Σκληρή η γή και πιο σκληρή η δίκαιη χρεοκοπία

Δημοσιεύθηκε: 21 Ιανουαρίου 2016 - 07:46
Αφήστε τους δρόμους και πιάστε τα χωράφια!

Οι αγρότες ζεσταίνουν τις μηχανές των τρακτέρ και ετοιμάζονται να κλείσουν τους δρόμους για να προασπίσουν το ευνοϊκό καθεστώς που απολαμβάνουν. Όμως, το καλύτερο που θα είχαν να κάνουν είναι κάτι άλλο.
Πριν λίγο καιρό, στη συνέντευξη που παραχώρησε ο πρόεδρος της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Στουρνάραςστον ΣΚΑΪ και στον Αλέξη Παπαχελά ρωτήθηκε για την εισαγωγή του ΕΝΦΙΑ.
Στην απάντησή του, ο κ. διοικητής υπενθύμισε ότι 500 εκατ. ευρώ επρόκειτο να προέλθουν από τη φορολόγηση αγροτεμαχίων και άλλων αγροτικών εκτάσεων, ώστε να αναλογεί ένα μικρό ποσό σε περισσότερους.
Όμως, οι βουλευτές της ΝΔ, π.χ. Τζαμτζής που είναι καλλιεργητής, και του ΠΑΣΟΚ από αγροτικές περιοχές δεν το επέτρεψαν, με αποτέλεσμα το βάρος να πέσει στους ιδιοκτήτες αστικών ακινήτων.
Εξυπακούεται ότι συμπαραστάτες ήταν τα υπόλοιπα κόμματα της τότε αντιπολίτευσης όπως ο ΣΥΡΙΖΑ.
Επρόκειτο για μια αναδιανομή εισοδήματος εις βάρος του αστικού πληθυσμού, που έχει επιβαρυνθεί περισσότερο από την κρίση και την οποία αρκετοί, όπως εμείς, βρίσκουν άδικη, σε αντίθεση με άλλους που τη θεωρούν δίκαιη.
Το παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό και δείχνει την πολιτική δύναμη των 432.000 ατόμων που δηλώνουν αγρότες.
Από αυτούς, λιγότερα από 2.000 άτομα δήλωσαν εισόδημα μεγαλύτερο από 50.000 ευρώ.
Λιγότερα από 11.500 άτομα δήλωσαν εισόδημα μεγαλύτερο από 20.000 ευρώ.
Κοινώς, το 2,7% περίπου όσων δήλωσαν εισόδημα από αγροτικές καλλιέργειες ήταν πάνω από 20.000 ευρώ.
Το 93% δήλωσε εισόδημα μικρότερο των 10.000 ευρώ το 2014.
Δεν θα υπεισέλθουμε στη συζήτηση κατά πόσο τα δηλωθέντα εισοδήματα ανταποκρίνονται στα πραγματικά.
Όμως, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι έτυχαν πολύ καλύτερης φορολογικής μεταχείρισης από τα αντίστοιχα εισοδήματα άλλων, π.χ. των ελεύθερων επαγγελματιών.
Ως γνωστόν, οι τελευταίοι φορολογούνται με συντελεστή 26% από το πρώτο ευρώ ενώ οι αγρότες με συντελεστή 13% και έχουν επιπλέον άλλα αναχώματα, π.χ. κοινοτικές επιδοτήσεις που δεν φορολογούνται μέχρι κάποιο ποσό κ.τ.λ.
Είναι λογικό να κακοφαίνεται σε κάποιον όταν καλείται να πληρώσει περισσότερα σε φόρους εισοδήματος, έστω κι αν είναι 100 με 150 ευρώ τον χρόνο κατά μέσο όρο.
Ιδίως, αν έχει συνηθίσει αλλιώς.
Είναι επίσης λογικό να επιζητά φορολογικές ελαφρύνσεις.
Όταν όμως η χώρα έχει ουσιαστικά χρεοκοπήσει και οι υπόλοιποι έχουν επιβαρυνθεί τόσο πολύ και καλούνται να πληρώσουν ακόμη περισσότερα, δεν είναι δίκαιο και σωστό να διατηρηθεί το ευνοϊκό καθεστώς φορολόγησης που απολαμβάνουν ορισμένες κατηγορίες όπως οι αγρότες.
Κι αυτό γιατί αν δεν συμμετάσχουν στον κυβερνητικό σχεδιασμό για αύξηση των εσόδων, τη νύφη θα πληρώσουν μοιραία οι υπόλοιποι, αφού η προβλεπόμενη μείωση των κρατικών δαπανών είναι αναλογικά μικρή.
Όμως, η ιστορία δεν σταματάει στο φορολογικό αλλά επεκτείνεται στο ασφαλιστικό.
Με έκπληξη πληροφορήθηκαν πολλοί που δεν το γνώριζαν, ότι οι αγρότες πληρώνουν μόλις 940 ευρώ ετησίως για σύνταξη και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Ω γνωστόν, οι υπόλοιποι πληρώνουν χιλιάδες ευρώ κάθε χρόνο, έστω κι αν δηλώνουν το ίδιο εισόδημα με τους αγρότες.
Πρόκειται για άνιση μεταχείριση που δείχνει το μέγεθος της πολιτικής παρέμβασης των αγροτών διαχρονικά. Προφανώς, αυτό το καθεστώς ασφάλισης δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Ασφαλώς θα πρέπει να συζητηθεί ποια θα είναι η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών και πώς θα υπολογίζεται. Όμως, το σημερινό καθεστώς δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Ως γνωστόν, οι αγρότες δεν έχουν τίποτα το ιδιαίτερο να κάνουν το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου και είθισται να το εκμεταλλεύονται.
Αντί να πηγαίνουν στα καφενεία, παίρνουν τα τρακτέρ και κατεβαίνουν στους δρόμους, προκαλώντας ενίοτε προβλήματα στους υπολοίπους και στην εθνική οικονομία.
Φέτος, έχουν πολύ περισσότερους λόγους να το κάνουν, λόγω φορολογικού και ασφαλιστικού.
Όμως, αντί να ακολουθούν την πεπατημένη των διεκδικήσεων με τις ουρές των τρακτέρ, που πολλά αγοράστηκαν με θαλασσοδάνεια της ΑΤΕ στο παρελθόν, θα ήταν καλύτερο να κάνουν κάτι άλλο.
Να αναζητήσουν τρόπους για να αυγατίσει το εισόδημά τους.
Η μετατροπή τους σε επιχειρηματίες που ενώνουν δυνάμεις για την επίτευξη οικονομιών κλίμακας, στρεφόμενοι σε άλλες καλλιέργειες που έχουν μεγαλύτερη ζήτηση στο εξωτερικό κ.τ.λ. είναι ένας από αυτούς.
Ας εγκαταλείψουν λοιπόν τις παλιές πρακτικές και ας στραφούν στην επιχειρηματικότητα.
Dr. Money

Περί φιλελευθερισμού

euro2day.gr
Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος 
ath.papandropoulos@euro2day.gr
Δημοσιεύθηκε: 28 Ιανουαρίου 2016

Η ώρα της φιλελεύθερης ανατροπής

Η Ελλάδα έχει πλέον επείγουσα ανάγκη από έναν νέο πολιτικό λόγο, προσανατολισμένο στα τεχνολογικά και πολιτικά πρότυπα μιας παγκοσμιοποιημένης και ανατρεπτικής εποχής.

Παρά τις λυσσώδεις ιδεολογικές επιθέσεις που δέχεται, ο φιλελευθερισμός είναι κυρίαρχη αντίληψη της εποχής μας. Το γεγονός αυτό αφύπνισε τις δυνάμεις του ζόφου και της βίας, που χρόνια τώρα εκκολάπτονταν στον μεσαιωνικό αραβο-περσικό κόσμο.

Παρ' όλα αυτά, η φιλελεύθερη κουλτούρα, χωρίς να λέει πάντα το όνομά της, διαδίδεται και στηρίζεται, όπως θα έλεγε και ο αείμνηστος Μάρκος Δραγούμης, στο πρωτείο του ατόμου. Στη δυνατότητα, δηλαδή, κάθε ανθρώπου να αυτοολοκληρωθεί και να προκόψει υπό καθεστώς ελευθερίας.

Μία ελευθερία, εξάλλου, η οποία ενισχύεται σήμερα, όπως θα συνεχίσει να ενισχύεται και στο μέλλον, από τεράστια τεχνολογικά ερείσματα, ευνοϊκά προς τη δημιουργία γνώσεων μέσω της παγκοσμιοποίησης των πληροφοριών.

Προδιαγράφεται, έτσι, μία φιλελεύθερη νομοτελειακή πραγματικότητα, η οποία, σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες, κυρίως της Ευρώπης, έχει ήδη προσλάβει και σαφέστατες πολιτικές εκφράσεις ευρύτατου φάσματος.

Ωστόσο, συμβαίνει κάτι περίεργο. Το σχεδόν νομοτελειακό αυτό γεγονός, περισσότερο από τους φιλελεύθερους, έχουν συνειδητοποιήσει οι εχθροί του πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού -δηλαδή οι παλαιοκομμουνιστές, οι τζιχαντιστές, οι ακροδεξιοί, οι απογοητευμένοι του μαοϊσμού, οι σοσιαλχριστιανοί και γενικώς όλοι αυτοί που αντιδρούν σε κάθε φαινόμενο προόδου και παγίωσης ανοικτών κοινωνιών. Πολεμούν δε τον φιλελευθερισμό με τα γνωστά και δοκιμασμένα όπλα του παρελθόντος, αυτά που κατά κόρον χρησιμοποίησαν οι εχθροί των ανοικτών κοινωνιών με στόχο να τις κλείσουν. Τα όπλα αυτά είναι η μυθοπλασία, η μυθολογία των λέξεων, ο ακραίος εθνικισμός, η θρησκοληψία, η πρόκληση φόβου και η γελοία ξύλινη γλώσσα με τις κενές περιεχομένου λέξεις.

Προσφάτως δε, ήλθε να προστεθεί στο οπλοστάσιο αυτό η τυφλή βία του ισλαμοφασισμού.

Στο πλαίσιο αυτό, οι εχθροί της ελευθερίας επιδιώκουν να ενοχοποιήσουν κάθε άτομο που θέλει να σκέπτεται και να συμπεριφέρεται ελεύθερα, κατηγορώντας το ότι είναι «νεο-φιλελεύθερο», υπέρμαχο του «άγριου καπιταλισμού».

Μέσα, λοιπόν, σε αυτό το νέο περιβάλλον ιδεολογικής τρομοκρατίας και θρησκοεθνικιστικής υστερίας, οι λιγοστοί Έλληνες φιλελεύθεροι όχι μόνον έχουν χάσει τη λαλιά τους, αλλά ίσως να αισθάνονται και ενοχές για τις συντριπτικές, αλλά αιματηρές, νίκες που η δημοκρατία, η ελευθερία και η οικονομία της αγοράς πέτυχαν κατά όλων των ολοκληρωτισμών οι οποίοι ταλαιπώρησαν την ανθρωπότητα στη διάρκεια του 20ού αιώνα.

Από την πλευρά της, η ελληνική κεντροδεξιά έχει αποβάλει από το λεξιλόγιό της τη λέξη «φιλελευθερισμός», τελεί υπό πλήρη ιδεολογική σύγχυση και, κάτω από την πίεση των ακροδεξιών στοιχείων τα οποία οργιάζουν στους κόλπους της, βρίσκεται σε χαρακτηριστική αδυναμία να διατυπώσει ένα συγκροτημένο πολιτικό όραμα. Αρκείται, έτσι, σε μία ανούσια περί μεταρρυθμίσεων φιλολογία που, σε μεγάλο βαθμό, δεν ξεπερνά το επίπεδο των ευχολογίων.

Ακόμα χειρότερα, είναι παγιδευμένη από την αριστερή φρασεολογία και τη λαϊκιστική κενολογία των μέσων μαζικής επικοινωνίας, τα οποία είναι σήμερα ο μεγάλος εχθρός του φιλελευθερισμού στην Ελλάδα. Έτσι, χρησιμοποιεί κατά κόρον το λεξιλόγιο των αντιπάλων της και, συνεπώς, είναι χαμένη από χέρι. Χωρίς ιδέες, χωρίς οράματα για τον 21ο αιώνα, χωρίς γνώση των κατακλυσμιαίων αλλαγών που πραγματοποιούνται με επιταχυνόμενους ρυθμούς σε όλα τα επίπεδα της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής των ανεπτυγμένων χωρών, η ελληνική δεξιά αδυνατεί να δώσει μία νέα φιλελεύθερη ερμηνεία στη σημερινή πραγματικότητα και, τελικώς, αυτό ίσως να ήταν το σοβαρότερο λάθος της, ανεξαρτήτως της κρίσης.

Η ελληνική κοινωνία, όμως, στην παρακμιακή και αγκυλωμένη κατάσταση που βρίσκεται σήμερα, δεν έχει ανάγκη από άτολμους μεταρρυθμιστές ή ξεπερασμένους διαχειριστές του στρεβλού παρελθόντος της. Χρειάζεται τολμηρούς ανανεωτές, που θα μπορέσουν να την απογειώσουν και να την εκσυγχρονίσουν. Η -χωρίς ιδέες και πολιτικό λόγο- ελληνική κεντροδεξιά θα πρέπει να καταλάβει ότι το κλασικό παράδειγμα της βιομηχανικής κοινωνίας, η οποία στηριζόταν σε ένα παραγωγικό μοντέλο με υλικούς συντελεστές παραγωγής, σήμερα έχει ξεπεραστεί.

Οι αποδοτικότερες οικονομικές δραστηριότητες του σήμερα και του αύριο θα έχουν ως κεντρικό συντελεστή της οργάνωσής τους την πληροφορία, τη γνώση και την ευφυΐα. Η προστιθέμενη αξία σε πάμπολλες περιπτώσεις δεν παράγεται ούτε από τον χρόνο, ούτε από τον όγκο της εργασίας, αλλά είναι συνάρτηση των δημιουργικών ικανοτήτων του ατόμου. Η σημερινή τεχνογνωσία στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη δημιουργική γνώση και στην υψηλή ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων και δευτερευόντως σε άλλους συντελεστές παραγωγής.

Στις σημερινές συνθήκες, η εργασία, όπως την περιέγραφαν πριν 200 χρόνια ο Άνταμ Σμιθ και ο Καρλ Μαρξ, δεν βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της ανθρώπινης δραστηριότητας. Στον κλάδο της πληροφορικής αντιπροσωπεύει 7% του συνολικού κόστους ενός προϊόντος και στις λοιπές βιομηχανικές δραστηριότητες δεν ξεπερνά, κατά μέσον όρο, το 20%.

Είναι ξεκάθαρο, λοιπόν, ότι στη σύγχρονη φιλελεύθερη οικονομική πραγματικότητα -στην οποία, ζωτικό ρόλο παίζουν οι χρηματοοικονομικές δραστηριότητες- παρατηρείται στον ανεπτυγμένο κόσμο μία συνεχής υποχώρηση της οικονομίας της παραγωγής προς όφελος της οικονομίας της δημιουργίας. Με αποτέλεσμα, οι περισσότερες μορφές παραδοσιακής δραστηριότητας να είναι μηδενικής λειτουργικότητας. Παράλληλα, οι κοινωνικοί δεσμοί επίσης εξελίσσονται με μεγάλη ταχύτητα. Ξεφεύγουν από τις ιεραρχικές δομές και κατευθύνονται προς τη δυναμική του δικτύου.

Στο μέτρο που η οικονομία θα στηρίζεται αποκλειστικά στον νεωτερισμό, και άρα θα έχει ανάγκη από μόνιμες ανταλλαγές ιδεών και πληροφοριών μεταξύ δικτυωμένων πυρήνων εργασίας, τα επικοινωνιακά δίκτυα θα αποκτούν όλο και πιο καθοριστική σημασία. Παράλληλα, θα απαιτούν ανθρώπους ανοικτούς, πολύγλωσσους, δημιουργικούς, με έντονη την αίσθηση της ελευθερίας στις αντιλήψεις και τις συμπεριφορές τους. Οι εργαζόμενοι του σήμερα και του αύριο θα πρέπει να σκέπτονται σαν επιχειρηματίες και να είναι αποφασισμένοι να αλλάξουν επάγγελμα τρεις και τέσσερις φορές στη διάρκεια της καριέρας τους. Θα πρόκειται για μία νέα κατηγορία εργαζομένων, η οποία, από πολιτικής πλευράς, θα είναι αντικειμενικά ελεύθερη.

Έτσι, είναι εκ των ων ουκ άνευ η ύπαρξη στη χώρα μας ενός νέου και φιλελεύθερου πολιτικού πνεύματος, απαλλαγμένου από ενοχές και αγκυλώσεις της τριτοκοσμικής και εθνικιστικής ιδεολογικής τρομοκρατίας. Θα πρέπει δε να θεωρείται βέβαιον ότι αυτή η προοπτική θα συναντήσει πολύ ισχυρές αντιστάσεις και λυσσώδη πόλεμο από όλους αυτούς που θέλουν την ελληνική κοινωνία μίζερη και ανελεύθερη.

Κυβερνήσεις Συνεργασίας στην Ελλάδα

Πηγή: http://www.sansimera.gr/articles/481
Από αριστερά: Χ. Φλωράκης, Α. Παπανδρέου, Ξ. Ζολώτας, Κ. Μητσοτάκης (1989)

Από αριστερά: Χ. Φλωράκης, Α. Παπανδρέου, Ξ. Ζολώτας, Κ. Μητσοτάκης (1989)

Μετρημένες στα δάχτυλα των δύο χεριών είναι οι κυβερνήσεις συνεργασίας στην ιστορική διαδρομή της Νεώτερης Ελλάδας. Οι αιτίες πολλές: Καχεκτική δημοκρατία, έλλειψη κουλτούρας συνεννόησης και διαλόγου, παρουσία προσωποκεντρικών κομμάτων και εκλογικοί νόμοι που ευνοούν τον σχηματισμό ισχυρών μονοκομματικών κυβερνήσεων. Κύριο χαρακτηριστικό των κυβερνήσεων συνεργασίας, ο βραχύς βίος τους.

Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Κανάρη

Η πρώτη κυβέρνηση συνεργασίας στην Ελλάδα σχηματίστηκε στις 22 Μαΐου1877, με πρωθυπουργό τον γηραιό ναύαρχο Κωνσταντίνο Κανάρη και υπό την πίεση της κοινής γνώμης, η οποία ανησυχούσε για την τύχη των υπόδουλων Ελλήνων στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που βρισκόταν σε πόλεμο με τη Ρωσία.  Ο προκάτοχος του Κανάρη, Αλέξανδρος Κουμουνδούροςαδυνατούσε να κυβερνήσει, επειδή αρκετά συχνά έχανε την εμπιστοσύνη της Βουλής. Η κυβέρνηση Κανάρη ονομάστηκε Οικουμενική (πρώτη χρήση αυτού του όρου) και σ' αυτή συμμετείχαν όλες οι σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες της εποχής: Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, Χαρίλαος ΤρικούπηςΘεόδωρος ΔηλιγιάννηςΕπαμεινώνδας Δεληγεώργης και Θρασύβουλος Ζαΐμης.

Η σύμπηξη της οικουμενικής κυβέρνησης έλυσε το πρόβλημα της κυβερνητικής αστάθειας, αλλά άφησε άλυτο το πρόβλημα της ακολουθητέας πολιτικής. Ο Κουμουνδούρος ήθελε την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, ενώ ο Δεληγεώργης ευνοούσε την πολιτική των οικονομικών περιστολών. Ο θάνατος του Κανάρη στις 2 Σεπτεμβρίου 1877 άφησε ακέφαλη την οικουμενική κυβέρνηση, η οποία πορεύτηκε μέχρι τη διάλυσή της στις 11 Ιανουαρίου 1878 με την εναλλαγή των μελών της στην πρωθυπουργία. Αυτή την περίοδο σημαντικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα έπαιξε ο βασιλιάς Γεώργιος Α'.

Κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη

Οι εκλογές της 7ης Νοεμβρίου 1926 δεν ανέδειξαν αυτοδύναμη κυβέρνηση, λόγω της απλής αναλογικής. Τα τέσσερα πρώτα κόμματα (δύο βενιζελικά και δυο αντιβενιζελικά) αποφάσισαν να συνεργαστούν για τη δημιουργία βιώσιμου κυβερνητικού σχήματος. Στις 4 Δεκεμβρίου 1926 σχηματίστηκε οικουμενική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη. Το ΚΚΕ στην πρώτη του κοινοβουλευτική παρουσία ανέλαβε ουσιαστικά τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ο σχηματικής της κυβέρνησης συνεργασίας γέννησε ελπίδες ότι η πολιτική και κοινωνική ζωή της θα εισέλθει σε περίοδο ομαλότητας, σε μία περίοδο που είχαν σωρευτεί πολλά και δυσεπίλυτα προβλήματα από τη μικρασιατική καταστροφή. Όμως, από την πρώτη μέρα της λειτουργίας της άρχισαν οι τριβές, που κορυφώθηκαν με την αποχώρηση των υπουργών του Λαϊκού Κόμματος, λόγω διαφωνιών σε θέματα οικονομικής πολιτικής και τελικά την πτώση της στις 17 Αυγούστου 1927. Πρόλαβε, πάντως, να θέσει σε εφαρμογή στις 3 Ιουνίου 1927, το νέο Σύνταγμα, το οποίο χαρακτηρίστηκε ως το αρτιότερο και προοδευτικότερο από τα έως τότε ελληνικά Συντάγματα.

Κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου

Γεώργιος Παπανδρέου (1944)

Αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τη ναζιστική Γερμανία σχηματίστηκε κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου (18 Οκτωβρίου 1944). Στην κυβέρνηση συμμετείχαν και εκπρόσωποι του ΕΑΜ, στο οποίο κυριαρχούσε το ΚΚΕ. Η απαίτηση του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου για αποστράτευση των αντιστασιακών οργανώσεων ΕΑΜ και ΕΔΕΣ προκάλεσε την αντίδραση του ΕΑΜ, το οποίο απέσυρε τους υπουργούς του από την κυβέρνηση εθνικής ενότητας (28 Νοεμβρίου 1944). Τα αιματηρά Δεκεμβριανά, που ακολούθησαν, προκάλεσαν την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου στις 3 Ιανουαρίου 1945.

Κυβέρνηση Παναγιώτη Πουλίτσα

Η κυβέρνηση Πουλίτσα

Οι πρώτες μεταπολεμικές εκλογές έγιναν στις 31 Μαρτίου 1946 με την αποχή του ΚΚΕ και των «Αριστερών Φιλελευθέρων». Την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στη Βουλή απέσπασε η «Ηνωμένη Παράταξις Εθνικοφρόνων», ένας συνασπισμός δεξιών κομμάτων με επικεφαλής το «Λαϊκό Κόμμα» του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη. Λόγω της εκκρεμότητας του δημοψηφίσματος για το πολιτειακό, η ηγεσία των «Λαϊκών» επέλεξε τη λύση του σχηματισμού κυβέρνησης ευρύτερου συνασπισμού, με επικεφαλής τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Επικρατείας, Παναγιώτη Πουλίτσα, και τη συμμετοχή πολιτικών του Κέντρου, όπως του Γεωργίου Παπανδρέου, του Σοφοκλή Βενιζέλου και του Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Η κυβέρνηση Πουλίτσα ορκίστηκε στις 4 Απριλίου 1946 και άντεξε μόνο δύο εβδομάδες, εξαιτίας διαφωνιών στους κόλπους της για τον πολιτικό χειρισμό του χρόνου του δημοψηφίσματος.

Κυβέρνηση Δημητρίου Μάξιμου

Μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Τσαλδάρη, στις 24 Ιανουαρίου 1947, ορκίζεται ως εξωκοινοβουλευτικός πρωθυπουργός, ο τραπεζίτης Δημήτριος Μάξιμος, ηγούμενος κυβέρνησης συνασπισμού, που περιλάμβανε όλα τα κόμματα της Βουλής, σε μια προσπάθεια των Αμερικανών να συσπειρώσουν τον αστικό πολιτικό κόσμο, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κομμουνιστική απειλή.

Ήταν η λεγόμενη Επτακέφαλος Κυβέρνησις, με αντιπροέδρους τον Κωνσταντίνο Τσαλδάρη (τέως πρωθυπουργό) και τον Σοφοκλή Βενιζέλο. Στα διάφορα υπουργεία ορκίστηκαν οι Γεώργιος Παπανδρέου (Εσωτερικών), Στυλιανός Γονατάς (Δημοσίων Έργων), Παναγιώτης Κανελλόπουλος (Ναυτικών), Ναπολέων Ζέρβας (Δημοσίας Τάξεως) και Κωνσταντίνος Καραμανλής(Εργασίας). Κατά τη διάρκεια της ολιγόμηνης θητείας της, η Βρετανία ανακοίνωσε την αποχώρηση των στρατευμάτων από την Ελλάδα (15 Φεβρουαρίου) και ο αμερικανός πρόεδρος Χάρι Τρούμαν εξήγγειλε το περίφημο Δόγμα του (12 Μαρτίου). Η δυσαρέσκεια των Αμερικανών για την αποτυχία των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων του Εθνικού Στρατού εναντίον των ανταρτών του ΔΣΕ  προκάλεσαν την πτώση της κυβέρνησης Μάξιμου στις 29 Αυγούστου1947.

Κυβέρνηση Θεμιστοκλή Σοφούλη / Αλέξανδρου Διομήδη

Η κυβέρνηση Αλέξανδρου Διομήδη

Την κυβέρνηση Μάξιμου ακολούθησε η βραχύβια κυβέρνηση Τσαλδάρη, η οποία παρέμεινε στην εξουσία έως την 7η Σεπτεμβρίου 1947, οπότε την εξουσία ανέλαβε ο γηραιός κεντρώος πολιτικός Θεμιστοκλής Σοφούλης, ηγούμενος κυβέρνησης συνεργασίας «Λαϊκών» και «Φιλελευθέρων». Στόχος του νέου κυβερνητικού σχήματος, που παρέμεινε στην εξουσία έως τις 6 Ιανουαρίου 1950 και είχε τις ευλογίες των Αμερικανών, η εφαρμογή του Δόγματος Τρούμαν και η συντριβή της κομμουνιστικής ανταρσίας. Μετά τον θάνατο του Σοφούλη (24 Ιουνίου 1949), την πρωθυπουργία ανέλαβε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Αλέξανδρος Διομήδης.

Κυβέρνηση Σοφοκλή Βενιζέλου

Οι πρώτες μετεμφυλιακές εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950 δεν έδωσαν αυτοδύναμη κυβέρνηση, λόγω της απλής αναλογικής που εφαρμόστηκε. Ο κεντρώος Σοφοκλής Βενιζέλος ηγήθηκε συμμαχικής κυβερνήσεως μεταξύ του Λαϊκού Κόμματος και κεντρώων πολιτικών, η οποία παρέμεινε στην εξουσία για λιγότερο από ένα μήνα (23 Μαρτίου – 15 Απριλίου 1950) και παραιτήθηκε κατόπιν επιμονής των Αμερικανών. Μέχρι τις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου1951 ακολούθησαν κυβερνήσεις συνεργασίας μεταξύ κεντρώων κομμάτων κατά βάση, με πρωθυπουργούς τους Νικόλαο Πλαστήρα και Σοφοκλή Βενιζέλο.

Κυβέρνηση Νικόλαου Πλαστήρα

Οι εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951 δεν έδωσαν αυτοδυναμία σε κάποιο κόμμα, λόγω της απλής αναλογικής, που εφαρμόστηκε και πάλι. Πρώτευσε ο δεξιός «Ελληνικός Συναγερμός» του Αλέξανδρου Παπάγου με 114 έδρες και ακολούθησαν δύο κεντρώοι σχηματισμοί, η ΕΠΕΚ (74 έδρες) και το Κόμμα των Φιλελευθέρων (57 έδρες). Τα δύο κεντρώα κόμματα συγκέντρωσαν οριακά την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή και σχημάτισαν κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Νικόλαο Πλαστήρα. Η κυβέρνηση θα καταρρεύσει στις 10 Οκτωβρίου 1952 με την παραίτηση του Πλαστήρα, λόγω σοβαρών διαφωνιών στους κόλπους της για τα «μέτρα ειρήνευσης», αλλά και την υπονόμευσή της από το δεξιό παρακράτος. Κατά τη διάρκεια της θητείας της, η Ελλάδα εισήλθε στο ΝΑΤΟ, διεξήχθη η Δίκη των Αεροπόρων και εκτελέσθηκε ο κομμουνιστής ηγέτης Νίκος Μπελογιάννης. Η κυβέρνηση Πλαστήρα έλαβε μέτρα για την οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας, με έργα υποδομής, εθνικοποιήσεις, κοινωνικές παροχές, διανομή γης στους ακτήμονες και ψήφο στις γυναίκες.

Κυβέρνηση Ιωάννη Παρασκευόπουλου

Η πολιτική ανωμαλία της λεγόμενης «Αποστασίας» (Ιούλιος 1965 - Δεκέμβριος 1966) τερματίστηκε με τη συμφωνία των ηγετών της Ένωσης Κέντρου, Γεωργίου Παπανδρέου και της ΕΡΕΠαναγιώτη Κανελλόπουλου, για τον σχηματικό μεταβατικής κυβέρνησης μεταξύ των δύο κομμάτων που θα οδηγούσε τη χώρα σε εκλογές. Έτσι, στις 22 Δεκεμβρίου 1966, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ανέθεσε την εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως στον τραπεζίτη Ιωάννη Παρασκευόπουλο. Στις 3 Απριλίου 1967 η ΕΡΕ ήρε την εμπιστοσύνη της προς τη μεταβατική κυβέρνηση Παρασκευόπουλου. Την πρωθυπουργία ανέλαβε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο οποίος ανετράπη από τους πραξικοπηματίες της 21ης Απριλίου.

Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή

Η πρώτη κυβέρνηση που προέκυψε μετά την πτώση της Χούντας (23 Ιουλίου1974) με πρωθυπουργό των Κωνσταντίνο Καραμανλή, ονομάστηκε Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Σ' αυτή συμμετείχαν πολιτικοί από την προδικτατορική ΕΡΕ και Ένωση Κέντρου, καθώς και προσωπικότητες, που αναδείχτηκαν μέσα από τον αντιδικτατορικό αγώνα. Ο βίος της τερματίσθηκε στις 17 Νοεμβρίου, όταν έγιναν οι πρώτες εκλογές μετά την μεταπολίτευση, τις οποίες κέρδισε πανηγυρικά η Νέα Δημοκρατία.

Κυβέρνηση Τζαννή Τζαννετάκη

Από αριστερά: Λ. Κύρκος, Κ. Μητσοτάκης, Χ. Σαρτζετάκης, Χ. Φλωράκης

Στις εκλογές της 18ης Ιουνίου 1989, η Νέα Δημοκρατία, παρότι λαμβάνει κοντά στο 45% των ψήφων, δεν κατορθώνει να εξασφαλίσει την αυτοδυναμία, εξαιτίας του εκλογικού νόμου που ψήφισε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και προσέγγιζε την απλή αναλογική. Η χώρα συγκλονιζόταν από το σκάνδαλο Κοσκωτά, που άγγιζε τον πυρήνα της Παπανδρεϊκής εξουσίας. Το αίτημα για κάθαρση ήταν παλλαϊκή απαίτηση. Με πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και των ηγετών της Αριστεράς, Χαρίλαου Φλωράκη και Λεωνίδα Κύρκου, σχηματίζεται κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του ενιαίου, τότε, Συνασπισμού. Το νέο κυβερνητικό σχήμα υπό τον Τζαννή Τζαννετάκη είναι βραχύβιο κι έχει διπλό στόχο: τη δρομολόγηση των διαδικασιών της Κάθαρσης και την προετοιμασία αδιάβλητων εκλογών βάσει του ισχύοντος εκλογικού νόμου. Πράγματι, ο Ανδρέας Παπανδρέου παραπέμπεται στο Ειδικό Δικαστήριο για την Υπόθεση Κοσκωτά με απόφαση της Βουλής, η οποία παραβλέπει τη σύσταση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ότι «οι πρωθυπουργοί πηγαίνουν στα σπίτια τους».

Κυβέρνηση Ξενοφώντα Ζολώτα

Η συγκυβέρνηση ΝΔ - Συνασπισμού λαμβάνει τέλος στις 7 Οκτωβρίου, αφού ολοκληρώνει το έργο των παραπομπών. Προκηρύσσονται εκλογές για τις 5 Νοεμβρίου 1989, αλλά και πάλι δεν προκύπτει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Μετά τις αποτυχημένες διερευνητικές εντολές σχηματίζεται οικουμενική κυβέρνηση υπό την υπέργηρο οικονομολόγο Ξενοφώντα Ζολώτα. Έκπληκτος ο κόσμος πληροφορείται ότι ο «αρχάγγελος της κάθαρσης» Μητσοτάκης συνεργάζεται με τον «κλέφτη» Παπανδρέου. Η αξιοπιστία των πολιτικών δέχεται ισχυρό πλήγμα, ενώ αποδεικνύεται ότι η κάθαρση ήταν απλά ένα πολιτικό εύρημα, με στόχο την αξιοποίηση των λαθών και των σκανδάλων του ΠΑΣΟΚ από την φιλελευθερο-κομμουνιστική συμμαχία!

Το νέο κυβερνητικό σχήμα υπονομεύει εξ αρχής ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, προκειμένου να στηρίξει τη θέση του ότι τα σχήματα συνεργασίας ήταν αναποτελεσματικά και ότι απαιτείτο η αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας. Η οικουμενική καταρρέει, όταν αποτυγχάνει να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίαςκαι προκηρύσσονται νέες εκλογές για τις 8 Απριλίου 1990. Η Νέα Δημοκρατία και πάλι δεν κατακτά την αυτοδυναμία και χρειάζεται η προσχώρηση του μοναδικού βουλευτή της ΔΗΑΝΑ, Θεόδωρου Κατσίκη, για να σχηματιστεί ο μαγικός αριθμός 151, που έδινε την πολυπόθητη αυτοδυναμία στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.

Κυβέρνηση Λουκά Παπαδήμου

Από αριστερά: Γ. Καρατζαφέρης, Α. Σαμαράς, Λ. Παπαδήμος, Γ. Παπανδρέου

Στις 11 Νοεμβρίου 2011 σχηματίστηκε κυβέρνηση ευρείας αποδοχής υπό τον τραπεζίτη Λουκά Παπαδήμο, μετά την παραίτηση του πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου και της κυβέρνησής του. Ήταν τρικομματική και την αποτελούσαν στελέχη από το κυβερνόν ΠΑΣΟΚ (που διέθετε την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή), τη Νέα Δημοκρατία, που ήταν αξιωματική αντιπολίτευση και το ΛΑΟΣ, τέταρτο κόμμα σε κοινοβουλευτική δύναμη.

Η νέα κυβέρνηση, που θεωρήθηκε μεταβατική, είχε ως σκοπό την επίτευξη των στόχων που προέβλεπαν οι συμφωνίες της Συνόδου Κορυφής των ηγετών της Ευρωζώνης της 26ης Οκτωβρίου 2011, την εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής που συνδεόταν με τις αποφάσεις αυτές και τη διεξαγωγή εκλογών στις αρχές του επόμενου χρόνου, έπειτα από την ολοκλήρωση των απαραίτητων διεργασιών. Στις 9 Φεβρουαρίου 2012 το ΛΑΟΣ αποχώρησε από το κυβερνητικό σχήμα, το οποίο συνέχισε τη λειτουργία του με την υποστήριξη ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.

Κατά τη διάρκεια της θητείας της κυβέρνησης Παπαδήμου ψηφίστηκε το Μνημόνιο αρ. 2 και «κουρεύτηκε» το ελληνικό χρέος. Επίσης, δόθηκε στη χώρα μας η περίφημη 6η δόση της δανειακής σύμβασης. Η απειλή για τη μη καταβολή της από το δίδυμο Μέρκελ και Σαρκοζί, αν ο έλληνας πρωθυπουργός πραγματοποιούσε την «απειλή» του για διεξαγωγή δημοψηφίσματος σχετικά με το ευρώ, είχε προκαλέσει εσωκομματικές εντάσεις στο ΠΑΣΟΚ και την κατάρρευση της κυβέρνησης Παπανδρέου. Η κυβέρνηση Παπαδήμου διενήργησε και τις εκλογές της 6 Μαΐου 2012, που δεν έδωσαν αυτοδυναμία σε κανένα κόμμα. Παραιτήθηκε στις 17 Μαΐου 2012 και τη διαδέχθηκε υπηρεσιακή κυβέρνηση υπό τον πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, Παναγιώτη Πικραμμένο.

Κυβέρνηση Αντώνη Σαμαρά

Κυβέρνηση Αλέξη Τσίπρα

Περί Πηγών...

είναι ο πόλεμος και είναι πραγματικός



Η Προσφυγική Κρίση υπενθυμίζει Ευρώπη ότι υπάρχει ένας πραγματικός πόλεμος στη Συρία
13 Σεπτεμβρίου, 2015
Alessandro Bruno http://www.geopoliticalmonitor.com


Οι πρόσφυγες δεν είναι το πρόβλημα: είναι ο πόλεμος . Αν ο πόλεμος στη Συρία δεν σταματήσει, η ροή των προσφύγων απλώς θα συνεχιστεί. Το κύμα των προσφύγων, με τη δραματική εικόνα των δεκάδων χιλιάδων Σύρων που προσπαθούν να φθάσουν στη Γερμανία από την Ουγγαρία, είναι ένα φαινόμενο που μέχρι πρόσφατα συγχέεται, ίσως εσκεμμένα, με τη μαζική μετανάστευση. Υπάρχει μια σημαντική διαφορά: οι μεταναστεύσεις συνήθως προκαλούνται από τον οικονομικο ή τον κοινωνικό αποκλεισμό. Αυτό που συμβαίνει τώρα στην Ευρώπη είναι η αναπόφευκτη συνέπεια των ανεπίλυτων κρίσεων στη Συρία, το Ιράκ, τη Λιβύη, την Υεμένη και το Αφγανιστάν, που σχετίζονται με την κατάρρευση αυτών των χωρών, αποτέλεσμα των πολέμων για τους οποίους η Δύση φέρει μεγάλη ευθύνη.

Πολλοί από τους πρόσφυγες από τη Συρία είναι Κούρδοι. Οι περισσότεροι δραπετεύουν από το Ayn al-Arab, που βρίσκεται κοντά στα σύνορα Συρίας-Τουρκίας. Το Kobane είναι μια άλλη εστία. Και τα δύο δέχθηκαν επίθεση ή πολιορκία από το Ισλαμικό Κράτος, που προσπαθεί να εξασφαλίσει έναν «διάδρομο» μεταξύ της περιοχής που ελέγχει και του τουρκικού εδάφους, ως πηγή νέων στρατολογήσεων και έξοδο για το πετρέλαιο που εξάγεται από τα εδάφη της Συρίας. 

Πρόσφατα, η Τουρκία έχει αλλάξει στρατηγική για τους πρόσφυγες, που τώρα θέλει να απομακρύνει. Η Τουρκία έχει αποκλείσει τους Κούρδους μαχητές του Peshmerga στο Ιράκ, που θέλουν να βοηθήσουν τους κατοίκους του Kobane να υπερασπιστούν την πόλη, πράγμα που συνεπάγεται de facto, αν όχι de jure, συμπαιγνία μεταξύ Άγκυρας και Ισλαμικού Κράτους. 

Εν τω μεταξύ, η πλειοψηφία των προσφύγων που έχουν αποκλειστεί στην Ουγγαρία είναι Σύροι και ενώ η βαρβαρότητα του ισλαμικού κράτους τους εξανάγκασε να αναζητήσουν καταφύγιο στην Ευρώπη, η επιμονή των Δυτικών κυβερνήσεων στην άρνηση να συμβιβαστούν με την συριακή κυβέρνηση του Μπασάρ αλ-Άσαντ, αντί να απαιτούν την κατάρρευσή της, παρατείνει τη διάρκεια της Συριακής κρίσης.

Όσο η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει την συριακή εισροή ως πρόβλημα ποσοστώσεων για τα κράτη μέλη της, πολλά από τα οποία απορρόφησαν δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες από άλλους πολέμους και ταραγμένες περιοχές, φαίνεται να αγνοεί τις βασικές αιτίες αυτής της δυστυχίας. 

Ωμά, η αιτία είναι μια Μέση Ανατολή σε αποσταθεροποίηση, κατάσταση για την οποία η Δύση έχει το δικό της μερίδιο ευθύνης (Αφγανιστάν, Ιράκ, Συρία), με την συμβολή της στην άνοδο ομάδων που αντιμάχονται για λογαριασμό περιφερειακών παικτών, όπως η Τουρκία, το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα. Οι τελευταίοι έχουν υποστηρίξει αντάρτες διάφορων τύπων, με όπλα και χρήματα, αντί να ενθαρρύνουν την οικοδόμηση της ειρήνης και κάποιου είδους διαπραγμάτευση ειρήνης με τη Συρία, η οποία να περιλαμβάνει και όχι να αποκλείει τη σημερινή κυβέρνηση. 

Οι εικόνες του Aylan, του μικρού αγοριού που βρέθηκε νεκρό στην τουρκική ακτή, φαίνεται πως έχουν ξαφνικά αφυπνίσει τον κόσμο, σαν να μην είχαν ήδη πεθάνει δεκάδες χιλιάδες παιδιά στη Συρία στη διάρκεια των τεσσεράμισι χρόνων πολέμου. Και τι να πούμε για τους θανάτους στο Ιράκ από το 2003; Εν τω μεταξύ, η Μέση Ανατολή απειλεί να εκραγεί, παράγοντας πρόσφυγες , όχι εκατοντάδες χιλιάδες, αλλά δεκάδες εκατομμύρια, που απειλούν την ίδια την επιβίωση της Ευρώπης και του κόσμου.

Μια ψυχρότερη και πιο αναλυτική προσέγγιση για το πρόβλημα των προσφύγων της Συρίας αποκαλύπτει ότι η βαλκανική οδός, που οδηγεί στην κρίσιμη ουγγρική πύλη, δεν είναι ούτε ενός έτους. Όπως η οδός της Αφρικής, που έχει τη Λιβύη ως τελικό προορισμό, πριν από το θαλάσσιο ταξίδι προς τη Μάλτα και την Ιταλία, η βαλκανική οδός έχει γίνει πολυσύχναστη σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. 

Ο πόλεμος στη Συρία ξέσπασε το 2011 και μετατράπηκε γρήγορα σε έναν έμμεσο πόλεμο μεταξύ των κρατών της περιοχής. 

Η Δύση ενθάρρυνε την εισροή ξένων μαχητών από τα τουρκικά σύνορα, σε προφανή συμφωνία με τους σουνίτες συμμάχους της - Τουρκία, Σαουδική Αραβία και Κατάρ - για την ανατροπή της κυβέρνησης Άσαντ, όμως στη συνέχεια η άνοδος του Ισλαμικού Κράτους της υπενθυμίζει την τρέλα αυτής της πολιτικής . 

Η εσκεμμένη αποσταθεροποίηση του καθεστώτος Άσαντ ήταν μπούμερανγκ, που δημιούργησε φανατικούς και πρόσφυγες - και δεν χρειάζεται πολύ να εμφανιστούν οι φανατικοί ως πρόσφυγες, να περάσουν τα σύνορα και να φέρουν στην Ευρώπη μια γεύση αποσταθεροποίησης. 

Η Δύση διδάχτηκε λίγα από την εμπειρία με τους Μουτζαχεντίν, που οι Ηνωμένες Πολιτείες εξόπλησαν και οργάνωσαν για να πολεμήσουν τον Κόκκινο Στρατό στο Αφγανιστάν. 

Η άνοδος του Ισλαμικού Κράτους μόνο στο βόρειο Ιράκ δημιούργησε πάνω από 200.000 πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένων των χριστιανών και των Yazidis. 

Τώρα υπάρχουν δύο εκατομμύρια πρόσφυγες από τη Συρία στην Τουρκία και ένα εκατομμύριο στο Λίβανο, που ήδη απασχολούνταν με την δική του ευαίσθητη πολιτική και εθνική ισορροπία. 

Ένα εκατομμύριο Σύριοι διέσχισαν τα σύνορα προς την Ιορδανία - μια χώρα χωρίς πολλούς πόρους - προσθέτοντας σημαντική πολιτική πίεση στο Βασίλειο. 

Η Ευρώπη άρχισε να απορροφά περισσότερους πρόσφυγες, καθώς η αρχικά γενναιόδωρη φιλοξενία της Τουρκίας αποδείχθηκε στρατηγική κίνηση , για να διευκολύνει την εξάλειψη του Άσαντ και των συμμάχων του. Ωστόσο, ο Άσαντ και το κυριαρχούμενο από τον Αλάουι κόμμα Μπάαθ είναι ακόμα εκεί και μετά την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν η κατάρρευση του καθεστώτος φαίνεται μάλλον απίθανη. 

Το κύριο ενδιαφέρον της Τουρκίας τώρα είναι λιγότερο να αναχαιτίσει το Χαλιφάτο και περισσότερο να επιβραδύνει την αυξανόμενη κουρδική παλίρροια, λίγο έξω από τα σύνορα, που απειλεί να υποκινήσει τον κουρδικό εθνικισμό στο εσωτερικό της.

Πράγματι, η πολιτική της Άγκυρας προς το Ισλαμικό Κράτος είναι στην καλύτερη περίπτωση διφορούμενη. Ήταν απρόθυμη να αμφισβητήσει τους αυτοαποκαλούμενους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους και διευκόλυνε την ανάπτυξή τους, ενθαρρύνοντας - ή αγνοώντας ηθελημένα - την είσοδο μαχητών στη Συρία και το Ιράκ μέσω των συνόρων της. 

Αυτό σίγουρα επέτρεψε την συνέχιση και επέκταση του πολέμου. Επιπλέον, ο Πρόεδρος Ερντογάν και το Κόμμα ΑΚΡ, το οποίο έχει ήδη υποστεί πλήγμα χάνοντας την κοινοβουλευτική του πλειοψηφία, αντιμετωπίζουν ένα αβέβαιο πολιτικό μέλλον, καθώς οι Τούρκοι ετοιμάζονται να ψηφίσουν και πάλι αυτό το φθινόπωρο, με τα κουρδικά κόμματα να αναμένεται να κερδίσουν ακόμα περισσότερες ψήφους από τις εκλογές της περασμένης άνοιξης. 

Η Τουρκία έχει πολλά προβλήματα στο εσωτερικό της και δεν προτίθεται να αντιμετωπίσει το Ισλαμικό Κράτος με σκοπό να σταματήσει τον πόλεμο στη Συρία, εκτός εάν μπορεί να νικήσει τον πραγματικό εχθρό της, το κουρδικό ΡΚΚ, την παραστρατιωτική οργάνωση που στοχεύει στο ανεξάρτητο κράτος του Κουρδιστάν.

Η ξαφνική ροή προσφύγων προς την Ευρώπη μπορεί να θεωρηθεί ως αντίδραση της Τουρκίας -παρότι η Τουρκία είναι σημαντικό μέλος του ΝΑΤΟ- γιατί «πείστηκε» να φιλοξενήσει τα drones και τα μαχητικά αεροσκάφη των ΗΠΑ στη βάση του Ιντσιρλίκ . Μέχρι πέρσι η Τουρκία κατάφερνε να κρατήσει τα σύνορά της κλειστά, για την αποτροπή του μεγάλου κύματος μετανάστευσης προς την Ευρώπη, που επέτρεψε την κρίση των προσφύγων να φθάσει στο σημερινό σημείο. Επειδή η Τουρκία δεν χρειάζεται πλέον τους Σύρους, τους άφησε να προχωρήσουν στην Ελλάδα. Είναι πολύ πρόσφατο φαινόμενο οι νέοι πρόσφυγες από τη Συρία να αποφεύγουν τελείως τα ελληνοτουρκικά σύνορα, προτιμώντας το σύντομο πέρασμα προς το ελληνικό νησί της Κω. 

Αυτό ίσως έχει αρχίσει να πείθει κάποιους στην κυβέρνηση Ομπάμα - ο ίδιος ο Ομπάμα μπορεί να είχε φτάσει σε αυτό το συμπέρασμα νωρίτερα - ότι η Συρία δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί, δηλαδή να αντιμετωπίσει το κύμα των τζιχαντιστών - χωρίς τη στήριξη του ισχύοντος καθεστώτος, που κυβέρνησε τη χώρα για δεκαετίες. 

Μεταξύ λαθών εκτίμησης, ασαφειών, αντιφάσεων και ξαφνικών αλλαγών πολιτικής, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει τώρα να ξεκαθαρίσουν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, στην οποία οι μετανάστες είναι ο τελευταίος κρίκος μιας αλυσίδας γεωπολιτικών λαθών, που έγιναν σε υψηλό επίπεδο από την έναρξη της συριακής εξέγερσης, τον Μάρτιο του 2011.

[Μετάφραση: αεράκι]

Η σκοπιμότητα του γερμανικού "λιταρχισμού"

Παντελής Μπουκάλας ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ

Αναζητώντας τη χαμένη δημοκρατία

Καθημερινή,ΠΟΛΙΤΙΚΗ 

Για να εξηγηθεί η γερμανική αδιαλλαξία, στη γενικότερη εκδήλωσή της ή προσωποποιημένη στο δίδυμο Μέρκελ - Σόιμπλε, έχουν γίνει πολλές υποθέσεις. Ελληνες και ξένοι (και Γερμανοί ανάμεσά τους) πιθανολογούν, μαντεύουν, θυμούνται, συσχετίζουν, για να φτάσουν σε κάποιο συμπέρασμα. Και εννοώ κάποιο συμπέρασμα πολιτικά βαθύτερο και εντιμότερο και ιστορικά περισσότερο ενήμερο απ’ ό,τι το σενάριο «γονιδιακής ευθύνης», που, αν κρίνουμε από τα σχόλια στον διεθνή Τύπο και τις αναρτήσεις στο Διαδίκτυο, απολαμβάνει πανευρωπαϊκή δημοτικότητα. Σύμφωνα με το σενάριο αυτό, που χρησιμοποιεί τη φόρμουλα με την κωδική ονομασία «Τέταρτο Ράιχ», οι «μοιραίοι» Γερμανοί είναι τάχα ταγμένοι να κατακερματίζουν την Ευρώπη ανά δύο ή τρεις γενιές, για να καθαρίζουν όσα εμπόδια απειλούν την ηγεμονία τους, χρησιμοποιώντας άλλοτε τη βία των όπλων και άλλοτε τη βία του χρήματος. Το γνωστό απλουστευτικό λογοπαίγνιο με τα τανκς και τις «μπανκς», που το χρησιμοποίησε και ο κ. Βαρουφάκης, μετρ των λαθών και των αυτοδιαψεύσεων.

“Μake the economy scream”

Published on
by

We Are All Greeks Now

The poor and the working class in the United States know what it is to be Greek. They know underemployment and unemployment. They know life without a pension. They know existence on a few dollars a day. They know gas and electricity being turned off because of unpaid bills. They know the crippling weight of debt. They know being sick and unable to afford medical care. They know the state seizing their meager assets, a process known in the United States as “civil asset forfeiture,” which has permitted American police agencies to confiscate more than $3 billion in cash and property. They know the profound despair and abandonment that come when schools, libraries, neighborhood health clinics, day care services, roads, bridges, public buildings and assistance programs are neglected or closed. They know the financial elites’ hijacking of democratic institutions to impose widespread misery in the name of austerity. They, like the Greeks, know what it is to be abandoned.
The Greeks and the U.S. working poor endure the same deprivations because they are being assaulted by the same system—corporate capitalism. There are no internal constraints on corporate capitalism. And the few external constraints that existed have been removed. Corporate capitalism, manipulating the world’s most powerful financial institutions, including the Eurogroup, the World Bank, the International Monetary Fund and the Federal Reserve, does what it is designed to do: It turns everything, including human beings and the natural world, into commodities to be exploited until exhaustion or collapse. In the extraction process, labor unions are broken, regulatory agencies are gutted, laws are written by corporate lobbyists to legalize fraud and empower global monopolies, and public utilities are privatized. Secret trade agreements—which even elected officials who view the documents are not allowed to speak about—empower corporate oligarchs to amass even greater power and accrue even greater profits at the expense of workers. To swell its profits, corporate capitalism plunders, represses and drives into bankruptcy individuals, cities, states and governments. It ultimately demolishes the structures and markets that make capitalism possible. But this is of little consolation for those who endure its evil. By the time it slays itself it will have left untold human misery in its wake.
The Greek government kneels before the bankers of Europe begging for mercy because it knows that if it leaves the eurozone, the international banking system will do to Greece what it did to the socialist government of Salvador Allende in 1973 in Chile; it will, as Richard Nixon promised to do in Chile, “make the economy scream.” The bankers will destroy Greece. If this means the Greeks can no longer get medicine—Greece owes European drug makers 1 billion euros—so be it. If this means food shortages—Greece imports thousands of tons of food from Europe a year—so be it. If this means oil and gas shortages—Greece imports 99 percent of its oil and gas—so be it. The bankers will carry out economic warfare until the current Greek government is ousted and corporate political puppets are back in control.
Human life is of no concern to corporate capitalists. The suffering of the Greeks, like the suffering of ordinary Americans, is very good for the profit margins of financial institutions such as Goldman Sachs. It was, after all, Goldman Sachs—which shoved subprime mortgages down the throats of families it knew could never pay the loans back, sold the subprime mortgages as investments to pension funds and then bet against them—that orchestrated complex financial agreements with Greece, many of them secret. These agreements doubled the debt Greece owes under derivative deals and allowed the old Greek government to mask its real debt to keep borrowing. And when Greece imploded, Goldman Sachs headed out the door with suitcases full of cash.
The system of unfettered capitalism is designed to callously extract money from the most vulnerable and funnel it upward to the elites. This is seen in the mounting fines and fees used to cover shortfalls in city and state budgets. Corporate capitalism seeks to privatize all aspects of government service, from education to intelligence gathering. The U.S. Postal Service appears to be next. Parents already must pay hundreds of dollars for their public-school children to take school buses, go to music or art classes and participate in sports or other activities. Fire departments, ambulance services, the national parks system are all slated to become fodder for corporate profit. It is the death of the civil society.
Criminal justice is primarily about revenue streams for city and state governments in the United States rather than about justice or rehabilitation. The poor are arrested and finedfor minor infractions in Ferguson, Mo., and elsewhere; for not mowing their lawns; for putting their feet on seats of New York City subway cars. If they cannot pay the fines, as many cannot, they go to jail. In jail they are often charged room and board. And if they can’t pay this new bill they go to jail again. It is a game of circular and never-ending extortion of the poor. Fines that are unpaid accrue interest and generate warrants for arrest. Poor people often end up owing thousands of dollars for parking or traffic violations.
Fascist and communist firing squads sometimes charged the victim’s family for the bullets used in the execution. In corporate capitalism, too, the abusers extract payment; often the money goes to private corporations that carry out probation services or prison and jail administration. The cost of being shot with a stun gun ($26) or of probation services ($35 to $100 a month) or of an electronic ankle bracelet ($11 a month) is vacuumed out of the pockets of the poor. And all this is happening in what will one day be seen as the good times. Wait until the financial house of cards collapses again—what is happening in China is not a good sign—and Wall Street runs for cover. Then America will become Greece on steroids.
“We are a nation that has turned its welfare system into a criminal system,” write Karen Dolan and Jodi L. Carr in an Institute for Policy Studies report titled “The Poor Get Prison.”“We criminalize life-sustaining activities of people too poor to afford shelter. We incarcerate more people than any other nation in the world. And we institute policies that virtually bar them for life from participating in society once they have done their time. We have allowed the resurgence of debtors’ prisons. We’ve created a second-tier public education system for poor children and black and Latino children that disproportionally criminalizes their behavior and sets them early onto the path of incarceration and lack of access to assistance and opportunity.”
The corporate dismantling of civil society is nearly complete in Greece. It is far advanced in the United States. We, like the Greeks, are undergoing a political war waged by the world’s oligarchs. No one elected them. They ignore public opinion. And, as in Greece, if a government defies the international banking community it is targeted for execution. The banks do not play by the rules of democracy. 
Our politicians are corporate employees. And if you get dewy-eyed about the possibility of the U.S. having its first woman president, remember that it was Hillary Clinton’s husband who decimated manufacturing jobs with the 1994 North American Free Trade Agreement and then went on to destroy welfare with the Personal Responsibility and Work Opportunity Reconciliation Act of 1996, which halted federal cash aid programs and imposed time-limited, restrictive state block grants. Under President Bill Clinton, most welfare recipients—and 70 percent of those recipients were children—were dropped from the rolls. The prison-industrial complex exploded in size as its private corporations swallowed up surplus, unemployed labor, making $40,000 or more a year from each person held in a cage. The population of federal and state prisons combined rose by 673,000 under Clinton. He, along with Ronald Reagan, set the foundations for the Greecification of the United States.
The destruction of Greece, like the destruction of America, by the big banks and financial firms is not, as the bankers claim, about austerity or imposing rational expenditures or balanced budgets. It is not about responsible or good government. It is a vicious form of class warfare. It is profoundly anti-democratic. It is about forming nations of impoverished, disempowered serfs and a rapacious elite of all-powerful corporate oligarchs, backed by the most sophisticated security and surveillance apparatus in human history and a militarized police that shoots unarmed citizens with reckless abandon. The laws and rules it imposes on the poor are, as Barbara Ehrenreich has written, little more than “organized sadism.”   
Corporate profit is God. It does not matter who suffers. In Greece 40 percent of children live in poverty, there is a 25 percent unemployment rate and the unemployment figure for those between the ages of 15 and 24 is nearly 50 percent. And it will only get worse.
The economic and political ideology that convinced us that organized human behavior should be determined by the dictates of the global marketplace was a con game. We were the suckers. The promised prosperity from trickle-down economics and the free market instead concentrated wealth among a few and destroyed the working and the middle classes along with all vestiges of democracy. Corrupt governments, ignoring the common good and the consent of the governed, abetted this pillage. The fossil fuel industry was licensed to ravage the ecosystem, threatening the viability of the human species, while being handed lavish government subsidies. None of this makes sense.
The mandarins that maintain this system cannot respond rationally in our time of crisis. They are trained only to make the system of exploitation work. They are blinded by their insatiable greed and neoliberal ideology, which posits that controlling inflation, privatizing public assets and removing trade barriers are the sole economic priorities. They are steering us over a cliff.
We will not return to a rational economy or restore democracy until these global speculators are stripped of power. This will happen only if the streets of major cities in Europe and the United States are convulsed with mass protests. The tyranny of these financial elites knows no limits. They will impose ever greater suffering and repression until we submit or revolt. I prefer the latter. But we don’t have much time.
Chris Hedges writes a regular column for Truthdig.com. Hedges graduated from Harvard Divinity School and was for nearly two decades a foreign correspondent for The New York Times. He is the author of many books, including: War Is A Force That Gives Us Meaning,What Every Person Should Know About War, and American Fascists: The Christian Right and the War on America.  His most recent book is Empire of Illusion: The End of Literacy and the Triumph of Spectacle.
και του λόγου το αληθές: 






Η απεικόνιση είναι από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ