... ´´ Η αντιπολίτευση κατηγορούσε τον Τρικούπη ότι ήταν ο αίτιος της πτώχευσης και ο τελευταίος διατεινόταν ότι αυτός παρέλαβε μια οικονομία πτωχευμένη! Η Αυλή, για δικούς της λόγους, ήταν κι αυτή εχθρική εναντίον του Τρικούπη. Μία κίνηση του τελευταίου για φορολογία των οικοδομών –σε αναπλήρωση των εσόδων από τα καταργηθέντα διαπύλια τέλη– υπήρξε η αφορμή πρόκλησης λαϊκών επεισοδίων, με τελικό αποτέλεσμα την παραίτηση του Τρικούπη (12/1/1895).
Η διαδεχθείσα νέα, υπό τον Θ. Δεληγιάννη, κυβέρνηση, αντιμετωπίζουσα τις δυσκολίες των συνεχών συσκέψεων με τους αντιπροσώπους των ξένων ομολογιούχων, προσέφυγε στον έμπειρο για τέτοιες υποθέσεις τραπεζίτη Σ. Στρέιτ, διοικητή της Εθνικής Τράπεζας, ο οποίος και πέτυχε (18/2/1897) συμφωνία η οποία, ωστόσο, δεν πρόφτασε να εγκριθεί από τις επιτροπές λόγω κήρυξης του Ελληνοτουρκικού Πολέμου (4/16-4-1897). Ο πόλεμος ήταν η λύση του προβλήματος και η συμφωνία με τον Στρέιτ ήταν περιττή. Κοινό μυστικό ήταν ότι οι Τούρκοι είχαν ενθαρρυνθεί από τους Γερμανούς για πολεμική σύρραξη με την Ελλάδα, γιατί απώτερος σκοπός τους ήταν η ικανοποίηση των Γερμανών ομολογιούχων με την επιβολή στη χώρα μας του οικονομικού ελέγχου. Ο έλεγχος εξυπηρετούσε όχι μόνο τα οικονομικά, αλλά και τα πολιτικά σχέδια όλων των Μεγάλων Δυνάμεων.
Ο οικονομικός και πολιτικός έλεγχος
Και πραγματικά, μετά την ήττα της χώρας και την υπογραφή –με τον τουρκικό στρατό στη Λαμία, 200 χλμ. από την Αθήνα– της προκαταρκτικής Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης (6/18-9-1897) από την Τουρκία και τις Μεγάλες Δυνάμεις, οι οποίες αντιπροσώπευαν και την (απούσα) Ελλάδα, που με διακοίνωσή της από 10/5/97 επέτρεπε στις Μεγάλες Δυνάμεις «άνευ όρων τη φροντίδα των συμφερόντων της», έδιναν λύσεις στα… δικά τους με την Ελλάδα προβλήματα που προέρχονταν από την κηρυχθείσα πτώχευση. Επιπλέον πετύχαιναν μία ακόμα ευκαιρία για ένα γενικότερο πολιτικό έλεγχο…
Έτσι, στο άρθρο 2 της εν λόγω Συνθήκης αναφερόταν ότι: 1) Η Ελλάς θα καταβάλει στην Τουρκία αποζημίωση 4 εκατ. τουρκικές λίρες. 2) Ο σχετικός προς ταχεία απότιση της αποζημίωσης κανονισμός θα γίνει με τη συναίνεση των Δυνάμεων, με τρόπο ώστε να μην θιγούν τα κεκτημένα δικαιώματα των παλαιών δανειστών της Ελλάδος. 3) Για το σκοπό αυτό θα ιδρυθεί στην Αθήνα Διεθνής Επιτροπή που θα απαρτίζεται από τους αντιπροσώπους των μεσολαβουσών Δυνάμεων. 4) Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να επιτύχει την ψήφιση νόμου που προηγουμένως θα έχειεγκριθεί από τις Μεγάλες Δυνάμεις, που θα κανονίζει τη λειτουργία της Επιτροπής και δυνάμει αυτού «η είσπραξις και διάθεσις προσόδων επαρκών διά την υπηρεσίαν του δανείου της αποζημιώσεως και των άλλων εθνικών χρεών θέλουσι τεθή υπό τον απόλυτον έλεγχον της προρρηθείσης Επιτροπής».
Η ειρήνευση βρήκε πρωθυπουργό τον πολεμοχαρή Ράλλη, αλλά ευτυχώς για την υλοποίηση της Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης κλήθηκε μία άλλη κυβέρνηση υπό τον συντηρητικό Ζαΐμη που ως υπουργό των Οικονομικών όρισε τον έμπειρο Σ. Στρέιτ, διοικητή της Εθνικής Τράπεζας, ο οποίος, όπως ήδη αναφέραμε, είχε ασχοληθεί με το θέμα του συμβιβασμού και είχε επιτύχει συμφωνία.
Οι συνομιλίες άρχισαν αμέσως και σε ένα τρίμηνο (21/1/1898) ολοκληρώθηκαν. Παρά τις ακραίες θέσεις των Γερμανών, η ευνοϊκή διάθεση των Άγγλων και των Ιταλών –και ιδιαίτερα του Άγγλου εκπροσώπου φιλέλληνα Εδουάρδου Λω– και η ύπαρξη ως πρωθυπουργού του Ζαΐμη και υπουργού των Οικονομικών του Σ. Στρέιτ συνετέλεσαν, ώστε να επιτευχθεί τελικά σχέδιο, το οποίο κατά τον Ανδρεάδη ήταν πολύ ευνοϊκότερο απ’ αυτό που αναμενόταν το Σεπτέμβριο του 1897. Αναφέρει ο Ανδρεάδης ότι ο Στρέιτ και ο πρωθυπουργός Αλ. Ζαΐμης «επέτυχαν πολλά εφαρμόσαντες πολιτικήν απολύτου ειλικρινείας και κατακτήσαντες ούτω την εμπιστοσύνη των Δυνάμεων».
Οι όροι της Συμφωνίας
Η Επιτροπή του Ελέγχου αποτελούνταν από αντιπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων. Η επωνυμία της Επιτροπής ως «Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου» –όρος «όζων δουλείας»– αντικαταστάθηκε αργότερα με τον όρο «Διεθνής Οικονομική Επιτροπή» (ΔΟΕ). Στη ΔΟΕ παραχωρήθηκαν οι πρόσοδοι ορισμένων μονοπωλίων –άλας, τελωνεία, κ.λπ.– με πρόβλεψη ετησίων εσόδων 39,6 εκατ. δρχ. και, σε περίπτωση ανεπάρκειας, συμπληρωματικά και άλλα τελωνεία, με έσοδα 7,2 εκατ. δρχ. Η διαχείριση των εσόδων ανατέθηκε στην Εταιρεία Μονοπωλίων που προϋπήρχε από τη διαχείριση των προσόδων του δανείου του 1887.
Το ονομαστικό κεφάλαιο των δανείων διατηρήθηκε στο ακέραιο, ενώ στους τόκους υπήρξε μια κάποια ρύθμιση ανάλογα με το δάνειο: 43% και 32% του αρχικού τόκου, που τελικά όλα αυτά δεν ίσχυσαν, γιατί στα προσεχή χρόνια υπήρξαν μεγαλύτερα έσοδα που κάλυψαν το σύνολο των τοκοχρεολυσίων. Σειρά όρων καθόριζαν την υποχρεωτική από την ΔΟΕ έγκριση και τον έλεγχο όλων των χρηματοοικονομικών κινήσεων που επηρέαζαν τα δημοσιονομικά μας μεγέθη. Η ΔΟΕ δεν περιορίζεται στον έλεγχο της εταιρείας διαχείρισης, ασκούσε και εποπτεία επί των οργάνων της διοίκησης. Αναφέρεται, χαρακτηριστικά, ότι το 1904 επενέβη και πέτυχε να μην μετατίθενται οι υπάλληλοι του τελωνείου Πειραιώς χωρίς την έγκρισή της. Ανάλογες παρεμβάσεις ήταν συνηθισμένες για τη ΔΟΕ.
Αν αναλογιστούμε ότι για να αποσυρθούν οι Τούρκοι από την καταληφθείσα στον προηγηθέντα πόλεμο Θεσσαλία έπρεπε να πληρώσουμε τη συμφωνηθείσα αποζημίωση σε αυτούς –95 εκατ. φράγκα–, για την οποία οι Μεγάλες Δυνάμεις μάς υποσχέθηκαν δάνειο 170 εκατ. και η χορήγηση αυτού του δανείου προϋπέθετε την υλοποίηση της συμφωνίας για τη ΔΟΕ, τότε γίνεται αντιληπτή η μειονεκτική θέση μας και η υποχωρητικότητά μας σε όλα τα αιτήματα των δανειστών μας που υποβάλλονταν υπό τη σκέπη πάντοτε των Μεγάλων Δυνάμεων.
Αποτελέσματα
Ο ελληνικός λαός, παρ’ όλη την οικονομική δυστυχία του, έδειξε αξιοθαύμαστη ψυχραιμία. Αυτό φάνηκε ακόμα και μέσα στην πρώτη περίοδο της πτώχευσης, οπότε οργάνωσε την τέλεση των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων (1896) χωρίς κρατική οικονομική βοήθεια, αλλά με χορηγίες δωρητών (Αβέρωφ), που ξαναζωντάνεψε με τη νίκη του μαραθωνοδρόμου Σπύρου Λούη. Παρέβλεψε τη ΔΟΕ και στράφηκε προς την κινδυνεύουσα Μακεδονία, προσφέροντας σε αίμα νέες θυσίες. Στο κήρυγμα του Βενιζέλου, ο λαός προσέτρεξε και εντάχθηκε στο νέο (αστικό) κίνημα και με μεγάλες θυσίες πραγματοποίησε το όραμα της δημιουργίας μιας άλλης Ελλάδας.
Παράλληλα, η οικονομία πήρε μια τελείως αντίθετη κατεύθυνση, με συνέπεια κυρίως από το 1898 ο απολογισμός να αφήνει περίσσευμα. Το πρώτο εξωτερικό δάνειο ήταν εγγυημένο των 170 εκατ. δρχ. του 1898 που χρησιμοποιήθηκε για την εκκαθάριση του πολέμου του 1897.
Στη δεκαετία του 1910, υπό τις νέες παγκόσμιες πολεμικές συνθήκες, η οικονομία αναπτύχθηκε, τα έσοδα αυξήθηκαν ταχύτατα, η κεφαλαιαγορά του εξωτερικού ήταν ανοιχτή στις νέες δανειοληπτικές αιτήσεις μας. Τα λάθη μας σε μικρότερο βαθμό επανελήφθησαν και η τέταρτη πτώχευση (1929/32), μέσα στο γενικότερο κύκλο της παγκόσμιας κρίσης, δεν αποφεύχθηκε, έστω κι αν οι συνέπειές της σε σύγκριση με το εξωτερικό δεν είχαν ανάλογη ένταση.
Η ΔΟΕ, με την ενοχλητική εμφάνισή της και τις αυταρχικές παρεμβάσεις της, διατηρήθηκε μέχρι το 1979, καίτοι με τον τελευταίο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η δραστηριότητά της μηδενίστηκε. Καταργήθηκε τυπικά με το Ν. 916/1979.
Περάσαμε φοβερές δεκαετίες με πολέμους –παγκόσμιο και εμφύλιο– για να φτάσουμε το 1950 σε μια αφετηρία με σχεδόν μηδενικές υποχρεώσεις αλλά πολλά μεταπολεμικά προβλήματα.
Η βοήθεια του Σχεδίου Μάρσαλ, 2 δις δολάρια –που κατά 94% ήταν δωρεάν για την Ελλάδα–, ήταν κατά τον καθηγητή Α. Αγγελόπουλο ένα ποσό μεγαλύτερο από τα εξωτερικά δάνεια που πραγματικά εισέπραξε η χώρα μας από την Επανάσταση του 1821 έως το 1930, δηλαδή σε διάστημα περίπου 110 ετών.
Στη δεκαετία του ’50 ένα σοβαρό μέρος των κεφαλαίων αυτών που πέρασαν στην οικονομία έγιναν παγωμένες πιστώσεις και προβληματικά δάνεια. Από τη δεκαετία του ’60, η διεύρυνση των εισοδημάτων ήταν εμφανής. Το ΑΕΠ, που το 1960 ήταν 36 δις ευρώ, έφτασε το 2010 230 δις ευρώ. Τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης από το 1989 έως το 2006 ήταν περίπου ετησίως το 2% του ΑΕΠ. Με όλες αυτές –όλως ενδεικτικώς– τις εισροές κεφαλαίων φτάσαμε το 2010 να έχουμε… ελλειμματικό προϋπολογισμό (Κεντρική Κυβέρνηση, σε δις ευρώ).
Έσοδα
|
54,3
|
Δαπάνες
|
73,2
|
Έλλειμμα
|
19,4
|
Και ένα τεράστιο χρέος 340,3 δις ευρώ…
Θα ήθελα να κλείσω το παρόν με μία ευχή του αείμνηστου καθηγητή Α. Ανδρεάδη, που αναφέρεται σε κείμενό του, εν μέσω κρίσης, το 1932: «Είθε τα σκληρά διδάγματα του προσφάτου παρελθόντος να μας βοηθήσουν ν’ αντιμετωπίσωμεν την δεινήν ταύτην δοκιμασίαν με ψυχραιμίαν, σύνεσιν και, εφ’ όσον τούτο είναι δυνατόν εις Έλληνας, ομόνοιαν» (7 Μαΐου 1932).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου