οι Σύροι πρόσφυγες και ο λαβύρινθος του νόμιμου δρόμου προς την Ευρώπη

Γιατί οι Σύροι πρόσφυγες δεν πάνε στην Ευρώπη με αεροπλάνο;

Της Ιωάννας Χ. Ζαρκαδούλα, Δικηγόρου Αθηνών

Το ταξίδι των προσφύγων από την πατρίδα τους μέσω τρίτων χωρών και προς τα κράτη της Ευρώπης κοστίζει χιλιάδες ευρώ κατ’ άτομο και παρουσιάζει πολλούς κινδύνους, ειδικά στην θαλάσσια διέλευση μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, καθώς και ταλαιπωρία, στα όρια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Αναρωτιούνται καλόπιστα πολλοί άνθρωποι γιατί οι πρόσφυγες δεν ταξιδεύουν προς τις χώρες της Ευρώπης με άλλα ασφαλή και νόμιμα μέσα, με αεροπλάνο ή με νόμιμες ακτοπλοϊκές γραμμές, αφού όταν φτάνουν στον τελικό προορισμό τους τελικά τους αναγνωρίζουν ως πρόσφυγες.

  Άλλωστε, τα νόμιμα μέσα είναι επιπλέον πολύ φθηνότερα· κοστίζουν σχεδόν το 1/5 ή και λιγότερο σε σχέση με το κόστος για το σημερινό παράνομο δρομολόγιο τους. Είναι ευνόητο ότι πρόσφυγες δεν καταλήγουν σε αυτό το δρομολόγιο από επιλογή, αλλά ότι κάποια εμπόδια δεν τους επιτρέπουν να χρησιμοποιήσουν άλλα μέσα. Σ’ αυτό και στα επόμενα άρθρα, θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε αυτό και άλλα ανάλογα ερωτήματα αποκλειστικά για την περίπτωση των αιτούντων ασύλου με συριακή υπηκοότητα[i].

Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι ένας σύριος πρόσφυγας, ο οποίος επιδιώκει να ταξιδέψει στην Γερμανία λόγου χάριν, θα έπρεπε και θα μπορούσε να πάει με το διαβατήριό τους στις προξενικές αρχές της Γερμανίας στην Συρία, την Τουρκία ή την Ιορδανία λ.χ., να ζητήσει και να πάρει visa, να αγοράσει ένα αεροπορικό ή ακτοπλοϊκό εισιτήριο, να ταξιδέψει γρήγορα και με ασφάλεια προς την Γερμανία και στο λιμάνι ή στο αεροδρόμιο άφιξης να εισέλθει νόμιμα και να ζητήσει κατόπιν άσυλο.

Μπορεί να ταξιδέψει με αυτό τον τρόπο ένας σύριος πρόσφυγας;

           Το πρώτο πρόβλημα σε μια τέτοια διαδικασία είναι ότι οι σύριοι πρόσφυγες φεύγουν από μια χώρα που ρημάζεται από τον πόλεμο, στην οποία είναι πιθανό να μην μπορούν να εκδώσουν διαβατήριο ή να έχασαν το διαβατήριο τους στην φυγή προς τις γειτονικές τους χώρες. Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις περίπου το 1/5 των σύριων έχει αυτή τη στιγμή διαβατήριο. Αφήνουμε αυτό το πρόβλημα στην άκρη · ας υποθέτουμε ότι είναι όλοι εφοδιασμένοι με διαβατήρια σε ισχύ.

            Το 2016 οι σύριοι πολίτες (δηλαδή επί του πρακτέου οι κάτοχοι διαβατηρίου εκδοθέντος από την Αραβική Δημοκρατία της Συρίας) είναι υποχρεωμένοι να λάβουν εκ των προτέρων visa για την πλειοψηφία των κρατών παγκοσμίως(περιλαμβανομένων των κρατών μερών της Συμφωνίας Σενγκεν), με ελάχιστες εξαιρέσεις για τις οποίες είτε μπορούν να λάβουν visa στην πύλη εισόδου είτε δεν απαιτείται visa – οι σημαντικότερες πρακτικά περιπτώσεις για τις οποίες δεν απαιτείται visa είναι το Ιράν και η Τουρκία για είσοδο από ξηράς και απευθείας από τη Συρία (ενώ από Ιανουάριο 2016 απαιτείται η έκδοση visa για είσοδο συρίων στην Τουρκία από αέρος ή από θαλάσσης μέσω τρίτων κρατών, αλλά και μέσω ξηράς από το Ιράν). Άλλωστε, η visa είναι ένα από παραδοσιακά μέσα που μετέρχονται τα κράτη για τον έλεγχο και τον περιορισμό της μετανάστευσης πριν αυτή φτάσει στα σύνορά τους. Ειδικά για τις κατηγορίες προσώπων που είναι πιθανό να ζητήσουν άσυλο, απαιτείται Visa ακόμα και για να πραγματοποιήσουν απλό transit σε διεθνή αερολιμένα της Ε.Ε. (airport transit visa).

            Πολλές πρεσβείες ξένων χωρών στην Συρία δεν λειτουργούν πλέον ή δεν χορηγούν πλέον visa. Οι σύριοι πρόσφυγες πρέπει να απευθυνθούν στις αντίστοιχες πρεσβείες γειτονικών χωρών, κατά κύριο λόγο της Τουρκίας. Για την είσοδο στον χώρο Σένγκεν προβλέπονται ορισμένες κατηγορίες visa, με τις αντίστοιχες αυστηρές προϋποθέσεις χορήγησής τους, ενώ παράλληλα προβλέπονται κατηγορίες εθνικής visa που δίνει το δικαίωμα διαμονής σε μια μόνο χώρα. 

Δεν υπάρχει για τον χώρο Σένγκεν ειδική κατηγορία Visa για τους πρόσφυγες.

            Θα μπορούσαν ίσως οι πρόσφυγες να προσπαθήσουν να «ξεγελάσουν» το σύστημα έκδοσης visa και να πάρουν μια οποιαδήποτε visa για να πραγματοποιήσουν το ταξίδι τους; Η έκδοση visa για μια από τις προβλεπόμενες κατηγορίες κοστίζει αρκετά, είναι πολύ χρονοβόρα και υπάγεται σε πολύ αυστηρές προϋποθέσεις. Η Ε.Ε. έχει εκδώσει ειδική συμβουλευτική οδηγία προς τις πρεσβείες των κρατών μελών για τις προϋποθέσεις έκδοσης visa (CCI) με την οποία υπογραμμίζει στους διπλωμάτες να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στην χορήγηση visa για κατηγορίες «υψηλού κινδύνου» στις οποίες περιλαμβάνονται «άνεργοι χωρίς σταθερό εισόδημα κ.λπ.». Γι’ αυτές τις κατηγορίες οι αρμόδιοι υπάλληλοι ζητούν πολλά συμπληρωματικά έγγραφα, τα οποία οι αιτούντες άσυλο αδυνατούν να συγκεντρώσουν. Σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες συρίων (οι οποίοι στην πραγματικότητα είναι πρόσφυγες) οι αιτήσεις τους για έκδοση κάποιας από τις προβλεπόμενες visaαπορρίφθηκαν.

            Η μόνη λύση που φαίνεται να υπάρχει, αν και είναι ιδιαίτερα χρονοβόρα και με προϋποθέσεις, είναι η υποβολή αιτήματος από σύριους πρόσφυγες που βρίσκονται στην Τουρκία για visa οικογενειακής επανένωσης με μέλη της οικογένειάς τους που έχουν ήδη εγκατασταθεί στην Γερμανία. Παρά τις αυστηρές προϋποθέσεις για την χορήγηση τέτοιας visas φαίνεται ότι ήδη πολλές οικογένειες προσπαθούν να λάβουν μια τέτοια άδεια.

            Από την άλλη, η Αυστραλία, για παράδειγμα, αλλά και μια σειρά άλλες χώρες, αποφάσισε τον Σεπτέμβριο 2015 να δεχθεί μόλις 12.000 σύριους πρόσφυγες, έναν ελάχιστο αριθμό σε σχέση με τα 4 εκατομμύρια που κατέφυγαν στις γειτονικές προς τη Συρία χώρες και τα 8 εκατομμύρια που έχουν μετακινηθεί εντός της Συρίας. Σε συνεργασία με τα Ηνωμένα Έθνη δημιούργησε ομάδες στις γειτονικές προς τη Συρία χώρες, επιλέγει τα πρόσωπα τα οποία θα δεχθεί (τα κριτήρια επιλογής παραμένουν ρευστά και ανέλεγκτα), στα οποία χορηγεί ειδική προσφυγική visa και οργανώνει με κρατικά μέσα το ταξίδι τους.

Ένα βήμα πίσω: υποχρεούνται οι πρόσφυγες να έχουν Visa?

            Σύμφωνα με την Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων (Γενεύη 1951) πρόσφυγας είναι κάθε πρόσωπο το οποίο συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων βρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την υπηκοότητα και δεν δύναται, ή λόγω αυτού του φόβου, δεν επιθυμεί να απολαύη την προστασία της χώρας αυτής, ή εάν δεν έχει κάποια υπηκοότητα και βρίσκεται εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του, δεν δύναται, ή λόγω αυτού του φόβου, δεν θέλει να επιστρέψει σε αυτή. Την εν λόγω σύμβαση έχουν υπογράψει και δεσμεύονται από αυτή όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε..

            Στην ίδια σύμβαση προβλέπεται ότι οι συμβαλλόμενες χώρες δεν θα επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις σε πρόσφυγες λόγω παράνομης εισόδου σε αυτές εν αυτοί προέρχονται απ’ ευθείας από την χώρα στην οποία η ζωή ή η ελευθερία τους απειλούταν και εισέρχονται ή βρίσκονται στο έδαφός τους χωρίς άδεια υπό την προϋπόθεση ότι θα εμφανισθούν αμέσως στις αρχές της χώρας και θα δώσουν εξηγήσεις για την παράνομη είσοδο. Ακόμη, προβλέπεται ότι οι συμβαλλόμενες χώρες δεν επιτρέπεται να απελαύνουν τους πρόσφυγες, παρά μόνο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή δημόσιας τάξης, και δεν επιτρέπεται να επαναπροωθούν πρόσφυγες σε μη ασφαλή εδάφη (ας κρατήσουμε μια σημείωση γι’ αυτή την απαγόρευση διότι άπτεται της ουσίας των τελευταίων διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, την οποία η Ε.Ε. θα αναγνωρίσει ως ασφαλή χώρα προκειμένου να επαναπροωθεί σ’ αυτή τους πρόσφυγες).

            Οι πιο πάνω κανόνες κατατείνουν στην παραδοχή ότι δεν είναι πάντα αναγκαίο ο αιτών άσυλο να διαθέτει visa ή ακόμη και άδεια εισόδου σε ορισμένο κράτος προκειμένου να εισέλθει και να αιτηθεί και να λάβει άσυλο. Σ’ αυτό, άλλωστε, συνηγορούν και οι ιδιαίτερες συνθήκες υπό τις οποίες καθίσταται ορισμένο πρόσωπο πρόσφυγας, δηλαδή η άμεση απειλή για την ζωή και την ελευθερία του στην χώρα του, από την οποία δραπετεύει.

            Ωστόσο, οι απαιτήσεις για έκδοση visa από τους πρόσφυγες για την νόμιμη είσοδο στην Σένγκεν όχι μόνο παραμένουν, αλλά γίνονται όλο και αυστηρότερες. Φυσικά τα κράτη μέλη μπορούν να μην απαιτούν visa για τους πρόσφυγες· ωστόσο, δεν ενθαρρύνονται από την Ε.Ε. για μια τέτοια στάση.

Που, όμως, θα ελεγχθεί αν ο αιτών άσυλο διαθέτει visa και ταξιδιωτικά έγγραφα;

            Ο έλεγχος για την είσοδο σε ένα κράτος, δηλαδή ο έλεγχος του διαβατηρίου και της visa, πραγματοποιείται στις πύλες εισόδου του συγκεκριμένου κράτους. Αυτές οι πύλες εισόδου είναι είτε μεθοριακοί σταθμοί στην ξηρά, είτε αντίστοιχοι σταθμοί σε αεροδρόμια και λιμάνια. Άλλωστε, ειδικά για τους αιτούντες άσυλο προβλέπεται στην Σύμβαση του Δουβλίνο ΙΙ (κανονισμός ΕΕ 343/2003, αρ. 12) ότι όταν η αίτηση ασύλου γίνεται στο χώρο διεθνούς διέλευσης αεροδρομίου κράτους μέλους από υπήκοο τρίτης χώρας, αυτό το κράτος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης.

            Επομένως, θεωρητικά, θα έπρεπε οποιοσδήποτε (και με αυτή την έννοια και ένας σύριος) να μπορεί ακόμα και χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα (λ.χ. διαβατήριο) και χωρίς visa (ακόμα και αν δεχθούμε ότι απαιτείται) να αγοράσει ένα αεροπορικό εισιτήριο από την Τουρκία, να επιβιβαστεί στο αεροπλάνο για την Γερμανία, για παράδειγμα, και μόλις προσγειωθεί στον αντίστοιχο διεθνή αερολιμένα στην Γερμανία να αιτηθεί άσυλο. Αυτό όπως είναι γνωστό δεν συμβαίνει, δηλαδή εφόσον απαιτείται η έκδοση visa για την είσοδο σε ορισμένο κράτος είναι εντελώς απίθανο η αεροπορική εταιρεία να επιτρέψει σε επιβάτη να επιβιβαστεί χωρίς αυτή τη visa.

Τότε, γιατί οι πρόσφυγες δεν ταξιδεύουν με το αεροπλάνο;

            Τα κράτη (και ιδίως όσα συμμετέχουν στην Συνθήκη Σένγκεν) γνωρίζουν ότι ο έλεγχος για την είσοδο στην επικράτειά τους δεν γίνεται στο σημείο αναχώρησης, αλλά στο σημείο άφιξης, στην πύλη εισόδου, δηλαδή για παράδειγμα στον διεθνή αερολιμένα τους στον οποίο θα προσγειωθεί το αεροπλάνο. Προκειμένου να εμποδίσουν επομένως τους αλλοδαπούς να φτάσουν ως την πύλη εισόδου, εισήγαγαν από τα μέσα της δεκαετίας 1980 κυρώσεις για τους μεταφορείς (carriageliability) που τυχόν μεταφέρουν ως την πύλη εισόδου κάθε κράτους αλλοδαπούς οι οποίοι δεν θα γίνουν τελικά δεκτοί από το εν λόγω κράτος. Δημιούργησαν δηλαδή -μέσω των κυρώσεων κατά των μεταφορέων, οι οποίοι φοβούμενοι τα βαριά πρόστιμα αρνούνται να επιβιβάσουν άτομα που δεν φέρουν όλα τα απαραίτητα έγγραφα- ένα προγενέστερο εμπόδιο στο σημείο αναχώρησης, ώστε να περιορίσουν την ροή προς το σημείο άφιξης.

            Το 2001, έτος-σταθμό για την σημερινή παγκόσμια κατάσταση, η ΕΕ και συγκεκριμένα το Συμβούλιο της Ε.Ε. εξέδωσε την Οδηγία ΕΕ 51/2001 για την συμπλήρωση των διατάξεων της Συνθήκης του Σένγκεν «προκειμένου να καταπολεμηθεί αποτελεσματικά η λαθρομετανάστευση». Με την οδηγία αυτή ορίστηκαν και διευρύνθηκαν οι υποχρεώσεις των μεταφορέων που μεταφέρουν αλλοδαπούς στο έδαφος των κρατών-μελών. Σύμφωνα με αυτή την οδηγία, οι μεταφορείς (κάθε είδους, αεροπορικές, ακτοπλοϊκές κ.λπ.) οι οποίοι μεταφέρουν σε ορισμένο κράτος μέλος αλλοδαπό στον οποίο το εν λόγω κράτος μέλος απαγορεύει την είσοδο υπόκεινται στις εξής κυρώσεις: α) πρόστιμο από 3.000 έως 5.000 ανά μεταφερόμενο και μέχρι €500.000 για το συνολικό αριθμό μεταφερόμενων προσώπων ανά μεταφορά και β) υποχρέωση του μεταφορέα για επιστροφή των μεταφερόμενων στο κράτος προέλευσης και για κάλυψη των εξόδων διαβίωσης μέχρι την επιστροφή.

            Ωστόσο, στην ίδια οδηγία περιλαμβάνεται η (μάλλον διφορούμενη) πρόβλεψη ότι τα μέτρα που αφορούν στους μεταφορείς δεν θίγουν τις υποχρεώσεις των κρατών μελών στις περιπτώσεις που ο υπήκοος τρίτης χώρας επιδιώκει διεθνή προστασία. Η πρόβλεψη αυτή υπήρχε ήδη στην Συνθήκη Σένγκεν. Επί του πρακτέου, ορισμένα κράτη (Γαλλία, Ιταλία, Ολλανδία) ακύρωναν τα πρόστιμα που επέβαλαν στους μεταφορείς εφόσον τελικά χορηγούταν άσυλο στον μεταφερόμενο. Άλλα κράτη (Δανία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο) επέβαλαν το πρόστιμο σε κάθε περίπτωση. Μετά την εισαγωγή της πιο πάνω οδηγίας, θεωρητικά το πρόστιμο που επιβάλλεται πρέπει να ακυρώνεται εφόσον ο μεταφερόμενος αναγνωριστεί ως πρόσφυγας. Πάλι όμως παρέχεται μεγάλη ευχέρεια στα κράτη μέλη, τα οποία ακόμη δεν έχουν ενιαία πρακτική επί του ζητήματος.

            Ακόμη, σύμφωνα με την Οδηγία 82/2004 οι μεταφορείς υποχρεούνται επιπλέον να διαβιβάζουν προς το κράτος μέλος άφιξης, στο τέλος του ελέγχου εισιτηρίων, τα πλήρη στοιχεία των επιβατών που μεταφέρουν. Η διαβίβαση αυτή δεν απαλλάσσει τους μεταφορείς από τις υποχρεώσεις και τα πρόστιμα που προαναφέρθηκαν.

            Στην πράξη, υπό την απειλή των κυρώσεων (αλλά και σε προφανή συνεννόηση με τις κυβερνήσεις των εμπλεκόμενων κρατών) και στο ρευστό καθεστώς σχετικά με τους δικαιούχους ή μη ασύλου, οι αεροπορικές εταιρείες δεν επιβιβάζουν στις πτήσεις τους άτομα με προέλευση από τρίτες χώρες, τα οποία δεν διαθέτουν πλήρη ταξιδιωτικά έγγραφα, δηλαδή διαβατήριο και visa. Αυτό, διότι, παρότι ενημερώνουν τα κράτη άφιξης για τα στοιχεία των επιβατών, τελικά αν οι επιβάτες δεν γίνουν δεκτοί στις χώρες άφιξης θα επιβληθούν στις εταιρείες τα σχετικά πρόστιμα και υποχρεώσεις. Αυτό ισχύει τόσο για τις αεροπορικές εταιρείες όσο και για τους υπόλοιπους μεταφορείς (πλοία, σιδηροδρόμους κ.λπ.).

            Ο σύριος υποψήφιος πρόσφυγας μπορεί να αγοράσει το αεροπορικό εισιτήριο, αλλά όταν φτάνει στο γκισέ του ελέγχου διαβατηρίων ο υπάλληλος της αεροπορικής δεν του επιτρέπει την επιβίβαση, αν δεν διαθέτει όλα τα σχετικά έγγραφα. Δηλαδή, ο υπάλληλος της αεροπορικής υποκαθιστά εκ των πραγμάτων το αντίστοιχο κράτος στην απόφαση αν ορισμένο άτομο δικαιούται άσυλο ή ακόμη και αν δικαιούται να αιτηθεί για χορήγηση ασύλου. Και όχι μόνο αυτό, αλλά αρνούνται εκ των προτέρων την δυνατότητα επιβίβασης σε οποιοδήποτε πρόσωπο δεν φέρει τα αναγκαία έγγραφα, απορρίπτοντας κατά τεκμήριο συλλήβδην πρόσωπα που δύνανται να προστατευθούν ως πρόσφυγες. Οι παρατηρήσεις γι’ αυτά τα αποτελέσματα σχετικά με τους αιτούντες άσυλο έχουν περιληφθεί και σε επίσημη μελέτη για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ήδηαπό το 2006.

            Πρόσφατα, στην Σουηδία ιδρύθηκε ΜΚΟ με το όνομα Refugee air η οποία μίσθωσε τον Οκτώβριο 2015 (σε συνεργασία με τις αρχές της Σουηδίας και την frontex) πτήση charter για την μεταφορά προσφύγων. Σύμφωνα με τη διακήρυξή τους σκοπεύουν να μεταφέρουν με αυτό τον τρόπο 2.500 άτομα, με σκοπό να δείξουν ότι η αεροπορική μεταφορά είναι νόμιμη και εφικτή. Ωστόσο, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η χρηματοδότησή της εν λόγω ΜΚΟ δεν είναι διαφανής (διότι επικαλείται γενικά δωρεές και φιλανθρωπίες) και ότι το συνολικό εγχείρημα πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία και με την κυβερνητική έγκριση για την μεταφορά περιορισμένου αριθμού προσώπων, κάτι λιγότερο από μια σταγόνα στον ωκεανό των προσφύγων.

            Το θέμα της «παροχής ασφαλούς διόδου», όπως έχει επικρατήσει να αποκαλείται το ζήτημα παροχής visa και ασφαλούς νόμιμου τρόπου εισόδου των προσφύγων, άπτεται του πυρήνα του δικαιώματος του πρόσφυγα για χορήγηση ασύλου. Διότι, η παρεμπόδιση των προσώπων που υπάγονται σε αυτού του είδους τη διεθνή προστασία να φτάσουν στην χώρα στην οποία μπορούν να ζήσουν με ασφάλεια, συνιστά επί της ουσίας καταστρατήγηση του δικαιώματός τους.

            Η στάση αυτή αποδεικνύει – ακόμα μια φορά – ότι η χορήγηση ασύλου και η διευκόλυνση των προσώπων που δικαιούνται την ανάλογη προστασία είναι τελικά μια πολιτική επιλογή των κρατών υποδοχής, τα οποία μετέρχονται κάθε μέσο για την ελάττωση και κυρίως τον έλεγχο των προσφυγικών ροών. Υπό αυτή την έννοια η δράση της Frontex και η δημιουργία τειχών-φρακτών στα σύνορα, δεν είναι μια παρέκκλιση, αλλά μια ακόμα έκφραση της κύριας κατεύθυνσης της ευρωενωσιακής πολιτικής.

Για το τέλος: γιατί οι πρόσφυγες δεν κάνουν αίτηση για άσυλο στις πρεσβείες των ευρωπαϊκών κρατών στην Τουρκία;

            Είναι γνωστό ότι σε ορισμένες περιπτώσεις ένα άτομο που διώκεται και μπορεί να υπαχθεί στο καθεστώς του πρόσφυγα καταφεύγει σε πρεσβεία ξένου κράτους και ζητά να του παρασχεθεί άσυλο. Υπό το ίδιο σκεπτικό θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι οι πρόσφυγες από τη Συρία θα μπορούσαν να υποβάλλουν το αίτημα για την παροχή ασύλου στην πρεσβεία λόγου χάριν της Γερμανίας στην Τουρκία και κατόπιν να ταξιδέψουν στην Γερμανία νόμιμα. Τα κράτη υποδοχής, όμως, δεν δίνουν την δυνατότητα στους πρόσφυγες να υποβάλλουν αίτημα για άσυλο στις πρεσβείες τους. Πρέπει ο αιτών άσυλο να φτάσει πρώτα στο έδαφος του κράτους προορισμού και κατόπιν εκεί να υποβάλλει αίτημα για χορήγηση ασύλου.

            Το 2003 τα κράτη μέλη της Ε.Ε. συζήτησαν για την ανάγκη θεσμοθέτησης μιας «διαδικασίας προστατευόμενης εισόδου» (PEP), με την οποία οι αιτούντες άσυλο θα μπορούσαν να απευθυνθούν στις αντίστοιχες πρεσβείες, να λάβουν visa ασύλου κ.λπ. ακολουθώντας μια οργανωμένη διαδικασία μέχρι την άφιξή τους στις χώρες υποδοχής. Αντ’ αυτού τελικά αύξησαν τα μέτρα ασφαλείας σε πολλές πρεσβείες τους προκειμένου να εμποδίσουν τους αιτούντες άσυλο από την υποβολή τέτοιου αιτήματος! Από την άλλη, εκφράζεται ο φόβος ότι στην περίπτωση θεσμοθέτησης τέτοιας διαδικασίας, τα κράτη μέλη θα την χρησιμοποιήσουν για τον μεγαλύτερο ακόμα έλεγχο των προσφυγικών ροών, απαιτώντας την μετακίνηση των προσφύγων αποκλειστικά μέσα από μια τέτοια φειδωλή διαδικασία.

            Τον Μάιο 2015 η Ε.Ε. εξέδωσε την Ευρωπαϊκή Ατζέντα για την Μετανάστευση. Σε αυτή προβλέπεται πρόγραμμα μετεγκατάστασης από τρίτες χώρες προς χώρες της Ε.Ε. 20.000 αιτούντων ασύλου ανά έτος και μέχρι το 2020. Στις περιπτώσεις αυτές θα χορηγούνται στους επιλεχθέντες αιτούνται ασύλου τα αναγκαία έγγραφα και θεωρήσεις για να πραγματοποιήσουν με ασφάλεια το ταξίδι τους. Βέβαια πολλές χώρες της Ε.Ε. δεν είναι διατεθειμένες να δεχθούν πρόσφυγες, επικαλούμενες μεταξύ άλλων και την Συνθήκη Δουβλίνο ΙΙ, ενώ και τα κριτήρια επιλογής και διαλογής των προσφύγων για την υπαγωγή σ’ αυτό το πρόγραμμα παραμένουν ασαφή.

            Λαμβάνοντας υπόψη τις αφίξεις στα ελληνικά νησιά, οι οποίες μπορεί να φτάνουν μέχρι τις 5.000 ημερησίως, το πρόγραμμα μετεγκατάστασης της Ε.Ε. είναι κάτι λιγότερο από συμβολικό. Είναι ταυτόχρονα όμως και μια τρανή απόδειξη της πολιτικής της Ε.Ε. σχετικά με τους πρόσφυγες· τα πνιγμένα παιδιά στο Αιγαίο δεν είναι αποτέλεσμα μιας αναπόφευκτης καταστροφής, είναι αποτέλεσμα της πολιτικής επιλογής της Ε.Ε. για ανάσχεση και έλεγχο των προσφυγικών ροών. Αντίστοιχα, τα κέρδη που θα είχαν οι αεροπορικές εταιρείες από την μεταφορά προσφύγων όχι μόνο ισοφαρίζονται αλλά υπερκεράζονται από τα κέρδη των εκπληκτικά αναβαθμισμένων και οργανωμένων κυκλωμάτων μεταφορών δια θαλάσσης στα ελληνικά νησιά. Στο μεταξύ, ενώ εξελίσσονται συζητήσεις για επαναπροώθηση των προσφύγων στην Τουρκία και έλεγχο των ροών σε συνεργασία μ’ αυτή, η Ελλάδα γίνεται χώρος διαλογής προσφύγων, στην οποία στοιβάζονται άνθρωποι με όρους εξαθλίωσης, περιμένοντας στην ατέλειωτη σειρά των εκατομμυρίων φτωχών να επιλεγούν για να δουλέψουν, φθηνά και πειθαρχημένα, στις μηχανές παραγωγής της βόρειας Ευρώπης.

[i] Πρέπει να σημειωθεί η διάκριση ανάμεσα στο καθεστώς του αιτούντα άσυλο, δηλαδή ενός προσώπου που υποστηρίζει ότι είναι πρόσφυγας και ζητά να υπαχθεί στο καθεστώς προστασίας του πρόσφυγα, και στο καθεστώς του πρόσφυγα, δηλαδή ενός προσώπου στον οποίο έχει αναγνωριστεί από ορισμένη κρατική αρχή ότι είναι πράγματι πρόσφυγας. Τα κράτη που έχουν υπογράψει την Σύμβαση της Γενεύης περί του καθεστώτος των προσφύγων (1951) είναι υποχρεωμένα να ακολουθούν τους ορισμούς και τους κανόνες της συγκεκριμένης σύμβασης για την αναγνώριση και την προστασία των προσφύγων. Προβλέπεται επίσης στην εν λόγω σύμβαση ο συντονιστικός ρόλος του Ύπατου Αρμοστού των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες.

Κάθε περίπτωση αιτούντος ασύλου κρίνεται εν γένει ατομικά: εξετάζεται δηλαδή αν εμπίπτει στον ορισμό του πρόσφυγα. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις (prima facie) που είτε ατομικά είναι εντελώς προφανές ότι συντρέχει αυτή η περίπτωση είτε και ότι μια ομάδα ανθρώπων υπάγεται για προφανείς λόγους στο καθεστώς του πρόσφυγα. Στις περιπτώσεις αυτές τεκμαίρεται ότι ένα άτομο που ανήκει στην συγκεκριμένη ομάδα (εκτός αντίθετης απόδειξης) πληροί τις προϋποθέσεις για την χορήγηση ασύλου. Αναλυτικότερα: http://www.unhcr.org/558a62299.html.

Οι σύριοι αιτούντες άσυλο εμπίπτουν νομικά στο καθεστώς prima facie, αλλά μέχρι σήμερα η αναγνώριση αυτή είναι ανεπίσημη παρότι μπορεί και θα έπρεπε να αναγνωριστεί το καθεστώς τους επίσημα και θεσμικά από τους διεθνείς οργανισμούς. Η «παράλειψη» αυτή απορρέει από την πολιτική επιλογή για περιορισμό και έλεγχο των ροών προσφύγων.

Πηγή: https://lefterianews.wordpress.com

Το παιχνίδι της Τουρκίας: Πως χρησιμοποιεί την προσφυγική κρίση προς όφελός της

Tου Ηλία Κουσκουβέλη*


Γιατί όλοι αιφνιδιάζονται με τα προβλήματα που δημιουργεί η Τουρκία στην αντιμετώπιση του προσφυγικού και με τη συμπεριφορά της έναντι των συμμάχων της; Τι περίμεναν; Ότι επειδή έκαναν μία συμφωνία, η Τουρκία θα την τηρούσε χωρίς να προσπαθήσει να μεγιστοποιήσει σε επιμέρους ζητήματα και χωρίς να προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει το προσφυγικό για τον κεντρικό της στόχο; Ή ότι επειδή βρίσκονται οι σύμμαχοι στο Αιγαίο και υπάρχουν ελληνο-τουρκικές συναντήσεις σε υψηλό επίπεδο θα σταματούσαν οι παραβιάσεις του εθνικούς μας εναέριου χώρου;

Η Τουρκία εξαρχής παίζει ένα πολιτικό «παιχνίδι» με τους πρόσφυγες και με όλους τους συμμάχους της, τους οποίους, με πρώτες τις Η.Π.Α., και καταγγέλλει επειδή δεν της κάνουν την χάρη στη Συρία έναντι των Κούρδων. Έτσι, αφού δεν μπόρεσε να τους εγκαταστήσει στα νότια σύνορά της για να δημιουργήσει την περίφημη ουδέτερη ζώνη και να αποτρέψει τον έλεγχο της περιοχής από τους Κούρδους τής Συρίας, αποφάσισε να τους χρησιμοποιήσει για να πιέσει τους Ευρωπαίους, δημιουργώντας ταυτοχρόνως προβλήματα στην Ελλάδα.

Είναι απορίας άξιο γιατί δεν υπάρχουν πρόσφυγες οι οποίοι να προσπαθούν να περάσουν μέσω των χερσαίων συνόρων Ελλάδας ή Βουλγαρίας, στα σύνορα της οποίας, σημειωτέον, δεν υπάρχει φράχτης. Προφανώς, κάποιος τους σταματάει. Ποιος άλλος μπορεί να είναι αυτός εκτός από το τουρκικό κράτος;

Είναι επίσης απορίας άξιο το πώς ένα αστυνομοκρατούμενο κράτος, που συλλαμβάνει πολίτες κάθε ηλικίας επειδή ασκούν δημοσίως κριτική στον Ερντογάν, δεν μπορεί να συλλάβει τους διακινητές, να σταματήσει την πώληση λέμβων και ελαττωματικών σωσιβίων και οι άνθρωποι να πνίγονται κατά εκατοντάδες στο Αιγαίο. Ποιος δεν τους σταματάει; Προφανώς το τουρκικό κράτος!

Η Τουρκία πήρε από την ΕΕ μία συμφωνία την οποία δεν εφαρμόζει και σε μεγάλο βαθμό δεν θα το κάνει ούτε στο μέλλον, παρά την αισιοδοξία που φαίνεται να αναπτύσσεται στις Βρυξέλλες μετά την επίσκεψη Τουσκ στην Τουρκία. Και τούτο διότι ο τελικός της σκοπός δεν είναι να ενταχθεί στην ΕΕ – στόχος που είναι αντίθετος με τη νέο-οθωμανική ιδεολογία των ηγετών της. Στόχος είναι να χρησιμοποιεί και το προσφυγικό για την προώθηση των σκοπών της στη Συρία ή, ακριβέστερα, για να περισώσει ότι μπορεί από την τραγικά αποτυχημένη και αιματοβαμμένη ανάμειξή της στη Συρία. Η Τουρκία έχει φθάσει στο σημείο να εμπαίζει ακόμη και το ΝΑΤΟ, πολύ δε περισσότερο την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το μόνο που απομένει – σε εμάς και σε εκείνους από τους εταίρους μας που τυχόν ενδιαφέρονται ειλικρινά – είναι να έρθει πλέον το προσφυγικό στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, στο οποίο η Τουρκία όχι μόνο δεν έχει πια τόσο καλούς φίλους, αλλά έχει και αντιπάλους… Μόνο εκεί μπορεί να «σπάσει» η διασύνδεση που επιχειρεί μεταξύ προσφυγικού και διευθετήσεων στη Συρία.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο http://www.onalert.gr/stories/Hlias-kouskouvelhs-ayto-einai-to-paixnidi-ths-tourkias/48360
Ο Ηλίας Κουσκουβέλης (t: @kouskouvelis) είναι Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, πρώην Πρύτανης, κάτοχος της Έδρας ΓΕΕΘΑ στις Στρατηγικές Σπουδές ‘Θουκυδίδης’.

Γιατί έφυγαν από τα μπλόκα οι αγρότες;



Πηγή: http://www.capital.gr, Δημήτρης Αντωνόπουλος

Μετά τις τελευταίες εξελίξεις στο αγροτικό ζήτημα και την κατάσταση που αφήνει πίσω της η κινητοποίηση των αγροτών, θα ήταν χρήσιμο να στρέψουμε την προσοχή μας σε τρία ζητήματα τα οποία έχουν ανοίξει τρία διαφορετικά θέματα που αξίζουν της προσοχής μας. 

1. Υπάρχει διάχυτη εντύπωση ότι οι αγρότες διέλυσαν τα μπλόκα τους γιατί άρχισαν οι δουλειές στα χωράφια! Πλάνη μεγάλη για τρεις λόγους: 
α) είναι ακόμη νωρίς για καλλιεργητικές εργασίες παρ' όλο που ο καιρός "μοιάζει καλός", β) αποδείχθηκε ότι εκτός από αυτά των μπλόκων, υπήρχαν κι άλλα τρακτέρ πίσω, τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν -θα επανέλθουμε στο σημαντικό αυτό κεφάλαιο, γ) ΔΥΣΤΥΧΩΣ δεν υπάρχουν πια δουλειές στα χωράφια, αφού φέτος κυριαρχούν τα σιτηρά τα οποία δεν έχουν σχεδόν καθόλου δουλειά την άνοιξη. 

Διέλυσαν τα μπλόκα όχι μόνο γιατί κουράστηκαν -45 ημέρες στο δρόμο είναι αυτές- αλλά και γιατί εδώ που τα λέμε, δεν κέρδισαν και λίγα! Μένει βέβαια να αποδειχθεί τι ακριβώς κέρδισαν, όταν δούμε τις υποσχέσεις καθαρογραμμένες και... εγκεκριμένες από τους δανειστές! 

Κέρδισαν πάντως, δυστυχώς κατά τη γνώμη μου και το τονίζω, τη διατήρηση της προστασίας του αγροτικού επαγγέλματος, με τον όρο κατ' επάγγελμα γεωργός ή όπως αλλιώς θέλει καθαρογραφεί. Και λέω δυστυχώς, διότι η διατήρηση ενός μέρους του πέπλου προστασίας στους αγρότες, μεσοπρόθεσμα μόνο μειονεκτήματα έχει. Μεγάλο μέρος του αγροτικού προβλήματος της χώρας βασίζεται ακριβώς σε αυτή την προστασία για λόγους προφανείς (πολιτικούς) αλλά και φύσης του επαγγέλματος. 

Σήμερα όμως η προστασία αυτού του είδους παρέχεται διεθνώς με άλλες μεθόδους, όπως την προώθηση και ενίσχυση των ασφαλιστικών εταιρειών που εμπλέκονται όχι μόνο στην προστασία από καταστροφές αλλά και στην προστασία του εισοδήματος. Βασίζονται σε σύγχρονα μέσα, όπως οι προθεσμιακές αγορές εμπορευμάτων, πράγματα που στη χώρα μας δεν υπάρχουν, αλλά θα μπορούσαμε ίσως να δανειστούμε από γειτονικές, όπως το χρηματιστήριο της Μπολόνια στην Ιταλία. 

Αυτοί είναι σύγχρονοι τρόποι παρέμβασης και όχι η διατήρηση ενός άθλιου ασφαλιστικού ταμείου όπως ο ΟΓΑ. Οι αγρότες αρέσκονται πολύ -κι εκεί πάτησε ο Πρωθυπουργός στις συναντήσεις μαζί τους- να τους αναγνωρίζουν τις ιδιαιτερότητες του επαγγέλματός τους και μια μοναδικότητα που αυτό συνεπάγεται. Τα βάζουμε, λένε οι αγρότες, με τον καιρό, γιατί ο επαγγελματίας του τουρισμού δεν επηρεάζεται από τις καλοκαιρινές βροχές και περιμένει του χρόνου για να ρεφάρει; 'Η οι οικοδόμοι -παλαιότερα διότι τώρα χάθηκε το επάγγελμα- δεν σταματούσαν όταν έβρεχε ή δεν δούλευαν με καύσωνα; 

Η στήριξη του αγροτικού επαγγέλματος με όρους παρελθόντος, δεν εξυπηρετεί τον τελικό σκοπό, που δεν είναι άλλος από τη διατήρηση ικανοποιημένων και ευτυχισμένων επαγγελματιών στην ύπαιθρο. Υπάρχουν ιδιαιτερότητες και σημεία που απαιτούνται ιδιαίτερες πολιτικές αλλά αυτές πρέπει να είναι σύγχρονες και σε καμία περίπτωση να είναι μόνο πολιτικές στήριξης του εισοδήματος. 

Για παράδειγμα, οι σωστά καταρτισμένοι αγρότες, θα πρέπει να ξέρουν τι πρέπει να κάνουν φέτος που η χρονιά είναι εξαιρετικά πρώιμη και κατά συνέπεια θα χρειαστούν ιδιαίτεροι χειρισμοί από αυτούς που γίνονται κάθε χρόνο. Φοβάμαι όμως, ότι ούτε οι γεωργοί ξέρουν ούτε οι γεωτεχνικοί που είναι επιφορτισμένοι με την τεχνική τους στήριξη γνωρίζουν. Τα δένδρα άνθισαν σχεδόν ένα μήνα νωρίτερα. Τι σημαίνει αυτό; Καθόμαστε και τα παρατηρούμε και απλά κάνουμε... λιτανεία; 'Η παρεμβαίνουμε πχ ποτίζοντας ή χρησιμοποιώντας άλλες τεχνικές και βοηθητικά αγροτικά σκευάσματα; Παντού εκδηλώνεται η απορία για τον καιρό που τρελάθηκε, αλλά πουθενά δεν ακούς κάποιον που ξέρει να λέει ότι φέτος που τα πράγματα είναι πρώιμα πρέπει να κάνουμε αυτό κι εκείνο! Πουθενά. Από την Φθιώτιδα που εγώ δραστηριοποιούμαι μέχρι την Έδεσσα που βρέθηκα πρόσφατα. Καλή η εμπειρία παιδιά αλλά ο 21ος αιώνας βασίζεται στη γνώση. Και φοβάμαι οτι δεν διαθέτουμε την απαραίτητη και απαιτούμενη. 

Οι κλιματικές αλλαγές μας κτύπησαν την πόρτα κι εμείς κάνουμε ότι δεν βλέπουμε τον κλέφτη. Διότι δεν ξέρουμε πως να τις αντιμετωπίσουμε. Στα νέα επενδυτικά αγροτικά προγράμματα υπάρχει η πρόβλεψη για χρηματοδότηση δράσεων ενάντια στην κλιματική αλλαγή. Ποιες να είναι όμως αυτές άραγε; Γυμνοί στα αγκάθια προχωράμε!!! Στο καινούργιο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης, γράφτηκε ότι οι παραγωγοί που θα εισπράττουν επιδοτήσεις από κάποιο ποσό και πάνω θα υποχρεούνται να κάθονται στο θρανίο κάποιες ώρες. Πολύ σημαντική εξέλιξη, αρκεί να γίνει με σύγχρονους τρόπους κι όχι όπως στο παρελθόν, όπου το μόνο που πέτυχαν ήταν η γελοιοποίηση της όποιας εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Εν κατακλείδι, όσο προστατεύουμε -που σε κάποιο βαθμό καλά κάνουμε- το αγροτικό επάγγελμα πρέπει να το κάνουμε με σύγχρονους όρους και όχι με ξεπερασμένες, για να μην πούμε αποτυχημένες, λογικές και πολιτικές του παρελθόντος. Οι μειωμένοι ασφαλιστικοί συντελεστές θα δώσουν μια ανάσα και είναι σαφώς μια κατάκτηση των κινητοποιήσεων.

2. Το άλλο σημείο που προέκυψε από τις φετινές αγροτικές κινητοποιήσεις είναι αυτό του υπερβολικά αυξημένου αγροτικού εξοπλισμού. Οι αγρότες, σε αντίθεση με άλλες κινητοποιήσεις των τελευταίων χρόνων, έβγαλαν στο δρόμο τα καλά τους τρακτέρ! Παλαιότερα, φοβόντουσαν μήπως κάτι συμβεί, αλλά φέτος υπό την πίεση των προβλημάτων αποφάσισαν να τα παίξουν όλα για όλα. Αυτό είναι για όσους μπορούν να διαβάσουν πίσω από τις εικόνες, η σοβαρότερη απόδειξη του μεγέθους των προβλημάτων. 

Το μέγεθος και η ισχύς των αγροτικών εργαλείων, έτσι όπως ήταν παρατεταγμένα, εντυπωσίασε ακόμη κι εμάς που έχουμε εξοικειωθεί. Εντυπωσιακό! Το ερώτημα είναι που βρέθηκαν όλα αυτά τα χρήματα; Από τα λεγόμενα Σχέδια Βελτίωσης Αγροτικών εκμεταλλεύσεων, κάτι σαν Business Plan αγροτών. Οι υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας -μόνες τους άραγε ή καθ' υπόδειξη από την Ευρώπη, από όπου προέρχονται τα περισσότερα από αυτά;- χρηματοδότησαν γενναία την αγορά υπεράριθμων και υπερμεγεθών τρακτέρ, τα οποία με δυσκολία μπορούν να ελιχθούν στα μικρά ελληνικά χωράφια! Έτσι βρεθήκαμε με ένα στόλο εργαλείων, υψηλού λειτουργικού κόστους ο οποίος ήδη μας είναι άχρηστος. Προβλέπω ότι σε λίγο θα τα επανεξάγουμε, όπως κάναμε τα πολυτελή αυτοκίνητα που αποκτήθηκαν τον καιρό της ευφορίας. Ενώ λοιπόν έβλεπες χιλιάδες τρακτέρ στα μπλόκα, έβλεπες κι άλλα πολλά είτε στα χωράφια να εκμεταλλεύονται τον καλό καιρό είτε τις αυλές των σπιτιών στα χωριά. Ο υπερεξοπλισμός αυτός είναι σκάνδαλο κι έχει ονοματεπώνυμο. Κανείς όμως δεν ασχολείται με αυτό. Όλοι ασχολούνται πως θα πληρώσουν τώρα λιγότερα για να πάρουν στο μέλλον...τίποτα. Θα επιστρέψουμε στην εποχή όπου οι συντάξεις των αγροτών ήταν κάτι σαν παιδικό χαρτζιλίκι. Τότε που οι αγρότες αγόραζαν σπίτια στις πόλεις για να έχουν ένα βοήθημα στα γεροντάματα. Αλλά τώρα όλα αυτά κατέρρευσαν και οι μελλοντικοί αγρότες των χωριών θα ζουν χωρίς κανένα βοήθημα. 

3. Η τρίτη σοβαρότατη εξέλιξη που συνέβη φέτος είναι η στροφή των καλλιεργειών από τις λεγόμενες δυναμικές -εαρινές, βαμβάκια καλαμπόκια κλπ- στα σιτηρά. Αυτό αποτελεί μια δυσμενέστατη εξέλιξη, το μέγεθος της οποίας θα φανεί άμεσα αλλά και μεσοπρόθεσμα, σε δυό τρία χρόνια. 

Η αξία του αγροτικού προϊόντος θα μειωθεί φέτος σημαντικά, αφού το εισόδημα των σιτηρών είναι υποπολλαπλάσιο άλλων καλλιεργειών. Δυστυχώς θα βοηθήσει και η ανομβρία αλλά και... κλεμμένοι μετασχηματιστές ρεύματος από τα αγροτικά δίκτυα ηλεκτρισμού, που καθιστούν την άρδευση αδύνατη. Θα θιγούν σοβαρά ένα σωρό ελληνικές και ξένες εταιρείες που έχουν παρουσία στο χώρο της υποστήριξης της γεωργίας. Οι μεν Ελληνικές θα πρέπει με κάποιον τρόπο να απορροφήσουν το σοκ, οι δε πολυεθνικές θα κάνουν αυτό που έκαναν και σε άλλες περιπτώσεις: θα μεταφέρουν την έδρα από την Ελλάδα στο Βουκουρέστι, με πολύ δυσμενείς συνέπειες για όλους μας. Κυρίως διότι θα χαθεί -για την ακρίβεια θα μειωθεί η σημασία του- ένα κανάλι μεταφοράς γνώσης και σύγχρονης τεχνολογίας. 

Θα μειωθούν όμως και οι φόροι που θα εισπράξει το κράτος, αλλά και τα χρήματα που θα εισπράξει ο ΕΛΓΑ, ο οποίος να δούμε πως θα τα βγάλει πέρα αφού οι ακριβές ζημιές είναι συνήθως στα βορεινά φρούτα. Το τραγικότερο όλων: με την βοήθεια των μειωμένων συντελεστών, τα ασφαλιστικά ταμεία θα εισπράξουν ψίχουλα και η όλη φασαρία θα μοιάζει για το τίποτα. Θα μειωθούν όμως και τα χρήματα που θα εισπράξουν, τζιράρουν, οι παραγωγοί. Αν και όταν αποφασίσουν να ξαναμπούν στο μέλλον στις ακριβές καλλιέργειες δεν θα μπορούν να τις χρηματοδοτήσουν, αφού δεν θα έχουν πια κεφάλαιο κίνησης να αγοράσουν σπόρους και λιπάσματα. Και με βάση τα σημερινά δεδομένα, κανείς δεν μπορεί να τους βοηθήσει: ούτε οι γεωπόνοι προμηθευτές τους, ούτε οι τράπεζες. Αυτό θα αποτελέσει αρχή σημαντικών εξελίξεων που θα οδηγήσει μέρος των αγροτών εκτός επαγγέλματος. Και πιθανότατα στο περιθώριο. 

Παρόμοιο πρόβλημα έχουν όμως κι αλλού. Το αντιμετωπίζουν όμως, χάρη στην ομαλή ανάπτυξη της οικονομίας. Ακούστε εξομολόγηση Ευρωπαίου συναδέλφου: Ένας Γερμανός αγρότης που πούλησε τις αγελάδες του σε έναν μεγαλύτερο, βρήκε δουλειά σε επιχείρηση υποστήριξης του αγροτικού τομέα, διότι λέει πρώτον αυτές ακμάζουν, άρα χρειάζονται προσωπικό και δεύτερον το μάτι του αγρότη κόβει έχοντας εξοικειωθεί με ένα σωρό δουλειές. Αρα είναι χρήσιμος και σε εκτός γεωργίας επιχειρήσεις. Σε εμάς όμως, οι επιχειρήσεις συρρικνώνονται, δεν τους ενδιαφέρουν νέες προσλήψεις. Αρα; Ας μη χαίρονται όσοι έχουν πέντε δεκάρες στην άκρη κι ελπίζουν οτι θα εκμεταλλευτούν καταστάσεις. Πλανώνται πλάνην. Με τα χωριά άδεια κι έρημα, με μειωμένη τεχνική και τεχνολογική υποστήριξη, με έλλειψη ανταλλακτικών και υποστηρικτικών επαγγελμάτων, να είναι σίγουροι οτι δεν θα τους βγει. Θα χρειάζονται ένα ανταλλακτικό και θα τους λένε πλήρωσε να το παραγγείλουμε να στο φέρω "σε καμιά δεκαριά ημέρες”. Για όσους είναι εξοικειωμένοι με το αγροτικό επάγγελμα αυτό λέγεται "Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι. Φοβάμαι όμως οτι όλοι οι χειρισμοί που έγιναν τελευταία στο αγροτικό θέμα ανήκουν στην "δικαιοδοσία” αυτής της παροιμίας.


* Ο κ. Δημήτρης Αντωνόπουλος είναι Αγροτοοικονομολόγος Msc - Πρώην Αγροτικός Σύμβουλος νυν παραγωγός Κελυφωτού Φυστικιού

Η ζωή μετά το λιγνίτη προϋποθέτει σχέδιο και πόρους

Την πρόταση των ενεργειακών δήμων για νομοθετική ρύθμιση που αφορά στα έσοδα απο πλειστηριασμούς αδιάθετων δικαιωμάτων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στηρίζει ο Περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας

Την πρόταση νομοθετικής ρύθμισης που αφορά στα έσοδα από πλειστηριασμούς αδιάθετων δικαιωμάτων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κι έχουν ζητήσει οι ενεργειακοί δήμοι, στηρίζει ο Περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας Θεόδωρος Καρυπίδης.
Ο Περιφερειάρχης στην επιστολή του προς τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Παναγιώτη Σκουρλέτη παρουσιάζει με αναλυτική επιχειρηματολογία το αίτημα που αποτελεί ένα απαραίτητο βήμα για την αντιμετώπιση των οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών προκλήσεων που θα επιφέρει η επερχόμενη μείωση της λιγνιτικής δραστηριότητας στις λιγνιτικές περιοχές της χώρας.
Ακολουθεί η επιστολή:

κ. Υπουργέ,
με την παρούσα επιστολή εκφράζω την υποστήριξή μου στο αίτημα που σας απέστειλαν στις 17/12/2015 οι πέντε (5) Δήμαρχοι των Ενεργειακών Δήμων (Αμυνταίου, Εορδαίας, Κοζάνης, Μεγαλόπολης και Φλώρινας) και σας παρακαλώ να αποδεχτείτε το αίτημα που αναφέρεται ήτοι στην υπό προσθήκη παράγραφο Α.2 του άρθρου 25 του ν. 3468/2006 (Α’129) όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, να προβλέπεται και η παρακάτω ρύθμιση : «Ποσοστό 20% των εσόδων από πλειστηριασμούς αδιάθετων δικαιωμάτων εκπομπών κατατίθεται σε ειδικό λογαριασμό που στόχο έχει τη χρηματοδότηση της δημιουργίας θέσεων εργασίας σε τομείς που δεν σχετίζονται με τις δραστηριότητες εξόρυξης και παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας απο λιγνίτη, στους νομούς Κοζάνη, Φλώρινας και Αρκαδίας, οι οποίοι θα πληγούν περισσότερο απο τη σταδιακή μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών».
Αιτιολογία :
1. Μέσα στα επόμενα 10-15 χρόνια προγραμματίζεται να αποσυρθεί το μεγαλύτερο τμήμα της λιγνιτικής ισχύος που λειτουργεί σήμερα στη χώρα (3670 MW από τα 4375 MW). Ειδικότερα, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις της χώρας στο πλαίσιο της εφαρμογής της Οδηγίας Βιομηχανικών Εκπομπών (2010/75/ΕΚ) δύο λιγνιτικοί σταθμοί (ΑΗΣ Αμυνταίου και Καρδιάς), συνολικής ισχύος 1850 MW, εισέρχονται σε καθεστώς παρέκκλισης περιορισμένης διάρκειας λειτουργίας από 1/1/2016 και θα αποσυρθούν ως το 2023 το αργότερο. Προβλέπεται επίσης η απόσυρση των 2 λιγνιτικών σταθμών της Μεγαλόπολης ισχύος 600 ΜW περίπου το 2025 λόγω εξάντλησης των αποθεμάτων λιγνίτη στην Πελοπόννησο, ενώ γύρω στο 2030 οι 4 λιγνιτικές μονάδες του ΑΗΣ Αγ. Δημητρίου αθροιστικής ισχύος 1220 ΜMW θα συμπληρώνουν 45 χρόνια λειτουργίας. Ακόμα και αν υλοποιηθούν τα σχέδια της ΔΕΗ για κατασκευή δύο νέων λιγνιτικών μονάδων συνολικής ισχύος 1110 MW (Πτολεμαΐδα 5 και Μελίτη 2), η προαναφερθείσα επερχόμενη μείωση της υφιστάμενης λιγνιτικής ισχύος είναι σαφώς πολύ μεγαλύτερη.

Είναι προφανές ότι οι αλλαγές αυτές θα επηρεάσουν δραστικά την οικονομία των νομών Κοζάνης, Φλώρινας και Αρκαδίας, η οποία στηρίζεται ως τώρα, σε μεγάλο βαθμό στην εξόρυξη και καύση λιγνίτη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας, η απόσυρση 300 MW λιγνιτικής ισχύος, θα στερήσει από την τοπική οικονομία 83 εκ. ευρώ ετησίως και θα προκαλέσει απώλεια 1559 άμεσων και έμμεσων θέσεων εργασίας . Οι επιπτώσεις της απόσυρσης μεγαλύτερης λιγνιτικής ισχύος θα είναι αναλογικά μεγαλύτερες. Επίσης, σύμφωνα με την ανάλυση δεδομένων της ΕΛΣΤΑΤ από την Αναπτυξιακή Δυτικής Μακεδονίας (ΑΝΚΟ), η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία που προέρχεται από τη δραστηριότητα της εξόρυξης – παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και η οποία εντοπίζεται στις Περιφερειακές Ενότητες (Π.Ε.) Κοζάνης και Φλώρινας για το έτος 2011 ανήλθε συνολικά σε 1.360 εκ. €, (συμβολή κατά 45,35% και 34,49% στην Α.Π.Α των δύο Π.Ε. αντίστοιχα), ενώ η αντίστοιχη απασχόληση στον τομέα της εξόρυξης – παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ανήλθε σε 6.000 περίπου θέσεις εργασίας. Υπογραμμίζεται ότι η περιφέρεια Δ. Μακεδονίας και ειδικότερα οι ενεργειακοί νομοί της συγκεντρώνουν ήδη τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας πανελλαδικά.

Συνεπώς, η αναπλήρωση της Α.Π.Α. και η αντικατάσταση των χαμένων θέσεων εργασίας που θα προέλθουν από την προαναφερθείσα μείωση της λιγνιτικής δραστηριότητας στις λιγνιτικές περιοχές της χώρας θα απαιτήσει σημαντικά κεφάλαια και συστηματικές προσπάθειες ανάπτυξης εναλλακτικών οικονομικών δραστηριοτήτων βάσει σχεδίου που θα εκτείνονται σε βάθος χρόνου.

Αν στο παραπάνω χρονοδιάγραμμα απόσυρσης, συνυπολογιστούν και τα 913 MW λιγνιτικής ισχύος που έχουν τεθεί εκτός λειτουργίας τα τελευταία 5 χρόνια (663 MW στον νομό Κοζάνης και 250 MW στον νομό Αρκαδίας), γίνεται σαφές ότι η ελληνική πολιτεία έχει ήδη καθυστερήσει στην ανάληψη πρωτοβουλιών ώστε να αποφευχθεί μια έκρηξη της ανεργίας και γενικότερη καθίζηση της οικονομίας στις λιγνιτικές περιοχές της χώρας.

2. Η συγκέντρωση της λιγνιτικής παραγωγής σε συνδυασμό με τον υπολογισμό των περιφερειακών λογαριασμών με βάση την αξία παραγωγής (και όχι του εισοδήματος ή της κατανάλωσης) από την ΕΛΣΤΑΤ έχει οδηγήσει σε στρεβλώσεις των στατιστικών του περιφερειακού ΑΕΠ των ενεργειακών νομών και της κυρίως επηρεαζόμενης Περιφέρειας Δ. Μακεδονίας, η οποία για τον λόγο αυτό κατατάχτηκε στις Περιφέρειες μετάβασης, χάνοντας σημαντικό μέρος των πόρων του Ευρωπαικού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ) που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν την δημιουργία θέσεων εργασίας στην περιοχή.

3. Η εξόρυξη λιγνίτη για δεκαετίες είχε αναμφισβήτητα πολύ σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις επηρεάζοντας αρνητικά άλλες οικονομικές δραστηριότητες όπως ο τουρισμός. Επομένως η ανάκαμψη του περιβάλλοντος και η διαμόρφωση συνθηκών για την ανάπτυξη άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων θα απαιτήσουν και σημαντικούς οικονομικούς πόρους.

4. Το αίτημα αυτό βρίσκει απολύτως σύμφωνη την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που ζητά από τα Κράτη Μέλη τη διοχέτευση τμήματος των εσόδων από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων για τη χρηματοδότηση της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας σε αντικατάσταση αυτών που πλήττονται από την επιδιωκόμενη πολιτική. Πιο συγκεκριμένα, στην πρόταση που κατέθεσε στο πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας 2003/87/ΕΚ για τη λειτουργία του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΕΣΕΔΕ), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει ότι : «Τα έσοδα από το ΣΕΔΕ της ΕΕ θα πρέπει επίσης να χρησιμοποιηθούν για την προαγωγή της δημιουργίας δεξιοτήτων και της ανακατανομής του εργατικού δυναμικού που επηρεάζεται από τη μετάβαση των θέσεων απασχόλησης σε μια οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, σε στενή συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους.»

Κατά συνέπεια είναι όχι μόνο εφικτό και συμβατό με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία αλλά και ζητούμενο η Ελλάδα να διοχετεύει τμήμα των εσόδων δημοπράτησης των δικαιωμάτων που κατανέμονται σε αυτήν για τη δημιουργία θέσεων εργασίας στους τρεις λιγνιτικούς νομούς της χώρας.

Προσφάτως επίσης και πάλι στο πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας 2003/87/ΕΚ για τη λειτουργία του ΕΣΕΔΕ, η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Εργαζομένων (Εuropean Trade Union Conferderation – ETUC) ζήτησε τη δημιουργία ενός κονδυλίου το οποίο θα στηρίζει εργαζόμενους που θα πληγούν από τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα .

5. Το παράδειγμα χρήσης δημοσίων εσόδων για την ανάπτυξη εναλλακτικών οικονομικών δραστηριοτήτων σε λιγνιτικές περιοχές δεν είναι διόλου πρωτόγνωρο. Στην περιοχή της Λουσατίας στην πρώην Ανατολική Γερμανία, τη διαδικασία αποκατάστασης και οικονομικής ανάκαμψης της περιοχής ανέλαβε η κρατική LMBV (Lausitz and Middle Germany Mining Administrative Company) η οποία ιδρύθηκε από τη Γερμανική κυβέρνηση το 1994. Η LMBV ανέλαβε να σχεδιάσει, να διευθύνει και να υλοποιήσει ένα μακρόχρονο και πολυσύνθετο έργο το οποίο χρηματοδοτήθηκε και εξακολουθεί να χρηματοδοτείται από τη Γερμανική κυβέρνηση και τα ομοσπονδιακά κρατίδια (περίπου 10,6 δις ευρώ ως το 2017) . Σε αυτό το έργο περιλαμβάνεται η αποκατάσταση των εδαφών (δασώσεις, δημιουργία λιμνών και γεωργικής γης), η δημιουργία «νέων τοπίων» αναπλάθοντας το κατεστραμμένο ανάγλυφο της περιοχής, η διαχείριση και ο ποιοτικός έλεγχος του υδάτινου δυναμικού, η δημιουργία ναυταθλητικών τουριστικών προορισμών, αλλά και η ανάδειξη και τουριστική αξιοποίηση της βιομηχανικής κληρονομιάς της περιοχής, δημιουργώντας στην πορεία χιλιάδες θέσεις εργασίας.

6. Εκτός των παραπάνω, η ικανοποίηση του αιτήματος διοχέτευσης τμήματος των εσόδων δημοπράτησης εκπομπών για τη δημιουργία θέσεων εργασίας στους 3 λιγνιτικούς νομούς της χώρας, δεν εμποδίζει τη δυνατότητα της ελληνικής πολιτείας να καλύψει από την ίδια πηγή και διαφορετικές ανάγκες, όπως τον ειδικό λογαριασμό ΑΠΕ του ΛΑΓΗΕ, και μάλιστα με ποσά υψηλότερα από τα αντίστοιχα σημερινά.

Ειδικότερα, λόγω των πρόσφατων αλλαγών στη λειτουργία του Ευρωπαϊκού χρηματιστηρίου ρύπων, τα δημόσια έσοδα από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων εκπομπών εκτιμάται ότι θα αυξηθούν σημαντικά μέσα στα επόμενα χρόνια. Πλήθος προβλέψεων από διαφορετικές πηγές συγκλίνουν στο ότι την 4η περίοδο του ΕΣΕΔΕ (2021-2030) η τιμή του δικαιώματος θα τετραπλασιαστεί σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα (30 ευρώ/ τόνο από 8 ευρώ/τόνο σήμερα ). Λαμβάνοντας υπόψη τις αλλαγές στο ΕΣΕΔΕ που οριστικοποιήθηκαν μέσα στο 2015, ειδικά για την Ελλάδα, προβλέπεται ότι τα δημόσια έσοδα από τη δημοπράτηση αδιάθετων δικαιωμάτων εκπομπών θα φτάσουν τα 6 δις ευρώ την επόμενη δεκαετία , δηλαδή 600 εκ ευρώ τον χρόνο κατά μέσο όρο, με τη μεγαλύτερη αύξηση εσόδων να αναμένεται τη δεύτερη πενταετία της παραπάνω περιόδου. Για συγκριτικούς λόγους σημειώνεται ότι το 2015 τα έσοδα από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων που διοχετεύτηκαν στον ειδικό λογαριασμό ΑΠΕ του ΛΑΓΗΕ ήταν περίπου 175 εκ. ευρώ. Με βάση τις προβλέψεις για την εξέλιξη των ετησίων δημοσίων εσόδων από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων, και αν υποτεθεί ότι μόνο το 50% αυτών διοχετεύεται στο μέλλον στον ειδικό λογαριασμό ΑΠΕ του ΛΑΓΗΕ, τότε αυτός θα ενισχύεται με 300 εκ. ευρώ ετησίως, αύξηση κατά 71% του αντίστοιχου ποσού για το 2015.
κ. Υπουργέ,
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι, το αίτημα διοχέτευσης τμήματος των δημοσίων εσόδων από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων εκπομπών CO2 για τη δημιουργία θέσεων εργασίας στους 3 λιγνιτικούς νομούς της χώρας, αποτελεί ένα κοινωνικά δίκαιο αίτημα κι ένα απαραίτητο βήμα για την αντιμετώπιση των οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών προκλήσεων που θα επιφέρει η επερχόμενη μείωση της λιγνιτικής δραστηριότητας στις λιγνιτικές περιοχές της χώρας.
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω έχουμε βάσιμους λόγους για υποστήριξη από μέρους σας της υπόψη πρότασης της Αυτοδιοίκησης Α’ και Β΄ βαθμού.
Είμαστε σε αναμονή και σας ευχαριστούμε.

Με εκτίμηση
Ο Περιφερειάρχης
Δυτικής Μακεδονίας
Καρυπίδης Θεόδωρος

Σκληρή η γή και πιο σκληρή η δίκαιη χρεοκοπία

Δημοσιεύθηκε: 21 Ιανουαρίου 2016 - 07:46
Αφήστε τους δρόμους και πιάστε τα χωράφια!

Οι αγρότες ζεσταίνουν τις μηχανές των τρακτέρ και ετοιμάζονται να κλείσουν τους δρόμους για να προασπίσουν το ευνοϊκό καθεστώς που απολαμβάνουν. Όμως, το καλύτερο που θα είχαν να κάνουν είναι κάτι άλλο.
Πριν λίγο καιρό, στη συνέντευξη που παραχώρησε ο πρόεδρος της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Στουρνάραςστον ΣΚΑΪ και στον Αλέξη Παπαχελά ρωτήθηκε για την εισαγωγή του ΕΝΦΙΑ.
Στην απάντησή του, ο κ. διοικητής υπενθύμισε ότι 500 εκατ. ευρώ επρόκειτο να προέλθουν από τη φορολόγηση αγροτεμαχίων και άλλων αγροτικών εκτάσεων, ώστε να αναλογεί ένα μικρό ποσό σε περισσότερους.
Όμως, οι βουλευτές της ΝΔ, π.χ. Τζαμτζής που είναι καλλιεργητής, και του ΠΑΣΟΚ από αγροτικές περιοχές δεν το επέτρεψαν, με αποτέλεσμα το βάρος να πέσει στους ιδιοκτήτες αστικών ακινήτων.
Εξυπακούεται ότι συμπαραστάτες ήταν τα υπόλοιπα κόμματα της τότε αντιπολίτευσης όπως ο ΣΥΡΙΖΑ.
Επρόκειτο για μια αναδιανομή εισοδήματος εις βάρος του αστικού πληθυσμού, που έχει επιβαρυνθεί περισσότερο από την κρίση και την οποία αρκετοί, όπως εμείς, βρίσκουν άδικη, σε αντίθεση με άλλους που τη θεωρούν δίκαιη.
Το παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό και δείχνει την πολιτική δύναμη των 432.000 ατόμων που δηλώνουν αγρότες.
Από αυτούς, λιγότερα από 2.000 άτομα δήλωσαν εισόδημα μεγαλύτερο από 50.000 ευρώ.
Λιγότερα από 11.500 άτομα δήλωσαν εισόδημα μεγαλύτερο από 20.000 ευρώ.
Κοινώς, το 2,7% περίπου όσων δήλωσαν εισόδημα από αγροτικές καλλιέργειες ήταν πάνω από 20.000 ευρώ.
Το 93% δήλωσε εισόδημα μικρότερο των 10.000 ευρώ το 2014.
Δεν θα υπεισέλθουμε στη συζήτηση κατά πόσο τα δηλωθέντα εισοδήματα ανταποκρίνονται στα πραγματικά.
Όμως, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι έτυχαν πολύ καλύτερης φορολογικής μεταχείρισης από τα αντίστοιχα εισοδήματα άλλων, π.χ. των ελεύθερων επαγγελματιών.
Ως γνωστόν, οι τελευταίοι φορολογούνται με συντελεστή 26% από το πρώτο ευρώ ενώ οι αγρότες με συντελεστή 13% και έχουν επιπλέον άλλα αναχώματα, π.χ. κοινοτικές επιδοτήσεις που δεν φορολογούνται μέχρι κάποιο ποσό κ.τ.λ.
Είναι λογικό να κακοφαίνεται σε κάποιον όταν καλείται να πληρώσει περισσότερα σε φόρους εισοδήματος, έστω κι αν είναι 100 με 150 ευρώ τον χρόνο κατά μέσο όρο.
Ιδίως, αν έχει συνηθίσει αλλιώς.
Είναι επίσης λογικό να επιζητά φορολογικές ελαφρύνσεις.
Όταν όμως η χώρα έχει ουσιαστικά χρεοκοπήσει και οι υπόλοιποι έχουν επιβαρυνθεί τόσο πολύ και καλούνται να πληρώσουν ακόμη περισσότερα, δεν είναι δίκαιο και σωστό να διατηρηθεί το ευνοϊκό καθεστώς φορολόγησης που απολαμβάνουν ορισμένες κατηγορίες όπως οι αγρότες.
Κι αυτό γιατί αν δεν συμμετάσχουν στον κυβερνητικό σχεδιασμό για αύξηση των εσόδων, τη νύφη θα πληρώσουν μοιραία οι υπόλοιποι, αφού η προβλεπόμενη μείωση των κρατικών δαπανών είναι αναλογικά μικρή.
Όμως, η ιστορία δεν σταματάει στο φορολογικό αλλά επεκτείνεται στο ασφαλιστικό.
Με έκπληξη πληροφορήθηκαν πολλοί που δεν το γνώριζαν, ότι οι αγρότες πληρώνουν μόλις 940 ευρώ ετησίως για σύνταξη και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Ω γνωστόν, οι υπόλοιποι πληρώνουν χιλιάδες ευρώ κάθε χρόνο, έστω κι αν δηλώνουν το ίδιο εισόδημα με τους αγρότες.
Πρόκειται για άνιση μεταχείριση που δείχνει το μέγεθος της πολιτικής παρέμβασης των αγροτών διαχρονικά. Προφανώς, αυτό το καθεστώς ασφάλισης δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Ασφαλώς θα πρέπει να συζητηθεί ποια θα είναι η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών και πώς θα υπολογίζεται. Όμως, το σημερινό καθεστώς δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Ως γνωστόν, οι αγρότες δεν έχουν τίποτα το ιδιαίτερο να κάνουν το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου και είθισται να το εκμεταλλεύονται.
Αντί να πηγαίνουν στα καφενεία, παίρνουν τα τρακτέρ και κατεβαίνουν στους δρόμους, προκαλώντας ενίοτε προβλήματα στους υπολοίπους και στην εθνική οικονομία.
Φέτος, έχουν πολύ περισσότερους λόγους να το κάνουν, λόγω φορολογικού και ασφαλιστικού.
Όμως, αντί να ακολουθούν την πεπατημένη των διεκδικήσεων με τις ουρές των τρακτέρ, που πολλά αγοράστηκαν με θαλασσοδάνεια της ΑΤΕ στο παρελθόν, θα ήταν καλύτερο να κάνουν κάτι άλλο.
Να αναζητήσουν τρόπους για να αυγατίσει το εισόδημά τους.
Η μετατροπή τους σε επιχειρηματίες που ενώνουν δυνάμεις για την επίτευξη οικονομιών κλίμακας, στρεφόμενοι σε άλλες καλλιέργειες που έχουν μεγαλύτερη ζήτηση στο εξωτερικό κ.τ.λ. είναι ένας από αυτούς.
Ας εγκαταλείψουν λοιπόν τις παλιές πρακτικές και ας στραφούν στην επιχειρηματικότητα.
Dr. Money

Περί φιλελευθερισμού

euro2day.gr
Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος 
ath.papandropoulos@euro2day.gr
Δημοσιεύθηκε: 28 Ιανουαρίου 2016

Η ώρα της φιλελεύθερης ανατροπής

Η Ελλάδα έχει πλέον επείγουσα ανάγκη από έναν νέο πολιτικό λόγο, προσανατολισμένο στα τεχνολογικά και πολιτικά πρότυπα μιας παγκοσμιοποιημένης και ανατρεπτικής εποχής.

Παρά τις λυσσώδεις ιδεολογικές επιθέσεις που δέχεται, ο φιλελευθερισμός είναι κυρίαρχη αντίληψη της εποχής μας. Το γεγονός αυτό αφύπνισε τις δυνάμεις του ζόφου και της βίας, που χρόνια τώρα εκκολάπτονταν στον μεσαιωνικό αραβο-περσικό κόσμο.

Παρ' όλα αυτά, η φιλελεύθερη κουλτούρα, χωρίς να λέει πάντα το όνομά της, διαδίδεται και στηρίζεται, όπως θα έλεγε και ο αείμνηστος Μάρκος Δραγούμης, στο πρωτείο του ατόμου. Στη δυνατότητα, δηλαδή, κάθε ανθρώπου να αυτοολοκληρωθεί και να προκόψει υπό καθεστώς ελευθερίας.

Μία ελευθερία, εξάλλου, η οποία ενισχύεται σήμερα, όπως θα συνεχίσει να ενισχύεται και στο μέλλον, από τεράστια τεχνολογικά ερείσματα, ευνοϊκά προς τη δημιουργία γνώσεων μέσω της παγκοσμιοποίησης των πληροφοριών.

Προδιαγράφεται, έτσι, μία φιλελεύθερη νομοτελειακή πραγματικότητα, η οποία, σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες, κυρίως της Ευρώπης, έχει ήδη προσλάβει και σαφέστατες πολιτικές εκφράσεις ευρύτατου φάσματος.

Ωστόσο, συμβαίνει κάτι περίεργο. Το σχεδόν νομοτελειακό αυτό γεγονός, περισσότερο από τους φιλελεύθερους, έχουν συνειδητοποιήσει οι εχθροί του πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού -δηλαδή οι παλαιοκομμουνιστές, οι τζιχαντιστές, οι ακροδεξιοί, οι απογοητευμένοι του μαοϊσμού, οι σοσιαλχριστιανοί και γενικώς όλοι αυτοί που αντιδρούν σε κάθε φαινόμενο προόδου και παγίωσης ανοικτών κοινωνιών. Πολεμούν δε τον φιλελευθερισμό με τα γνωστά και δοκιμασμένα όπλα του παρελθόντος, αυτά που κατά κόρον χρησιμοποίησαν οι εχθροί των ανοικτών κοινωνιών με στόχο να τις κλείσουν. Τα όπλα αυτά είναι η μυθοπλασία, η μυθολογία των λέξεων, ο ακραίος εθνικισμός, η θρησκοληψία, η πρόκληση φόβου και η γελοία ξύλινη γλώσσα με τις κενές περιεχομένου λέξεις.

Προσφάτως δε, ήλθε να προστεθεί στο οπλοστάσιο αυτό η τυφλή βία του ισλαμοφασισμού.

Στο πλαίσιο αυτό, οι εχθροί της ελευθερίας επιδιώκουν να ενοχοποιήσουν κάθε άτομο που θέλει να σκέπτεται και να συμπεριφέρεται ελεύθερα, κατηγορώντας το ότι είναι «νεο-φιλελεύθερο», υπέρμαχο του «άγριου καπιταλισμού».

Μέσα, λοιπόν, σε αυτό το νέο περιβάλλον ιδεολογικής τρομοκρατίας και θρησκοεθνικιστικής υστερίας, οι λιγοστοί Έλληνες φιλελεύθεροι όχι μόνον έχουν χάσει τη λαλιά τους, αλλά ίσως να αισθάνονται και ενοχές για τις συντριπτικές, αλλά αιματηρές, νίκες που η δημοκρατία, η ελευθερία και η οικονομία της αγοράς πέτυχαν κατά όλων των ολοκληρωτισμών οι οποίοι ταλαιπώρησαν την ανθρωπότητα στη διάρκεια του 20ού αιώνα.

Από την πλευρά της, η ελληνική κεντροδεξιά έχει αποβάλει από το λεξιλόγιό της τη λέξη «φιλελευθερισμός», τελεί υπό πλήρη ιδεολογική σύγχυση και, κάτω από την πίεση των ακροδεξιών στοιχείων τα οποία οργιάζουν στους κόλπους της, βρίσκεται σε χαρακτηριστική αδυναμία να διατυπώσει ένα συγκροτημένο πολιτικό όραμα. Αρκείται, έτσι, σε μία ανούσια περί μεταρρυθμίσεων φιλολογία που, σε μεγάλο βαθμό, δεν ξεπερνά το επίπεδο των ευχολογίων.

Ακόμα χειρότερα, είναι παγιδευμένη από την αριστερή φρασεολογία και τη λαϊκιστική κενολογία των μέσων μαζικής επικοινωνίας, τα οποία είναι σήμερα ο μεγάλος εχθρός του φιλελευθερισμού στην Ελλάδα. Έτσι, χρησιμοποιεί κατά κόρον το λεξιλόγιο των αντιπάλων της και, συνεπώς, είναι χαμένη από χέρι. Χωρίς ιδέες, χωρίς οράματα για τον 21ο αιώνα, χωρίς γνώση των κατακλυσμιαίων αλλαγών που πραγματοποιούνται με επιταχυνόμενους ρυθμούς σε όλα τα επίπεδα της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής των ανεπτυγμένων χωρών, η ελληνική δεξιά αδυνατεί να δώσει μία νέα φιλελεύθερη ερμηνεία στη σημερινή πραγματικότητα και, τελικώς, αυτό ίσως να ήταν το σοβαρότερο λάθος της, ανεξαρτήτως της κρίσης.

Η ελληνική κοινωνία, όμως, στην παρακμιακή και αγκυλωμένη κατάσταση που βρίσκεται σήμερα, δεν έχει ανάγκη από άτολμους μεταρρυθμιστές ή ξεπερασμένους διαχειριστές του στρεβλού παρελθόντος της. Χρειάζεται τολμηρούς ανανεωτές, που θα μπορέσουν να την απογειώσουν και να την εκσυγχρονίσουν. Η -χωρίς ιδέες και πολιτικό λόγο- ελληνική κεντροδεξιά θα πρέπει να καταλάβει ότι το κλασικό παράδειγμα της βιομηχανικής κοινωνίας, η οποία στηριζόταν σε ένα παραγωγικό μοντέλο με υλικούς συντελεστές παραγωγής, σήμερα έχει ξεπεραστεί.

Οι αποδοτικότερες οικονομικές δραστηριότητες του σήμερα και του αύριο θα έχουν ως κεντρικό συντελεστή της οργάνωσής τους την πληροφορία, τη γνώση και την ευφυΐα. Η προστιθέμενη αξία σε πάμπολλες περιπτώσεις δεν παράγεται ούτε από τον χρόνο, ούτε από τον όγκο της εργασίας, αλλά είναι συνάρτηση των δημιουργικών ικανοτήτων του ατόμου. Η σημερινή τεχνογνωσία στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη δημιουργική γνώση και στην υψηλή ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων και δευτερευόντως σε άλλους συντελεστές παραγωγής.

Στις σημερινές συνθήκες, η εργασία, όπως την περιέγραφαν πριν 200 χρόνια ο Άνταμ Σμιθ και ο Καρλ Μαρξ, δεν βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της ανθρώπινης δραστηριότητας. Στον κλάδο της πληροφορικής αντιπροσωπεύει 7% του συνολικού κόστους ενός προϊόντος και στις λοιπές βιομηχανικές δραστηριότητες δεν ξεπερνά, κατά μέσον όρο, το 20%.

Είναι ξεκάθαρο, λοιπόν, ότι στη σύγχρονη φιλελεύθερη οικονομική πραγματικότητα -στην οποία, ζωτικό ρόλο παίζουν οι χρηματοοικονομικές δραστηριότητες- παρατηρείται στον ανεπτυγμένο κόσμο μία συνεχής υποχώρηση της οικονομίας της παραγωγής προς όφελος της οικονομίας της δημιουργίας. Με αποτέλεσμα, οι περισσότερες μορφές παραδοσιακής δραστηριότητας να είναι μηδενικής λειτουργικότητας. Παράλληλα, οι κοινωνικοί δεσμοί επίσης εξελίσσονται με μεγάλη ταχύτητα. Ξεφεύγουν από τις ιεραρχικές δομές και κατευθύνονται προς τη δυναμική του δικτύου.

Στο μέτρο που η οικονομία θα στηρίζεται αποκλειστικά στον νεωτερισμό, και άρα θα έχει ανάγκη από μόνιμες ανταλλαγές ιδεών και πληροφοριών μεταξύ δικτυωμένων πυρήνων εργασίας, τα επικοινωνιακά δίκτυα θα αποκτούν όλο και πιο καθοριστική σημασία. Παράλληλα, θα απαιτούν ανθρώπους ανοικτούς, πολύγλωσσους, δημιουργικούς, με έντονη την αίσθηση της ελευθερίας στις αντιλήψεις και τις συμπεριφορές τους. Οι εργαζόμενοι του σήμερα και του αύριο θα πρέπει να σκέπτονται σαν επιχειρηματίες και να είναι αποφασισμένοι να αλλάξουν επάγγελμα τρεις και τέσσερις φορές στη διάρκεια της καριέρας τους. Θα πρόκειται για μία νέα κατηγορία εργαζομένων, η οποία, από πολιτικής πλευράς, θα είναι αντικειμενικά ελεύθερη.

Έτσι, είναι εκ των ων ουκ άνευ η ύπαρξη στη χώρα μας ενός νέου και φιλελεύθερου πολιτικού πνεύματος, απαλλαγμένου από ενοχές και αγκυλώσεις της τριτοκοσμικής και εθνικιστικής ιδεολογικής τρομοκρατίας. Θα πρέπει δε να θεωρείται βέβαιον ότι αυτή η προοπτική θα συναντήσει πολύ ισχυρές αντιστάσεις και λυσσώδη πόλεμο από όλους αυτούς που θέλουν την ελληνική κοινωνία μίζερη και ανελεύθερη.

Κυβερνήσεις Συνεργασίας στην Ελλάδα

Πηγή: http://www.sansimera.gr/articles/481
Από αριστερά: Χ. Φλωράκης, Α. Παπανδρέου, Ξ. Ζολώτας, Κ. Μητσοτάκης (1989)

Από αριστερά: Χ. Φλωράκης, Α. Παπανδρέου, Ξ. Ζολώτας, Κ. Μητσοτάκης (1989)

Μετρημένες στα δάχτυλα των δύο χεριών είναι οι κυβερνήσεις συνεργασίας στην ιστορική διαδρομή της Νεώτερης Ελλάδας. Οι αιτίες πολλές: Καχεκτική δημοκρατία, έλλειψη κουλτούρας συνεννόησης και διαλόγου, παρουσία προσωποκεντρικών κομμάτων και εκλογικοί νόμοι που ευνοούν τον σχηματισμό ισχυρών μονοκομματικών κυβερνήσεων. Κύριο χαρακτηριστικό των κυβερνήσεων συνεργασίας, ο βραχύς βίος τους.

Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Κανάρη

Η πρώτη κυβέρνηση συνεργασίας στην Ελλάδα σχηματίστηκε στις 22 Μαΐου1877, με πρωθυπουργό τον γηραιό ναύαρχο Κωνσταντίνο Κανάρη και υπό την πίεση της κοινής γνώμης, η οποία ανησυχούσε για την τύχη των υπόδουλων Ελλήνων στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που βρισκόταν σε πόλεμο με τη Ρωσία.  Ο προκάτοχος του Κανάρη, Αλέξανδρος Κουμουνδούροςαδυνατούσε να κυβερνήσει, επειδή αρκετά συχνά έχανε την εμπιστοσύνη της Βουλής. Η κυβέρνηση Κανάρη ονομάστηκε Οικουμενική (πρώτη χρήση αυτού του όρου) και σ' αυτή συμμετείχαν όλες οι σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες της εποχής: Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, Χαρίλαος ΤρικούπηςΘεόδωρος ΔηλιγιάννηςΕπαμεινώνδας Δεληγεώργης και Θρασύβουλος Ζαΐμης.

Η σύμπηξη της οικουμενικής κυβέρνησης έλυσε το πρόβλημα της κυβερνητικής αστάθειας, αλλά άφησε άλυτο το πρόβλημα της ακολουθητέας πολιτικής. Ο Κουμουνδούρος ήθελε την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, ενώ ο Δεληγεώργης ευνοούσε την πολιτική των οικονομικών περιστολών. Ο θάνατος του Κανάρη στις 2 Σεπτεμβρίου 1877 άφησε ακέφαλη την οικουμενική κυβέρνηση, η οποία πορεύτηκε μέχρι τη διάλυσή της στις 11 Ιανουαρίου 1878 με την εναλλαγή των μελών της στην πρωθυπουργία. Αυτή την περίοδο σημαντικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα έπαιξε ο βασιλιάς Γεώργιος Α'.

Κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη

Οι εκλογές της 7ης Νοεμβρίου 1926 δεν ανέδειξαν αυτοδύναμη κυβέρνηση, λόγω της απλής αναλογικής. Τα τέσσερα πρώτα κόμματα (δύο βενιζελικά και δυο αντιβενιζελικά) αποφάσισαν να συνεργαστούν για τη δημιουργία βιώσιμου κυβερνητικού σχήματος. Στις 4 Δεκεμβρίου 1926 σχηματίστηκε οικουμενική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη. Το ΚΚΕ στην πρώτη του κοινοβουλευτική παρουσία ανέλαβε ουσιαστικά τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ο σχηματικής της κυβέρνησης συνεργασίας γέννησε ελπίδες ότι η πολιτική και κοινωνική ζωή της θα εισέλθει σε περίοδο ομαλότητας, σε μία περίοδο που είχαν σωρευτεί πολλά και δυσεπίλυτα προβλήματα από τη μικρασιατική καταστροφή. Όμως, από την πρώτη μέρα της λειτουργίας της άρχισαν οι τριβές, που κορυφώθηκαν με την αποχώρηση των υπουργών του Λαϊκού Κόμματος, λόγω διαφωνιών σε θέματα οικονομικής πολιτικής και τελικά την πτώση της στις 17 Αυγούστου 1927. Πρόλαβε, πάντως, να θέσει σε εφαρμογή στις 3 Ιουνίου 1927, το νέο Σύνταγμα, το οποίο χαρακτηρίστηκε ως το αρτιότερο και προοδευτικότερο από τα έως τότε ελληνικά Συντάγματα.

Κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου

Γεώργιος Παπανδρέου (1944)

Αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τη ναζιστική Γερμανία σχηματίστηκε κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου (18 Οκτωβρίου 1944). Στην κυβέρνηση συμμετείχαν και εκπρόσωποι του ΕΑΜ, στο οποίο κυριαρχούσε το ΚΚΕ. Η απαίτηση του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου για αποστράτευση των αντιστασιακών οργανώσεων ΕΑΜ και ΕΔΕΣ προκάλεσε την αντίδραση του ΕΑΜ, το οποίο απέσυρε τους υπουργούς του από την κυβέρνηση εθνικής ενότητας (28 Νοεμβρίου 1944). Τα αιματηρά Δεκεμβριανά, που ακολούθησαν, προκάλεσαν την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου στις 3 Ιανουαρίου 1945.

Κυβέρνηση Παναγιώτη Πουλίτσα

Η κυβέρνηση Πουλίτσα

Οι πρώτες μεταπολεμικές εκλογές έγιναν στις 31 Μαρτίου 1946 με την αποχή του ΚΚΕ και των «Αριστερών Φιλελευθέρων». Την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών στη Βουλή απέσπασε η «Ηνωμένη Παράταξις Εθνικοφρόνων», ένας συνασπισμός δεξιών κομμάτων με επικεφαλής το «Λαϊκό Κόμμα» του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη. Λόγω της εκκρεμότητας του δημοψηφίσματος για το πολιτειακό, η ηγεσία των «Λαϊκών» επέλεξε τη λύση του σχηματισμού κυβέρνησης ευρύτερου συνασπισμού, με επικεφαλής τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Επικρατείας, Παναγιώτη Πουλίτσα, και τη συμμετοχή πολιτικών του Κέντρου, όπως του Γεωργίου Παπανδρέου, του Σοφοκλή Βενιζέλου και του Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Η κυβέρνηση Πουλίτσα ορκίστηκε στις 4 Απριλίου 1946 και άντεξε μόνο δύο εβδομάδες, εξαιτίας διαφωνιών στους κόλπους της για τον πολιτικό χειρισμό του χρόνου του δημοψηφίσματος.

Κυβέρνηση Δημητρίου Μάξιμου

Μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Τσαλδάρη, στις 24 Ιανουαρίου 1947, ορκίζεται ως εξωκοινοβουλευτικός πρωθυπουργός, ο τραπεζίτης Δημήτριος Μάξιμος, ηγούμενος κυβέρνησης συνασπισμού, που περιλάμβανε όλα τα κόμματα της Βουλής, σε μια προσπάθεια των Αμερικανών να συσπειρώσουν τον αστικό πολιτικό κόσμο, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κομμουνιστική απειλή.

Ήταν η λεγόμενη Επτακέφαλος Κυβέρνησις, με αντιπροέδρους τον Κωνσταντίνο Τσαλδάρη (τέως πρωθυπουργό) και τον Σοφοκλή Βενιζέλο. Στα διάφορα υπουργεία ορκίστηκαν οι Γεώργιος Παπανδρέου (Εσωτερικών), Στυλιανός Γονατάς (Δημοσίων Έργων), Παναγιώτης Κανελλόπουλος (Ναυτικών), Ναπολέων Ζέρβας (Δημοσίας Τάξεως) και Κωνσταντίνος Καραμανλής(Εργασίας). Κατά τη διάρκεια της ολιγόμηνης θητείας της, η Βρετανία ανακοίνωσε την αποχώρηση των στρατευμάτων από την Ελλάδα (15 Φεβρουαρίου) και ο αμερικανός πρόεδρος Χάρι Τρούμαν εξήγγειλε το περίφημο Δόγμα του (12 Μαρτίου). Η δυσαρέσκεια των Αμερικανών για την αποτυχία των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων του Εθνικού Στρατού εναντίον των ανταρτών του ΔΣΕ  προκάλεσαν την πτώση της κυβέρνησης Μάξιμου στις 29 Αυγούστου1947.

Κυβέρνηση Θεμιστοκλή Σοφούλη / Αλέξανδρου Διομήδη

Η κυβέρνηση Αλέξανδρου Διομήδη

Την κυβέρνηση Μάξιμου ακολούθησε η βραχύβια κυβέρνηση Τσαλδάρη, η οποία παρέμεινε στην εξουσία έως την 7η Σεπτεμβρίου 1947, οπότε την εξουσία ανέλαβε ο γηραιός κεντρώος πολιτικός Θεμιστοκλής Σοφούλης, ηγούμενος κυβέρνησης συνεργασίας «Λαϊκών» και «Φιλελευθέρων». Στόχος του νέου κυβερνητικού σχήματος, που παρέμεινε στην εξουσία έως τις 6 Ιανουαρίου 1950 και είχε τις ευλογίες των Αμερικανών, η εφαρμογή του Δόγματος Τρούμαν και η συντριβή της κομμουνιστικής ανταρσίας. Μετά τον θάνατο του Σοφούλη (24 Ιουνίου 1949), την πρωθυπουργία ανέλαβε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Αλέξανδρος Διομήδης.

Κυβέρνηση Σοφοκλή Βενιζέλου

Οι πρώτες μετεμφυλιακές εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950 δεν έδωσαν αυτοδύναμη κυβέρνηση, λόγω της απλής αναλογικής που εφαρμόστηκε. Ο κεντρώος Σοφοκλής Βενιζέλος ηγήθηκε συμμαχικής κυβερνήσεως μεταξύ του Λαϊκού Κόμματος και κεντρώων πολιτικών, η οποία παρέμεινε στην εξουσία για λιγότερο από ένα μήνα (23 Μαρτίου – 15 Απριλίου 1950) και παραιτήθηκε κατόπιν επιμονής των Αμερικανών. Μέχρι τις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου1951 ακολούθησαν κυβερνήσεις συνεργασίας μεταξύ κεντρώων κομμάτων κατά βάση, με πρωθυπουργούς τους Νικόλαο Πλαστήρα και Σοφοκλή Βενιζέλο.

Κυβέρνηση Νικόλαου Πλαστήρα

Οι εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951 δεν έδωσαν αυτοδυναμία σε κάποιο κόμμα, λόγω της απλής αναλογικής, που εφαρμόστηκε και πάλι. Πρώτευσε ο δεξιός «Ελληνικός Συναγερμός» του Αλέξανδρου Παπάγου με 114 έδρες και ακολούθησαν δύο κεντρώοι σχηματισμοί, η ΕΠΕΚ (74 έδρες) και το Κόμμα των Φιλελευθέρων (57 έδρες). Τα δύο κεντρώα κόμματα συγκέντρωσαν οριακά την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή και σχημάτισαν κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Νικόλαο Πλαστήρα. Η κυβέρνηση θα καταρρεύσει στις 10 Οκτωβρίου 1952 με την παραίτηση του Πλαστήρα, λόγω σοβαρών διαφωνιών στους κόλπους της για τα «μέτρα ειρήνευσης», αλλά και την υπονόμευσή της από το δεξιό παρακράτος. Κατά τη διάρκεια της θητείας της, η Ελλάδα εισήλθε στο ΝΑΤΟ, διεξήχθη η Δίκη των Αεροπόρων και εκτελέσθηκε ο κομμουνιστής ηγέτης Νίκος Μπελογιάννης. Η κυβέρνηση Πλαστήρα έλαβε μέτρα για την οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας, με έργα υποδομής, εθνικοποιήσεις, κοινωνικές παροχές, διανομή γης στους ακτήμονες και ψήφο στις γυναίκες.

Κυβέρνηση Ιωάννη Παρασκευόπουλου

Η πολιτική ανωμαλία της λεγόμενης «Αποστασίας» (Ιούλιος 1965 - Δεκέμβριος 1966) τερματίστηκε με τη συμφωνία των ηγετών της Ένωσης Κέντρου, Γεωργίου Παπανδρέου και της ΕΡΕΠαναγιώτη Κανελλόπουλου, για τον σχηματικό μεταβατικής κυβέρνησης μεταξύ των δύο κομμάτων που θα οδηγούσε τη χώρα σε εκλογές. Έτσι, στις 22 Δεκεμβρίου 1966, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ανέθεσε την εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως στον τραπεζίτη Ιωάννη Παρασκευόπουλο. Στις 3 Απριλίου 1967 η ΕΡΕ ήρε την εμπιστοσύνη της προς τη μεταβατική κυβέρνηση Παρασκευόπουλου. Την πρωθυπουργία ανέλαβε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο οποίος ανετράπη από τους πραξικοπηματίες της 21ης Απριλίου.

Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή

Η πρώτη κυβέρνηση που προέκυψε μετά την πτώση της Χούντας (23 Ιουλίου1974) με πρωθυπουργό των Κωνσταντίνο Καραμανλή, ονομάστηκε Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Σ' αυτή συμμετείχαν πολιτικοί από την προδικτατορική ΕΡΕ και Ένωση Κέντρου, καθώς και προσωπικότητες, που αναδείχτηκαν μέσα από τον αντιδικτατορικό αγώνα. Ο βίος της τερματίσθηκε στις 17 Νοεμβρίου, όταν έγιναν οι πρώτες εκλογές μετά την μεταπολίτευση, τις οποίες κέρδισε πανηγυρικά η Νέα Δημοκρατία.

Κυβέρνηση Τζαννή Τζαννετάκη

Από αριστερά: Λ. Κύρκος, Κ. Μητσοτάκης, Χ. Σαρτζετάκης, Χ. Φλωράκης

Στις εκλογές της 18ης Ιουνίου 1989, η Νέα Δημοκρατία, παρότι λαμβάνει κοντά στο 45% των ψήφων, δεν κατορθώνει να εξασφαλίσει την αυτοδυναμία, εξαιτίας του εκλογικού νόμου που ψήφισε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και προσέγγιζε την απλή αναλογική. Η χώρα συγκλονιζόταν από το σκάνδαλο Κοσκωτά, που άγγιζε τον πυρήνα της Παπανδρεϊκής εξουσίας. Το αίτημα για κάθαρση ήταν παλλαϊκή απαίτηση. Με πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και των ηγετών της Αριστεράς, Χαρίλαου Φλωράκη και Λεωνίδα Κύρκου, σχηματίζεται κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του ενιαίου, τότε, Συνασπισμού. Το νέο κυβερνητικό σχήμα υπό τον Τζαννή Τζαννετάκη είναι βραχύβιο κι έχει διπλό στόχο: τη δρομολόγηση των διαδικασιών της Κάθαρσης και την προετοιμασία αδιάβλητων εκλογών βάσει του ισχύοντος εκλογικού νόμου. Πράγματι, ο Ανδρέας Παπανδρέου παραπέμπεται στο Ειδικό Δικαστήριο για την Υπόθεση Κοσκωτά με απόφαση της Βουλής, η οποία παραβλέπει τη σύσταση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ότι «οι πρωθυπουργοί πηγαίνουν στα σπίτια τους».

Κυβέρνηση Ξενοφώντα Ζολώτα

Η συγκυβέρνηση ΝΔ - Συνασπισμού λαμβάνει τέλος στις 7 Οκτωβρίου, αφού ολοκληρώνει το έργο των παραπομπών. Προκηρύσσονται εκλογές για τις 5 Νοεμβρίου 1989, αλλά και πάλι δεν προκύπτει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Μετά τις αποτυχημένες διερευνητικές εντολές σχηματίζεται οικουμενική κυβέρνηση υπό την υπέργηρο οικονομολόγο Ξενοφώντα Ζολώτα. Έκπληκτος ο κόσμος πληροφορείται ότι ο «αρχάγγελος της κάθαρσης» Μητσοτάκης συνεργάζεται με τον «κλέφτη» Παπανδρέου. Η αξιοπιστία των πολιτικών δέχεται ισχυρό πλήγμα, ενώ αποδεικνύεται ότι η κάθαρση ήταν απλά ένα πολιτικό εύρημα, με στόχο την αξιοποίηση των λαθών και των σκανδάλων του ΠΑΣΟΚ από την φιλελευθερο-κομμουνιστική συμμαχία!

Το νέο κυβερνητικό σχήμα υπονομεύει εξ αρχής ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, προκειμένου να στηρίξει τη θέση του ότι τα σχήματα συνεργασίας ήταν αναποτελεσματικά και ότι απαιτείτο η αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας. Η οικουμενική καταρρέει, όταν αποτυγχάνει να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίαςκαι προκηρύσσονται νέες εκλογές για τις 8 Απριλίου 1990. Η Νέα Δημοκρατία και πάλι δεν κατακτά την αυτοδυναμία και χρειάζεται η προσχώρηση του μοναδικού βουλευτή της ΔΗΑΝΑ, Θεόδωρου Κατσίκη, για να σχηματιστεί ο μαγικός αριθμός 151, που έδινε την πολυπόθητη αυτοδυναμία στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.

Κυβέρνηση Λουκά Παπαδήμου

Από αριστερά: Γ. Καρατζαφέρης, Α. Σαμαράς, Λ. Παπαδήμος, Γ. Παπανδρέου

Στις 11 Νοεμβρίου 2011 σχηματίστηκε κυβέρνηση ευρείας αποδοχής υπό τον τραπεζίτη Λουκά Παπαδήμο, μετά την παραίτηση του πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου και της κυβέρνησής του. Ήταν τρικομματική και την αποτελούσαν στελέχη από το κυβερνόν ΠΑΣΟΚ (που διέθετε την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή), τη Νέα Δημοκρατία, που ήταν αξιωματική αντιπολίτευση και το ΛΑΟΣ, τέταρτο κόμμα σε κοινοβουλευτική δύναμη.

Η νέα κυβέρνηση, που θεωρήθηκε μεταβατική, είχε ως σκοπό την επίτευξη των στόχων που προέβλεπαν οι συμφωνίες της Συνόδου Κορυφής των ηγετών της Ευρωζώνης της 26ης Οκτωβρίου 2011, την εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής που συνδεόταν με τις αποφάσεις αυτές και τη διεξαγωγή εκλογών στις αρχές του επόμενου χρόνου, έπειτα από την ολοκλήρωση των απαραίτητων διεργασιών. Στις 9 Φεβρουαρίου 2012 το ΛΑΟΣ αποχώρησε από το κυβερνητικό σχήμα, το οποίο συνέχισε τη λειτουργία του με την υποστήριξη ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.

Κατά τη διάρκεια της θητείας της κυβέρνησης Παπαδήμου ψηφίστηκε το Μνημόνιο αρ. 2 και «κουρεύτηκε» το ελληνικό χρέος. Επίσης, δόθηκε στη χώρα μας η περίφημη 6η δόση της δανειακής σύμβασης. Η απειλή για τη μη καταβολή της από το δίδυμο Μέρκελ και Σαρκοζί, αν ο έλληνας πρωθυπουργός πραγματοποιούσε την «απειλή» του για διεξαγωγή δημοψηφίσματος σχετικά με το ευρώ, είχε προκαλέσει εσωκομματικές εντάσεις στο ΠΑΣΟΚ και την κατάρρευση της κυβέρνησης Παπανδρέου. Η κυβέρνηση Παπαδήμου διενήργησε και τις εκλογές της 6 Μαΐου 2012, που δεν έδωσαν αυτοδυναμία σε κανένα κόμμα. Παραιτήθηκε στις 17 Μαΐου 2012 και τη διαδέχθηκε υπηρεσιακή κυβέρνηση υπό τον πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, Παναγιώτη Πικραμμένο.

Κυβέρνηση Αντώνη Σαμαρά

Κυβέρνηση Αλέξη Τσίπρα

Περί Πηγών...