσμού, ιδιαίτερα των φτωχών.

Και όπως με τον Μάλθους πριν από δύο αιώνες, η μετουσίωση της έλλειψης σήμερα χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για εξειδικευμένα προγράμματα ελέγχου… π.χ, το γερμανικό  σύστημα Passivhaus ή μείωση του διοξειδίου του άνθρακα ...

Με διάφορους τρόπους, όλες αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές επικεντρώνονται στην τεχνική παραγωγή του δομημένου περιβάλλοντος και, επομένως, στο αντικείμενο, παρά σε ό,τι προηγείται και ακολουθεί το αντικείμενο.

Η πρόταση ότι το αντικείμενο πρέπει να πληροί ένα πρότυπο αειφορίας αποσπά την προσοχή μας από το θεμελιώδες ερώτημα αν το αντικείμενο είναι αναγκαίο κατ' αρχήν.

Προτείνεται, επίσης, ότι οι τεχνικές διορθώσεις είναι οι λύσεις σε προβλήματα (μείωση πόρων και κλιματική αλλαγή) που επέφερε η τεχνολογική πρόοδος. 

Η σκέψη της έλλειψης μας επιτρέπει να επανεκτιμήσουμε και να μεταγράψουμε τις αρχές της σκέψης της αειφορίας . Εάν, όπως υποστηρίχθηκε παραπάνω, η έλλειψη απαιτεί "να κάνουμε τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο" , αντί "να κάνουμε το ίδιο πράγμα με λιγότερα" , τότε ο λόγος της αειφορίας μετατοπίζεται από 'τη μέτρηση και την τεχνική διύλισης του αντικείμενου'  στην 'κατανόηση του αντικειμένου μέσα σε ένα ευρύτερο και πιο σύνθετο δυναμικό σύνολο'.

Ένα παράδειγμα: πολλές μελέτες δείχνουν ότι μετά την εγκατάσταση ενεργειακά αποδοτικών συστημάτων, η χρήση ενέργειας μερικές φορές στην πραγματικότητα αυξάνεται ή τουλάχιστον δεν αποδίδει την αναμενόμενη εξοικονόμηση' αυτό οφείλεται στο « rebound effect », που συμβαίνει όταν οι ένοικοι πιστεύουν ότι η ενέργεια χρησιμοποιείται πιο αποτελεσματικά και έτσι αφήνουν ανοιχτές τις συσκευές, ή ποτέ δεν μαθαίνουν να χρησιμοποιούν απλούς ρυθμιστές και ανοίγουν τα  παράθυρα όταν κάνει ζέστη .

Με τη συγκέντρωση σε μη-ανθρώπινες , τεχνικές πτυχές ενός έργου, πολύ εύκολα μπορεί να παραβλέψουμε τις ανθρώπινες, συμπεριφορικές πτυχές, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι σχεδιαστές θα πρέπει να στρέψουν την προσοχή τους από το σχεδιασμό του κιβωτίου στη χρήση του.

Η σκέψη της έλλειψης μας επιτρέπει επίσης να αποφορτίσουμε μερικές παραδεκτές "αλήθειες" της αειφορίας. Για παράδειγμα, η ιεράρχηση της εξοικονόμησης ενέργειας μέσω της μείωσης των απωλειών θερμότητας επέτρεψε στην βιομηχανία μονώσεων να κυριαρχεί στον σχεδιασμό των κτιρίων και των κατασκευών. Αλλά αν δει κανείς αυτή τη διαδικασία υπό το φως των κατασκευαστικών ελλείψεων, μπορεί να εισάγει στη συνέχεια ερωτήσεις σχετικά με την ιεράρχηση προτεραιοτήτων, π.χ. αμφισβήτηση των κανόνων θερμοκρασίας που θέτουν τους ενεργειακούς στόχους ή αμφισβήτηση της κυριαρχίας των προϊόντων πολυεθνικών εταιρειών, με την επακόλουθη περιθωριοποίηση των περισσότερων τοπικών προμηθευτών. 

Η αειφορία αποκαλύπτεται λοιπόν ότι είναι μια πολιτική συνθήκη κατά την οποία τα όρια, που τίθενται υπό το πρόσχημα της προφανούς αντικειμενικότητας τους, είναι στην πραγματικότητα υποκειμενικά. 

Η Έλλειψη εμπεριέχει μια διπλή συνθήκη: πρώτον ως πραγματικό όριο των πόρων' και δεύτερον ως κοινωνικά κατασκευασμένη συνθήκη, που οδηγεί στην άνιση κατανομή των πόρων.

Κανένα είδος έλλειψης δεν απομακρύνεται σύντομα. Όσο η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη εξακολουθεί να αποτελεί κατευθυντήρια υπόθεση της παγκόσμιας αγοράς, αναπόφευκτα οι πόροι θα λιγοστεύουν, και όσο η αγορά παραμένει η κυρίαρχη δύναμη στην πολιτική, στην ανάπτυξη και στην κατανομή των πόρων, θα γίνεται όλο και πιο άνιση.

Έτσι υποστηρίζω ότι στην επερχόμενη εποχή της έλλειψης, η εστίαση ... πρέπει να μεταστραφεί από το 'χρησιμοποιώντας λιγότερο' , σύμφωνα με τον κανόνα της λιτότητας, 'στην κατανόηση της συνθήκης της έλλειψης' - πού , γιατί και πώς οι πόροι λείπουν - και γι' αυτό να αγωνιζόμαστε  με δημιουργικό τρόπο. 

Μετάφραση- επιλογή αποσπασμάτων δοκιμίου: αεράκι 

Πως μας "σώζει" η κυβερνώσα κεντροαριστερά

Κυριακή, 10 Φεβρουαρίου 2013

του Γιώργου Προκοπάκη*
ΠΗΓΗ: η αριστερή στρουθοκάμηλος
Θαυμάστε αποφασιστικότητα της κεντροαριστεράς. Αμφότεροι οι κεντροαριστεροί πόλοι που μας σώζουν ομού μετά της δεξιάς που δεν έχει τάκτ και δεν τους ρωτάει, παραπέμπουν στο κείμενο σύγκλισης:"Α, δεν παίζω! Δεν τα είχαμε πει αυτά!" Χρυσούλια μου,κι άλλα δεν είχατε πει, όμως τα κάνατε γαργάρα, εκτός κι αν τα είχατε συμφωνήσει για πλάκα. Την ΑΤΕ, παραδείγματος χάριν, τις οριζόντιες μειώσεις, το αναπτυξιακό φορολογικό, για να πούμε μερικά μόνον.
Η ΔΗΜΑΡ καλά θα κάνει να ακούει τους ΠΑΣΟΚους. Ξέρουν αυτοί! 
Άμα λάχει φτιάχνουν μια ΓΣΕΕ στα μέτρα τους (θυμίζω πως την ίδια εποχή του νόμου Αρσένη είχε γίνει το πραξικόπημα - υπήρξε και δικαστική καταδίκη αργότερα, αλλά δεν βαριέσαι) οπότε χειρίζονταν την κατάσταση όπως τους βόλευε: φιλεργατικοί στα χαρτιά και στους νόμους, κυβερνητικός συνδικαλισμός στην πράξη. Άμα λάχει, σκάνε και λάστιχα τρακτέρ! No problem!

Τους είδαμε αμφοτέρους με την απεργία στο Μετρό. Το ΠΑΣΟΚ, πέρα από τους νόμους (που επικαλείται τώρα) βρήκε θαυμάσια την επιστράτευση/επίταξη μιας και δεν κάνει τώρα να εφαρμόζουμε τους άλλους νόμους που μπορεί και να απολύσουν τις διακομματικές πελατείες. Η ΔΗΜΑΡ ήθελε συζήτηση μέχρις ότου βαρεθούν οι πάντες και να διαλυθεί εκ των πραγμάτων η απεργία ή η κοινωνία! 

Τώρα, γιατί ούτε συζήτηση δεν θέλουν, ο θεός κι η ψυχή τους!


Χρειάζεται συζήτηση; Αναμφίβολα. 


Οι φιλολαϊκοί εργατοπατέρες που μας σώζουν ομού μετά της ανανήψασας δεξιάς, ας πουν σ' αυτήν την έρμη κοινωνίαπώς θα προστατευθεί το δικαίωμα στην εργασίαπώς θα προστατευθεί το δικαίωμα του εργοδότη (συγγνώμη, συμβαίνει να έχει κι αυτός δικαιώματα - δεν έχει την αφηρημένη υποχρέωση να φτιάχνει δουλειές για να λένε σαχλαμάρες τα πορτ παρόλ των δικολάβων προέδρων), πώς θα προστατευθεί το δικαίωμα της κοινωνίας στις υπηρεσίες που χρυσοπληρώνει
Μιας και δεν θέλουν να εφαρμόζονται οι "άλλοι" νόμοι, ας πουν πώς θα συνεχίσει να υπάρχει ό,τι έχει μείνει από την οικονομία. Δεν θα το πουν όμως, γιατί πίσω από την φιλεργατική ρητορική τους είναι οι πελατείες τους - αυτές που έχουν κι αυτές που θέλουν να κληρονομήσουν. Είναι υπόδουλοι των πελατειών τους.
Επί της ουσιαστικής ουσίας:
Δεδομένου πως το 95% των ελληνικών επιχειρήσεων απασχολεί κάτω από 10 εργαζομένους, ενώ σωματείο μπορεί να φτιαχτεί με 21 άτομα και πάνω, το σύνολο της δήθεν φιλεργατικής νομοθεσίας αφορά 
(α) τους δημοσίους υπαλλήλους, 
(β) τους εργαζομένους στις ΔΕΚΟ, 
(γ) την ΟΤΟΕ, 
(δ) μερικές χιλιάδες εργαζομένους σε μεγάλες επιχειρήσεις.
Λιγότερους από 400 χιλιάδες ανθρώπους στα 6 εκατ του δυναμικού
Πρέπει να σκαλίσω πολύ τη μνήμη μου για να ανασύρω πραγματική απεργία (όχι τους επαναστατικούς θεατρινισμούς της Χαλυβουργίας) στον ιδιωτικό τομέα. Οι δε απεργίες της...

Μπαγιάτικοι σπόροι ιδεών

που δύσκολα θα καρπίσουν αποτελέσματα

Του Πάνου Τσορμπατζόγλου*, 9.2.2013 ΠΗΓΗ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ

Από το συνέδριο του Economist για την Γεωργική Ανάπτυξη. 

«Πριν από καμιά δεκαριά χρόνια, σε αντίστοιχη εκδήλωση, σ’ αυτήν την αίθουσα, συζητούσαμε με τον κύριο Ευθυμιάδη, άνθρωπο που ασχολείται με τον γεωργικό τομέα, ακριβώς τα ίδια πράγματα». 

Ήταν το πιο χαρακτηριστικό σχόλιο που ακούστηκε στο συνέδριο για την Αγροτική Ανάπτυξη που διοργάνωσε το γνωστό περιοδικό «The Economist» και ανήκει στον κ. Τζανέτο Καραμίχα, πρόεδρο από το 2000 της ΠΑΣΕΓΕΣ, του ανώτατου συνεταιριστικού οργάνου των αγροτών. Τελικά ισχύει το «όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν;».  Στον αγροτικό τομέα, περισσότερο ίσως από άλλους τομείς της οικονομίας, η αλήθεια της πρότασης είναι, σχεδόν, κανόνας. 
  • Η Ελλάδα πρέπει να παράγει προϊόντα μεγάλης προστιθέμενης αξίας.
  • Η παραγωγή ποιοτικών αγροτικών προϊόντων είναι η μόνη διέξοδος στην αδιέξοδη αγροτική μας πολιτική.
  • Οι  αγρότες μας θα πρέπει να πάψουν να στηρίζονται στις επιδοτήσεις, (που τελειώνουν), και να στραφούν σε προϊόντα που τα ζητούν οι αγορές.
  • Θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα για μια στροφή  των εκτατικών καλλιεργειών προς τις εντατικές (πχ αντί για βαμβάκι κηπευτικά).
  • Η αναδιοργάνωση και αναμόρφωση των αγροτικών συνεταιρισμών είναι πρωταρχικής σημασίας για την αναζωογόνηση της υπαίθρου.
  • Η εξυγίανση του κυκλώματος παραγωγή, χονδρική διάθεση, τυποποίηση, λιανική επείγει όσο ποτέ άλλοτε.
  • Οι παρεμβάσεις στον αγροτικό τομέα, μέσω των κοινοτικών προγραμμάτων χρηματοδότησης, θα πρέπει να αποκτήσουν ουσιαστικό χαρακτήρα.
  • Θα πρέπει να καταρτιστεί Εθνικό Κτηματολόγιο, (ή έστω Εθνικό Αγροτικό Κτηματολόγιο), για να οριστούν οι χρήσεις γης που ανήκουν στη γεωργία.
  • Η μικρή (45 στρ.), ανά γεωργική εκμετάλλευση, έκταση γης πρέπει να αυξηθεί ή έστω να αξιοποιηθεί από οικογενειακές καλλιέργειες μεγάλης έντασης εργασίας.
  • Θα πρέπει να προσδιοριστούν οριστικά οι κατ’ επάγγελμα αγρότες από αυτούς που ασκούν ευκαιριακά γεωργία.
  • Η καινοτομία θα πρέπει να μπει στη ζωή του Έλληνα αγρότη.
  • Ο αγροτικός τομέας θα πρέπει να γίνει εξωστρεφής και να αξιοποιήσει τις υπάρχουσες εξαγωγικές δραστηριότης.
  •  Η περιβαλλοντική φροντίδα όπως και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα στη διαδικασία της αγροτικής παραγωγής πρέπει να θεωρείται δεδομένη. κτλ, κτλ, κτλ.

Στη λίστα των παρακάτω διαπιστώσεων προκαλώ όποιον δεν συμφωνεί με τον προηγούμενο ισχυρισμό να βάλλει όποια ημερομηνία θέλει.  Βεβαιώ, χωρίς ενδοιασμούς,  ότι η επικαιρότητα της διαπίστωσης θα είναι το ίδιο αδιαφιλονίκητη. 

Καλά, θα μου πείτε, τόσο απαισιόδοξος απολογισμός παρά την παρουσία τόσων επιφανών προσκεκλημένων του χώρου;  (Θ. Τσαυτάρης, υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Θ. Σκόρδας, υφυπουργός ανάπτυξης, SSmits, υφυπουργός εξωτερικού εμπορίου της Ολλανδίας, HReichenbach, επικεφαλήςtask force στην Ελλάδα, Τζανέτος Καραμίχας, πρόεδρος ΠΑΣΕΓΕΣ, Γ. Σταθάκης, βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ κ.α.), Εντάξει μπορεί να υπερβάλλω κάπως αλλά, βρε αδερφέ, κουράστηκα τόσα χρόνια τα ίδια και τα ίδια.

Ασφαλώς και δεν ισχυρίζομαι ότι οι παραπάνω προτάσεις είναι ελάσσονος σημασίας.  Ούτε ότι  ο ισχυρισμός-πρόταση που ακολουθεί είναι προαπαιτούμενο των όσων (ξανα)ακούστηκαν.  Κάθε άλλο.  Αλλά, πιστεύω ακράδαντα ότι, για μια ακόμη φορά, οι πολλοί επικεντρώθηκαν στο τι, που και πως θα παράξω, (καλλιεργήσω), χωρίς προηγουμένως να έχω εξαντλήσει το που, σε ποιον και με ποιο τρόπο θα το πουλήσω.  Θαρρείς και είμαστε ακόμη στα μέσα του προηγούμενου αιώνα όπου η παραγωγή ήταν το ζητούμενο καθώς η κατανάλωση ήταν δεδομένη από τον στερούμενο τροφίμων, λόγω πολέμου, πληθυσμό της γης.

Κάποιες νύξεις για «υποστηρικτικές δράσεις» προς τον πρωτογενή τομέα έκανε ο υπουργός γεωργίας υπονοώντας έρευνες αγοράς και προωθητικές ενέργειες.   Κάποιοι άλλοι, ερευνητές κυρίως, μίλησαν για την «επισιτιστική ασφάλεια» των τροφίμων, τη νέα προτεραιότητα στη ευρωπαϊκή γεωργική ανάπτυξη, πράγμα που στην παράφραση του σημαίνει μελέτη των αναγκών των καταναλωτών και παραγωγή που θα στοχεύει στην διατροφική αυτάρκεια.

Οι πρώτοι που μίλησαν ανοιχτά για κανόνες ανάπτυξης, μελέτη αγορών, υιοθέτηση προωθητικών δράσεων, καινοτομία και εξειδίκευση αγορών-στόχων, που μίλησαν με άλλα λόγια με τη γλώσσα του σύγχρονου μάρκετινγκ ήταν οι επιχειρηματίες.  Που είναι καιρός η πολιτεία να τους αντιμετωπίσει ως απαραίτητους συνεργάτες στην αναγέννηση και του τομέα της γεωργίας.  Με την απαραίτητη προϋπόθεση του διαχωρισμού των ευκαιριακών διαπλεγμένων «επιχειρηματιών» των επιδοτήσεων και της ρεμούλας, από τους «γενναίους» και ταγμένους στην προκοπή του τόπου και τη δική τους.  Για να ξεχωρίσει με την ευκαιρία μια για πάντα «η ήρα από το στάρι».

* Γεωτεχνικός, πρώην διευθυντικό στέλεχος επιχειρήσεων

«ΤΑΡ εναντίον Nabucco»


 για το φυσικό αέριο της Κασπίας

ΠΗΓΗ: ΗΜΕΡΗΣΙΑ 9/2
«ΤΑΡ εναντίον Nabucco» για το φυσικό αέριο της Κασπίας
Της Μανταλένας Πίου
Αναθερμαίνεται το παιχνίδι των διεθνών αγωγών, καθώς σε πέντε μήνες, τον Ιούνιο, οι Αζέροι θα αποφασίσουν τη διαδρομή μέσω της οποίας θα διοχετεύσουν το φυσικό αέριο της Κασπίας στην Ευρώπη, με τον ΤΑΡ, τον μόνον από τους σχεδιαζόμενους αγωγούς που περνά από ελληνικό έδαφος, να διεκδικεί το χρίσμα με πιθανότητες 50 - 50 να κερδίσει τον ανταγωνιστικό «West Nabucco».. Οι προετοιμασίες για τις τελικές προσφορές, που θα υποβληθούν στις 31 Μαρτίου στο κονσόρτσιουμ Σαχ Ντενίζ ΙΙ, το οποίο αναπτύσσει το ομώνυμο κοίτασμα αερίου στο Αζερμπαϊτζάν, βρίσκονται στο ζενίθ.
Συμφωνία
Στις 13 Φεβρουαρίου υπογράφεται στην Αθήνα διακρατική συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα, την Αλβανία και την Ιταλία, τις τρεις χώρες απ' όπου θα διέρχεται ο ΤΑΡ, σε συνέχεια του τριμερούς Μνημονίου Κατανόησης που είχε υπογραφεί πριν λίγους μήνες στη Νέα Υόρκη. Η συμφωνία αποτελεί έμπρακτη επιβεβαίωση της στήριξης των τριών κυβερνήσεων στο έργο και βασικό προαπαιτούμενο για να δώσει το Αζερμπαϊτζάν το «πράσινο φως».

Ο ΤΑΡ, ο οποίος ξεκινά από την Κομοτηνή, θα εφοδιάζεται με το αζέρικο αέριο από την Τουρκία μέσω του ΤΑΝΑΡ (Τrans Anatolian Pipeline), τον κεντρικό αγωγό, σύμπραξη Τουρκίας - Αζερμπαϊτζάν, που θα μεταφέρει το αέριο εντός Τουρκίας και θα τροφοδοτήσει όποιο σχήμα επιλεγεί.
Εξάλλου, η κοινοπραξία Σαχ Ντενίζ ΙΙ έχει υπογράψει συμφωνία συνεργασίας με τον ΤΑΡ με οψιόν χρηματοδότησης μέρους του έργου και δυνατότητα απόκτησης ως του 50% των μετοχών του, καθώς και συμφωνία μετόχων, που προσδιορίζει πώς οι εταίροι του Σαχ Ντενίζ, δηλαδή η κρατική εταιρεία του Αζερμπαιτζάν Socar, η βρετανική ΒΡ και η γαλλική Total θα συμμετέχουν στη διοίκηση του ΤΑΡ.
Αγωγή
Παρόμοιες συμφωνίες το κονσόρτιουμ έχει υπογράψει και με τον «West Nabucco», τη μικρότερη εκδοχή το παλαιού Ναμπούκο, που από τα τουρκοβουλγαρικά σύνορα θα μεταφέρει αέριο στην Αυστρία.

Aπό τα βασικά πλεονεκτήματα του ΤΑΡ είναι η μικρότερη διαδρομή -800 χλμ., από Ελλάδα και Αλβανία με υποθαλάσσια σύνδεση ως τη Σάντα Φόκα στο «τακούνι» της ιταλικής χερσονήσου- που συνεπάγεται χαμηλότερο κόστος και χαμηλότερα τέλη διέλευσης. Αντίθετα, ο «West Νabucco» πρέπει να καλύψει μία διαδρομή 1.326 χλμ. σε Βουλγαρία, Ρουμανία και Ουγγαρία για να φτάσει στο hub αερίου της Αυστρίας, στο Baumbarten, κοντά στη Βιέννη. Και οι δύο αγωγοί θα έχουν διάμετρο 122 εκατοστά και θα μπορούν να μεταφέρουν από 10 - 11 ως 21 δισ. κ.μ. αερίου ετησίως.
Το ισχυρό χαρτί του Ναμπούκο ήταν η πολιτική στήριξη Βρυξελλών και Ουάσινγκτον. Μετά την αποτυχία όμως του πρότζεκτ να συγκεντρώσει τα απαραίτητα επιχειρηματικό κεφάλαια για την υλοποίηση του αρχικού σχεδίου, που προέβλεπε τη μεταφορά ως 31 δισ. κμ. ετησίως, ο Ναμπούκο άρχισε να χάνει έδαφος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν εξακολουθεί να έχει πολιτική στήριξη.
Οι μέτοχοι του ΤΑΡ
Μέτοχοι του ΤΑΡ είναι η ελβετική AXPO (εξαγόρασε πρόσφατα την EGL) με 42,5%, η νορβηγική Statoil (η οποία μετέχει στο κονσόρτσιουμ Σαχ Ντενίζ ΙΙ) με 42,5% και η γερμανική E-ON με 15%.

Ο ΤΑΡ έχει δηλώσει ότι είναι ανοικτός σε συμμετοχή της ΔΕΠΑ στο πρότζεκτ, κάτι που και η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται να επιδιώκει. Από την άλλη πλευρά δεν εκδήλωσε ποτέ ενδιαφέρον για την εξαγορά της κρατικής εταιρείας αερίου, για την οποία αντιθέτως έχει υποβάλει μη δεσμευτική πρόταση η κρατική εταιρεία του Αζερμπαϊτζάν, η Socar, η οποία είναι βασικός εταίρος στο κονσόρτισιουμ Σαχ Ντενίζ ΙΙ και θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην τελική επιλογή του αγωγού, που θα μεταφέρει το αέριο στην Ευρώπη.

Η δημοκρατία ως παραγωγικό και κοινωνικά αποδοτικό σύστημα


hilary
της Χίλαρι Γουεϊνράιτ

ΠΗΓΗ :  ΑΥΓΗ 
27/01/2013

Το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς διοργάνωσε εκδήλωση με θέμα: "Η απειλή των ιδιωτικοποιήσεων. Στρατηγικές για την υπεράσπιση των δημοσίων αγαθών" με ομιλήτριες την Χίλαρι Γουεϊνράιτ (κοινωνική επιστήμων, αρχισυντάκτρια του ριζοσπαστικού περιοδικού «Red Pepper») και τη Νάντια Βαλαβάνη (βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ), και συντονιστή τον Χάρη Γολέμη (διευθυντής του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς). 
Στόχος της εκδήλωσης να διερευνηθούν οι προϋποθέσεις για μια αποτελεσματική αντίσταση στις ιδιωτικοποιήσεις και το πώς ο λόγος της Αριστεράς υπέρ του δημόσιου χαρακτήρα μιας σειράς αγαθών μπορεί να πείσει ευρύτερα ακροατήρια. 
Παράλληλα, να παρουσιαστούν παραδείγματα αντίστοιχων αγώνων από διάφορα μέρη του κόσμου, όπου αναπτύχθηκαν ισχυρές συμμαχίες ανάμεσα στα συνδικάτα των εργαζομένων στις δημόσιες εταιρείες, στα κοινωνικά κινήματα και στις τοπικές κοινωνίες. 
Δημοσιεύουμε σήμερα ένα άρθρο της Χ. Γουεϊνράιτ για την ανάγκη η δημοκρατία να μη νοηματοδοτείται μόνο με ηθικούς όρους, αλλά και με βάση την «κοινωνική αποδοτικότητα» :

" Εδώ και περίπου μια δεκαετία, όλο και περισσότεροι άνθρωποι που συμμετέχουν σε αγώνες για τη δημοκρατία και την ισότητα παίρνουν σαφείς αποστάσεις από την αντίληψη ότι όλες οι αλλαγές μπορούν να γίνουν μέσω του κράτους και εστιάζονται στη σημασία που έχει για την επίτευξη του μετασχηματισμού η ικανότητα των πολιτών να δημιουργούν τη δική τους δημοκρατική εξουσία, δουλεύοντας με γείτονες, συναδέλφους και ομοϊδεάτες τους.

Αν ρώταγε κανείς σήμερα ανθρώπους που αγωνίζονται για τη σοσιαλιστική αλλαγή σε όλη την Ευρώπη, οι περισσότεροι θα συμφωνούσαν ότι «κατά 80%» η αλλαγή πρέπει να έρθει από την κοινωνία - τους τόπους δουλειάς, τις γειτονιές, τους πολιτιστικούς χώρους. Ο ρόλος των κυβερνήσεων και της τοπικής αυτοδιοίκησης παραμένει βέβαια σημαντικός, για ένα καθοριστικό 20%, όχι όμως για να αποτελέσουν την κινητήρια δύναμη της αλλαγής, τον βασικό δημιουργικό παράγοντα, αλλά, για παράδειγμα, για να χρησιμοποιήσουν τις εξουσίες φορολόγησης και αναδιανομής που διαθέτουν, καθώς και για να προσφέρουν υπηρεσίες και υποδομές που θα στηρίξουν τη δημοκρατική αυτοοργάνωση των πολιτών.

Δεν πρόκειται για μια ρομαντική ουτοπία. Αυτός άλλωστε υπήρξε στο παρελθόν ένας τρόπος αποτελεσματικότατης διοίκησης πολλών πόλεων σε όλο τον κόσμο. 

Προσωπικά, έζησα αυτό το είδος ριζοσπαστικής δημοκρατικής πολιτικής στην πράξη στο Λονδίνο, στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Οι εργάτες οργανώνονταν τότε για να σώσουν τα εργοστάσιά τους από το λουκέτο και να εμποδίσουν τη σπατάλη παραγωγικών ικανοτήτων που αυτό συνεπαγόταν. Το Συμβούλιο του Μείζονος Λονδίνου (Greater London Council, GLC) τους υποστήριξε, μέσω του συμβουλίου δημόσιων επιχειρήσεων - ένα είδος τοπικής δημόσιας τράπεζας- που δημιουργήθηκε για να συμβάλει στην αναγέννηση της πόλης, σε συνεργασία με τα συνδικάτα και την τοπική κοινωνία, με στόχο να σωθούν θέσεις εργασίας αλλά και να δημιουργηθούν νέες μέσω συνεταιρισμών και άλλων μορφών κοινωνικών επιχειρήσεων. 

Παράλληλα, μια τοπική κοινότητα του κέντρου της πόλης αγωνιζόταν για να σώσει την περιοχή της και τη δημόσια πρόσβαση στο κέντρο από τα μεγάλα αναπτυξιακά συμφέροντα. Εκπόνησε ένα σχέδιο για το πώς η γειτονιά θα μπορούσε να αναπτυχθεί προς όφελος όλων και το GLC χρησιμοποίησε τη δικαιοδοσία του για τις χρήσεις γης προκειμένου να αγοράσει την περιοχή και να την παραχωρήσει στη συνέχεια σε ένα καταπίστευμα της κοινότητας. Δεν είναι να απορεί κανείς, λοιπόν, που η κυβέρνηση της Μάργκαρετ Θάτσερ αποκάλεσε «σύγχρονο σοσιαλισμό» αυτή την πολιτική του Συμβουλίου και στη συνέχεια το κατάργησε (υπενθυμίζω ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει γραπτό σύνταγμα και έτσι η εκάστοτε κυβέρνηση μπορεί να καταργήσει ελεύθερα ένα βαθμό αυτοδιοίκησης).

Υπάρχει επίσης το παράδειγμα της Βραζιλίας, όπου πολλοί δήμοι οργάνωσαν τη συστηματική συμμετοχή των πολιτών στις αποφάσεις για τη διάθεση του προϋπολογισμού για νέες επενδύσεις -- ο λεγόμενος συμμετοχικός προϋπολογισμός. Στην Ιταλία, πάλι, και συγκεκριμένα στη Νάπολη, ο δήμος ίδρυσε ένα «υπουργείο δημόσιων αγαθών», το οποίο εργάζεται μαζί με πολίτες για την ενίσχυση του δημοκρατικού ελέγχου και της αποδοτικότητας υπηρεσιών όπως η ύδρευση και η αποκομιδή των απορριμμάτων. 

Όλα αυτά αποτελούν απτά παραδείγματα «παραγωγικής δημοκρατίας», μιας προσέγγισης δηλαδή που δεν θεωρεί τη δημοκρατία επιθυμητή μόνο για ηθικούς λόγους, αλλά και γιατί είναι κοινωνικά αποδοτική, δίνοντας έτσι στην «αποδοτικότητα» ένα ευρύ κοινωνικό περιεχόμενο.

Φυσικά, η ιδέα δεν είναι καινούρια. Πράγματι, ένας τέτοιος οικονομικός, κοινωνικός, και πολιτικός ορισμός της δημοκρατίας βρισκόταν στον πυρήνα των προτάσεων των ρεπουμπλικανών δημοκρατών του 18ου αιώνα, όπως ο Τόμας Πέιν, ο οποίος στο βιβλίο του Τα δικαιώματα του ανθρώπου επέμενε ότι «είναι προς όφελος της κοινωνίας η αξιοποίηση όλων των πόρων της», για να καταλήξει ότι «η κυβέρνηση πρέπει να δομείται με τρόπο που να προωθεί, μέσω μιας σταθερής και ήρεμης λειτουργίας, όλες αυτές τις ικανότητες που εμφανίζονται όταν η λαϊκή συμμετοχή στην πολιτική αλλαγή την ωθεί να αναλάβει δράση». Σήμερα, με τις νέες τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών και τις αυξημένες ικανότητες των ανθρώπων λόγω της μαζικής εκπαίδευσης, έχουμε τα μέσα επικοινωνίας και διαβούλευσης που μπορούν να μας επιτρέψουν να πετύχουμε αυτόν τον στόχο και να βάλουμε όλη την κοινωνία --μέσω των κατάλληλων μορφών συμμετοχής-- να χρησιμοποιήσει για το κοινό καλό την ικανότητά της να επιλύει προβλήματα, να δημιουργεί, να χτίζει, να προγραμματίζει, να σχεδιάζει, να περιθάλπει κ.λπ.

Η υλοποίηση αυτού του οράματος προϋποθέτει το ριζοσπαστικό άνοιγμα των πολιτικών θεσμών

Η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει γίνει πια πολύ στενή, με συνέπεια την εμφάνιση παθογενειών και εκφυλιστικών φαινομένων. Το βάρος που έχει η δημοκρατική εξουσία σε ένα σύστημα που εμπλέκει τις μάζες κάθε τέσσερα ή πέντε χρόνια μόνο και μόνο για να τους δώσει τη δυνατότητα να επιλέξουν -ως ανεξάρτητα άτομα- μεταξύ ομάδων επαγγελματιών πολιτικών, είναι πολύ μικρό σε σχέση με αυτό των εθνικών και διεθνικών επιχειρήσεων και του ελέγχου που αυτές ασκούν στο κράτος. Επιπλέον, μπορεί επισήμως και θεωρητικά οι πολίτες να είναι ίσοι μπροστά στην ψήφο, στην πραγματικότητα όμως είναι συχνά εγκλωβισμένοι σε ποικίλες ανισότιμες κοινωνικές σχέσεις -- ως εργαζόμενοι, γυναίκες, εθνικές μειονότητες, ανάπηροι, γενικότερα άνθρωποι που στερούνται δυνατοτήτων και δικαιωμάτων με πολλούς διαφορετικούς τρόπους κ.λπ.

Πολύ συχνά αυτοί οι πολίτες συναντιούνται και αγωνίζονται, έστω και άτυπα, ενάντια σ’ αυτές τις ανισότητες και την καταπίεση, και επιμένουν να αναζητούν εναλλακτικές λύσεις. Χρειαζόμαστε λοιπόν τρόπους που να κάνουν ορατούς μέσα στο πολιτικό σύστημα και να δίνουν δύναμη σ’ αυτούς τους δημοκρατικούς συλλογικούς αγώνες, καθώς μέσω της ενεργού διεκδίκησης της υλοποίησης των δεσμεύσεων που δόθηκαν στις εκλογές ενισχύουν τη δημοκρατική εντολή που έχουν λάβει τα ριζοσπαστικά κόμματα και ασκούν συνεχή πίεση υπέρ της διαφάνειας και της λογοδοσίας των κυβερνήσεων.

Τέτοιες εμπειρίες έχουν υπάρξει αρκετές σε τοπικό επίπεδο, ενώ τώρα στην Ελλάδα έχετε ξεκινήσει μια παρόμοια προσπάθεια ανάπτυξης μιας «παραγωγικής δημοκρατίας», με τον ΣΥΡΙΖΑ. Μήπως ο επόμενος σταθμός πρέπει να είναι η Ευρώπη;"

μετάφραση: Παναγιώτης Πάντος
Άρθρα της Hilary Wainwright στο www.poulantzas.gr.