C новым Крымом: Για τη Νέα Κριμαία
Πηγή: http://e-amyna.com
Ουκρανία: το κριμαϊκό δημοψήφισμα και η επόμενη μέρα
Με ποσοστό 96,7% τάχθηκαν οι πολίτες της Κριμαίας υπέρ της ένωσης της επαρχίας με τη Ρωσία, εγκρίνοντας τη σχετική απόφαση του τοπικού κοινοβουλίου της Κριμαίας (του οποίου τη διάλυση αποφάσισε χθες η ουκρανική Βουλή σε μια μάλλον σπασμωδική κίνηση). Παρά τον καταιγισμό δηλώσεων από δυτικής πλευράς που καταδικάζουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και προειδοποιούν ότι η τυχόν απόσχιση της Κριμαίας από την Ουκρανία δεν θα αναγνωριστεί, ο πρωθυπουργός της επαρχίας Σ. Αξιόνοφ χαιρέτισε το αποτέλεσμα και μεταβαίνει αύριο στη Ρωσία, όπου πιθανολογείται ότι θα ζητήσει την ένταξη της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία. Το ερώτημα είναι, τι θα επακολουθήσει.
Η κατάσταση είναι ήδη τεταμένη όχι μόνο στην Κριμαία (όπου καταγγέλθηκε απαγωγή του ηγέτη του ρωσικού κόμματος στη Σεβαστούπολη), αλλά και σε ολόκληρη την ανατολική Ουκρανία. Στο Χάρκοβο, όπου ήδη υπάρχουν δύο ρωσόφωνοι πολίτες νεκροί από ένοπλες συγκρούσεις, έγιναν
Οι δηλώσεις και ενέργειες της δυτικής “παράταξης” δείχνουν ότι η ανάγκη συμβιβασμού με τη Ρωσία έγινε μεν αντιληπτή (με τεράστια καθυστέρηση), αλλά οι προσδοκίες ως προς τους όρους του συμβιβασμού αυτού είναι εξωπραγματικές. Συγκεκριμένα στο θέμα της Κριμαίας σύσσωμο το δυτικό στρατόπεδο, συμπεριλαμβανομένων του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Κέρι, του προέδρου της ΕΕ Χέρμαν Β. Ρομπαϊ, του προέδρου της Κομισιόν Ζ. Μπαρόζο και του ΓΓ του ΝΑΤΟ Αντερς Φογκ Ρασμουσεν, διακηρύσσει ότι το κριμαϊκό δημοψήφισμα είναι παράνομο, ενώ η Ρωσία υπερασπίζεται τη νομιμότητά του, δηλώνοντας μάλιστα ότι θα σεβαστεί τη βούληση των πολιτών της Κριμαίας. Στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, το αμερικανικής έμπνευσης ψήφισμα που χαρακτήριζε ως παράνομο το δημοψήφισμα συγκέντρωσε 13 ψήφους, αλλά δεν υιοθετήθηκε λόγω του ρωσικού βέτο. Εν όψει της πιθανολογούμενης προσάρτησης της Κριμαίας στη Ρωσία, οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ αναμένεται να υιοθετήσουν κυρώσεις υπό μορφή στοχευμένης δέσμευσης ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, σε εκτέλεση σχετικής απόφασης της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ της 6ης Μαρτίου.
Με αυτά τα δεδομένα, υπάρχει άραγε έδαφος συμβιβασμού;
Η απάντηση, κατά την άποψη του γράφοντος, είναι θετική - αλλά βρίσκεται δυτικότερα από την Κριμαία. Όπως είχαμε παρατηρήσει εξ αρχής, οι στόχοι της ρωσικής ηγεσίας πιθανότατα δεν επικεντρώνονται στην προσάρτηση της Κριμαίας, ούτε καν στην προσάρτηση του συνόλου των ρωσόφωνων ανατολικών περιοχών της Ουκρανίας. Αυτοί πιθανότατα είναι ελάσσονες στόχοι και εναλλακτικές επιλογές σε περίπτωση μη επίτευξης του μείζονος στρατηγικού στόχου – που κατά τη γνώμη μας είναι η ανάκτηση του ελέγχου στο σύνολο της Ουκρανίας. Ο στόχος αυτός εξηγείται με όρους ιστορικούς, συμβολικούς, αλλά πρωτίστως στρατηγικούς. Η Ουκρανία δεν είναι μόνο ένα ιστορικό πεδίο αντιπαράθεσης (πολιτικής, πολιτισμικής, θρησκευτικής και στρατιωτικής) μεταξύ της Ρωσίας και των κεντροευρωπαϊκών δυνάμεων, ούτε μόνο μια νευραλγική επαρχία της πρώην ΕΣΣΔ. Είναι σήμερα η δίοδος από την οποία διακινείται, μέσω αγωγών, το 66% των ρωσικών εξαγωγών φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Θα ήταν απλώς αδιανόητο να αδιαφορήσει η Ρωσία για τον γεωπολιτικό προσανατολισμό μιας τέτοιας χώρας, όπως αφελώς ανέμεναν κάποιοι δυτικοί ηγέτες. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι, αποσπώντας ένα τμήμα της Ουκρανίας, η Ρωσία δεν διασφαλίζει τη φιλική στάση της υπόλοιπης – το αντίθετο μάλιστα.
Επομένως η υπόθεση εργασίας του παρόντος άρθρου είναι ότι όποιος εστιάζει στην Κριμαία, βλέπει το δέντρο και όχι το δάσος, που είναι το σύνολο της Ουκρανίας. Αν αληθεύει αυτή η υπόθεση, η λύση του προβλήματος βρίσκεται στις συζητήσεις που έχουν ήδη διεξαχθεί μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών Κέρι και Λαβρόφ, με αντικείμενο μια “συνταγματική μεταρρύθμιση” στην Ουκρανία. Πρόκειται για μια συμφωνία που (κατά την αμερικανική διατύπωση) θα εγγυάται το σεβασμό των μειονοτήτων, αλλά στην πραγματικότητα είναι λογικό να επεκταθεί και σε θέματα κατανομής πολιτικής ισχύος εντός του κράτους, προκειμένου να διασφαλιστούν τα ρωσικά συμφέροντα. Μπροστά σε μια τέτοια λύση, η εδαφική ενσωμάτωση της Κριμαίας και της ανατολικής Ουκρανίας θα ήταν για τη Ρωσία λιγότερο ελκυστική, καθώς θα περιείχε περισσότερο ρίσκο και λιγότερο κέρδος.
Όμως η επίτευξη μιας τέτοιας συμβιβαστικής λύσης είναι αμφίβολη, για δύο λόγους: Αφ’ ενός γιατί οι συζητήσεις Κέρι – Λαβρόφ έγιναν πολύ αργά, όταν η υπόθεση του κριμαϊκού δημοψηφίσματος έχει πάρει το δρόμο της. Αφ’ ετέρου διότι, σε αντίθεση με τον αμερικανικό πραγματισμό, η ευρωπαϊκή και η ρωσική ηγεσία δεν φαίνονται διατεθειμένες να συμβιβαστούν:
Από ευρωπαϊκής πλευράς, στη γεωπολιτική μυωπία προστίθεται τώρα και ο υποκριτικός νομικισμός, καθώς μιλούν για ΄παραβίαση του διεθνούς δικαίου και αντισυνταγματικότητα του κριμαϊκού δημοψηφίσματος, εκείνοι που δε δίστασαν να επιβάλουν την απόσχιση του Κοσόβου από τη Σερβία κατά παράβαση και του σερβικού συντάγματος και της διεθνούς νομιμότητας.
Από ρωσικής πλευράς δεν είναι βέβαιο αν, μετά τον επιδέξια επιθετικό χειρισμό του “πρώτου γύρου” της κρίσης, υπάρχει η απαραίτητη αυτοσυγκράτηση ώστε να αποφευχθούν ενέργειες που θα καταστήσουν απαγορευτικό για τη δυτική πλευρά έναν αξιοπρεπή συμβιβασμό. Δεν αποκλείεται η ρωσική ηγεσία να διακατέχεται και από τη διάθεση αποκατάστασης του ρωσικού γοήτρου, μετά από δύο δεκαετίες γεωπολιτικής υποχώρησης. Πάντως η επίσπευση του κριμαϊκού δημοψηφίσματος από τις 25 Μαϊου για τις 16 Μαρτίου είναι ένδειξη ότι ο Β. Πούτιν σκοπεύει κατ’ αρχήν να εξαργυρώσει τα κέρδη του “πρώτου γύρου” ενσωματώνοντας επίσημα την Κριμαία, και στη συνέχεια να διαπραγματευθεί το καθεστώς της υπόλοιπης Ουκρανίας, αξιοποιώντας τις εξεγέρσεις στις ρωσόφωνες περιοχές και την επικρεμάμενη απειλή της ρωσικής στρατιωτικής επέμβασης για μια τελική, ευνοϊκή συμφωνία. Μια τέτοια εξέλιξη όμως πιθανώς ξεπερνά τις πολιτικές αντοχές των δυτικών κυβερνήσεων, που έχουν ήδη καταδικάσει μια απόσχιση της Κριμαίας ως πράξη διεθνώς παράνομη κλπ. Θα ήταν πολιτικά δύσκολο μετά από τέτοιες “κορώνες” να αποδεχτούν ένα συμβιβασμό.
Η ρωσική ηγεσία που, σε αντίθεση με τις δυτικές ηγεσίες, έδειξε ότι γνωρίζει άριστα το αμείλικτο παιχνίδι ισχύος των διεθνών σχέσεων, προφανώς γνωρίζει και τη βασική αρχή, ότιστον αντίπαλο πρέπει να αφήνεται πάντοτε μια αξιοπρεπής διέξοδος υποχώρησης. Η άμεση προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία απειλεί να κόψει αυτή τη διέξοδο για τη δυτική πλευρά, τη στιγμή ακριβώς που οι συζητήσεις στρέφονταν στη διασφάλιση των θεμελιωδών ρωσικών συμφερόντων. Η ρωσική ηγεσία επομένως έχει να επιλέξει, αν θα κατοχυρώσει το έλασσον κέρδος ή θα επιδιώξει το μείζον. Για έναν ψυχρό ρεαλιστή, η επιλογή θα ήταν απλή - αν όμως υπεισέρχονται και θέματα γοήτρου, το θέμα περιπλέκεται… Το άμεσο μέλλον θα δείξει.
Πηγή: http://e-amyna.com
Ουκρανία: το κριμαϊκό δημοψήφισμα και η επόμενη μέρα
Υποστηρικτές της ένωσης της Κριμαίας με τη Ρωσία πανηγυρίζουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος υπό το βλέμμα του αγάλματος του Λένιν στη Συμφερόπολη (φωτογραφία: Agence France Presse)
Με ποσοστό 96,7% τάχθηκαν οι πολίτες της Κριμαίας υπέρ της ένωσης της επαρχίας με τη Ρωσία, εγκρίνοντας τη σχετική απόφαση του τοπικού κοινοβουλίου της Κριμαίας (του οποίου τη διάλυση αποφάσισε χθες η ουκρανική Βουλή σε μια μάλλον σπασμωδική κίνηση). Παρά τον καταιγισμό δηλώσεων από δυτικής πλευράς που καταδικάζουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και προειδοποιούν ότι η τυχόν απόσχιση της Κριμαίας από την Ουκρανία δεν θα αναγνωριστεί, ο πρωθυπουργός της επαρχίας Σ. Αξιόνοφ χαιρέτισε το αποτέλεσμα και μεταβαίνει αύριο στη Ρωσία, όπου πιθανολογείται ότι θα ζητήσει την ένταξη της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία. Το ερώτημα είναι, τι θα επακολουθήσει.
Η κατάσταση είναι ήδη τεταμένη όχι μόνο στην Κριμαία (όπου καταγγέλθηκε απαγωγή του ηγέτη του ρωσικού κόμματος στη Σεβαστούπολη), αλλά και σε ολόκληρη την ανατολική Ουκρανία. Στο Χάρκοβο, όπου ήδη υπάρχουν δύο ρωσόφωνοι πολίτες νεκροί από ένοπλες συγκρούσεις, έγιναν
διαδηλώσεις με αίτημα τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος κατά το πρότυπο της Κριμαίας. Επιπλέον, η ηγεσία του εθνικιστικού ουκρανικού κόμματος «Δεξιός Τομέας» ανακοίνωσε ότι ξεκινά αγώνα για το «ανατολικό μέτωπο» και απέστειλε αυτοκινητοπομπές ενόπλων από το Χάρκοβο προς το Ντονέσκ και στη Λουγκάνσκ, όπου πραγματοποιούνται συγκεντρώσεις ρωσόφωνων που ζητούν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος όπως στην Κριμαία. Το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών επεσήμανε το γεγονός μιλώντας για “κίνδυνο προβοκάτσιας” και ανακοίνωσε ότι η Ρωσία λαμβάνει εκκλήσεις “ειρηνικών πολιτών” για υποστήριξη, οι οποίες “θα εξεταστούν”. Την εικόνα συμπληρώνουν οι αναφορές για μεθοριακό επεισόδιο μεταξύ ρωσικών και ουκρανικών στρατευμάτων στην περιοχή της Χερσώνας.
Με δεδομένο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, το ερώτημα που τίθεται είναι αν υπάρχουν περιθώρια για ομαλή επίλυση της ουκρανικής κρίσης. Θα επιχειρήσουμε να διατυπώσουμε κάποιες προβλέψεις, αποκρυπτογραφώντας τα “σήματα” που στέλνουν η ρωσική και η δυτική πλευρά και εντοπίζοντας τα ζωτικά σημεία ενδιαφέροντος κάθε πλευράς.
Σε προηγούμενο άρθρο μας για το θέμα της Ουκρανίας, είχαμε παρατηρήσει ότι η πραγματικότητα των διεθνών σχέσεων εκδικείται όσους την αγνοούν – δηλαδή όσους δρουν αγνοώντας τους συσχετισμούς ισχύος, είτε λόγω ιδεοληψιών είτε από άλλα ανορθολογικά κίνητρα. Η παρατήρηση αυτή ισχύει και σήμερα, και μάλιστα δεν αφορά πια μόνο τη δυτική, αλλά και τη ρωσική πλευρά.
Στο “δυτικό στρατόπεδο” υπήρξαν κάποια σημάδια αυτοκριτικής για τις ανερμάτιστες επιλογές που έγιναν στην αρχή της κρίσης, με πρώτο τον Γερμανό υπουργό Εξωτερικών Φρανκ – Βάλτερ Σταϊνμάιερ, ο οποίος αναγνώρισε ότι οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ (συμπεριλαμβανομένου του ιδίου) βιάστηκαν να ταυτιστούν με την ουκρανική αντιπολίτευση στα πρώτα στάδια της κρίσης, παραβλέποντας τα ευρύτερα γεωπολιτικά διακυβεύματα. Αντίστοιχα, οι δηλώσεις του προέδρου της Κομισιόν Μπαρόζο στις 5 Μαρτίου περί ανάγκης “σεβασμού όλων των Ουκρανών πολιτών και κοινοτήτων” (δηλαδή και των ρωσόφωνων), έδειξαν διάθεση καταλλαγής, ενώ και ο διάλογος ΗΠΑ – Ρωσίας σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών έδειξε πρόθεση συμβιβασμού από αμερικανικής πλευράς. Το ερώτημα όμως που θα καθορίσει τις επόμενες εξελίξεις, είναι αν υπάρχει κάποιο σχέδιο διαπραγμάτευσης με τη Ρωσία, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε συμβιβασμό.
Με δεδομένο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, το ερώτημα που τίθεται είναι αν υπάρχουν περιθώρια για ομαλή επίλυση της ουκρανικής κρίσης. Θα επιχειρήσουμε να διατυπώσουμε κάποιες προβλέψεις, αποκρυπτογραφώντας τα “σήματα” που στέλνουν η ρωσική και η δυτική πλευρά και εντοπίζοντας τα ζωτικά σημεία ενδιαφέροντος κάθε πλευράς.
Σε προηγούμενο άρθρο μας για το θέμα της Ουκρανίας, είχαμε παρατηρήσει ότι η πραγματικότητα των διεθνών σχέσεων εκδικείται όσους την αγνοούν – δηλαδή όσους δρουν αγνοώντας τους συσχετισμούς ισχύος, είτε λόγω ιδεοληψιών είτε από άλλα ανορθολογικά κίνητρα. Η παρατήρηση αυτή ισχύει και σήμερα, και μάλιστα δεν αφορά πια μόνο τη δυτική, αλλά και τη ρωσική πλευρά.
Στο “δυτικό στρατόπεδο” υπήρξαν κάποια σημάδια αυτοκριτικής για τις ανερμάτιστες επιλογές που έγιναν στην αρχή της κρίσης, με πρώτο τον Γερμανό υπουργό Εξωτερικών Φρανκ – Βάλτερ Σταϊνμάιερ, ο οποίος αναγνώρισε ότι οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ (συμπεριλαμβανομένου του ιδίου) βιάστηκαν να ταυτιστούν με την ουκρανική αντιπολίτευση στα πρώτα στάδια της κρίσης, παραβλέποντας τα ευρύτερα γεωπολιτικά διακυβεύματα. Αντίστοιχα, οι δηλώσεις του προέδρου της Κομισιόν Μπαρόζο στις 5 Μαρτίου περί ανάγκης “σεβασμού όλων των Ουκρανών πολιτών και κοινοτήτων” (δηλαδή και των ρωσόφωνων), έδειξαν διάθεση καταλλαγής, ενώ και ο διάλογος ΗΠΑ – Ρωσίας σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών έδειξε πρόθεση συμβιβασμού από αμερικανικής πλευράς. Το ερώτημα όμως που θα καθορίσει τις επόμενες εξελίξεις, είναι αν υπάρχει κάποιο σχέδιο διαπραγμάτευσης με τη Ρωσία, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε συμβιβασμό.
Οι δηλώσεις και ενέργειες της δυτικής “παράταξης” δείχνουν ότι η ανάγκη συμβιβασμού με τη Ρωσία έγινε μεν αντιληπτή (με τεράστια καθυστέρηση), αλλά οι προσδοκίες ως προς τους όρους του συμβιβασμού αυτού είναι εξωπραγματικές. Συγκεκριμένα στο θέμα της Κριμαίας σύσσωμο το δυτικό στρατόπεδο, συμπεριλαμβανομένων του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Κέρι, του προέδρου της ΕΕ Χέρμαν Β. Ρομπαϊ, του προέδρου της Κομισιόν Ζ. Μπαρόζο και του ΓΓ του ΝΑΤΟ Αντερς Φογκ Ρασμουσεν, διακηρύσσει ότι το κριμαϊκό δημοψήφισμα είναι παράνομο, ενώ η Ρωσία υπερασπίζεται τη νομιμότητά του, δηλώνοντας μάλιστα ότι θα σεβαστεί τη βούληση των πολιτών της Κριμαίας. Στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, το αμερικανικής έμπνευσης ψήφισμα που χαρακτήριζε ως παράνομο το δημοψήφισμα συγκέντρωσε 13 ψήφους, αλλά δεν υιοθετήθηκε λόγω του ρωσικού βέτο. Εν όψει της πιθανολογούμενης προσάρτησης της Κριμαίας στη Ρωσία, οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ αναμένεται να υιοθετήσουν κυρώσεις υπό μορφή στοχευμένης δέσμευσης ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, σε εκτέλεση σχετικής απόφασης της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ της 6ης Μαρτίου.
Με αυτά τα δεδομένα, υπάρχει άραγε έδαφος συμβιβασμού;
Η απάντηση, κατά την άποψη του γράφοντος, είναι θετική - αλλά βρίσκεται δυτικότερα από την Κριμαία. Όπως είχαμε παρατηρήσει εξ αρχής, οι στόχοι της ρωσικής ηγεσίας πιθανότατα δεν επικεντρώνονται στην προσάρτηση της Κριμαίας, ούτε καν στην προσάρτηση του συνόλου των ρωσόφωνων ανατολικών περιοχών της Ουκρανίας. Αυτοί πιθανότατα είναι ελάσσονες στόχοι και εναλλακτικές επιλογές σε περίπτωση μη επίτευξης του μείζονος στρατηγικού στόχου – που κατά τη γνώμη μας είναι η ανάκτηση του ελέγχου στο σύνολο της Ουκρανίας. Ο στόχος αυτός εξηγείται με όρους ιστορικούς, συμβολικούς, αλλά πρωτίστως στρατηγικούς. Η Ουκρανία δεν είναι μόνο ένα ιστορικό πεδίο αντιπαράθεσης (πολιτικής, πολιτισμικής, θρησκευτικής και στρατιωτικής) μεταξύ της Ρωσίας και των κεντροευρωπαϊκών δυνάμεων, ούτε μόνο μια νευραλγική επαρχία της πρώην ΕΣΣΔ. Είναι σήμερα η δίοδος από την οποία διακινείται, μέσω αγωγών, το 66% των ρωσικών εξαγωγών φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Θα ήταν απλώς αδιανόητο να αδιαφορήσει η Ρωσία για τον γεωπολιτικό προσανατολισμό μιας τέτοιας χώρας, όπως αφελώς ανέμεναν κάποιοι δυτικοί ηγέτες. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι, αποσπώντας ένα τμήμα της Ουκρανίας, η Ρωσία δεν διασφαλίζει τη φιλική στάση της υπόλοιπης – το αντίθετο μάλιστα.
Επομένως η υπόθεση εργασίας του παρόντος άρθρου είναι ότι όποιος εστιάζει στην Κριμαία, βλέπει το δέντρο και όχι το δάσος, που είναι το σύνολο της Ουκρανίας. Αν αληθεύει αυτή η υπόθεση, η λύση του προβλήματος βρίσκεται στις συζητήσεις που έχουν ήδη διεξαχθεί μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών Κέρι και Λαβρόφ, με αντικείμενο μια “συνταγματική μεταρρύθμιση” στην Ουκρανία. Πρόκειται για μια συμφωνία που (κατά την αμερικανική διατύπωση) θα εγγυάται το σεβασμό των μειονοτήτων, αλλά στην πραγματικότητα είναι λογικό να επεκταθεί και σε θέματα κατανομής πολιτικής ισχύος εντός του κράτους, προκειμένου να διασφαλιστούν τα ρωσικά συμφέροντα. Μπροστά σε μια τέτοια λύση, η εδαφική ενσωμάτωση της Κριμαίας και της ανατολικής Ουκρανίας θα ήταν για τη Ρωσία λιγότερο ελκυστική, καθώς θα περιείχε περισσότερο ρίσκο και λιγότερο κέρδος.
Όμως η επίτευξη μιας τέτοιας συμβιβαστικής λύσης είναι αμφίβολη, για δύο λόγους: Αφ’ ενός γιατί οι συζητήσεις Κέρι – Λαβρόφ έγιναν πολύ αργά, όταν η υπόθεση του κριμαϊκού δημοψηφίσματος έχει πάρει το δρόμο της. Αφ’ ετέρου διότι, σε αντίθεση με τον αμερικανικό πραγματισμό, η ευρωπαϊκή και η ρωσική ηγεσία δεν φαίνονται διατεθειμένες να συμβιβαστούν:
Από ευρωπαϊκής πλευράς, στη γεωπολιτική μυωπία προστίθεται τώρα και ο υποκριτικός νομικισμός, καθώς μιλούν για ΄παραβίαση του διεθνούς δικαίου και αντισυνταγματικότητα του κριμαϊκού δημοψηφίσματος, εκείνοι που δε δίστασαν να επιβάλουν την απόσχιση του Κοσόβου από τη Σερβία κατά παράβαση και του σερβικού συντάγματος και της διεθνούς νομιμότητας.
Από ρωσικής πλευράς δεν είναι βέβαιο αν, μετά τον επιδέξια επιθετικό χειρισμό του “πρώτου γύρου” της κρίσης, υπάρχει η απαραίτητη αυτοσυγκράτηση ώστε να αποφευχθούν ενέργειες που θα καταστήσουν απαγορευτικό για τη δυτική πλευρά έναν αξιοπρεπή συμβιβασμό. Δεν αποκλείεται η ρωσική ηγεσία να διακατέχεται και από τη διάθεση αποκατάστασης του ρωσικού γοήτρου, μετά από δύο δεκαετίες γεωπολιτικής υποχώρησης. Πάντως η επίσπευση του κριμαϊκού δημοψηφίσματος από τις 25 Μαϊου για τις 16 Μαρτίου είναι ένδειξη ότι ο Β. Πούτιν σκοπεύει κατ’ αρχήν να εξαργυρώσει τα κέρδη του “πρώτου γύρου” ενσωματώνοντας επίσημα την Κριμαία, και στη συνέχεια να διαπραγματευθεί το καθεστώς της υπόλοιπης Ουκρανίας, αξιοποιώντας τις εξεγέρσεις στις ρωσόφωνες περιοχές και την επικρεμάμενη απειλή της ρωσικής στρατιωτικής επέμβασης για μια τελική, ευνοϊκή συμφωνία. Μια τέτοια εξέλιξη όμως πιθανώς ξεπερνά τις πολιτικές αντοχές των δυτικών κυβερνήσεων, που έχουν ήδη καταδικάσει μια απόσχιση της Κριμαίας ως πράξη διεθνώς παράνομη κλπ. Θα ήταν πολιτικά δύσκολο μετά από τέτοιες “κορώνες” να αποδεχτούν ένα συμβιβασμό.
Η ρωσική ηγεσία που, σε αντίθεση με τις δυτικές ηγεσίες, έδειξε ότι γνωρίζει άριστα το αμείλικτο παιχνίδι ισχύος των διεθνών σχέσεων, προφανώς γνωρίζει και τη βασική αρχή, ότιστον αντίπαλο πρέπει να αφήνεται πάντοτε μια αξιοπρεπής διέξοδος υποχώρησης. Η άμεση προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία απειλεί να κόψει αυτή τη διέξοδο για τη δυτική πλευρά, τη στιγμή ακριβώς που οι συζητήσεις στρέφονταν στη διασφάλιση των θεμελιωδών ρωσικών συμφερόντων. Η ρωσική ηγεσία επομένως έχει να επιλέξει, αν θα κατοχυρώσει το έλασσον κέρδος ή θα επιδιώξει το μείζον. Για έναν ψυχρό ρεαλιστή, η επιλογή θα ήταν απλή - αν όμως υπεισέρχονται και θέματα γοήτρου, το θέμα περιπλέκεται… Το άμεσο μέλλον θα δείξει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου