"Η δική μου Αριστερά"

Εντγκάρ ΜορένΤο Βήμα της Κυριακής, 30/05/2010



... " Το ζητούμενο δεν είναι να συλλάβουμε ένα «κοινωνικό μοντέλο», δηλαδή να ψάξουμε για λίγο οξυγόνο μέσα στην ιδέα της ουτοπίας. Πρέπει να βρούμε έναν Δρόμο, ο οποίος θα σχηματιστεί από τη σύγκλιση των πολλών μεταρρυθμιστικών δρόμων που υπάρχουν και θα οδηγήσει- αν δεν είναι ήδη πολύ αργά- στην αποσύνθεση της τρελής και αυτοκτονικής κούρσας που μας οδηγεί στην άβυσσο.

Ο δρόμος που σήμερα φαίνεται αδιάβατος πρέπει να γίνει βατός. Ο καινούργιος δρόμος θα οδηγήσει σε μια μεταμόρφωση της ανθρωπότητας: την έλευση σε μια κοινωνία-κόσμο ενός απολύτως νέου τύπου. Θα μας επιτρέψει να συνδυάσουμε την προοδευτικότητα του ρεφορμισμού με τον ριζοσπαστισμό της επανάστασης. Τίποτε δεν έχει εμφανώς αρχίσει.

Σε όλους όμως τους τόπους, τις χώρες και τις ηπείρους υπάρχει μια πλειάδα πρωτοβουλιών κάθε είδους, οικονομικών, οικολογικών, κοινωνικών, πολιτικών, παιδαγωγικών, αστικών, αγροτικών, που βρίσκουν λύσεις σε ζωτικά προβλήματα και υπόσχονται το μέλλον. Είναι διάσπαρτες, απομονωμένες, αγνοούν η μια την άλλη... Αγνοούνται από τα κόμματα, τις κυβερνήσεις, τα μέσα ενημέρωσης. Αξίζουν να γίνουν γνωστές.

Η κοινοβουλευτική δημοκρατία- αν και απαραίτητη- είναι ανεπαρκής. Θα πρέπει να συλλάβουμε τρόπους για μια συμμετοχική δημοκρατία, ιδιαίτερα σε τοπική κλίμακα. Ταυτοχρόνως θα ήταν χρήσιμο να ευνοήσουμε την αφύπνιση του πολίτη.

Ας προετοιμάσουμε μια νέα αρχή ενώνοντας ξανά τις τρεις ρίζες (αναρχική, σοσιαλιστική, κομμουνιστική) και προσθέτοντας την οικολογική ρίζα σε μια τετραλογία. Αυτό σημαίνει προφανώς τη διάλυση των υπαρχουσών κομματικών δομών, μια μεγάλη ανασύνθεση με βάση μια ευρεία και ανοιχτή συνταγή, την εισροή μιας αναγεννημένης πολιτικής σκέψης."


Οι πεφωτισμένοι διασώστες και οι αθέατοι


Οι «εκβιασμοί» του Σόιμπλε και οι «χρυσές» δουλειές των Γερμανών στην Ελλάδα
08 Mar, 2015



ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ ΠΙΕΖΕΙ ΓΙΑ ΣΥΝΑΨΗ ΤΡΙΤΟΥ ΔΑΝΕΙΟΥ – Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΦΟΥΧΤΕΛ ΚΑΙ ΤΟΥ ΡΑΙΧΕΝΜΠΑΧ

Τελικά στην πολιτική όλα γίνονται για τα λεφτά. Η ανεξήγητη και κατά πολλούς πρωτοφανής στάση του...

Σόιμπλε να βομβαρδίζει με εκβιαστικές δηλώσεις τη χώρα μας - παρά το γεγονός ότι υπάρχει πολιτική απόφαση σωτηρίας στο Eurogroup – δεν είναι καθόλου τυχαία.

Τα προηγούμενα 5 χρόνια των μνημονιακών κυβερνήσεων το περιβάλλον της Καγκελαρίας, σε συνεργασία με το ελληνικό πολιτικό προσωπικό είχαν κλείσει πολλά deals και είχαν δρομολογήσει ακόμα περισσότερα.

Ειδικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία είχαν παίξει οι απεσταλμένοι της Άγκελα Μέρκελ: Χόρστ Ράιχνεμπαχ και Γιοακίμ Φούχτελ.

Οι δυο δήθεν φιλέλληνες Γερμανοί είχαν κάνει τις «απαραίτητες» επαφές με υπουργούς, βουλευτές και δημοτικούς άρχοντες και είχαν απλώσει τα δίχτυα τους για λογαριασμό γερμανικών εταιρειών.

Οι χρυσές «μπίζνες» που ήδη έχουν ξεκινήσει στην Ελλάδα οι Γερμανοί, χρησιμοποιούν ως «γέφυρα» την Ελληνογερμανική Συνέλευση, το φορέα δηλαδή... που δημιουργήθηκε προκειμένου να υπάρξει στενή συνεργασία μεταξύ δήμων και περιφερειών των δύο χωρών.

Αν και επίσημα ως στόχος εμφανίζεται η ανταλλαγή εμπειριών και η προσφορά τεχνογνωσίας για τον εκσυγχρονισμό και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, δεν μπορεί να παραβλεφθεί η συστηματική βελτίωση των συνθηκών για υποψήφιους Γερμανούς επενδυτές έναντι οποιουδήποτε ανταγωνιστή  
τους.

Για παράδειγμα αν και έχει γραφτεί στο Τύπο και έχει αποκαλυφθεί και από τον βουλευτή και υπουργό των ΑΝ.ΕΛ. Τέρενς Κουικ κανένας ποτέ δεν απάντησε ποιος ήταν ο ρόλος του επικεφαλής της Task Force κ. Χόρστ Ράιχενμπαχ στην ανάθεση μελετών σε ξένες εταιρείες;

Κανείς δεν απάντησε αν αληθεύουν οι καταγγελίες ότι ο κ. Ράιχενμπαχ είχε πετύχει να υπογραφεί, ετήσια σύμβαση του ελληνικού κράτους με την ΕΕ, για την ανάθεση μεγάλου αριθμού μελετών σε ξένες κυβερνήσεις, οι οποίες με τη σειρά τους έδιναν τα έργα σε δικές τους εταιρείες, ενώ θα μπορούσαν φυσικά να έχουν δοθεί σε ελληνικές;

Κανείς Έλληνας πολιτικός παράγοντας δεν είχε την ευθιξία να διαψεύσει τα σενάρια που θέλουν να έχει δαπανηθεί το ποσό των 15 εκατ. ευρώ για έρευνες που πραγματοποιούσαν γερμανικές εταιρείες.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο κ. Φούχτελ, επί σειρά ετών προωθούσε στο παρασκήνιο «χρυσές δουλειές» για γερμανικές εταιρείες στο χώρο των αποκρατικοποιήσεων.

Η ξαφνική αλλαγή στάσης της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που θέτει εν αμφιβόλω όλες τις συμφωνίες των προηγούμενων κυβερνήσεων με τη Γερμανία έχει θορυβήσει εξόχως το Βερολίνο.

Ο Τσίπρας «μπλόκαρε» τις κομβικές μπίζνες των Γερμανών και ζήτησε να επανεξεταστούν με διαφανείς διαδικασίες όλες οι συμβάσεις για τα έργα που έχουν βάλει στο... μάτι οι Γερμανοί.

Μάλιστα οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η κίνηση που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει για τους Γερμανούς ήταν τα αεροδρόμια τη διαχείριση των οποίων επιθυμεί να αναλάβει γερμανική εταιρεία.

Οι «καυτές» απαιτήσεις των Γερμανών, δεν περιορίζονται μόνο στα αεροδρόμια.

Προσέξτε σε ποιες μπίζνες έχουν απλώσει τα δίχτυα τους οι γερμανικές εταιρείες γεγονός που εξηγεί για ποιο λόγο καίγεται το Βερολίνο να προχωρήσει άμεσα σε αποκρατικοποιήσεις η Ελλάδα:

-Ηλεκτρισμός από βιομάζα

Ψηλότερα στον κατάλογο των προχωρημένων συνεργασιών Γερμανίας - Ελλάδας βρίσκεται επένδυση που αφορά παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από βιομάζα στον Πεντάλοφο του Δήμου Ωραιοκάστρου Θεσσαλονίκης, ύψους 12 εκατ. ευρώ!!!

-Καύση και διαχείριση απορριμμάτων

Χρυσά «deals» προετοιμάζονται μεθοδικά και στον προσοδοφόρο τομέα της διαχείρισης απορριμμάτων, με τη βαρύτητα να δίνεται στην ενεργειακή αξιοποίηση. Εκτός από την Αττική στο στόχαστρο γερμανικών εταιρειών έχουν μπει η Νάξος, η Ικαρία και η Πελοπόννησος. Η προώθηση της «θερμικής επεξεργασίας» ως δέουσας λύσης αντιμετώπισης του προβλήματος των σκουπιδιών αποτελεί μια από τις βασικές προτεραιότητες της Ελληνογερμανικής Συνέλευσης Συνεργασίας και του ίδιου του Φούχτελ.

-Εκμετάλλευση βιολογικών καθαρισμών

Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ειδικοί στον τομέα των βιολογικών καθαρισμών έχουν απευθυνθεί σε αρκετούς δήμους – όπως για παράδειγμα στα Μέγαρα – και έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον

-Νερό

Ένας άλλος τομέας δράσης για χοντρές μπίζνες είναι η διαχείριση των υδάτων, αν και η μεγάλη αντίδραση των πολιτών στο ξεπούλημα της ΕΥΑΘ και της ΕΥΔΑΠ, καθώς και η αρνητική απόφαση του ΣτΕ, τους έχει χαλάσει τη σούπα. Ο επίμονος Γερμανός κ. Φούχτελ είχε συνδέσει άλλωστε το deal με τη διαχείριση των τοπικών δικτύων με την πώληση κυρίως της ΕΥΔΑΠ, που θα μετατρεπόταν σε μια ιδιωτική εταιρεία - «ομπρέλα» για τη διαχείριση των υδάτων και στην περιφέρεια, όπου οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης λειτουργούν με διαδικασίες περασμένων δεκαετιών, ενώ είναι ανύπαρκτες οι επιχειρήσεις αποχέτευσης, αφού δεν υπάρχουν σχεδόν στο σύνολο της χώρας αποχετευτικά δίκτυα.

-Τουρισμός και «Δυαδική εκπαίδευση»

Ο Χανς Γιόακιμ Φούχτελ εκθειάζει εδώ και χρόνια το γερμανικό σύστημα μαθητείας, τη λεγόμενη «δυαδική εκπαίδευση», και το προωθεί ως αποφασιστική συνεισφορά της ελληνογερμανικής συνεργασίας στους ΟΤΑ. Η «δυαδική εκπαίδευση» προβάλλεται ως πανάκεια που θα επιλύσει το πρόβλημα της ανεργίας, και δη της νεανικής. Στην πραγματικότητα, όμως, και υπό το πρόσχημα της μαθητείας και της κατάρτισης οι Γερμανοί προσανατολίζουν τους δήμους και τον ΟΑΕΔ σ' ένα σύστημα που δημιουργεί μια τρίτη ταχύτητα στην αγορά εργασίας, των υπό κατάρτιση εργαζομένων, που απασχολούνται σε συνθήκες ακραίας εκμετάλλευσης, με ελαστικά ωράρια, ανύπαρκτα εργασιακά δικαιώματα και εξαιρετικά χαμηλές αμοιβές.
Το μοντέλο, που προορίζεται κυρίως για τον τουρισμό, προβλέπει ότι ένας νέος κατά τη μαθητεία 
του και ανάλογα με το επάγγελμα που θα διαλέξει θα αφιερώνει το 70% του χρόνου στην πρακτική εξάσκηση εντός μιας επιχείρησης και το 30% στην απόκτηση θεωρητικών γνώσεων στις δημόσιες επαγγελματικές σχολές.


Υψηλή τεχνολογία

Παρά τα όσα λέγονται και ακούγονται η Siemens είναι εδώ και μετά το «κλείσιμο» του σκανδάλου με επαχθείς για την χώρα μας όρους, ο γερμανικός κολοσσός θέλει να ξαναμπεί γερά και μονοπωλιακά στο παιχνίδι, ξαναπουλώντας προϊόντα παντού. Από τους ΟΤΑ, μέχρι τα δημόσια νοσοκομεία.

Επειδή όπως έλεγε κι ο Mark Hanna, Αμερικανός πολιτικός (1837-1904): «Στην πολιτική, δύο πράγματα έχουν σημασία: το πρώτο είναι τα λεφτά και δεν μπορώ να θυμηθώ ποιο είναι το δεύτερο», γίνεται ξεκάθαρα αντιληπτό για ποιους λόγους οι Γερμανοί δημιουργούν συνθήκες ασφυξίας.

Το μόνο βέβαιον είναι ότι δεν κόπτονται για την δημοσιονομική σταθερότητα την οποία ευαγγελίζονται.

Τα λεφτά είναι πολλά και για αυτό το Βερολίνο πιέζει διακαώς για την υπογραφή ενός νέου δανείου κι ενός νέου μνημονίου το οποίο θα δένει για αρκετά χρόνια την πατρίδα μας χειροπόδαρα...

Πρωτοφανής πρόταση για παγκόσμια διαγραφή χρεών

... και η McKinsey δημοσιεύει έκθεση  και "Πρόταση για παγκόσμια διαγραφή χρεών":

Του Ralph Atkins , Πηγή: http://www.euro2day.gr/08 Φεβρουαρίου 2015 
Δεν υπάρχει απομόχλευση από το 2007. Το παγκόσμιο χρέος εκτινάχθηκε στα $200 τρισ. και στο 286% του ΑΕΠ. Η Ελλάδα είναι μέρος του παγκόσμιου προβλήματος. Η έκθεση της McKinsey και η πρωτοφανής πρόταση για παγκόσμια διαγραφή χρεών.



Ο Γιάννης Βαρουφάκης, ο επιδεικτικός αριστερός υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας, θα απολάμβανε να διαβάσει την έκθεση της McKinsey & Co που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα για την «απομόχλευση» - ή μάλλον για την απουσία απομόχλευσης.
Η έρευνα της συμβουλευτικής  εταιρείας έγινε σε 47 χώρες και υποδεικνύει πώς τα χρέη αυξήθηκαν πολύ περισσότερο σε σύγκριση με την οικονομική ανάπτυξη από το 2007, ενώ παράλληλα επιχειρηματολογεί υπέρ των «φρέσκων προσεγγίσεων» για να μειωθούν οι κίνδυνοι μελλοντικών χρηματοοικονομικών κρίσεων.
Αυτό που είναι ωστόσο εντυπωσιακό στην έκθεση της McKinsey – τουλάχιστον για τους μη Έλληνες αναγνώστες – είναι πως, στον απόηχο της χρηματοοικονομικής κρίσης και της κατάρρευσης της Lehman Brothers, η ανησυχία μετατοπίζεται σε άλλες γεωγραφικές περιοχές 
Η Ελλάδα ούτε καν αναφέρεται. Ούτε και το χρέος των ΗΠΑ. Αντιθέτως, η έκθεση βλέπει κίνδυνο στην Κίνα, ειδικότερα στο real estate και τις «σκιώδεις» τράπεζες της χώρας, που θα μπορούσε να εξοστρακιστεί στις αναδυόμενες αγορές.
Εξίσου σημαντική – πιθανώς – είναι η προειδοποίηση για το υψηλό χρέος των νοικοκυριών – κυρίως των ενυπόθηκων δανείων – σε χώρες που πέρασαν σχεδόν αλώβητες την κρίση μετά το 2007, όπως η Αυστραλία, η Νότιος Κορέα, η Σουηδία και η Ολλανδία. Αυτή η γεωγραφική μετατροπή στις ανισορροπίες είναι σημαντική για τους επενδυτές που φοβούνται ένα νέο χτύπημα χρηματοοικονομικής αναταραχής.
Η McKinsey δεν είναι η μόνη που ανησυχεί ότι οι πιστωτικές φούσκες οι οποίες έσπασαν το 2007, δημιουργούνται τώρα αλλού. Παρόμοιες παρατηρήσεις έκαναν πρόσφατα και οι αναλυτές της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS), η οποία λειτουργεί περίπου ως think tank για τις κεντρικές τράπεζες.
Η έκθεση της BIS το Σεπτέμβριο προειδοποιούσε ότι «τα ανησυχητικά σημάδια για τη δημιουργία χρηματοοικονομικών ανισορροπιών σε αρκετές χώρες οι οποίες επηρεάστηκαν λιγότερο από τη Μεγάλη Χρηματοοικονομική Κρίση, υποδεικνύουν τον κίνδυνο να σπάσουν κι άλλες φούσκες  προκαλώντας αναστάτωση.
Ο κ. Βαρουφάκης θα είχε χαρεί επίσης από την πρόταση της McKinsey για «νέα προσέγγιση» με στόχο την αποτροπή αυτών των κρίσεων. Όπως υποδεικνύει η έρευνα, είναι μάλλον απίθανο να υπάρξει αντιστροφή της τάσης στην παγκόσμια μόχλευση σύντομα – με την χαμηλή οικονομική ανάπτυξη οι δείκτες χρέους προς ΑΕΠ πιθανότατα θα αυξηθούν περαιτέρω.
Οι προτάσεις της  McKinsey περιλαμβάνουν καλύτερη κατανομή κινδύνου μεταξύ δανειζομένων και πιστωτών, για παράδειγμα με υποθήκες που διαφοροποιούνται ανάλογα με τις συνθήκες κάθε νοικοκυριού. Σε ότι αφορά τον επιχειρηματικό δανεισμό, η βελτίωση και η επέκταση της αγοράς εταιρικών ομολόγων θα μειώσει την εξάρτηση από τον τραπεζικό δανεισμό, ειδικότερα στην Ευρώπης.
Η πιο αντικρουόμενη πρόταση, βεβαίως, να υπάρξουν περισσότερες διαγραφές δημόσιου χρέους. Η McKinsey όμως, προχωρά ένα βήμα παραπέρα, προτείνοντας ακόμη και τη διαγραφή των ομολόγων που κρατούν οι κεντρικές τράπεζες. Στις περιπτώσεις όπου χρησιμοποιήθηκε «ποσοτική χαλάρωση» ή αγορές ομολόγων μεγάλης κλίμακας, ο αντίκτυπος θα μπορούσε να είναι δραματικός. Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ιαπωνίας θα μπορούσε να μειωθεί άμεσα στο 94% από 234%.
Οι διεθνείς πιστωτές της Ελλάδας θα αντισταθούν σθεναρά σε μία κίνηση τόσο ωμά φιλική προς το δανειζόμενο – και στη «νομισματική χρηματοδότηση» ή χρηματοδότηση μίας κυβέρνησης από την κεντρική τράπεζα, η οποία απαγορεύεται από τις συνθήκες της ΕΕ. Η προσφορά του κ. Βαρουφάκη ήταν να αναζωπυρωθεί η συζήτηση που είχε μόλις ξεκινήσει για το πώς οι οικονομίες μπορούν να ευδοκιμήσουν με υψηλό επίπεδο χρέους.
Αυτή η συζήτηση προς το παρόν έχει διαφύγει της προσοχής των αγορών, λόγω της ποσοτικής χαλάρωσης – που προσφάτως ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – η οποία έχει κρατήσει σε χαμηλά επίπεδα το κόστος δανεισμού για ιδιώτες και δημόσιο.

Η έκθεση της McKinsey

Ο πλανήτης έχει κατακλυστεί από χρέη και μάλιστα περισσότερα από τα χρέη που είχε πριν ξεσπάσει η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση το 2007, με το λόγο χρέους της Κίνας να ξεπερνά εκείνο της ΗΠΑ.
Σύμφωνα με την έκθεση της McKinsey, το παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε κατά 57 τρισ. δολ. από το 2007 αγγίζοντας σχεδόν τα 200 τρισ. δολ., ξεπερνώντας κατά πολύ την οικονομική ανάπτυξη.  Ως ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ, το χρέος αυξήθηκε από 270% σε 286%.
Η έκθεση της McKinsey διεξήχθη σε 47 χώρες και δείχνει πόσο άστοχες είναι οι ελπίδες ότι η αναταραχή των τελευταίων 8 ετών θα οδηγούσε σε ευρεία «απομόχλευση» προς με στόχο την προσαρμογή σε ασφαλέστερα επίπεδα χρέους.
«Συνολικά, το χρέος συγκριτικά με το ΑΕΠ είναι τώρα υψηλότερο στα περισσότερα κράτη από ότι ήταν πριν την κρίση» αναφέρει η McKinsey και συμπληρώνει: «Το υψηλότερο χρέος δημιουργεί ερωτήματα αναφορικά με την χρηματοοικονομική σταθερότητα».
Συνολικά, σχεδόν το ήμισυ αυτής της αύξησης του παγκόσμιου χρέους από το 2007 αφορά τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, αν και το ένα τρίτο είναι αποτέλεσμα της αύξησης του δημοσίου χρέους στις προηγμένες οικονομίες. Επίσης αυξήθηκε σε πολλές οικονομίες το επίπεδο των χρεών για τα νοικοκυριά – με πιο σημαντικές εξαιρέσεις τις χώρες που επλήγησαν σημαντικά από την κρίση όπως η Ιρλανδία και οι ΗΠΑ.
«Ελάχιστες είναι ενδείξεις ότι η τρέχουσα πορεία αύξησης της μόχλευσης θα αλλάξει» αναφέρει η έκθεση και συμπληρώνει: «Αυτό όμως, θέτει υπό αμφισβήτηση τις βασικές εκτιμήσεις αναφορικά με το χρέος και την απομόχλευση και την επάρκεια των διαθέσιμων εργαλείων για το χειρισμό του χρέους ώστε να αποφευχθούν μελλοντικές κρίσεις» αναφέρει.
Η McKinsey προειδοποιεί ότι οι χώρες που αντιμετωπίζουν «πιθανά τρωτά σημεία» λόγω των υψηλών χρεών στα νοικοκυριά είναι η Ολλανδία, η Νότιος Κορέα, ο Καναδάς, η Σουηδία, η Αυστραλία, η Μαλαισία και η Ταϊλάνδη. «Είναι σαν μπαλόνι. Εάν πιέσεις το χρέος σε ένα μέρος, τότε φουσκώνει κάπου αλλού στο σύστημα» εξηγεί ο Richard Dobbs ένας από τους συντάκτες της έκθεσης.
Ένα «λαμπρό σημείο» σύμφωνα με την έκθεση, πάντως, είναι οι ενδείξεις απομόχλευσης στις τράπεζες. Τα χρέη του χρηματοοικονομικού κλάδου συγκριτικά με το ΑΕΠ μειώθηκαν στις ΗΠΑ και λίγες ακόμη χώρες που επλήγησαν από την κρίση και σταθεροποιήθηκαν σε άλλες προηγμένες οικονομίες. Το συνολικό χρέος της Κίνας, συμπεριλαμβανομένου και του χρηματοοικονομικού κλάδου, τετραπλασιάστηκε από το 2007, στο 282% του ΑΕΠ. 
Η έκθεση είναι πιθανό να πυροδοτήσει συζητήσεις μεταξύ των οικονομικών αναλυτών για το πιο είναι το κατάλληλο χρέος για μία οικονομία. Η McKinsey υποστηρίζει ότι σε μεγάλο βαθμό, η επέκταση των αναπτυσσόμενων οικονομιών αντικατοπτρίζεται στην υγιή ανάπτυξη των χρηματαγορών. Στις προηγμένες οικονομίες όμως, το υψηλό χρέος μπορεί να περιορίσει την ανάπτυξη και να δημιουργήσει νέα τρωτά σημεία.
Τα υψηλά επίπεδα χρέους μπορεί να καταστήσουν ακόμη πιο δύσκολο για τις κεντρικές τράπεζες να «εξομαλύνουν» τη νομισματική πολιτική χωρίς να διαταράξουν την πραγματική οικονομία – η Fed σχεδιάζει να αυξήσει τα επιτόκιά της φέτος για πρώτη φορά από το 2006. «Τα υψηλά επίπεδα χρέους είναι ένα σαφές σημάδι διαρθρωτικών προβλημάτων» εξηγεί ο Charles Dumas, πρόεδρος της Lombard Street Research.
Μεταξύ των «φρέσκων προσεγγίσεων» που προτείνει η McKinsey είναι καινοτομίες στα ενυπόθηκα δάνεια και σε άλλα συμβόλαια χρεών ώστε να κατανεμηθεί ο κίνδυνος μεταξύ πιστωτών και δανειζόμενων. Μεταξύ των κινήσεων που προτείνει  προκειμένου να αποτραπούν μελλοντικές κρίσεις είναι οι αναδιαρθρώσεις χρεών ακόμη και η διαγραφή των χρεών που αγόρασαν οι κεντρικές τράπεζες με τα προγράμματα «ποσοτικής χαλάρωσης.
ΠΗΓΗ: FT.com

Σχετικά  Στοιχεία και εδώ :


Ευρωζώνη: οι κανόνες που πτωχεύουν

www.antinews.gr 06/03/2015

Γιατί η ΕΕ δεν «τιμώρησε» το Παρίσι



"Η Γαλλία, η Γερμανία και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρούν ότι το να αφήσουν το Παρίσι ατιμώρητο για την αποτυχία του να περιορίσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού, ήταν ένας σοφός συμβιβασμός που ενισχύει το ευρώ."

 Αλλά υπάρχουν και πολλοί αξιωματούχοι στην ΕΕ που παραδέχονται πως το μήνυμα που εστάλη σε κυβερνήσεις και επενδυτές ήταν ότι οι κανόνες που έχουν θεσπιστεί για το κοινό νόμισμα «πτώχευσαν». Γι’ αυτό, φοβούνται ότι μπορεί να γίνει δυσκολότερο για το ευρώ να ξεπεράσει μια μελλοντική κρίση.

«Οι κανόνες είναι ελάχιστα κατανοητοί και η εφαρμογή τους μοιάζει με πολιτικό παζάρι» λέει ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης Γενς Βάιντμαν. Ωστόσο, η Μέρκελ και ο Γιούνκερ αυτή την εβδομάδα στις Βρυξέλλες, μίλησαν με τον ίδιο τόνο. Ο προϋπολογισμός της Γαλλίας βρίσκεται «στο σωστό δρόμο» είπε η Μέρκελ και το θέμα έκλεισε. Αν εξέθετε τον Ολάντ, τα αντιευρωπαϊκά μέτωπα, όπως αυτό της Μαρίν Λε Πεν, θα ενισχύονταν. Επίσης, κανείς δεν θα αναφερόταν σε μια αθέτηση μιας συμφωνίας της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης, που θα μπορούσε να την οδηγήσει σε στασιμότητα. Ακόμη και εντός της ΕΕ υπάρχουν αξιωματούχοι που σε ιδιωτικές κουβέντες τους παραδέχονται πως υπάρχει εκνευρισμός και διαφωνία για το τρόπο που χειρίστηκε η Ευρωζώνη το θέμα της Γαλλίας. «Η απόφαση να μην τιμωρηθεί η Γαλλία για τη μη επίτευξη των στόχων της, σημαίνει πως η Επιτροπή ''σκοτώνει'' τις διαρθρωτικές λειτουργίες της», ανέφερε ένας εξ αυτών. Υπό άλλες συνθήκες η Γαλλία θα έπρεπε να πληρώσει ένα πρόστιμο που θα μπορούσε να φτάσει ακόμη και τα τέσσερα δισεκατομμύρια ευρώ.

Με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο Κριστόφ Βέιλ, οικονομολόγος της Commerzbank: «Μπορείτε να ξεχάσετε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης -έχει πεθάνει» λέει. Αν οι αγορές διαπιστώσουν πως οι κανόνες δεν ακολουθούνται, η εμπιστοσύνη θα χαθεί. Η γενική αίσθηση στις Βρυξέλλες είναι ότι η Γαλλία δεν ακολούθησε τις μεταρρυθμίσεις με τον τρόπο που θα ήθελε η Γερμανία, ενώ την ίδια στιγμή η Ιταλία και το Βέλγιο έκαναν σημαντικές τομές. Ο Γάλλος υπ. Οικονομικών Μισέλ Σαπέν, σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τις αντιδράσεις, παραδέχθηκε πως αντιλαμβάνεται τον εκνευρισμό, αλλά πρέπει να συνυπολογιστεί και η προσφορά της Γαλλίας στο συνολικό ΑΕΠ της Ευρωζώνης. «Η Γαλλία, η Γερμανία, η Ισπανία και η Ιταλία είναι η καρδιά της Ευρωζώνης», είπε χαρακτηριστικά. «Πρέπει να τις προσέχουμε». Μια τέτοια λογική όμως μπορεί να είναι προκλητική για τις μικρές χώρες, όπως η Ελλάδα, που πιέζονται αρκετά από τους εταίρους να ακολουθήσουν σκληρές μεταρρυθμιστικές λογικές.

Ανησυχίες προβάλλει και ο Μάριο Ντράγκι αποφεύγοντας, όμως, να κατονομάσει τη Γαλλία όταν κάνει λόγο για εφαρμογές και μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν πράξη σε διάφορες χώρες. Η απάντηση της Γαλλίας είναι πως περαιτέρω μειώσεις στον προϋπολογισμό θα ανακόψουν την ανάκαμψη της γαλλικής οικονομίας που αρχίζει σιγά-σιγά να δείχνει κάποια σημάδια. Παρά το κοινό μέτωπο, δημόσια, των 28 για την απόφαση που αφορά τη Γαλλία, υπήρξαν και αντιρρήσεις. Από την πρώτη στιγμή, ο Μοσκοβισί ήταν εναντίον της επιβολής ενός προστίμου και βρήκε συμπαραστάτη τον Γιούνκερ, για μια απόφαση που έδωσε στη Γαλλία περισσότερο χρόνο και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο για κυρώσεις αργότερα. Η γνώμη τους όμως θα παρέμενε στο περιθώριο, αν η Γερμανία δεν έδινε τη σιωπηρή συγκατάβασή της, λένε οι παρατηρητές. Όπως τονίζουν, οι Ευρωπαίοι ανησυχούν ιδιαίτερα για την αντιδημοτικότητα του Ολάντ και την άνοδο της Λε Πεν. Η λογική ήταν: «Δεν χτυπάς κάποιον όταν είναι κάτω και αυτή τη στιγμή ο Ολάντ είναι ακόμη κάτω».

Η ευρωζώνη έχει σχηματιστεί επιτρέποντας στα κυρίαρχα μέλη της να αθετούν τους κανόνες του χρέους. Η Γαλλία και η Γερμανία το έπραξαν το 2003, προκαλώντας τα μικρότερα κράτη. Από τότε έχουν περιοριστεί, μετά την κρίση χρέους που απειλούσε το έργο. «Κατά την πρώτη πραγματική δοκιμασία των νέων κανόνων, η Ευρώπη πέφτει στις παλιές της συνήθειες και παραιτείται των κυρώσεων», δήλωσε ο Teunis Brosens, οικονομολόγος της ING Bank. «Δεν δίνει πραγματικά κίνητρα σε οποιαδήποτε κυβέρνηση για να είναι συνετή στο μέλλον... Αμφιβάλλω για το αν οι σημερινές εμπειρίες θα μας οδηγήσουν στην επόμενη κρίση, αλλά θα την περιπλέξουν».

www.reuters.com

Αριστεία ή μετριοκρατία

Ποιός ενοχλείται απο την αριστεία; Ο εγωπαθής μέτριος, ο της ελάσσονος προσπάθειας, ο προωθούμενος . 
Ποιος αδιαφορεί για την αριστεία; Ο εύπορος (που εκ γενετής έχει εξασφαλισμένη τη θέση του στο LSE), ο οκνηρός, ο βολεψάκιας. 
Ποιόν απειλεί η αριστεία; Την ανελεύθερη, ελεγχόμενη σκέψη, τις πελατειακές κοινωνίες.
Τι πολίτες και τι πολιτεία επιδιώκει λοιπόν η παιδεία Μπαλτά - Χασάπη;

Πρότυπα - Πειραματικά Σχολεία

στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα

Πηγή: www.athensvoice.gr, 27/02/2015 





ΕΛΕΝΗ ΜΠΟΥΝΤΑ

Η πρώτη αλλαγή που επιχειρεί η νέα ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια η εκπαίδευση είναι κατάργηση των Πρότυπων - Πειραματικών Σχολείων που θεσπίστηκαν με το νόμο 3966/2011. Με την ίδρυση αυτών των σχολείων η υπουργός Παιδείας κ. Διαμαντοπούλου τόλμησε να ξεπεράσει τις λογικές «εξισωτισμού», να αναγνωρίσει την αριστεία ως αξία και κίνητρο για ακαδημαϊκές επιδιώξεις και κυρίως να δώσει το μήνυμα της αξιοκρατικής άμιλλας στην παιδεία και σε όλη την ελληνική κοινωνία.

Γιατί λοιπόν το υπουργείο ξεκινά με την κατάργηση ενός νέου θεσμού που ακόμα είναι στα πρώτα του βήματα, αλλά η αποδοχή του είναι πολύ μεγάλη; Γιατί να καταργηθούν τα σχολεία που ο συμβολισμός τους για το σύνολο της εκπαιδευτικής διαδικασίας αλλά και της κοινωνίας είναι πολύ ισχυρός και φέρνει στο προσκήνιο δύο αξίες διαχρονικές και σύμφυτες με την παιδεία: την αξιοκρατική πνευματική άμιλλα και την αριστεία;

Κάποιοι μιλούν για σχολεία «ελίτ». Ωστόσο αν μελετήσει κανείς το νόμο θα διαπιστώσει ότι σε καμία περίπτωση δεν μιλάει για «ελίτ» σχολεία, με ανταγωνισμό ή εξετάσεις παπαγαλίας και γνώσεων μόνο. Ο στόχος είναι η δημιουργία δημόσιων σχολείων «φωτεινών παραδειγμάτων», που θα δοκιμάζουν νέες μεθόδους και πρακτικές από τη διδακτική μεθοδολογία και την παιδαγωγική μέχρι τη διοίκηση και τον αυξημένο ρόλο του συλλόγου διδασκόντων. Αυτά τα σχολεία δίνουν τη δυνατότητα σε ταλαντούχους μαθητές, σε μαθητές που καταβάλλουν τη μείζονα προσπάθεια να «φύγουν» όσο πιο μπροστά μπορούν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν δίνονται ίσες ευκαιρίες σε όλους. Ταυτόχρονα, τα σχολεία αυτά μπορούν τα «τραβήξουν» προς τα πάνω όλο το εκπαιδευτικό σύστημα.

Σύμφωνα με το νόμο και την πρώτη του εφαρμογή η επιλογή γίνεται με αίτημα του κάθε σχολείου μετά από απόφαση του συλλόγου διδασκόντων και κατόπιν αξιολόγησης. Αυτή η επιλογή δεν είναι μόνιμη, δίνεται δηλαδή η δυνατότητα στα σχολεία να φύγουν από το δίκτυο αυτό, αλλά και σε οποιοδήποτε δημόσιο σχολείο να ενταχθεί με αίτημά του.

Στα δύο χρόνια λειτουργίας αυτών των σχολείων φαίνεται η αποδοχή του θεσμού από την κοινωνία, η οποία πρέπει και να ληφθεί υπόψη. Κατ’ αρχήν στη διαδικασία επιλογής των σχολείων με αξιολόγηση κατέθεσαν φάκελο 140 σχολεία (το σύνολο σχεδόν των σχολείων που είχαν δικαίωμα στην πρώτη εφαρμογή) με απόλυτα δική τους βούληση. Η πρώτη στελέχωση των σχολείων αυτών με διευθυντές αλλά και εκπαιδευτικούς έγινε με αξιολόγηση και συμμετείχαν με δική τους βούληση 750 εκπαιδευτικοί, που ήδη δίδασκαν στα Πειραματικά Σχολεία, ενώ στη δεύτερη πρόσκληση το 2014 για συμπλήρωση 615 θέσεων εκπαιδευτικών έκαναν αίτηση 2.000 εκπαιδευτικοί από δημόσια σχολεία. Την προηγούμενη χρονιά συμμετείχαν 13.000 μαθητές στις εξετάσεις. Εκατοντάδες μαθητές από την ευρύτερη περιοχή του κάθε σχολείου συμμετέχουν στους ομίλους. Πολλοί όμιλοι ανέπτυξαν επιστημονικές, ακαδημαϊκές αλλά και κοινωνικές δράσεις, οι οποίες διακρίθηκαν διεθνώς (π.χ. στα θεωρητικά μαθηματικά το Βαρβάκειο). Ήδη καταγράφονται καλύτερα εκπαιδευτικά αποτελέσματα στα δημόσια αυτά σχολεία από ακριβά ιδιωτικά ιδρύματα. Χρειάζεται προφανώς χρόνος και έρευνα, ώστε να αποτιμηθούν τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα και να γίνουν προσαρμογές, είναι όμως αναμφισβήτητο γεγονός ότι ο θεσμός δίνει την ευκαιρία σε μαθητές που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αριστεύουν και να φοιτήσουν στα σχολεία αυτά.

Καταθέτοντας τη δική μου εμπειρία μπορώ να πω ότι δεκάδες μαθητές από Δημοτικά Σχολεία των Καμινίων πήραν μέρος στη διαδικασία και φοιτούν σε Πρότυπα-Πειραματικά σχολεία. Θα πρέπει επίσης να τονίσω ότι στα Δημοτικά Σχολεία έχει ξεκινήσει μια συζήτηση για τα Πρότυπα-Πειραματικά Σχολεία, και πολλοί εκπαιδευτικοί ενθαρρύνουν τους μαθητές τους να ακολουθήσουν αυτό το δρόμο, ενώ ταυτόχρονα τα ίδια τα σχολεία αναβαθμίζουν την εκπαιδευτική τους διαδικασία.

Κανείς δεν έχει την ψευδαίσθηση ότι τα Πρότυπα-Πειραματικά Σχολεία μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες του συνόλου των μαθητών. Εξάλλου δεν είναι αυτός ο σκοπός ίδρυσής τους. Τα δημόσια αυτά σχολεία ενταγμένα στην ευρύτερη εκπαιδευτική πολιτική (Νέο Σχολείο - Νέα Προγράμματα Σπουδών 2011) μπορούν να αποτελέσουν εργαστήρια δημιουργικής σκέψης, να μεταδώσουν καλές πρακτικές σε άλλα σχολεία, να εκπαιδεύσουν εκπαιδευτικούς, οι οποίοι στη συνέχεια θα γίνουν πολλαπλασιαστές.

Σχετικά με τις εξετάσεις, που πολύς λόγος γίνεται, χρειάζεται να αποσαφηνιστεί ότι ο νόμος προβλέπει για την πρόσβαση από τα δημοτικά στα γυμνάσια «προϋποθέσεις», οι οποίες ορίζονται από κάθε σχολείο, δοκιμάζοντας διάφορους τρόπους και για το Λύκειο εξετάσεις που δεν βασίζονται στην παπαγαλία, αλλά διερευνούν γνώσεις, δεξιότητες κλίσεις και ταλέντα. Δίνεται επίσης η δυνατότητα σε «χαρισματικούς» (στις τέχνες, στα μαθηματικά, στη φυσική κλπ.) μαθητές να φοιτήσουν στα σχολεία αυτά. Είναι ο πρώτος νόμος που μεριμνά και λαμβάνει υπόψη αυτούς τους μαθητές, που πολλές φορές τίθενται στο πριθώριο του συστήματος.

Θα ήθελα ως εκπαιδευτικός και ως σχολική σύμβουλος, που κάθε μέρα είμαι σε σχολεία, να τονίσω την ανάγκη ανάδειξης και υιοθέτησης αξιών στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Η αριστεία και η πνευματική άμιλλα είναι αξίες που τις έχει ανάγκη το δημόσιο σχολείο και η κοινωνία. Όχι βέβαια σε ένα πλαίσιο ελιτισμού και αποκλεισμών, αλλά στο πλαίσιο ενός δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος που δίνει ίσες ευκαιρίες σε όλους – και στους άριστους. Με αφορμή τα Πρότυπα-Πειραματικά Σχολεία είναι ευκαιρία να ανοίξει μια συζήτηση για τις αξίες στην εκπαίδευση γενικότερα, γιατί τελικά είναι ένα θέμα που θα μας βοηθήσει να καταλήξουμε στο ερώτημα: τι σχολείο θέλουμε για την Ελλάδα του 21ου αιώνα.

Ώρα αποφάσεων

Απόφαση των κυβερνώντων για περισσότερη πολιτική και λιγότερη επικοινωνία, ακόμα και αν αυτοί οι δύο ταλαιπωρημένοι όροι του συρμού συνδέονται στενά στις σύγχρονες δημοκρατίες

vouli.jpg

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών, 02.03.2015, Συντάκτης: Νικόλας Σεβαστάκης
Απότομη προσγείωση, στροφή στον ρεαλισμό, «κυβίστηση». Αυτές είναι οι λέξεις που κυριαρχούν στα σχόλια για τη νέα ελληνική κυβέρνηση και την πορεία της. Εδώ και ένα μήνα και γύρω από το δράμα της διαπραγμάτευσης για τη λεγόμενη ενδιάμεση συμφωνία εκτυλίσσεται ένα δεύτερο δράμα με χαιρέκακες δικαιώσεις, αγωνίες διάψευσης, ιδεολογικά άγχη. Αυτό μάλιστα το δεύτερο δράμα φαίνεται πως θα έχει συνέπειες στη διαμόρφωση των κοινωνικών προσδοκιών στο επόμενο διάστημα.
Ηδη πάντως στην Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, μέσα και έξω από το κόμμα και στον περίγυρο, η συμφωνία με τους δανειστές χαρακτηρίστηκε «σοσιαλφιλελεύθερη». Αλλοι μάλιστα θα μιλήσουν για στρατηγική υποχώρηση της κυβέρνησης και για ανακωχή με στοιχεία πρώτης ήττας και ασύμμετρης αυτοϋπονόμευσης του σχεδίου ανάσχεσης του νεοφιλελευθερισμού. Πέρα πάντως από τα μισόλογα ή και τις σιωπές, είναι προφανές πως ένας κόσμος ανησυχεί και μουρμουρίζει με δυσφορία.
Ας το πούμε αλλιώς: Η κυβέρνηση «με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ» βιώνει ένα σοκ απομάγευσης του όλου αντιμνημονιακού ριζοσπαστισμού. Η συνάντηση με την πραγματικότητα της διακυβέρνησης μοιάζει με επώδυνη μαθητεία στις αποχρώσεις μιας πραγματικότητας που είναι αδύνατον να την περιγράψει το αφαιρετικό ζεύγος Μνημόνιο/Αντιμνημόνιο. Αυτό ήταν βέβαια φανερό εδώ και πολύ καιρό, αλλά η ιδεολογία και συγχρόνως τα κέρδη που εξασφάλιζε στον ΣΥΡΙΖΑ το σύνθημα «εμείς» ή «αυτοί» μπορούσαν να το κρύβουν.
Ο αριστερός ριζοσπαστισμός, στην παράδοξη συμμαχία του με την εθνικολαϊκή αγανάκτηση, αντιμετωπίζει πια με πιεστικό τρόπο την πρόκληση για αλλαγές στη σύστασή του, στη δομή των προσδοκιών του. Ο σκληρός οικονομικός και πολιτικός χρόνος, το επείγον των προβλημάτων, οι απαιτήσεις διοίκησης ενός προβληματικού κράτους και των θεσμών του, όλα αυτά δεν δίνουν χρόνο για αναβολή αποφάσεων.
Υπάρχουν όμως πολλά σοβαρά εμπόδια για τη διαχείριση αυτής της μετάβασης και των αναστατώσεών της. Εκτός, βεβαίως, από την εύθραυστη φύση των οικονομικών σχέσεων με την Ευρώπη και τα σοβαρά χρηματοδοτικά προβλήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχτισε εκλογική δυναμική και ερείσματα επιμένοντας μονότονα σε μια πολεμική σύλληψη της κοινωνίας και των διλημμάτων της. Εκανε πολιτική με ισχυρά ηθικά λεξιλόγια (αξιοπρέπεια), ανασύροντας μια στοιχειώδη ταξική κοινωνιολογία και ανακυκλώνοντας νοσταλγικά κοιτάσματα από αντιστασιακές στιγμές του ιστορικού παρελθόντος.
Στοιχημάτισε πάνω από όλα στην ιδέα ενός καθαρτήριου Κινήματος, το οποίο και μόνο με την ύπαρξή του θα αποδεικνυόταν ικανό να κάμψει τις ανελαστικές κυριαρχίες στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Αφησε, έτσι, να καλλιεργηθεί η εικόνα του λαού στους δρόμους, ενός λαού που επιτελεί τη «λαϊκή εξουσία» και του οποίου η παρέμβαση στο θέατρο της πολιτικής θα ακύρωνε τυπικές δεσμεύσεις και θα διέγραφε ουσιαστικά τα κληροδοτημένα θεσμικά πλαίσια.
Μετά τις τελευταίες εξελίξεις όμως το τοπίο διαφέρει: το ερώτημα είναι αν μπορεί να υπάρξει ένας ριζοσπαστισμός της σύνεσης δίχως τη φαντασμαγορία της ρήξης και μιας θεαματικής σύγκρουσης με τους «φορείς του κακού». Αν υποθέσουμε πως στον πυρήνα κάθε ριζοσπαστισμού βρίσκεται η φαντασίωση της εκκίνησης από «μηδενική βάση», πώς μπορεί να γίνει αποδεκτή δίχως σοβαρούς τριγμούς η ιδέα για μερική (έστω) συνέχεια και προέκταση παλαιότερων σχέσεων και ρυθμίσεων; Μένει λοιπόν η εξής απορία: Μήπως η χώρα είναι καταδικασμένη να ζήσει σε μια ομιχλώδη προσαρμογή, σε μια γκρίζα ζώνη μεταξύ ευρωπαϊκής νομιμοφάνειας και ασκήσεων ανυπακοής;
Κανένας παρατηρητής δεν θα ήταν σε θέση να γνωρίζει εκ των προτέρων την κατεύθυνση των πραγμάτων. Η μετάβαση από τη λογική της ριζοσπαστικής βουλησιαρχίας σε έναν παραγωγικό πραγματισμό που θα παιχτεί στις λεπτομέρειες δεν είναι εύκολη. Κάποιος πρέπει να αναζητήσει αυτή τη μετάβαση, να την έχει ήδη προετοιμάσει ή έστω να την έχει υπόψη του προγραμματικά και ως μία εύλογη προοπτική. Σε ποια κατεύθυνση μπορεί να κινηθεί εφεξής η κυβέρνηση;
Πίσω από τις δυσκολίες της φάσης την οποία διανύουμε υπάρχει για μένα ένας συγκεκριμένος κίνδυνος: οι συμβιβασμοί ως προς το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και το σφιχτό δημοσιονομικό πλαίσιο να «αντισταθμιστούν» (ή μάλλον να γίνειπροσπάθεια να καλυφθούν) από εθνικιστικές εκφωνήσεις ή από πρόχειρους και ασύντακτους θεσμικούς πειραματισμούς. Αυτό θα συνιστούσε όμως μία αρνητική εκδοχή «προσαρμογής στον ρεαλισμό»: θα έδειχνε απλώς ότι μαθαίνουν και αυτοί οι καινούργιοι τα πιο συμβατικά κόλπα του ρηχού πολιτικού θεάματος και της λαϊκής ικανοποίησης.
Θα ήταν αντιθέτως ένδειξη χρήσιμου αριστερού ρεαλισμού μια άλλη επιλογή: η απομάγευση της αντιμνημονιακής «φάσης» να δώσει ώθηση στην εκκοσμίκευση της ελληνικής ριζοσπαστικής Αριστεράς, σε μια κάποια υπέρβαση των σκληρών «θεολογικών» της καθηλώσεων σε εξαντλημένα και ανεδαφικά παραδείγματα. Μιλώ έτσι για μια ωρίμαση με όρους αλήθειας και διαυγούς εξήγησης των δυσκολιών της καινούργιας φάσης.
Σε αυτή την περίπτωση, ο κυβερνών ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αφήσει πίσω του τα σύνδρομα ηθικής δικαίωσης, τη ρητορική του κοινωνικού πολέμου και τους πειρασμούς για εθνική ενοχοποίηση των αντίθετων επιχειρημάτων ή των διαφορετικών ερμηνειών της κατάστασης. Χρειάζεται να αφήσει πίσω του το ευνουχιστικό φάντασμα της νέας Βάρκιζας, της «παράδοσης των όπλων» και της ταπεινωτικής οπισθοχώρησης, όλη αυτή την εσχάτως νεκραναστημένη ψευδοστρατιωτική ρητορική που διαβάζει κανείς εδώ κι εκεί ως συμβουλές αδιαλλαξίας και σθεναρής στάσης.
Μια τολμηρή πολιτική της αλήθειας στο κοινωνικό ζήτημα μαζί με τη συνειδητοποίηση ότι μεταρρύθμιση δεν μπορεί να σημαίνει την επιστροφή σε νόμους του 1985 ή σε ρυθμίσεις του 2000 θα ήταν στιγμές αφύπνισης που μπορεί να σώσουν την κατάσταση. Στην αντίθετη περίπτωση, η απομάγευση του αντιμνημονιακού ριζοσπαστισμού θα δώσει τη θέση της στην πικρόχολη απογοήτευση από την Αριστερά. Κι ακόμα χειρότερα, θα ωθήσει τμήματα του λαού στον πολιτικό κυνισμό και στον αντιδημοκρατικό μηδενισμό.
Αυτό που νομίζω πως δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ είναι ένα παιχνίδι των λέξεων δίχως ευθύνη για αντίστοιχες κυβερνητικές πράξεις πολιτικής: τόσο οι λεονταρισμοί των «όχι» (των «nein» του Μίκη Θεοδωράκη) όσο και μια επιδερμική «μεταρρυθμιστική» φρασεολογία που συνυπάρχει με πράξεις πισωγυρίσματος. Πιστεύω ότι το παιχνίδι με τις λέξεις, τόσο τις δήθεν ανατρεπτικές όσο και τις ψευδώς «ρεαλιστικές», έχει πλέον τεράστιο κόστος. Γι’ αυτό και η απόφαση για το ποιος δρόμος θα επιλεγεί με συνέπεια και ποιες λογικές θα πρέπει να εγκαταλειφθούν ως επιζήμιες είναι η κατεξοχήν πολιτική απόφαση της συγκυρίας: μια απόφαση για περισσότερη πολιτική και λιγότερη επικοινωνία, ακόμα και αν αυτοί οι δύο ταλαιπωρημένοι όροι του συρμού συνδέονται στενά στις σύγχρονες δημοκρατίες.
* Συγγραφέας και καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ

Σοφή ανάπτυξη ή πλακόστρωση πεζοδρομίων;


Αφού καταναλώθηκαν 4 κοινοτικά πλαίσια σε αναπλάσεις οδών και πλατειών που βαφτίσαμε ´´τοπικά αναπτυξιακά σχέδια´´, ´´ολοκληρωμένες παρεμβάσεις´´ και λοιπές κενολογίες, ίσως  είναι ώρα να σοβαρευτούμε, να σκεφτούμε και να ωριμάσουμε την ανάπτυξη που  διασύραμε, αλλά δεν οραματιστήκαμε.

Τοπικές συνέργειες για την βιώσιμη ανάπτυξη

Αθανάσιος Θεοδωράκης , Πολιτικός επιστήμονας

Οι επιπτώσεις της κρίσης είναι ορατές και πολλαπλές, αλλά υπάρχει ένας προβληματισμός σχετικά με τον μελλοντικό χαρακτήρα της ανάπτυξης. Η ανάπτυξη όπως την γνωρίσαμε μέχρι τώρα δεν μπορεί να συνεχιστεί: οι φυσικές πηγές εξαντλούνται και οι επιπτώσεις στο περιβλάλλον είναι σημαντικές. Η ανάπτυξη μέχρι σήμερα οδηγείται από την αύξηση της παραγωγής, την αύξηση της κατανάλωσης εισαγομένων προϊόντων, την υπερβολική διαφήμιση και την αποσύνδεση του χρήματος από την πραγματική οικονομία.
Ο υπολογισμός του ΑΕΠ αποδείχθηκε είναι επίσης ότι είναι λανθασμένος (Τζ. Στίγκλιτς). Λείπουν βασικές παράμετροι, ενώ υπερτονίζονται άσχετα στοιχεία. Αντίθετα νέες δραστηριότητες δεν ενσωματώνονται, ενώ όλοι οι υπολογισμοί των διεθνών οργανισμών προβλέπουν μείωση της ανάπτυξης σχεδόν για όλες τις κατηγορίες χωρών. Η τεχνολογία αλλάζει όμως τα δεδομένα και οι αλλαγές που γίνονται είναι σημαντικές (επικοινωνία, ρομποτική, ενέργεια, κοκ).
Το κύριο συνεπώς θέμα είναι ο χαρακτήρας της ανάπτυξης στο μέλλον. Ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός υπερτονίζει τη σημασία των υπηρεσιών και του εμπορίου, ενώ υποβαθμίζει τον πρωτογενή τομέα και τη βιοτεχνία. Για τις περισσότερες όμως χώρες η πρωτογενής παραγωγή και η μεταποίηση είναι σημαντικά στοιχεία για την τοπική ανάπτυξη. Σε λίγα χρόνια θα ζούμε σε ένα εντελώς νέο οικονομικό περιβλάλλον. Ποιά είναι λοιπόν τα χαρακτηριστικά στοιχεία του νέου μοντέλου;
Νομίζω ότι στροφή στο τοπικό είναι μια από τις νέες διαστάσεις του νέου μοντέλου. Γι αυτό η προετοιμασία των τοπικών κοινωνιών (προγράμματα, προτεραιότητες, μελέτες, υλοποίηση κοκ) είναι απολύτως απαραίτητη.
Το άλλο στοιχείο είναι η στροφή στην πραγματική οικονομία. Το χρήμα που κυκλοφορεί είναι αποσυνδεδεμένο από την παραγωγή, οι τράπεζες έχουν αποκτήσει υπερβολικά μεγάλο ρόλο, τα απίστευτα τρισεκατομμύρια ψάχνουν για «επενδυτικές» ευκαιρίες (κεφάλαια-γύπες) και μετακινούνται ταχύτατα.
Το τρίτο στοιχείο είναι το θέμα της παγκόσμιας διακυβέρνησης: οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν ξεπεραστεί, τα ιδιωτικά κερδοσκοπικά κεφάλαια επίσημα και ανεπίσημα ελέγχουν την παγκόσμια οικονομία, ενώ σε διεθνές επίπεδο δεν υπάρχει συντονισμός.
Τα τρία αυτά στοιχεία, τοπική οικονομία, πραγματική οικονομία και παγκόσμια διακυβέρνηση είναι τα κύρια ζητήματα του νέου μοντέλου, που χρήζουν πολιτικών απαντήσεων εφόσον θέλουμε να έχουμε ένα μοντέλο βιώσιμο, συνεκτικό, ισορροπημένο, ανθρώπινο. Ιδού η νέα πρόκληση για επιστήμονες, φορείς, κράτη και διεθνείς οργανισμούς.
Η συζήτηση περί του μελλοντικού μοντέλου ανάπτυξης πρέπει να συνεχισθεί με συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων. Δεν υπάρχει διεθνώς ένα αποδεκτό μοντέλο, και οι τοπικές συνθήκες ζητούν εξειδικευμένες λύσεις. Ωστόσο η παγκοσμιοποιημένη οικονομία δείχνει τις τάσεις και οι επενδυτές, μικροί ή μεγάλοι, πρέπει να εκτιμήσουν σωστά όλα τα δεδομένα.
Πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι ο αγροτικός τομέας μπορεί να σηκώσει το βάρος της νέου τύπου ανάπτυξης: «Ειδικότερα, στους τομείς των μεταποιημένων και μη αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων οι μεγαλύτερες εξαγωγικές δυνατότητες καταγράφονται στα ακόλουθα προϊόντα: παρασκευάσματα διατροφής από λαχανικά και φρούτα (κονσέρβες φρούτων και λαχανικών, ελιές, μαρμελάδες), ελαιόλαδο, φρούτα και κυρίως εσπεριδοειδή, σταφύλια, ροδάκινα, ακτινίδια και καρπούζια, βαμβάκι, αλιεύματα ιχθυοκαλλιέργειας, καπνός, λαχανικά και κυρίως κηπευτικά, γαλακτοκομικά με έμφαση στο γιαούρτι και το τυρί, ζάχαρη και ζαχαρώδη».
Αυτή η τάση είναι ενδεικτική του ενδιαφέροντος των επενδυτών αλλά και της διάθεσης για αξιοποίηση της αγρο-κτηνοτροφικής παραγωγής της Ελλάδας. Σε αυτό το πλαίσιο θα ήθελα να τονίσω ενδεικτικά τα παρακάτω κρίσιμα στοιχεία για τις παλιές και νέες επιχειρήσεις:
  • Επιμονή στον καλό και ευέλικτο σχεδιασμό του προγράμματος
  • Επιμονή στην ποιότητα των προϊόντων, μοναδικό σταθερό κριτήριο για την αγορά.
  • Επιμονή στις συνέργειες που μπορούν να γίνουν σε τοπικό επίπεδο (υπηρεσίες προώθησης προϊόντων, θέσεις εργασίας, αξιοποίηση της εμπειρίας άλλων επιχειρήσεων)
  • Επιμονή στην συστηματική ενημέρωση εκ μέρους των υπηρεσιών και στην τήρηση όλων των τυπικών διαδικασιών εκ μέρους των ενδιαφερομένων επενδυτών.
Για την καλύτερη απόδοση των επενδύσεων θα πρέπει φυσικά να ενισχυθεί το σύστημα των υποδομών: οδικό δίκτυο, σύγχρονες επικοινωνίες, δίκτυο συγκέντρωσης πρώτων υλών, υπηρεσίες ενημέρωσης και υποστήριξης των παραγωγών. Οι υποδομές αποτελούν ένα κρίσιμο στοιχείο. Ενώ δεκάδες αγροτικά προϊόντα σύμφωνα με προαναφερόμενη έρευνα αποτελούν την αιχμή του δόρατος για τις εξαγωγές, η έλλειψη στις υποδομές ακυρώνει τις προσπάθειες της χώρας, παρά τα γεωφυσικά της πλεονεκτήματα Με σκληρή προσπάθεια, με επιμονή θα χτισθεί η «παραγωγική ταυτότητα» της κάθε περιοχής, έτσι θα προκύψουν επενδύσεις και νέες θέσεις εργασίας, έτσι θα τονωθεί η πραγματική οικονομία, έτσι θα πάμε μπροστά: με σχέδιο, με πρόγραμμα, με εργασία.

Η μήτις και οι πολύτροπες διαπραγματεύσεις

ή
πώς κατανοεί , πραγματεύεται και δια-πραγματεύεται η δυτική και η κινέζικη σκέψη

" Εγκώμιο της απραξίας "


Στο παρακάτω κείμενο χρησιμοποιούνται αποσπάσματα του βιβλίου "εγκώμιο της απραξίας" του Φρανσουά Ζυλλιέν, προσπαθώντας να κάνω μια παρουσίασή του.

Francois Jullien(2 Ιουνίου 1951-).
Καθηγητής και επικεφαλής του Τμήματος
"Γλώσσες και πολιτισμοί της Ανατολικής Ασίας"
στο Paris Diderot Univercity.
Πρώην πρόεδρος του Διεθνούς Κολεγίου Φιλοσοφίας
(1995-1998)
και της Γαλλικής Ένωσης Κινεζικών Σπουδών
(1988-1990).
Ο Γάλλος φιλόσοφος Φρανσουά Ζυλλιέν, ένας από τους διαπρεπέστερους σινολόγους της εποχής μας, στο “εγκώμιο της απραξίας- η αποτελεσματικότητα στην κινεζική σκέψη”(Μετάφραση Θάνος Σαμαρτζής, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2013) λέει ότι όλος ο δυτικός τρόπος σκέψης είναι προτυπολογικός, με την έννοια ότι κατ' αρχήν δημιουργεί πρότυπα, στόχους και στη συνέχεια αναζητά τα μέσα που θα οδηγήσουν στην πραγματοποίησή τους με τον πιο άμεσο δυνατό τρόπο. Αυτός ο τρόπος σκέψης έχει τη βάση του στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και απαιτεί τη συνδρομή δύο ανθρώπινων ικανοτήτων. Πρώτον της νόησης που σύμφωνα με τον Πλάτωνα “συλλαμβάνει το άριστο”, το πρότυπο. 
Και δεύτερον, της θέλησης, η οποία καλείται να εντάξει αυτό το ιδεατό πρότυπο στην πραγματικότητα. Στην πολιτική σκέψη διαμορφώνουμε ιδεατά πρότυπα της Πολιτείας, τα οποία κατόπιν θα πρέπει να πραγματώσουμε. Αυτό το βλέπουμε ήδη στον Πλάτωνα. Η εφαρμογή θα απαιτήσει την άσκηση μιας ισχυρής πίεσης πάνω στην πραγματικότητα. Μπορεί να απαιτήσει μια επανάσταση. Όμως ακόμη κι όταν δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε αυτό το ιδεατό πρότυπο, αυτό δεν χάνει την αξία του. Θα χρησιμεύσει ως υπόδειγμα, ως σημείο αναφοράς και από τον “ουρανό” των ιδεών θα καθοδηγεί τις πράξεις μας. Η κλασική Ελληνική σκέψη με τον Αριστοτέλη αναζήτησε και ένα ενδιάμεσο επίπεδο, ανάμεσα στο ιδεατό πρότυπο και στο επίπεδο της πραγμάτωσης αυτού του προτύπου. Δηλαδή ανάμεσα στη θεωρία και το επίπεδο της πράξης. Ο Αριστοτέλης επεξεργάστηκε την ιδέα της φρόνησης της οποίας η λειτουργία είναι να συνδέει τον ιδεατό τύπο με την εφαρμογή του, κι έτσι να μειώνει το μεταξύ τους χάσμα. Σε κάθε περίπτωση όμως είμαστε βαθιά επηρεασμένοι από την ιδέα πως τα δυο επίπεδα, τη θεωρία και την πράξη, τα χωρίζει μια απόσταση που είναι αδύνατο να μηδενιστεί.

Ο Ελληνικός στοχασμός δεν εξαντλείται στον προτυπολογικό τρόπο σκέψης. Την προκλασική περίοδο, στην Ελλάδα της αρχαϊκής εποχής, ο Οδυσσέας για παράδειγμα δεν διαμορφώνει ιδεατά πρότυπα ούτε και αναζητά πως θα τα εφαρμόσει στην πράξη. Ο Οδυσσέας ονομάζεται πολύτροπος, δηλαδή πολυμήχανος, η δύναμή του έγκειται στο ότι ξέρει να εκμεταλλεύεται τις καταστάσεις προς όφελός του. Είναι σε θέση να εντοπίσει προς τα που κινείται η κατάσταση και πως μπορεί να την εκμεταλλευθεί.

Μια ομηρική λέξη η μήτις σημαίνει την ικανότητα να αξιοποιείς τις περιστάσεις, να αντιλαμβάνεσαι πως εξελίσσεται η κατάσταση και να εκμεταλλεύεσαι την πορεία που σε ευνοεί. Ο Δίας όταν κατακτά την εξουσία παντρεύεται τη Μήτιδα, ώστε να διασφαλίσει ότι η εξουσία του θα είναι στερεωμένη στις συγκυρίες, πως δεν θα κινδυνέψει να ανατραπεί από αυτές. Όταν αναπτύχθηκε στην Ελλάδα η φιλοσοφία, την κλασική περίοδο, έπαψε να χρησιμοποιείται σαν ιδέα επειδή κυριάρχησε η ιδέα του προτύπου, της ιδεατής μορφής, του μόνου που πρέπει να επιδιώκουμε.

Στην κινεζική σκέψη, όπως την παρουσιάζει ο Φρανσουά Ζυλλιέν, η αποτελεσματικότητα νοείται διαφορετικά. 

Ο Κινέζος στρατηγός δεν θέτει στόχους ούτε καταστρώνει σχέδια. Προσπαθεί να ανιχνεύσει και να εκμεταλλευθεί την εσωτερική δυναμική της κατάστασης. Να συντονιστεί με τη φυσική πορεία των πραγμάτων, ώστε να κάνει τις συνθήκες να δουλέψουν για λογαριασμό του.

Οι Τέχνες του πολέμου της αρχαίας Κίνας, δεν έχουν κανένα αντίστοιχο στην ευρωπαϊκή παράδοση. Στην Ελλάδα έχουμε κυρίως πραγματείες τεχνικής ή τακτικής. Πως πρέπει να παρατάσσονται τα στρατεύματα, πως να πραγματοποιούνται οι ελιγμοί, πραγματείες περί πολιορκητικής, περί ανεφοδιασμού κλπ. Γωνίες, σχήματα, μια διαρκής παρουσία της γεωμετρίας. Στην Ελλάδα δεν θα βρούμε τίποτα αντίστοιχο με τα μεγάλα κινεζικά κείμενα περί της Τέχνης του πολέμου (Σουν Τζου, Σουν Μπιν), τα οποία χρονολογούνται από τον 5ο και 4ο αιώνα πΧ, την εποχή των αντιμαχόμενων Βασιλείων, όταν η Κίνα ήταν διαιρεμένη σε αντίπαλες ηγεμονίες που βρίσκονταν σε διαρκή πόλεμο μεταξύ τους, προσπαθώντας να αποκαταστήσουν για ίδιο όφελος την ενότητα της αυτοκρατορίας. Αυτή η στρατηγική σκέψη περιέχει δύο έννοιες που όχι μόνο δεν βασίζονται στη διάκριση σε πρότυπο και εφαρμογή, αλλά αντιθέτως καταλήγουν στην ακύρωση αυτής της διάκρισης. Οι δύο αυτές έννοιες είναι: πρώτο η “κατάσταση”, η “διάταξη”, το “πεδίο”(σινγκ) και δεύτερο αυτό που μεταφράζεται ως “δυναμικό της κατάστασης”(σε). Ο στρατηγός οφείλει να ξεκινήσει από τη δεδομένη κατάσταση, της οποίας το δυναμικό οφείλει να εντοπίσει και να εκμεταλλευθεί.

Η έννοια της ευνοϊκής συγκυρίας, των πρόσφορων συνθηκών και η εκμετάλλευσή τους που είναι απαραίτητη για την επίτευξη των σκοπών, που υπάρχει φυσικά στην ευρωπαϊκή σκέψη, συναντά την κινεζική αντίληψη περί “δυναμικού της κατάστασης”. Οι Κινέζοι επικέντρωσαν την προσοχή τους σε αυτή ακριβώς την έννοια: η στρατηγική δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ικανότητα να εντοπίσεις τους πρόσφορους παράγοντες και να τους αξιοποιήσεις προς όφελός σου. Η μεγάλη στρατηγική δεν έχει τυμπανοκρουσίες, η μεγάλη στρατηγική δεν φαίνεται. Η στρατηγική είναι το αντίθετο του ηρωισμού. Καλλιέργησαν με τέτοιο πάθος τον στοχασμό πάνω στους πρόσφορες παράγοντες ή σ' αυτό που ονομάζεται δυναμικό της κατάστασης, ώστε να υποστηρίζουν ότι η ανδρεία και η δειλία είναι επιγενόμενα προϊόντα του δυναμικού της κατάστασης. Αυτό που μας καθιστά δειλούς ή θαρραλέους είναι η κατάσταση ή το δυναμικό της κατάστασης.

Αυτού του είδους οι καταστάσεις δεν είναι άγνωστες στους Ευρωπαίους. Οι Κινέζοι όμως τις ανήγαγαν σε κεντρικό άξονα της αντίληψής τους για τη στρατηγική. Ακόμη στον ευρωπαϊκό ορθολογισμό τα κενά που παρουσιάζονται στην προτυπολογική σκέψη, καλύπτονται συχνά με έννοιες όπως το “πεπρωμένο”, η “τύχη”, οι “θεοί”, τα οποία μπορεί να τα καλύψει εν μέρει η έκλαμψη της “ιδιοφυΐας”. Στο βιβλίο του Σουν Τζου δεν μπορούμε ούτε να υποθέσουμε ούτε να ευχηθούμε οποιαδήποτε έξωθεν παρέμβαση, που να προέρχεται από κάτι ξένο από την εσωτερική λογική της εξελισσόμενης κατάστασης.

Η Κίνα μη έχοντας αναπτύξει την έννοια του ιδεατού προτύπου δεν διαθέτει καν ένα μονοσήμαντο και ακριβή όρο που να σημαίνει σκοπός. Όμως αν δεν υπάρχουν σκοποί, το μόνο που απομένει είναι να εκμεταλλευθούμε τις ροπές των πραγμάτων. Αντίθετα η έννοια του σκοπού είναι πανταχού παρούσα στην ελληνική σκέψη. Η κινεζική σκέψη δεν στοχάστηκε τον στόχο ή την κατάληξη. Αντίθετα στοχάστηκε το συμφέρον, το κέρδος, το όφελος, το λι. Αυτός που αναζητά το όφελος στην κλίμακα όλης της ανθρωπότητας και του κόσμου, είναι ο σοφός. Αυτός που αναζητά το όφελος σε μια πιο περιορισμένη κλίμακα και στο πλαίσιο μιας ανταγωνιστικής σχέσης είναι ο στρατηγός. Ο σοφός και ο στρατηγός δεν κατασκευάζουν μια οργανωμένη διάρθρωση ενδιάμεσων και απώτερων στόχων, ούτε και αποβλέπουν σε κάποιο σκοπό. Προσπαθούν να εκμεταλλευθούν την κατάσταση που την αντιλαμβάνονται ως δυναμική διάταξη, για το καλό όλων των ανθρώπων ο σοφός ή για λογαριασμό ενός ηγεμόνα ή μιας ομάδας που αντιμάχεται άλλους, ο στρατηγός.

Η κινεζική σκέψη στοχάστηκε σε εντυπωσιακό βάθος την έννοια της διαδικασίας, της ωρίμανσης. Αυτό ίσως είναι αποτέλεσμα του ότι οι Κινέζοι ήταν ένας αγροτικός λαός. Οι νομάδες ζουν στην παραμεθόριο ζώνη, στις βόρειες και στις δυτικές στέπες και απειλούν συνεχώς την Κίνα. Η στενότητα της γης που έπρεπε να καλλιεργήσει σε σχέση με τον πληθυσμό της, την απέκλεισε από την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας αλλά και την έμαθε να βασίζεται στην απείρως σιωπηλή διαδικασία της ανάπτυξης των φυτών, την οποίαν ο άνθρωπος πρέπει απλά να επιμελείται. Όχι να καθοδηγούμε αλλά να υποβοηθούμε, παίζοντας κυρίως έναν επικουρικό ρόλο ώστε να φθάσει η ροπή στην πλήρη εκδίπλωσή της. Ο Λάο Τσε το συνοψίζει στην έκφραση “να βοηθάς αυτό που έρχεται μόνο του”. Να μην ασκείς βία πάνω στα πράγματα, δίχως όμως και να τα εγκαταλείπεις. Υποβοηθώ αυτό που με ευνοεί. Το αποτέλεσμα δεν το παράγω εγώ, ως κάποιος που θέλει και που προσβλέπει σε κάτι, αλλά προκύπτει μέσα από τις συνθήκες τις οποίες εγώ απλώς εκμεταλλεύομαι. Οι συνθήκες δουλεύουν για μένα. 

Η Ελληνική φιλοσοφική παράδοση μας έμαθε να διακρίνουμε το πεδίο της φυσικής γένεσης, της ανάπτυξης της φύσεως, από το πεδίο του δημιουργικού ποιείν, το οποίο αποτελεί ιδιαίτερο γνώρισμα του ανθρώπου, δηλαδή το πεδίο της τέχνης. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να συλλαμβάνουμε κατόπιν τη φύση όπως το κάνει ο Αριστοτέλης, δηλαδή με βάση το μοντέλο της τεχνικής. Για τον Αριστοτέλη η φύση είναι σαν τεχνίτης. Η Κίνα αντίστροφα συνέλαβε το ανθρώπινο ποιείν με βάση τη διαδικασία της φυσικής γένεσης.

Ανάμεσα στο Εγώ ή την κατάσταση, η κινεζική σκέψη ξεκινά από την κατάσταση και όχι από το Εγώ. Αντίθετα η Ευρωπαϊκή παράδοση στο διάβα της ιστορίας της θεμελίωσε τη σκέψη της πάνω στο ρόλο και στη σκοπιά του Εγώ. Οι Έλληνες στοχάζονταν με βάση το Ον και τον κόσμο. Από τον Αυγουστίνο μέχρι τον Καρτέσιο, το εγώ ορίστηκε ως σημείο αφετηρίας της φιλοσοφίας. Ωστόσο η ευρωπαϊκή σκέψη, με πάθος και ζήλο και σε συνάφεια με το Εγώ-υποκείμενο, συλλαμβάνει αυτό που εμφανίζεται ως το αντίθετο της αυτοφυΐας των διαδικασιών και αυτό είναι το “άρριζο” της Ελευθερίας, η οποία επιβάλλεται ως η μεγάλη ευρωπαϊκή αξία, την οποίαν η Κίνα στοχάστηκε ελάχιστα.

Στην Ευρώπη από τη στιγμή που επικράτησε η προτυπολογική σκέψη, ήταν επόμενο να δοθεί έμφαση στη δράση, στην πράξη, που αποτελεί το φυσικό επακόλουθο αυτής σχέσης. Δεν αρκεί να καταστρώσεις ένα σχέδιο, πρέπει να το θέσεις σε εφαρμογή. Θεωρία και πράξη. Αυτό προϋποθέτει τη συνδρομή μιας άλλης ανθρώπινης ικανότητας, παράλληλης της νόησης, της θέλησης. Οι δυο αυτές ικανότητες, η νόηση και η θέληση δεν συνδέονται μεταξύ τους, λειτουργούν σε διαφορετικά πεδία. Η μία γνωρίζει, η άλλη ενεργεί. Για τον Ντεκάρτ η νόηση είναι πεπερασμένη και μπορεί να πλανηθεί. Η θέληση όμως είναι απεριόριστη και σ' αυτήν πρέπει να βασιστούμε.

Από την άλλη έχουμε έναν κορυφαίο όρο της κινεζικής σκέψης που είναι η “απραξία”, το “μη πράττειν”(γου γουέι). Συχνά αυτό τον όρο τον κατανοούμε με τρόπο εσφαλμένο, ερμηνεύοντάς τον από τη δικιά μας σκοπιά σκέψης, ως μια αδιαφορία, μια παραίτηση, μια παθητικότητα ή ως τη ραθυμία του Ανατολίτη. Όμως οι Κινέζοι δεν είναι ούτε παθητικοί, ούτε παραιτημένοι, ούτε αδιάφοροι. Είναι ασυναγώνιστοι στο εμπόριο, όπως είχε παρατηρήσει από πολύ παλιά ο Μοντεσκιέ. Και η εξήγηση βρίσκεται στο ότι όλη αυτή η αντίληψη εκφράζεται ολοκληρωμένα με το “να μην πράττεις τίποτα αλλά να γίνουν όλα”. Η παραδοξότητα αυτή είναι φαινομενική επειδή η φράση συνδέεται με τη λογική των διαδικασιών.

Εάν όμως δεν “πράττουμε” τότε τι κάνουμε; Η δεσπόζουσα λέξη της κινεζικής σκέψης είναι η μεταμόρφωση. Όχι πράξη, μεταμόρφωση. Ο σοφός μεταμορφώνει την ανθρωπότητα, ο στρατηγός μεταμορφώνει τον αντίπαλο. Στον Σουν Τζου και στην Τέχνη του πολέμου, όταν ο αντίπαλος καταφτάνει ξεκούραστος πρέπει να τον κουράσω, αν καταφτάνει ενωμένος πρέπει να τον διαιρέσω κλπ, να τον μεταμορφώσω. Πρέπει να κινητοποιήσω μια διαδικασία που σταδιακά να κάνει τον αντίπαλο να χάσει τη συνοχή του και να τον οδηγήσει σε μένα διαιρεμένο, εξαντλημένο, σκόρπιο, σε βαθμό τέτοιο ώστε αν επιτεθώ αυτός θα καταρρεύσει. Η κινεζική σκέψη οδηγεί σε μια αντιδιαστολή μεταξύ μεταμόρφωσης και πράξης. Η πράξη είναι σχετικά στιγμιαία(ακόμη και αν διαρκέσει δέκα χρόνια όπως ο Τρωικός πόλεμος). Είναι τοπική. Παραπέμπει ρητά σε ένα υποκείμενο, ακόμη και αν αυτό είναι συλλογικό, εμείς οι Αχαιοί μπροστά στα τείχη της Τροίας. Έτσι η πράξη διαφοροποιείται από τη φυσική πορεία των πραγμάτων. Γι αυτό και ξεχωρίζει και μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο μιας ηρωικής αφήγησης.

Αντίθετα η μεταμόρφωση δεν είναι τοπική αλλά σφαιρική, αυτό που μεταμορφώνεται είναι σύσσωμο το επηρεαζόμενο σύνολο. Δεν είναι στιγμιαία αλλά εκτείνεται σε βάθος χρόνου. Παραπέμπει λιγότερο σε ένα συγκεκριμένο υποκείμενο, καθώς προκύπτει μέσω της διακριτικής επιρροής του περίγυρου, με τρόπο έμμεσο και διάχυτο. Η μεταμόρφωση δεν φαίνεται. Βλέπουμε μονάχα τα αποτελέσματά της, όπως δεν βλέπουμε τον καρπό καθώς αυτός ωριμάζει. Μια μέρα διαπιστώνουμε ότι ο καρπός είναι ώριμος, έτοιμος να πέσει. Η πράξη ξεχωρίζει, λάμπει, φαίνεται. Όμως μονάχα η μεταμόρφωση είναι αληθινά πραγματική.

Η ευρωπαϊκή σκέψη παρ' όλο που στηρίζεται συνήθως σε σχηματοποιήσεις, οι οποίες αναπόφευκτα αλλοιώνουν τον συγκεκριμένο και ανεπανάληπτο χαρακτήρα της εκάστοτε κατάστασης, έχει όμως μιλήσει για ένα είδος συμπεριφοράς που αδιαφορεί για τα προκαταβολικά πλάνα και τα προσχέδια. Και αυτό είναι ο εμπειρισμός. Αναγνωρίζει τον άνθρωπο της πράξης, την ικανότητα να αφήνεται στην ανεξάντλητη ποικιλομορφία της κατάστασης, να καταφέρνει να αντιληφθεί την αναγκαιότητα που κινεί την εσωτερική ζωή των πραγματικών δεδομένων. Ο άνθρωπος της πράξης παραμένει ανοιχτός στον άπειρο πλούτο της κατάστασης και στην απρόβλεπτη εξέλιξή της. Δεν εμποδίζεται από προκατασκευασμένα θεωρητικά σχήματα. Ακολουθεί τη διαίσθησή του. Όμως στην ευρωπαϊκή φιλοσοφία η “διαίσθηση” αποτελεί έναν εύχρηστο όρο προκειμένου να ξεφορτωθούμε κάθετι που υπερβαίνει τη νόηση. Υποτίθεται πως καθιστά δυνατή μια άμεση, απροσχεδίαστη, δυναμική πρόσβαση σε αυτό που δεν επιδέχεται ούτε εννοιολογική σύλληψη ούτε θεωρητική τακτοποίηση. Οδηγεί στην εξύμνηση της ιδιοφυΐας.

Η κινεζική αντίληψη δεν έχει σχέση με τον ευρωπαϊκό εμπειρισμό που είναι οργανωμένος πάνω στις έννοιες του όντος και της γνώσης αλλά και στον διαχωρισμό του είναι και του γίγνεσθαι. Η διαδικασία, στην κινεζική σκέψη αποτελεί τη μόνη και την όλη πραγματικότητα (το τάο, η οδός). Η κινέζικη οδός δεν είναι μια οδός που “οδηγεί προς”. Όταν οι Ευρωπαίοι στοχάζονται την έννοια της οδού τη συνδέουν πάντα με την ιδέα μιας κατάληξης, με ένα τέλος. Αντίθετα το κινεζικό τάο, είναι η οδός της ρύθμισης, η οδός της αρμονίας, διαμέσου της οποίας η διαδικασία, επειδή ακριβώς δεν ξεστρατίζει, ανανεώνεται αδιάκοπα. Απουσιάζει πλήρως η ιδέα της κατάληξης. 

Ένα ερώτημα που προκύπτει από την αντίληψη της κινέζικης σκέψης για τη δράση, είναι τι κάνω εάν στην προσπάθειά μου να εντοπίσω έναν πρόσφορο ευνοϊκό παράγοντα, έστω σε εμβρυώδη μορφή, δεν βρω τίποτε; Η απάντηση είναι, δεν κάνω τίποτα. Διότι προφανώς, εάν κάνω κάτι, όχι μόνο μπαίνω σε κίνδυνο, αλλά οδεύω κατευθείαν προς το χαμό μου. Ο χαμός αυτός μπορεί να είναι όμορφος, τραγικός, ηρωικός, δεν θα είναι όμως αποτελεσματικός. Πρέπει να περιμένετε. Επειδή ο κόσμος δεν σταματά να ανανεώνεται, η κατάσταση στην οποία βρίσκεστε θα μεταμορφωθεί, θα αναδείξει αναπόφευκτα νέα ενδεχόμενα στα οποία θα μπορείτε να στηριχτείτε. Περιμένοντας προστατεύεσαι αφήνοντας την κακή συγκυρία να περάσει.

Αυτοί οι δύο τρόποι σκέψης που αναπτύχθηκαν, υπάρχουν αναμφίβολα στην Ευρωπαϊκή παράδοση, όπως αντίστοιχα και στην κινεζική σκέψη. Απλά η κάθε μια πλευρά επεξεργάστηκε περισσότερο, έδωσε θεωρητική έκφραση σε κάτι που η άλλη πλευρά το γνωρίζει περισσότερο εμπειρικά. Και αξιοποιώντας αυτή τη διπλή πηγή φωτισμού μπορούμε να αποκτήσουμε πρόσβαση σε κάτι που ο Φρανσουά Ζυλλιέν ονομάζει αυτοαντικατοπτρισμό του ανθρώπινου στοιχείου. Διότι αυτοί οι δύο τρόποι σκέψης είναι εξίσου λογικοί. Και μπορούν να οδηγήσουν στη σοφία. Αν με τον όρο “σοφία” αναφερόμαστε στη σκέψη εκείνη που κινείται στο εσωτερικό της φιλοσοφίας αλλά που τελικά την ξεπερνά, μια διαχειριστική τέχνη που διαχειρίζεται το νόημα ή μάλλον την απουσία νοήματος, το παράλογο.

Χρήσιμες ιστορίες πτωχεύσεων, διαπραγμετεύσεων, συμφωνιών



... ´´ Η αντιπολίτευση κατηγορούσε τον Τρικούπη ότι ήταν ο αίτιος της πτώχευσης και ο τελευταίος διατεινόταν ότι αυτός παρέλαβε μια οικονομία πτωχευμένη! Η Αυλή, για δικούς της λόγους, ήταν κι αυτή εχθρική εναντίον του Τρικούπη. Μία κίνηση του τελευταίου για φορολογία των οικοδομών –σε αναπλήρωση των εσόδων από τα καταργηθέντα διαπύλια τέλη– υπήρξε η αφορμή πρόκλησης λαϊκών επεισοδίων, με τελικό αποτέλεσμα την παραίτηση του Τρικούπη (12/1/1895).
Η διαδεχθείσα νέα, υπό τον Θ. Δεληγιάννη, κυβέρνηση, αντιμετωπίζουσα τις δυσκολίες των συνεχών συσκέψεων με τους αντιπροσώπους των ξένων ομολογιούχων, προσέφυγε στον έμπειρο για τέτοιες υποθέσεις τραπεζίτη Σ. Στρέιτ, διοικητή της Εθνικής Τράπεζας, ο οποίος και πέτυχε (18/2/1897) συμφωνία η οποία, ωστόσο, δεν πρόφτασε να εγκριθεί από τις επιτροπές λόγω κήρυξης του Ελληνοτουρκικού Πολέμου (4/16-4-1897). Ο πόλεμος ήταν η λύση του προβλήματος και η συμφωνία με τον Στρέιτ ήταν περιττή. Κοινό μυστικό ήταν ότι οι Τούρκοι είχαν ενθαρρυνθεί από τους Γερμανούς για πολεμική σύρραξη με την Ελλάδα, γιατί απώτερος σκοπός τους ήταν η ικανοποίηση των Γερμανών ομολογιούχων με την επιβολή στη χώρα μας του οικονομικού ελέγχου. Ο έλεγχος εξυπηρετούσε όχι μόνο τα οικονομικά, αλλά και τα πολιτικά σχέδια όλων των Μεγάλων Δυνάμεων.
Ο οικονομικός και πολιτικός έλεγχος
Και πραγματικά, μετά την ήττα της χώρας και την υπογραφή –με τον τουρκικό στρατό στη Λαμία, 200 χλμ. από την Αθήνα– της προκαταρκτικής Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης (6/18-9-1897) από την Τουρκία και τις Μεγάλες Δυνάμεις, οι οποίες αντιπροσώπευαν και την (απούσα) Ελλάδα, που με διακοίνωσή της από 10/5/97 επέτρεπε στις Μεγάλες Δυνάμεις «άνευ όρων τη φροντίδα των συμφερόντων της», έδιναν λύσεις στα… δικά τους με την Ελλάδα προβλήματα που προέρχονταν από την κηρυχθείσα πτώχευση. Επιπλέον πετύχαιναν μία ακόμα ευκαιρία για ένα γενικότερο πολιτικό έλεγχο…
Έτσι, στο άρθρο 2 της εν λόγω Συνθήκης αναφερόταν ότι: 1) Η Ελλάς θα καταβάλει στην Τουρκία αποζημίωση 4 εκατ. τουρκικές λίρες. 2) Ο σχετικός προς ταχεία απότιση της αποζημίωσης κανονισμός θα γίνει με τη συναίνεση των Δυνάμεων, με τρόπο ώστε να μην θιγούν τα κεκτημένα δικαιώματα των παλαιών δανειστών της Ελλάδος. 3) Για το σκοπό αυτό θα ιδρυθεί στην Αθήνα Διεθνής Επιτροπή που θα απαρτίζεται από τους αντιπροσώπους των μεσολαβουσών Δυνάμεων. 4) Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να επιτύχει την ψήφιση νόμου που προηγουμένως θα έχειεγκριθεί από τις Μεγάλες Δυνάμεις, που θα κανονίζει τη λειτουργία της Επιτροπής και δυνάμει αυτού «η είσπραξις και διάθεσις προσόδων επαρκών διά την υπηρεσίαν του δανείου της αποζημιώσεως και των άλλων εθνικών χρεών θέλουσι τεθή υπό τον απόλυτον έλεγχον της προρρηθείσης Επιτροπής».
Η ειρήνευση βρήκε πρωθυπουργό τον πολεμοχαρή Ράλλη, αλλά ευτυχώς για την υλοποίηση της Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης κλήθηκε μία άλλη κυβέρνηση υπό τον συντηρητικό Ζαΐμη που ως υπουργό των Οικονομικών όρισε τον έμπειρο Σ. Στρέιτ, διοικητή της Εθνικής Τράπεζας, ο οποίος, όπως ήδη αναφέραμε, είχε ασχοληθεί με το θέμα του συμβιβασμού και είχε επιτύχει συμφωνία.
Οι συνομιλίες άρχισαν αμέσως και σε ένα τρίμηνο (21/1/1898) ολοκληρώθηκαν. Παρά τις ακραίες θέσεις των Γερμανών, η ευνοϊκή διάθεση των Άγγλων και των Ιταλών –και ιδιαίτερα του Άγγλου εκπροσώπου φιλέλληνα Εδουάρδου Λω– και η ύπαρξη ως πρωθυπουργού του Ζαΐμη και υπουργού των Οικονομικών του Σ. Στρέιτ συνετέλεσαν, ώστε να επιτευχθεί τελικά σχέδιο, το οποίο κατά τον Ανδρεάδη ήταν πολύ ευνοϊκότερο απ’ αυτό που αναμενόταν το Σεπτέμβριο του 1897. Αναφέρει ο Ανδρεάδης ότι ο Στρέιτ και ο πρωθυπουργός Αλ. Ζαΐμης «επέτυχαν πολλά εφαρμόσαντες πολιτικήν απολύτου ειλικρινείας και κατακτήσαντες ούτω την εμπιστοσύνη των Δυνάμεων».
Οι όροι της Συμφωνίας
Η Επιτροπή του Ελέγχου αποτελούνταν από αντιπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων. Η επωνυμία της Επιτροπής ως «Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου» –όρος «όζων δουλείας»– αντικαταστάθηκε αργότερα με τον όρο «Διεθνής Οικονομική Επιτροπή» (ΔΟΕ). Στη ΔΟΕ παραχωρήθηκαν οι πρόσοδοι ορισμένων μονοπωλίων –άλας, τελωνεία, κ.λπ.– με πρόβλεψη ετησίων εσόδων 39,6 εκατ. δρχ. και, σε περίπτωση ανεπάρκειας, συμπληρωματικά και άλλα τελωνεία, με έσοδα 7,2 εκατ. δρχ. Η διαχείριση των εσόδων ανατέθηκε στην Εταιρεία Μονοπωλίων που προϋπήρχε από τη διαχείριση των προσόδων του δανείου του 1887.
Το ονομαστικό κεφάλαιο των δανείων διατηρήθηκε στο ακέραιο, ενώ στους τόκους υπήρξε μια κάποια ρύθμιση ανάλογα με το δάνειο: 43% και 32% του αρχικού τόκου, που τελικά όλα αυτά δεν ίσχυσαν, γιατί στα προσεχή χρόνια υπήρξαν μεγαλύτερα έσοδα που κάλυψαν το σύνολο των τοκοχρεολυσίων. Σειρά όρων καθόριζαν την υποχρεωτική από την ΔΟΕ έγκριση και τον έλεγχο όλων των χρηματοοικονομικών κινήσεων που επηρέαζαν τα δημοσιονομικά μας μεγέθη. Η ΔΟΕ δεν περιορίζεται στον έλεγχο της εταιρείας διαχείρισης, ασκούσε και εποπτεία επί των οργάνων της διοίκησης. Αναφέρεται, χαρακτηριστικά, ότι το 1904 επενέβη και πέτυχε να μην μετατίθενται οι υπάλληλοι του τελωνείου Πειραιώς χωρίς την έγκρισή της. Ανάλογες παρεμβάσεις ήταν συνηθισμένες για τη ΔΟΕ.
Αν αναλογιστούμε ότι για να αποσυρθούν οι Τούρκοι από την καταληφθείσα στον προηγηθέντα πόλεμο Θεσσαλία έπρεπε να πληρώσουμε τη συμφωνηθείσα αποζημίωση σε αυτούς –95 εκατ. φράγκα–, για την οποία οι Μεγάλες Δυνάμεις μάς υποσχέθηκαν δάνειο 170 εκατ. και η χορήγηση αυτού του δανείου προϋπέθετε την υλοποίηση της συμφωνίας για τη ΔΟΕ, τότε γίνεται αντιληπτή η μειονεκτική θέση μας και η υποχωρητικότητά μας σε όλα τα αιτήματα των δανειστών μας που υποβάλλονταν υπό τη σκέπη πάντοτε των Μεγάλων Δυνάμεων.
Αποτελέσματα
Ο ελληνικός λαός, παρ’ όλη την οικονομική δυστυχία του, έδειξε αξιοθαύμαστη ψυχραιμία. Αυτό φάνηκε ακόμα και μέσα στην πρώτη περίοδο της πτώχευσης, οπότε οργάνωσε την τέλεση των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων (1896) χωρίς κρατική οικονομική βοήθεια, αλλά με χορηγίες δωρητών (Αβέρωφ), που ξαναζωντάνεψε με τη νίκη του μαραθωνοδρόμου Σπύρου Λούη. Παρέβλεψε τη ΔΟΕ και στράφηκε προς την κινδυνεύουσα Μακεδονία, προσφέροντας σε αίμα νέες θυσίες. Στο κήρυγμα του Βενιζέλου, ο λαός προσέτρεξε και εντάχθηκε στο νέο (αστικό) κίνημα και με μεγάλες θυσίες πραγματοποίησε το όραμα της δημιουργίας μιας άλλης Ελλάδας.
Παράλληλα, η οικονομία πήρε μια τελείως αντίθετη κατεύθυνση, με συνέπεια κυρίως από το 1898 ο απολογισμός να αφήνει περίσσευμα. Το πρώτο εξωτερικό δάνειο ήταν εγγυημένο των 170 εκατ. δρχ. του 1898 που χρησιμοποιήθηκε για την εκκαθάριση του πολέμου του 1897.
Στη δεκαετία του 1910, υπό τις νέες παγκόσμιες πολεμικές συνθήκες, η οικονομία αναπτύχθηκε, τα έσοδα αυξήθηκαν ταχύτατα, η κεφαλαιαγορά του εξωτερικού ήταν ανοιχτή στις νέες δανειοληπτικές αιτήσεις μας. Τα λάθη μας σε μικρότερο βαθμό επανελήφθησαν και η τέταρτη πτώχευση (1929/32), μέσα στο γενικότερο κύκλο της παγκόσμιας κρίσης, δεν αποφεύχθηκε, έστω κι αν οι συνέπειές της σε σύγκριση με το εξωτερικό δεν είχαν ανάλογη ένταση.
Η ΔΟΕ, με την ενοχλητική εμφάνισή της και τις αυταρχικές παρεμβάσεις της, διατηρήθηκε μέχρι το 1979, καίτοι με τον τελευταίο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η δραστηριότητά της μηδενίστηκε. Καταργήθηκε τυπικά με το Ν. 916/1979.
Περάσαμε φοβερές δεκαετίες με πολέμους –παγκόσμιο και εμφύλιο– για να φτάσουμε το 1950 σε μια αφετηρία με σχεδόν μηδενικές υποχρεώσεις αλλά πολλά μεταπολεμικά προβλήματα.
Η βοήθεια του Σχεδίου Μάρσαλ, 2 δις δολάρια –που κατά 94% ήταν δωρεάν για την Ελλάδα–, ήταν κατά τον καθηγητή Α. Αγγελόπουλο ένα ποσό μεγαλύτερο από τα εξωτερικά δάνεια που πραγματικά εισέπραξε η χώρα μας από την Επανάσταση του 1821 έως το 1930, δηλαδή σε διάστημα περίπου 110 ετών.
Στη δεκαετία του ’50 ένα σοβαρό μέρος των κεφαλαίων αυτών που πέρασαν στην οικονομία έγιναν παγωμένες πιστώσεις και προβληματικά δάνεια. Από τη δεκαετία του ’60, η διεύρυνση των εισοδημάτων ήταν εμφανής. Το ΑΕΠ, που το 1960 ήταν 36 δις ευρώ, έφτασε το 2010 230 δις ευρώ. Τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης από το 1989 έως το 2006 ήταν περίπου ετησίως το 2% του ΑΕΠ. Με όλες αυτές –όλως ενδεικτικώς– τις εισροές κεφαλαίων φτάσαμε το 2010 να έχουμε… ελλειμματικό προϋπολογισμό (Κεντρική Κυβέρνηση, σε δις ευρώ). 
Έσοδα
54,3
Δαπάνες
73,2
Έλλειμμα
19,4
 
Και ένα τεράστιο χρέος 340,3 δις ευρώ…
Θα ήθελα να κλείσω το παρόν με μία ευχή του αείμνηστου καθηγητή Α. Ανδρεάδη, που αναφέρεται σε κείμενό του, εν μέσω κρίσης, το 1932: «Είθε τα σκληρά διδάγματα του προσφάτου παρελθόντος να μας βοηθήσουν ν’ αντιμετωπίσωμεν την δεινήν ταύτην δοκιμασίαν με ψυχραιμίαν, σύνεσιν και, εφ’ όσον τούτο είναι δυνατόν εις Έλληνας, ομόνοιαν» (7 Μαΐου 1932).

Πλήρης εξιστόρηση των πτωχεύσεων εδώ και  εδώ